tag:blogger.com,1999:blog-27389984586353532432024-02-19T09:02:24.093-08:00Γκαγκαβουζης-GagauzΓκαγκαβούζης-Gagavouzishttp://www.blogger.com/profile/08268729413849882556noreply@blogger.comBlogger77125tag:blogger.com,1999:blog-2738998458635353243.post-18259116280190536662011-11-15T09:26:00.000-08:002011-11-15T09:29:44.356-08:00Το Βυζάντιο, το Ελλαδικό Κράτος και εμείς«Το Βυζάντιο, το Ελλαδικό Κράτος και εμείς», κείμενο της Μαριάννας Κορομηλά<br />Από EMTHRACE | Δημοσίευση: 2 ΝΟΕΜΒΡΊΟΥ 2011<br />Στις 22 Οκτωβρίου πραγματοποιήθηκε στο Ε.Μ.Θ. ομιλία της κ. Μαρίαννας Κορομηλά με θέμα: “Το Βυζάντιο, το Ελλαδικό Κράτος και εμείς”. Επιθυμία της κ. Κορομηλά ήταν να αναρτηθούν τόσο το κείμενο της ομιλίας της όσο και το πεντασέλιδο χρονολόγιο που μοιράστηκε στους ακροατές με την ευκαιρία της νεας συζήτησης που θα επακολουθήσει. Όπως λέει και η ιδια “επειδή το θέμα είναι άμεσου ενδιαφέροντος –εξάλλου, στην Ελλάδα, η Ιστορία είναι ιδρυτική παράμετρος της εθνικής ταυτότητας–, κι επειδή θα αδικούσαμε τόσο το κοινό όσο και το θέμα, αν ακολουθούσαν ερωτήσεις και συζήτηση στις 9.30 το βράδυ, ορίσαμε μία ακόμα συνάντηση για το απόγευμα της ΤΕΤΑΡΤΗΣ 16 ΝΟΕΜΒΡΙΟΥστις 7.00 μ.μ. στο ΕΜΘ. Εκεί θα έχουμε ένα δίωρο στην διάθεσή μας για να συζητήσουμε το περιεχόμενο της Διάλεξης, με όσους την παρακολούθησαν αλλά και όσους διάβασαν το κείμενο. Ελπίζουμε στον γόνιμο διάλογο”.<br /><br />Διάλεξη της Μαριάννας Κορομηλά στο Εθνολογικό Μουσείο Θράκης – Αγγελική Γιαννακίδου, στις 22/10/2011, με θέμα:<br /><br />«Το Βυζάντιο, το Ελλαδικό Κράτος και εμείς»<br /><br />Τον Οκτώβριο του 1912, τρεις ημέρες μετά την είσοδο του ελληνικού στρατού στην Θεσσαλονίκη, ο βυζαντινολόγος Αδαμάντιος Αδαμαντίου (ένας από τους πρωτοπόρους των Βυζαντινών Σπουδών στην Ελλάδα) ζητούσε από την Κυβέρνηση Βενιζέλου την ίδρυση Βυζαντινού Μουσείου στην αλλοτινή μεγαλούπολη της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. Ογδόντα δύο χρόνια αργότερα, τον Σεπτέμβριο του 1994, με την ευκαιρία της Διεθνούς Έκθεσης Θεσσαλονίκης, ο Έλληνας πρωθυπουργός εγκαινίαζε την πρώτη αίθουσα του Μουσείου Βυζαντινού Πολιτισμού στην συμπρωτεύουσα. Οι υπόλοιποι χώροι παραδόθηκαν σταδιακά ως το 1997.<br /><br />Το Μουσείο Βυζαντινού Πολιτισμού ήταν μόλις το δεύτερο βυζαντινό μουσείο της Ελλάδας. Μέχρι το 1994 (και ζητώ συγγνώμη για την παράθεση χρονολογιών και αριθμών, αλλά πιστεύω ότι είναι αδιαμφισβήτητα στοιχεία που δείχνουν ανάγλυφη την εικόνα), μέχρι το 1994 λοιπόν, στην Ελλάδα υπήρχαν 78 αρχαιολογικά μουσεία του ΥΠΠΟΛ και ένα βυζαντινό. Το ποσοστό είναι: 1,29% για το Βυζάντιο – έναντι 98,31% για την Αρχαιότητα και την Προϊστορία.<br /><br />Θεωρώ ότι αυτό το μέγεθος αποκαλύπτει την πραγματική σχέση του ελληνικού κράτους και της ελληνικής κοινωνίας με το βυζαντινό παρελθόν – έστω κι αν, μετά το 1994, αυξήθηκαν τα βυζαντινά μουσεία, οι εκδόσεις με βυζαντινά θέματα και το ενδιαφέρον μας για αυτό το άγνωστο και τόσο οικτρά παρεξηγημένο Βυζάντιο. Αρκεί να ρίξει κανείς μια ματιά στα σχολικά βιβλία για να πιστοποιήσει την παχυλή αμάθεια, την εθνική απέχθεια, τις πολλαπλές διαστρεβλώσεις και, στην καλύτερη περίπτωση, την αμηχανία, που διακατέχει ακόμα την επίσημη παιδεία για την σχέση της Ελλάδας με το βυζαντινό παρελθόν της.<br /><br />Πριν βουτήξουμε στα ιδεολογικά βάθη του οθωνικού Βασιλείου για να ανιχνεύσουμε τη ρίζα του αντιβυζαντινού συνδρόμου, θέλω να επισημάνω ότι αυτό το μοναδικό Βυζαντινό Μουσείο (που ιδρύθηκε στην Αθήνα –και όχι στη Θεσσαλονίκη– το 1930) ονομάστηκε «Βυζαντινόν και Χριστιανικόν Μουσείον». Σαν να ήθελαν, προβάλλοντας τον χριστιανικό χαρακτήρα του, να δικαιολογήσουν την ύπαρξή του. Αλλά δεν ήταν ούτε καν αυτό.<br /><br />Η ονομασία του Μουσείου εξέφραζε απόλυτα την κυρίαρχη αντίληψη όσων ένιωθαν σεβασμό για το Βυζάντιο. Το νέο Μουσείο έπρεπε να έχει ως κύριο άξονα τον Χριστιανισμό (να είναι, δηλαδή, ένα μουσείο προβολής της εκκλησιαστικής τέχνης και ιστορίας). Εξάλλου, ο πρώτος διευθυντής του Μουσείου (ο Γεώργιος Σωτηρίου) δεν ήταν βυζαντινολόγος ούτε καν ιστορικός ή αρχαιολόγος, αλλά θεολόγος. Αφού, λοιπόν, η Ελλάδα χρειάστηκε έναν αιώνα για να αποκτήσει ένα Βυζαντινό Μουσείο, το παρέδωσε στα χέρια ενός πολύ μορφωμένου ανθρώπου, ο οποίος έκανε και σημαντικές ανασκαφές, προερχόταν όμως από έναν κλάδο άσχετο με την ιστορική επιστήμη.<br /><br />Η σύγχυση ανάμεσα στη θεολογία και την βυζαντινολογία – ή, για να το πω πιο ωμά: η οικειοποίηση της βυζαντινής παράδοσης από τους θεολογικούς κι εκκλησιαστικούς κύκλους– μάς απομάκρυνε ακόμα πιο πολύ από αυτό καθεαυτό το Βυζάντιο, με αποτέλεσμα την δημιουργία νέων διαστρεβλώσεων, την κατασκευή νέων ιδεολογημάτων και την βαθύτερη διάσπαση της ελληνικής κοινωνίας σε οπισθοδρομικούς «φίλους» και προοδευτικούς «εχθρούς» του Βυζαντίου. Και οι δύο πλευρές προσπάθησαν να καθιερώσουν την δική τους εικόνα, την δική τους αλήθεια για το Βυζάντιο. Μέσα σε αυτές τις δύο καθιερωμένες πλέον «αλήθειες», με αρκετές επεξεργασίες που προστέθηκαν έκτοτε, κινούνται και οι δικές μας απόψεις για όλο αυτό το θέμα.<br /><br />Ανάμεσα σε αυτά τα δύο στρατόπεδα, υπάρχουν άλλα δύο τμήματα της ελληνικής κοινωνίας. Αφενός η μικρή ομάδα των επιστημόνων –που, δυστυχώς, για πολλούς λόγους, δεν έχει καταφέρει να συνδεθεί με την κοινωνία (τουλάχιστον, μέχρι πρόσφατα). Αφετέρου, η μεγάλη και ακαθόριστη ομάδα των άσχετων. Αυτών που γενικά δεν ενδιαφέρονται, δεν διαβάζουν δεν ασχολούνται, δεν σκέπτονται. Είναι η μεγάλη μάζα των «βαθειά νυχτωμένων». Πολλοί όμως από αυτούς, επιτρέπουν στον εαυτό τους να εκφράζεται με την άνεση και την αυθάδεια του αμαθούς ή (ακόμα χειρότερα) του ημιμαθούς.<br /><br />Για να διασκεδάσουμε, θα σας διαβάσω δύο αποσπάσματα από ένα άρθρο δημοσιευμένο σε περιοδικό μεγάλης κυκλοφορίας. Το υπογράφουν δύο κυρίες (η Τζίνα Πιτσούλη και η Λιάνα Αλεξανδρή) στο περιοδικό Ένα (που δεν κυκλοφορεί πια). Το διάλεξα από την πλουσιότατη συλλογή μου επειδή η ημερομηνία έκδοσης είναι 23 Οκτωβρίου του 1986. Σαν αύριο, δηλαδή, πριν από ακριβώς 25 χρόνια. Ακόμα δεν είχε αρχίσει η μόδα του σπα, της σάουνας, του χαμάμ και των λοιπών σχετικών. Οι δύο κυρίες γράφουν ένα πολυσέλιδο άρθρο με τίτλο «Χαμάμ» και υπότιτλο «Ατμοί και αρώματα από την Ανατολή». Δίπλα, ο υπέρτιτλος εξηγεί: «Οι Ρωμαίοι το παρέδωσαν στους Άραβες με το όνομα ‘θέρμαι’. Εκείνοι το μετονόμασαν ‘χαμάμ’ και το διατήρησαν μέσα στο χρόνο. Τώρα, η Δύση το ανακαλύπτει ξανά ως ‘ατμόλουτρο’». Στο άρθρο μας λένε ότι: «Τα χαμάμ στη Θεσσαλονίκη ήταν μια παλιά συνήθεια για τον μουσουλμανικό πληθυσμό της πόλης κι αργότερα, μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή, για τους Έλληνες πρόσφυγες. Οι Μακεδόνες όμως δεν υιοθέτησαν ποτέ αυτή τη συνήθεια» !!!!! Δεν θα σας διαβάσω άλλους μαργαρίτες. Για τις κυρίες τα χαμάμ της Θεσσαλονίκης ήτανε «μουσουλμανικά» κι όχι οθωμανικά. Αλλά το παρακάτω απόσπασμα δίνει την πλήρη σύγχυση των κυριών, που διαμορφώνουν την κοινή γνώμη. Ακούστε: «Αλλά και στο Βυζάντιο είχαμε χαμάμ στη Θεσσαλονίκη. Υπάρχει μνεία για τα βυζαντινά λουτρά στην Άνω Πόλη» («μνεία» προφανώς εννοούν ότι βρέθηκε ένα βυζαντινό λουτρό –αυτό, βέβαια, δεν λέγεται μνεία). Αλλά η συνέχεια είναι πολύ χειρότερη: «Υπάρχει μνεία (λοιπόν) για τα βυζαντινά λουτρά στην Άνω Πόλη, ακριβή αντίγραφα των τουρκικών χαμάμ – ενώ είναι βέβαιο ότι λουτρά με ατμούς χρησιμοποιούσαν και οι Ρωμαίοι και οι αρχαίοι Έλληνες». Όλα τακτοποιημένα σε ένα πλήρες ιστορικό χάος. Τα βυζαντινά λουτρά είναι ακριβή αντίγραφα των τουρκικών χαμάμ, μας διαβεβαιώνουν οι δύο δημοσιογράφοι σε αυτό το μνημείο της ενημέρωσης. Αυτές οι κυρίες ανήκουν στην πολυπληθή ομάδα των άσχετων, που κατάπιαν τα σχολικά διδάγματα σαν ρετσινόλαδο –και τα αναμασούν, τα ανακυκλώνουν, τα διανθίζουν, τα διαδίδουν, για να τα μηρυκάσουν και οι νεότερες γενιές.<br /><br />Εφόσον η επίσημη άποψη της πολιτείας μέχρι το 1994 εκφραζόταν με το ένα και μοναδικό Βυζαντινό Μουσείο, θα ήθελα να επιστρέψουμε για λίγο εκεί. Γιατί ακόμα κι αυτό το μοναδικό μουσείο οφείλει την ίδρυσή του σε δύο συγκυριακούς παράγοντες, οι οποίοι λειτούργησαν πιεστικά για να επιβληθούν στην πολιτική βούληση του κράτους.<br /><br />Ο πρώτος παράγοντας είναι η πρωτοβουλία επτά Αθηναίων, που ίδρυσαν την Χριστιανική Αρχαιολογική Εταιρεία το 1884, θέλοντας να προφυλάξουν τα χριστιανικά μνημεία της Αθήνας από την καταστροφική μανία των αρχών και των ιδιωτών. Επισημαίνω κι εδώ ότι οι ιδρυτές της Εταιρείας την ονόμασαν Χριστιανική Αρχαιολογική Εταιρεία (ΧΑΕ) και όχι Βυζαντινή Αρχαιολογική ή Μεσαιωνική Αρχαιολογική Εταιρεία.<br /><br />Να σας πω ότι μέχρι την ίδρυση της ΧΑΕ, είχαν κατεδαφιστεί 92 βυζαντινές και μεταβυζαντινές εκκλησίες στην Αθήνα. Η εξαφάνιση του μεσαιωνικού παρελθόντος της πρωτεύουσας του Ελληνικού Βασιλείου ήταν συστηματική και διήρκεσε πολλές δεκαετίες. Περιελάμβανε (εκτός από την κατεδάφιση των 92 εκκλησιών): την κατεδάφιση όλων των ενοχλητικών κτισμάτων πάνω στην Ακρόπολη: το τζαμί μέσα στον Παρθενώνα και όλα τα τουρκικά κτίσματα στην κορυφή του βράχου, αλλά και του περίφημου «κουλά» ή «γουλά», όπως ονόμαζαν τον φράγκικο πύργο δίπλα στα Προπύλαια, καθώς και διάφορες «ταπεινές» βυζαντινές κατασκευές. Κατεδαφίστηκαν και δεκάδες αθηναϊκά αρχοντόσπιτα, μεταξύ των οποίων το σπιτικό του Χαλκοκονδύλη. (Θυμάμαι τώρα το ξύλινο κονάκι στην Αλεξανδρούπολη, που κατεδαφίστηκε επί Χούντας, αν δεν κάνω λάθος.)<br /><br />Η απογύμνωση της Αθήνας, για να υπηρετήσει την εικόνα της αμόλυντης αρχαιότητας, περιελάμβανε επίσης εκατοντάδες αποξέσεις. Οι αποξέσεις αυτές ήταν δύο ειδών: αφενός ο «καθαρισμός» των τοιχογραφιών από τους τοίχους των λιγοστών εκκλησιών που δεν είχαν κατεδαφιστεί. Η γνωστότερη από αυτές είναι η Παναγία η Γοργοεπήκοος, ένα από τα πιο αγαπημένα εκκλησάκια των Αθηναίων, που βρίσκεται δίπλα στον μητροπολιτικό ναό των Αθηνών.<br /><br />Η νέα μητρόπολη (επαρχιακού νεογοτθικού ρυθμού) πήρε την θέση του παλαιού μητροπολιτικού μεγάρου. Κατεδαφίστηκαν τα πάντα, ως εκ θαύματος διασώθηκε η Γοργοεπήκοος που ήταν το μητροπολιτικό παρεκκλήσι μέσα στον παλαιό περίβολο, και το 1842, άρχισε η οικοδόμηση. Πριν εγκαινιαστεί η μητρόπολη, το 1862, έξυσαν όλες τις βυζαντινές τοιχογραφίες της Γοργοεπικόου και μετονόμασαν το θαυμάσιο αυτό εκκλησάκι σε Άγιο Ελευθέριο.<br /><br />Ο καθαρισμός, λοιπόν, των ελάχιστων πλέον βυζαντινών εκκλησιών από τις τοιχογραφίες τους ήταν το ένα είδος της απόξεσης. Η Αθήνα είχε «πλέον απαλλαγεί εκ της βαρβαρότητος» όπως διατυμπάνιζαν οι αρχαιολάτρες.<br /><br />Ενώ στην Κωνσταντινούπολη, την ίδια εποχή, ο πεφωτισμένος σουλτάνος Αμπντούλμεντσίντ ανέθετε στον ταλαντούχο Ελβετό αρχιτέκτονα Γκασπάρ Φοσσάτι το έργο της συντήρησης και ανακαίνισης της Αγίας Σοφίας, η οποία λειτουργούσε ως τζαμί από το 1453. Ο Γκασπάρ κάλεσε στην Πόλη τον αδελφό του Τζουσέπε και οι εργασίες άρχισαν το 1847.<br /><br />Οι αδελφοί Φοσσάτι αποκάλυψαν διάφορα ψηφιδωτά κάτω από τους ξεφτισμένους σοβάδες και κάλεσαν τον εκσυγχρονιστή σουλτάνο να τα δει. Ο Αμπντούλμεντσίντ έμεινε έκθαμβος από την ομορφιά τους. Οι πρώτες σκέψεις ήταν να μείνουν τα ψηφιδωτά σε κοινή θέα. Αλλά, καθώς η ισλαμική θρησκεία είναι ανεικονική και η Αγία Σοφία ήταν το κεντρικότερο και πιο σημαντικό τζαμί της πρωτεύουσας, ο σουλτάνος δεν τόλμησε να προκαλέσει τη μήνη του ιερατείου. «Κρύψτε τα» είπε. «Η θρησκεία μας τα απαγορεύει. Αλλά μην τα καταστρέψετε. Καλύψτε τα με τέτοιο τρόπο, ώστε να προφυλαχτούν. Ποιος ξέρει τι μπορεί να συμβεί στο μέλλον».<br /><br />Μέχρι και την τελευταία στιγμή, ο σουλτάνος προσπάθησε να αφήσει ακάλυπτα τουλάχιστον τα ψηφιδωτά που βρίσκονταν στον νάρθηκα και πάνω από την ΝΔ είσοδο (την ένθρονη Παναγία που δέχεται από τον Μ Κωνσταντίνο το πρόπλασμα της ΚΠόλεως και από τον Ιουστινιανό το πρόπλασμα της Αγίας Σοφίας, έργο που χρονολογείται πιθανώς γύρω στο 1000). Πίστευε ότι επειδή αυτές οι παραστάσεις βρίσκονταν έξω από τον χώρο προσευχής, δεν θα ενοχλούσαν. Αλλά το ιερατείο δεν επέτρεψε κάτι τέτοιο κι έτσι σκεπάστηκαν κι αυτά. Έμειναν μόνον τα ανεικονικά ψηφιδωτά, αυτές οι θαυμάσιες διακοσμήσεις σε χρυσό φόντο, που καλύπτουν τις καμαρωτές οροφές και τους θόλους. Οι φθορές που είχαν υποστεί ήταν εκτεταμένες. Οι επιδιορθώσεις δεν έγιναν με τον καλύτερο τρόπο, αλλά αυτό είναι ένα δευτερεύον θέμα.<br /><br />Το πρωτεύον είναι ότι το 1847 ο σουλτάνος έδωσε εντολή στους αρχιτέκτονες να διασώσουν τα βυζαντινά ψηφιδωτά –καλύπτοντάς τα–, μολονότι για τον σουλτάνο ήταν απαγορευμένα και για τους αδελφούς Φοσσάτι αυτά τα έργα ήταν η εικονολατρική (ή και ειδωλολατρική) έκφραση της Ανατολικής Ορθοδόξου Εκκλησίας και του μεσαιωνικού αυταρχισμού.<br /><br />Δυστυχώς, στην Αθήνα επικρατούσε άλλο κλίμα. Η εισαγωγή του βαυαρικού νεοκλασικισμού, μέσω των εκπροσώπων της μοναρχίας. Η εισαγωγή της ρομαντικής αρχαιολατρείας, μέσω του περιηγητικού κινήματος, αλλά και του φιλελληνισμού. Ο μακρινός απόηχος των ιδεών του ευρωπαϊκού και αγγλικού Διαφωτισμού, που μετέφεραν στην ελεύθερη Ελλάδα οι Φαναριώτες. Οι φιλελεύθερες ιδέες της Γαλλικής Επανάστασης, αλλά και ο αυταρχισμός, που είχε επιστρέψει με νέα μορφή στη Γαλλία, και διακατείχε τα ευρωπαϊκά καθεστώτα, ήταν τα υλικά με τα οποία είχε χτιστεί το κυρίαρχο ιδεολόγημα του ελλαδισμού. Η έννοια «Ελλάς», που δηλώνει αυτοπροσδιορισμό (και είχε αποκτήσει σαφή γεωγραφικά όρια το 1832), έπρεπε να αποκτήσει ιστορική οντότητα. Το μεσαιωνικό παρελθόν ήταν βάρος και όνειδος. Έπρεπε να καθαριστεί από παντού ώστε να σβήσει και από την μνήμη του ΓΕΝΟΥΣ, το οποίο τώρα είχε ονομαστεί ΕΘΝΟΣ. Κάτω από αυτό το πρίσμα αντιμετωπίστηκαν και οι βυζαντινές τοιχογραφίες της Αθήνας, από Έλληνες και ξένους επιστήμονες. Όχι από όλους. Υπήρξαν φωνές διαμαρτυρίας από Έλληνες και ξένους, αλλά δεν εισακούσθηκαν.<br /><br />Αυτή ήταν η πρώτη απόξεση. Η άλλη, οργανώθηκε πολύ αργότερα κι έγινε σε βάρος της μήτρας των μεσαιωνικών πηγών της Αθήνας. Σχεδόν όλες οι αρχαιότητες, ιδίως οι κίονες των αρχαίων ναών, έφεραν πρόχειρα σκαλισμένες επιγραφές (γκράφιτι), στις οποίες καταγράφονταν τα σημαντικότερα γεγονότα που είχαν συμβεί στην πόλη τα τελευταία 1.500 ή και 1.600 χρόνια.<br /><br />Οι αθηναιογράφοι, όπως ο ιστορικός Καμπούρογλου, αποκαλούν αυτά τα γκράφιτι «το λίθινο χρονικό της Αθήνας», γιατί πράγματι συνθέτουν την ιστορία της πόλης, όταν η ιστοριογραφία έπαψε να ασχολείται με το κλεινόν άστυ. Το 1882, η Γενική Εφορεία Αρχαιοτήτων αποφάσισε, για λόγους αισθητικής, να καθαρίσει τα κλασικά μάρμαρα. Με αιχμηρά εργαλεία οι εργάτες έξυσαν τα ακιδογραφήματα και με σφουγγάρια καθάρισαν τα υπολείμματα των πολύτιμων λίθινων χρονικών. Η Αθήνα είχε «πλέον απαλλαγεί και από αυτήν την βαρβαρότητα».<br /><br />Επιστρέφω στην ΧΑΕ (Χριστιανική Αρχαιολογική Εταιρεία) (που ιδρύθηκε, θυμίζω, το 1884, δυο χρόνια δηλαδή μετά την απόξεση των λίθινων χρονικών). Μία από τις κυριότερες επιδιώξεις της ήταν: η συγκέντρωση βυζαντινών κειμηλίων και η στέγασή τους σε έναν κατάλληλο χώρο.<br /><br />Το 1910, με την αναδιάρθρωση της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας, δημιουργήθηκε για πρώτη φορά η θέση Εφόρου Χριστιανικών Μνημείων, με πρώτο έφορο τον καθηγητή Αδαμάντιο Αδαμαντίου.<br /><br />Ο πρώτος νόμος για την ίδρυση Βυζαντινού Μουσείου στην Αθήνα (και όχι στη Θεσσαλονίκη, όπως είχε ζητήσει ο Αδαμαντίου) ψηφίστηκε το 1914.<br /><br />Το Μουσείο που όλοι γνωρίζουμε (στο μέγαρο «Ίλίσσια» της δούκισσας της Πλακεντίας, στην λεωφόρο Βασιλίσσης Σοφίας) εγκαινιάστηκε εντέλει τον Οκτώβριο 1930, υπό την πίεση του επικείμενου 3ου Διεθνούς Βυζαντινολογικού Συνεδρίου που είχε αποφασιστεί να γίνει στην Αθήνα. Ήταν αδύνατον να γίνει Διεθνές Βυζαντινολογικό Συνέδριο και να μην υπάρχει Μουσείο. Έτσι, χάρη σε αυτή τη συγκυρία, η Ελλάδα απέκτησε το πρώτο της Βυζαντινό Μουσείο το 1930, δηλαδή έναν αιώνα μετά την ίδρυση του κράτους.<br /><br />Στην διάρκεια αυτού του αιώνα, 1830-1930, είχαν συμβεί πολλά. Επιλέγω να θυμίσω μόνον μερικά από όσα συνηγορούσαν υπέρ της υιοθέτησης της βυζαντινής κληρονομιάς –αλλά εις ώτα μη ακουόντων. Πρώτα από όλα είχε κυκλοφορήσει το περίφημο βιβλίο του Φαλμεράγιερ, το οποίο συντάραξε την Ελλαδούλα της δεκαετίας του 1840. Όχι οι σημερινοί Έλληνες δεν είναι απόγονοι των αρχαίων, γιατί η Ελλάδα είχε σλαβωθεί μετά την κάθοδο των Σλάβων, πίστευε ο βυζαντινολόγος Φαλμεράγιερ. Εξοργισμένες οι κεφαλές του έθνους, τον αναγόρευσαν σε υπ’ αριθμόν ένα εχθρό και –αντί να σκύψουν πάνω στη μεσαιωνική Ιστορία του ελληνικού λαού– συνέχισαν να επεξεργάζονται την θεωρία της εκλεκτικής συγγένειας με τους αρχαίους προγόνους και να καθαρίζουν τα βυζαντινά και οθωμανικά κατάλοιπα.<br /><br />Υπήρξαν, όμως, και λαμπρές εξαιρέσεις. Ο Σκαρλάτος Βυζάντιος, που το 1851 εκδίδει τον πρώτο τόμο της τρίτομης ΚΠόλεως, και διακηρύσσει ότι «η Βυζαντινή Ιστορία είναι μέρος αναπόσπαστο της Ελληνικής Ιστορίας». Τον ακολουθεί, την επόμενη χρονιά (1852), ο Σπυρίδων Ζαμπέλιος. Κι ακολουθεί ο «εθνικός ιστοριογράφος», όπως έχει χαρακτηριστεί, ο Κωνσταντίνος Παπαρρηγόπουλος. Του χρωστάμε την πρώτη μεγάλη σύνθεση της Ελληνικής Ιστορίας, ένα έργο θεμελιώδες που ήρθε να αποκαταστήσει την ιστορική συνέχεια –με όσες επιμέρους αντιρρήσεις μπορεί να έχει κανείς εκ των υστέρων. Το έργο του κυκλοφόρησε μεταξύ 1860 και 1876, αλλά είχε προηγηθεί μία συνοπτική Ιστορία που κυκλοφόρησε (εν είδη εγχειριδίου) τον Φεβρουάριο του 1853. Είναι αξιοσημείωτο ότι σε αυτό το εγχειρίδιο ο Παπαρρηγόπουλος γράφει μία «εκλαϊκευμένη» επιτομή της Ιστορίας που μπορεί να διαβαστεί από το ευρύ κοινό, αλλά και από μαθητές. Επίσης, είναι αξιοσημείωτο ότι διάφορες εφημερίδες και λόγια περιοδικά της εποχής επαινούν την τριανδρία ενώ αποκαλούν «συμμορία» ή «φατρία» τους ορκισμένους εχθρούς του Βυζαντίου, για τους οποίους θα μιλήσουμε αργότερα.<br /><br />Να πούμε από τώρα, ότι αυτοί οι ορκισμένοι εχθροί είχαν πολλαπλασιαστεί. Γιατί πολλοί είχαν συνδέσει το Βυζάντιο με τον εκκλησιαστικό συντηρητισμό ή και σκοταδισμό, με την καταπίεση που ασκούσε ο κλήρος στην διάρκεια της Οθωμανικής εποχής, καθώς και με την συνεργασία της Εκκλησίας με την τουρκική εξουσία. Αλλά ακόμα και το αντιοθωνικό κίνημα, που φούντωνε, έπαιρνε τη μορφή της πολεμικής εναντίον των πάσης φύσεως βασιλικών καθεστώτων κι έτσι το Βυζάντιο ήταν για αυτούς το κόκκινο πανί.<br /><br />[Ας μην ξεχνάμε ότι κι εμείς, παρασυρμένοι από τα ίδια αισθήματα, αποδεχτήκαμε την αυθαίρετη αλλοίωση του «Νίκας τοις βασιλεύσοι» με το «Νίκας τοις ευσεβέσοι» - και θεωρούμε πολιτικά υπόλογο όποιον επιμένει στο αυθεντικό κείμενο και όχι στο λαϊκίστικο νεότερο.]<br /><br />Στην διάρκεια της ίδιας εκείνης εκατονταετίας, είχε σχεδόν τριπλασιαστεί η εδαφική επικράτεια του κράτους. Η χώρα είχε βγει από τα στενά σύνορα της Παλαιάς Ελλάδας, αποκτώντας μερικά σημαντικά κέντρα της Βυζαντινής χιλιετίας. Στην κορυφή του καταλόγου: το Άγιον Όρος, η Θεσσαλονίκη, η Βέροια, η Άρτα, οι Σέρρες. Ακολουθεί μία σειρά από δευτερεύουσες πόλεις (Καστοριά, Δράμα, Διδυμότειχο) και πολλές ερειπωμένες πόλεις. Ενδεικτικά: η Νικόπολη στην Ήπειρο, η Αμφίπολη και οι Φίλιπποι στην Αν. Μακεδονία, η Αναστασιούπολις-Περιθεώριον στη λίμνη Βιστονίδα. Δεκάδες βυζαντινοί πύργοι, κάστρα, μοναστήρια και μοναστικά κέντρα, κι ανάμεσα στα άλλα: η Κοσμοσώτειρα των Φερρών, το σημαντικότερο μνημείο της Κομνήνειας εποχής στην Ελλάδα. Για σκεφτείτε ότι ένα από τα ελάχιστα κοσμικά (μη εκκλησιαστικά, δηλαδή) βυζαντινά κτίσματα που έχουν σωθεί ως τις ημέρες μας είναι ο Πύργος του Καντακουζηνού στο Πύθειο. Κι είναι περιττό να πω σε εσάς ποια είναι η τύχη αυτού του Πύργου. Πάντα λέω ότι αν ο Νομός Έβρου βρισκόταν στην Ιταλία, θα είχε αναδειχθεί σε παγκόσμιο κέντρο τουρισμού με επίκεντρο τα βυζαντινά του μνημεία (και, βεβαίως, εξίσου σημαντικό πόλο την Σαμοθράκη).<br /><br />Όταν πηγαίνω στη Ραβέννα, κι ακούω τους Ιταλούς επιστήμονες ή και τους ξεναγούς να μου λένε ότι το όνειρό τους είναι να επισκεφθούν τη Θεσσαλονίκη για να δουν τα ψηφιδωτά, ψελλίζω διάφορες ευγένειες του τύπου «ναι, βεβαίως, να με ειδοποιήσετε», αλλά στην πραγματικότητα εννοώ «άσε καλύτερα, μείνε με την επιθυμία και τις επιστημονικές αναλύσεις στα βιβλία της βυζαντινής τέχνης και μην διανοηθείς να έρθεις». Ένα ζωντανό μουσείο βυζαντινών ψηφιδωτών θα μπορούσε να είναι η Θεσσαλονίκη. Μία περιήγηση που θα άρχιζε από τον 5ο αιώνα για να συνεχιστεί ως τον σπάνιο άγιο Σέργιο του 8ου αιώνα και τα μοναδικά μεσοβυζαντινά ψηφιδωτά στον τρούλο της Αγίας Σοφίας, και να καταλήξει στον Παλαιολόγειο 14ο αιώνα.<br /><br />Αλήθεια, το Εθνολογικό Μουσείο Θράκης οργανώνει μία εκπαιδευτική εκδρομή στην Πόλη, την 28η Οκτωβρίου. Φαντάζομαι ότι το ερχόμενο Σάββατο ή Κυριακή θα ξεναγηθείτε στη Μονή της Χώρας. [Με την ευκαιρία, χαιρετίστε εκ μέρους μου και τη μοναχή Μελάνη, τη Μαρία των Μογγόλων, κόρη του αυτοκράτορα Μιχαήλ Παλαιολόγου και αδελφή του Ανδρόνικου Β΄.] Τα περίφημα ψηφιδωτά της Χώρας χρονολογούνται στα 1316-1320 και είναι από τα τελευταία της βυζαντινής τέχνης. Εκατοντάδες χιλιάδες επισκέπτες υποδέχεται η Χώρα κάθε χρόνο. Κάνω μία φιλολογική ερώτηση. Ξέρετε πού υπάρχει ένα ψηφιδωτό σύνολο της ίδιας εποχής –και ανάλογης καλλιτεχνικής αξίας– στην ελλαδική επικράτεια;<br /><br />Απαντώ: στους Αγίους Αποστόλους της Θεσσαλονίκης, κοντά στο δυτικό Τείχος, δηλαδή δυο βήματα από το Βαρδάρι. Αν έχετε ποτέ ακούσει το όνομα του μνημείου, θα είναι για εντελώς διαφορετικούς λόγους. Η περιοχή είναι μάλλον κακόφημη και κατοικείται από πάμπολλους οικονομικούς μετανάστες. Πολύ κοντά βρίσκεται κι ένα άλλο παλαιολόγειο μνημείο: η εντυπωσιακή και πανέμορφη Αγία Αικατερίνη. Αλλά ακόμα και η Παναγία των Χαλκέων, στο κέντρο της πόλης, έχει σπουδαίες τοιχογραφίες. Κανείς μας δεν τις έχει προσέξει, αφενός γιατί δεν έχουν καθαριστεί κι είναι μαύρες κι άραχλες, κι αφετέρου γιατί το εν γένει Βυζάντιο βρίσκεται έξω από τον χώρο της ελλαδικής μας συνείδησης.<br /><br />Στην διάρκεια εκείνης της ίδιας εκατονταετίας (1830-1930) όπως την ορίσαμε για να φτάσουμε από την ίδρυση του κράτους έως την ίδρυση του πρώτου Βυζαντινού Μουσείου, η Ελλάδα είχε τριπλασιαστεί αλλά ο Ελληνισμός είχε ξεριζωθεί από τις εστίες του. Η εγκατάσταση των εκατοντάδων χιλιάδων Προσφύγων στη χώρα ήταν η τελευταία ευκαιρία της Ελλάδας να συμφιλιωθεί με το παρελθόν της: το οθωμανικό, το βυζαντινό, το ρωμαϊκό και το ελληνιστικό. Κυρίως όμως με τη βιωμένη εμπειρία των τελευταίων 17 αιώνων, που σχετιζόταν άμεσα με τον χριστιανικό βίο. Ο ελλαδισμός όμως είχε εδραιωθεί τόσο βαθιά, ώστε ήταν αδύνατον να εκμεταλλευτεί τους φορείς μίας μακρύτατης παράδοσης, για να κάνει την υπέρβαση. Αντίθετα. Εξανάγκασε τους Πρόσφυγες να ελλαδοποιηθούν για να επιβιώσουν.<br /><br />Ακόμα και η Πηνελόπη Δέλτα, στην οποία οφείλουμε τη συναισθηματική μας εμπλοκή με το Βυζάντιο –άσχετα αν η ίδια το χρησιμοποίησε αποκλειστικά και μόνο για να στηρίξει τις ελληνικές θέσεις στο Μακεδονοθρακικό Ζήτημα, δεν ολοκλήρωσε ποτέ το μυθιστόρημά της με θέμα την βυζαντινή Μικρασία του 11ου αιώνα. Το εγκατέλειψε, γιατί η Ελλάδα είχε αποτύχει στη Μικρασία, οι Μικρασιάτες είχαν έρθει στην Ελλάδα κι έπρεπε να ξεχαστούν οι ανατολίτικες πατρίδες. Πάντως, τα βυζαντινά της μυθυστορήματα είχαν ήδη ταράξει τα νερά κι είχαν προσφέρει ένα σημαντικό εκπαιδευτικό έργο για τις γενιές του 1910-1960, καλύπτοντας (έστω και συναισθηματικά) το μεγάλο κενό της σχολικής παιδείας. Χωρίς την Δέλτα, εμείς οι Παλαιοελλαδίτες δεν θα είχαμε ποτέ ακούσει ούτε μία λέξη για την Αδριανούπολη, τα Βοδενά / που ονομάστηκαν Έδεσσα, τα μακεδονίτικα βουνά, τον χώρο πέρα από τον Πηνειό.<br /><br />Η Μικρασιατική Καταστροφή ήταν και η κυριότερη αιτία που δημιουργήθηκε το κίνημα του επαναπροσδιορισμού της ελληνικής ταυτότητας της Γενιάς του ’30. Αυτή η πολυσυζητημένη «ελληνικότητα», που στράφηκε αναπόφευκτα και προς το Βυζάντιο. Ναι. Τώρα πια, με έναν Κόντογλου στην Αθήνα, και με εκατοντάδες άλλες προσωπικότητες από τον προσφυγικό κόσμο, αλλά και από τις «Νέες Χώρες», και βεβαίως από την Κωνσταντινούπολη, ο πνευματικός κόσμος ξανασυναντούσε το Βυζάντιο. Οι σουρεαλιστές έπαιξαν σημαντικό ρόλο. Ο «Μπολιβάρ» του Εγγονόπουλου περπατούσε στο Φανάρι και στην Καστοριά. Το περιοδικό Τρίτο Μάτι φιλοξενούσε άρθρα υψηλότατου ιδεολογικού προβληματισμού, με απόψεις ρηξικέλευθες. Το Άγιον Όρος έγινε προορισμός για πολλούς πνευματικούς ανθρώπους και ο μέγας Λεκορμπουζιέ, μελετούσε τον πλάγιο φωτισμό των οθωμανικών τζαμιών της Τουρκίας για να τον χρησιμοποιήσει στην δική του αρχιτεκτονική πρόταση. Ενώ ο Κεμάλ Ατατούρκ παρέδιδε την Αγία Σοφία (το 1931) στους Αμερικανούς Βυζαντινολόγους για να αποκαλύψουν τα βυζαντινά ψηφιδωτά και να την κάνουν, εντέλει, Μουσείο.<br /><br />Είχαν γίνει πάρα πολλά σε αυτήν την εκατονταετία. Κι όμως το πρώτο Βυζαντινό Μουσείο της Ελλάδας ονομάστηκε «Βυζαντινόν και Χριστιανικόν Μουσείον» (σαν να ονομάζαμε δηλαδή κάποιο μουσείο με αρχαιότητες «Αρχαιολογικό και Ειδωλολατρικό Μουσείο»). Δεν θα επιχειρηματολογήσω πάνω στο θέμα. Σας αφήνω να το σκεφτείτε κι αν θέλετε το συζητάμε στο τέλος.<br /><br />Οι συλλογές του Βυζαντινού Μουσείου εμπλουτίστηκαν με εκατοντάδες προσφυγικά κειμήλια. Αλλά πριν από τη Μικρασιατική Καταστροφή, κι ενώ είχε ξεσπάσει ο Πρώτος Παγκόσμιος πόλεμος, η Κυβέρνηση είχε αποφασίσει να ασφαλίσει τους κινητούς βυζαντινούς θησαυρούς της Θεσσαλονίκης. Έτσι, μεταφέρθηκαν εκατοντάδες έργα από τη Θεσσαλονίκη στην Αθήνα, κι όταν ιδρύθηκε το Βυζαντινό Μουσείο πολλά από αυτά αποτέλεσαν βασικά εκθέματα, ενώ άλλα καταχωνιάστηκαν στα υπόγεια. Όταν, έφτασε, λοιπόν, η ευτυχισμένη εκείνη ώρα που θα αποκτούσε επιτέλους η Θεσσαλονίκη το Μουσείο της, οι Θεσσαλονικείς βυζαντινολόγοι ζήτησαν από το αθηναϊκό Μουσείο τα έργα που είχαν σταλεί για φύλαξη στην Αθήνα το 1916. Ο αγώνας που έκανε η Αθήνα για να μην επιστραφούν τα έργα, είναι μία πτυχή του αθηναιοκεντρισμού που πρέπει κάποτε να μελετηθεί όχι μόνον από ιστορικούς, κοινωνιολόγους και πολιτιολόγους, αλλά –λυπάμαι που το λέω– και από ψυχιάτρους. Δεκάδες προσωπικότητες στήριξαν τον παραλογισμό της αθηναϊκής πλευράς. Εγώ διάβαζα τις δηλώσεις της ολοφυρομένης διευθύντριας του Μουσείου, η οποία «δεν ήθελε να αποχωριστεί τα παιδιά της» και τραβούσα τα μαλλιά μου. Εντέλει, επήλθε συμβιβασμός. Η Αθήνα θα κρατούσε ένα μέρος και θα επέστρεφε τα υπόλοιπα (περίπου το ¼). Έτσι, για όποιον θυμάται τι έγινε το 1994, η πρώτη έκθεση με την οποία εγκαινιάστηκε η πρώτη αίθουσα του Μουσείου Βυζαντινού Πολιτισμού, ονομάστηκε «Το ταξίδι της επιστροφής». Τα εκθέματα ήταν τα έργα που είχαν επιστρέψει από την Αθήνα. Ορισμένα μάλιστα από αυτά, καθαρίστηκαν κι αποκαταστάθηκαν στα εργαστήρια του νέου Μουσείου, μελετήθηκαν και παρουσιάστηκαν στο κοινό για πρώτη φορά. Η Αθήνα τα κρατούσε στα σκοτεινά υπόγεια οκτώ δεκαετίες.<br /><br />Έκτοτε, η πρόοδος είναι εντυπωσιακή. Αλλά εμείς, η ελληνική κοινωνία, εξακολουθούμε να βρισκόμαστε σε σύγχυση. Τα ιδεολογήματα και οι ιδεοληψίες πάνω στις οποίες θεμελιώθηκαν το ελλαδικό κράτος και ο ελλαδισμός, μας κατατρέχουν ακόμα.<br /><br />Ας βουτήξουμε, λοιπόν, στα θεμέλια για να δούμε επί τροχάδην τα συστατικά στοιχεία αυτού του ελλαδισμού, ο οποίος απέβαλε το Βυζάντιο από τις δέλτους της Ελληνικής Ιστορίας και της συνείδησής μας. Κράτησα την αρχή για το τέλος, γιατί πιστεύω ότι ακόμα εκεί βρισκόμαστε –παρά τις εξελίξεις. [Θυμίζω ότι θα μοιραστούν Σημειώσεις με επιλεκτικό Χρονολόγιο κι επισημάνσεις σχετικά με την ίδρυση και τα πρώτα χρόνια του Βασιλείου της Ελλάδος.]<br /><br />Το 1837, στην Ακρόπολη έγινε η ιδρυτική συνεδρία της Αρχαιολογικής Εταιρείας. Πρώτος πρόεδρος ο Φαναριώτης λόγιος Ιακωβάκης Ρίζος Νερουλός, ο οποίος ήτανε και υπουργός Παιδείας του Οθωνικού Βασιλείου. «Επιτέλους» βροντοφώναξε ο Νερουλός. «Η Ελλάς, που εσκλαβώθη το 146 π.Χ., είναι και πάλι ελεύθερη».<br /><br />Μα τι είχε γίνει το 146 π.Χ.; Οι Ρωμαίοι ισοπέδωσαν την Κόρινθο και ολοκλήρωσαν την κατάκτηση της Νότιας Ελλάδας (Στερεάς και Πελοποννήσου). Γεωγραφικά, δηλαδή, η κατάκτηση του 146 συμπίπτει με την εδαφική επικράτεια του νεοσύστατου Οθωνικού Βασιλείου.<br /><br />Σημειώνω, για να μην ξεχνιόμαστε, ότι η έκταση εκείνου του κράτους ήταν 47.516 τετρ χλμ. Από αυτά, πάνω από 12.000 τετρ χλμ ανήκαν σε μοναστήρια και εκκλησίες (δηλαδή το ¼ της γης). Το σύνολο των κατοίκων ήταν 719.000. Οι 575.000 ζούσαν στην ύπαιθρο και οι 144.000 σε αστικά κέντρα. Δηλαδή σε κωμοπόλεις, γιατί πόλεις δεν υπήρχαν. Δεν υπήρχαν ούτε λιμάνια, ούτε βιοτεχνικά κέντρα (εκτός από κάποια υποτυπώδη), ούτε χερσαίοι δρόμοι και συγκοινωνιακό δίκτυο, ούτε πεδιάδες (η Κωπαΐδα αποξηράνθηκε στα τέλη του 19ου αιώνα). Δεν υπήρχε ούτε ενδοχώρα –αυτή η άπλα της Βαλκανικής, της Μαύρης Θάλασσας και της Δυτικής Ασίας που εκτόξευε την ελληνική παρουσία και δραστηριότητα μέχρι τις άκρες της καθ’ ημάς οικουμένης επί χιλιετίες, δηλαδή από την εποχή του Φιλίππου και του Μεγαλέξανδρου έως την διάλυση των πολυεθνικών αυτοκρατοριών, μετά τον Πρώτο Παγκόσμιο πόλεμο). Στην Παλαιά Ελλάδα δεν υπήρχε ούτε ενδοχώρα ούτε καν η συνείδηση της ενδοχώρας. Η Στερεά, η Πελοπόννησος και οι Κυκλάδες ήταν το φτωχότερο και πιο απομονωμένο κομμάτι του ελληνικού κόσμου της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Αυτή ήταν η «Ελλάς» του Νερουλού.<br /><br />Και, δυστυχώς, όχι μόνον του Νερουλού. Οποιοδήποτε βιβλίο της επίσημης ελληνικής ιστοριογραφίας κι αν ανοίξετε –και, βεβαίως, τα σχολικά, ακόμα και του 2010 (γιατί του 2011 δεν ευτυχήσαμε να τα δούμε μέχρι τώρα)–, θα διαβάσετε ότι «η Ελλάδα κατακτήθηκε το 146 π.Χ.».<br /><br />Ένας αριθμός-κλειδί. Μία χρονολογία που ξεκλειδώνει τα υπόγεια της κρατικής ιδεολογίας, μέσα στην οποία έχουμε εγκλωβιστεί τα τελευταία 180 χρόνια.<br /><br />Για να αντιληφθούμε τι σηματοδοτεί αυτός ο αριθμός-κλειδί, θυμίζω ότι μετά τη μάχη της Πύδνας (κοντά στην Κατερίνη), κατακτήθηκε ολόκληρη η Μακεδονία. Η μοιραία μάχη έγινε το 168 π.Χ. = 24 χρόνια πριν από την κατάκτηση της Νότιας Ελλάδας, δηλαδή της Ελλάδος του Όθωνα και του Νερουλού. Ένα χρόνο αργότερα, το 167 π.Χ., οι Ρωμαίοι κατέλαβαν ολόκληρη την Ήπειρο και κατέσκαψαν δεκάδες αρχαίες ηπειρωτικές πόλεις.<br /><br />Άρα: για την επίσημη παιδεία, ακόμα και σήμερα, η Ελλάδα ταυτίζεται με το κρατικό μόρφωμα «Ελλάς» του 1830.<br /><br />Με αυτό το χτυπητό παράδειγμα (ένα από τα εκατοντάδες που θα μπορούσα να διαλέξω), προσπαθώ να καταδείξω ότι τα ιδεολογήματα που κατασκευάστηκαν τον καιρό που διαμορφωνόταν το Οθωνικό Κράτος, παγιώθηκαν και εξακολουθούν να ισχύουν. Τα εδάφη, που ενσωματώθηκαν αργότερα στην ελληνική επικράτεια, δεν ενσωματώθηκαν ποτέ στην ύλη της επίσημης Ελληνικής Ιστορίας –και, κατ’ επέκταση: δεν ενσωματώθηκαν στην κυρίαρχη –και εν πολλοίς κατασκευασμένη– συλλογική συνείδηση.<br /><br />Έτσι: το Αρχαιολογικό Μουσείο της Αθήνας ονομάζεται ΕΘΝΙΚΟ Αρχαιολογικό (ενώ οι συλλογές του εξακολουθούν μέχρι σήμερα να καλύπτουν μόνον την οθωνική Ελλάδα –με εξαίρεση τα μικρά χάλκινα αγαλματίδια από την αρχαία Ήπειρο που δώρισε ο Καραπάνος στο Μουσείο).<br /><br />Αλλά και το Πανεπιστήμιο της Αθήνας ονομάζεται Εθνικό Καποδιστριακό, και η Πινακοθήκη είναι Εθνική, ενώ η ελληνική Ακαδημία (σε αντίθεση με τη γαλλική που ονομάζεται Académie Française) ονομάζεται ΑΚΑΔΗΜΙΑ ΑΘΗΝΩΝ και δέχεται μόνον προσωπικότητες που έχουν ως διεύθυνση κατοικίας την Αθήνα. Μία τοπικιστική εσωστρέφεια που θα την ζήλευαν ακόμα και οι Αθηναίοι της Κλασικής εποχής.<br /><br />Είναι, λοιπόν, αδύνατον να μιλήσουμε για ιδεολογικά ζητήματα κοινής συνείδησης –ταυτότητας–, δεσμών με το παρελθόν και σχέσεων με την κληρονομιά, αν δεν καταλάβουμε ότι όλα αυτά χτίστηκαν στα θεμέλια του ελλαδικού οικοδομήματος του 1830. [Το γαλάζιο και το λευκό της σημαίας του ελληνικού κράτους είναι (κατά σύμπτωση) και τα χρώματα της Βαυαρίας. Γαλάζια και λευκή είναι η σημαία της, όπως και κυανόλευκα είναι τα χρώματα στο σήμα της BMW, της μεγαλύτερης βαυαρικής αυτοκινητοβιομηχανίας. Όταν, λοιπόν, η Ελλάδα απέκτησε Βαυαρό μονάρχη, σκούρυνε το γαλάζιο της ελληνικής σημαίας για να είναι ταυτόσημο με το μπλε της Βαυαρίας.]<br /><br />Στο βαυαρέζικο τοπίο, όπου ο Λουδοβίκος αποκαλούσε το Μόναχο «η Αθήνα επί του ποταμού Ίζαρ», δεν χώρεσε ποτέ καμία άλλη Ελλάδα, εκτός από τον Νότο του ελλαδικού κορμού. Κι αυτός όμως περιορισμένος χρονικά στην Αρχαϊκή και, κυρίως, την Κλασική εποχή. Έτσι όπως αντιλαμβανόταν την Ελλάδα και ο Ιακωβάκης Ρίζος Νερουλός.<br /><br />Μπορεί, βέβαια, να σκεφτεί κάποιος ότι ο Νερουλός και οι Νερουλοί του 1830 αναφέρονταν αποκλειστικά στην ελληνική επικράτεια εκείνης της εποχής, κι ότι δεν τολμούσαν ή δεν ήθελαν, για πολιτικούς λόγους, να αναφερθούν στον υπόλοιπο ελληνικό κόσμο. Μία τέτοια ερμηνεία θα ήταν αποδεκτή και καθησυχαστική αν απέδιδε τις απόψεις των ανθρώπων της εξουσίας. Αλλά ας μη γελιόμαστε.<br /><br />Το 1841, σε άλλη συνεδρία της Αρχαιολογικής Εταιρείας, πάντα στην Ακρόπολη, ο Νερουλός διακηρύσσει ότι «Η Ελλάς νικήθηκε στην Χαιρώνεια από τον Φίλιππο». Αλλά ο Φίλιππος «έπραξεν άλλο, της νίκης εκείνης ολεθριώτερον: εγέννησε τον Αλέξανδρο». Εδώ διαγράφονται σαφέστατα τα πολιτιστικά σύνορα και τα επιλεκτικά ιδεώδη της Ελλάδος: περικλείονται από τα κρατικά σύνορα του 1830.<br /><br />Περιττό να σας πω την άποψη του για την Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία και την Βυζαντινή, που την διαδέχεται. Αρκεί να θυμηθούμε ότι η «σκλαβιά» διήρκεσε δύο χιλιάδες χρόνια. Τον καιρό, μάλιστα, που κυριαρχεί το Βυζάντιον στον ανατολικό κόσμο, λέει πάντα ο Νερουλός, «η Ελλάς απετέλει παραερωμένον μέρος της Αυτοκρατορίας». Αυτό είναι μεν αληθές, αλλά ο Υπουργός της Παιδείας το επισημαίνει και το τονίζει για να δείξει την αθλιότητα του μεσαιωνικού σκοταδισμού. «Η Βυζαντινή Ιστορία είναι αλληλένδετος και μακρότατη σειρά πράξεων μωρών. Σειρά αισχρών βιαιοτήτων τού εις το Βυζάντιον μεταφυτευθέντος Ρωμαϊκού Κράτους. Είναι στηλογραφία επονείδητος της αισχάτης αθλιότητος και εξουθενώσεως των Ελλήνων».<br /><br />Αυτές τις απόψεις ούτε οι εκπρόσωποι του Διαφωτισμού δεν τις είχαν διατυπώσει με τέτοια δριμύτητα, τον 18ο αιώνα. Γιατί μπορεί ο πολύς Γίββων (Edward Gibbon) να πίστευε ότι η Βυζαντινή Ιστορία δεν ήταν τίποτα άλλο παρά «ο θρίαμβος της βαρβαρότητας και του Χριστιανισμού», και ο Βολταίρος να διακήρυσσε ότι «το Βυζάντιο είναι μία άνευ αξίας συλλογή από προφητείες και θαύματα», και ο Μοντεσκιέ να διαπίστωνε ότι «πρόκειται για τον τραγικό επίλογο της ακμής της Ρώμης: ένα υφαντό από επαναστάσεις, ανταρσίες και προδοσίες», αλλά όλοι συμφωνούσαν ότι χάρη στο Βυζάντιο διασώθηκε η αρχαία ελληνική γραμματεία. Ο δικός μας, όμως, υπουργός Παιδείας και πρόεδρος της Αρχαιολογικής Εταιρείας ούτε αυτό δεν αναγνώριζε στους «μωρούς» Βυζαντινούς «που είχαν εξαθλιώσει και εξουθενώσει τους Έλληνες».<br /><br />Η περιχαρακωμένη Ελλάς, λοιπόν, αποκηρύσσει μετά βδελυγμίας το παρελθόν της.<br /><br />Οθωμανική, Βυζαντινή και Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία συνιστούν 2.000 χρόνια υποδούλωσης, ενώ ο Φίλιππος, ο Αλέξανδρος και η Ελληνιστική εποχή είναι μία ζοφερή περίοδος για αυτήν την Ελλάδα. Καλά θα κάνουμε να εξοβελίσουμε όλα αυτά από την παιδεία μας, από τα μουσεία μας, από την ζωντανή συλλογική μνήμη κι εντέλει από την συνείδηση της Ρωμιοσύνης. Εξάλλου, οι λέξεις: Ρωμιοσύνη, Ρωμιός, Γραικός, που παραπέμπουν στην μακρά περίοδο των δύο χιλιάδων χρόνων της σκλαβιάς απαξιώνονται, εξαφανίζονται από το επίσημο λεξιλόγιο και αντικαθίστανται με το: Έλληνας και Ελληνισμός.<br /><br />Το Γένος γίνεται Έθνος και η Οθωμανική Ρωμιοσύνη αποκαλείται «υπόδουλος Ελληνισμός».<br /><br />Οι Ρωμιοί της Κωνσταντινούπολης, ή της Σμύρνης αποκαλούνται «Ομογενείς». Η Αθήνα βαφτίζεται «εθνικό κέντρο» και «μητρόπολη του Ελληνισμού», χαρακτηρισμός που υποκρύπτει το μεγάλο στρατήγημα: την κατασυκοφάντηση και ολοσχερή απαξίωση της Κωνσταντινούπολης. Προσκυνημένοι, Ανατολίτες, Τουρκόσποροι, ελληνική Διασπορά, ή «Ομογενείς» στην καλύτερη περίπτωση, είναι οι Ρωμιοί εκτός Ελλάδος. Και ο πνευματικός τους ηγέτης –και πολιτικός τους εκπρόσωπος–, ο Πατριάρχης, αποκήρυξε την Επανάσταση (η οποία, άκουσον-άκουσον, ξεκίνησε από τον Μοριά!). Μας τα είπε και η τηλεόραση του ΣΚΑΪ αυτά, τον φετινό χειμώνα, με τα ιστορικά ντοκουμαντέρ που τιτλοφορήθηκαν«1821». Εκεί πρωταγωνίστησε η αγροτική Πελοπόννησος, με δευτεραγωνιστή το Μεσολόγγι και γκεστ σταρ την Χίο, ενώ ένας μικρός ρόλος δόθηκε και στα Γιάννενα. Ένα σύντομο πέρασμα έκανε και η Σμύρνη (με την ανάγνωση κάποιων αποσπασμάτων από απομνημονεύματα ενός Σμυρνιού), ενώ η απουσία της Κωνσταντινούπολης ήταν εκκωφαντική.<br /><br />Τα κυρίαρχα ιδεολογήματα του 1830 δεν σκόπευαν απλώς να κατασκευάσουν την ταυτότητα του Ελλαδίτη και να της αποδώσουν την αίγλη της Αθήνας του Περικλή. Στόχος ήταν η πλήρης περιχαράκωση του νεοσύστατου κράτους και η πλήρης αποκοπή του από τον ακμαίο ελληνικό κόσμο. Η Οθωμανική περίοδος ήταν το εύκολο θύμα της Ιστορίας. Και μαζί της, οτιδήποτε σχετιζόταν με αυτήν την εποχή. Με το Βυζάντιο όμως τα πράγματα ήταν πολύ πιο ζόρικα, γιατί λειτουργούσε το βίωμα και η μνήμη μίας ελληνικής χριστιανορθόδοξης Αυτοκρατορίας. Και η Κωνσταντινούπολη, έδρα της Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας, ήταν πάντα εκεί. Ακμαία, πλούσια, εκθαμβωτική και οικουμενική.<br /><br />Το κυριότερο βήμα προς την κατεύθυνση της αποτίναξης κάθε δεσμού με την Πόλη και το Φανάρι ήταν η εκκλησιαστική πολιτική που ακολουθήθηκε από την Αντιβασιλεία (η οποία βασίλευε στο όνομα του Όθωνα, ώσπου να ενηλικιωθεί ο νεαρός βασιλιάς). Το πλοίο που μετέφερε τον Όθωνα και τους τρεις Βαυαρούς αντιβασιλείς αγκυροβόλησε στο Ναύπλιο στις 30 Ιανουαρίου του 1833. Σαράντα τέσσερις ημέρες αργότερα, η Αντιβασιλεία ασχολείται με τα Εκκλησιαστικά. Συγκροτείται επιτροπή, υπό την προεδρία του επί των Εκκλησιαστικών υπουργού Σπ. Τρικούπη, για να εξετάσει την κατάσταση στην Εκκλησία, να επεξεργαστεί τον νέο οργανισμό και να διευθετήσει τα μοναστηριακά πράγματα.<br /><br />Αυτή η επιτροπή δημιούργησε την Ορθόδοξη Εκκλησία της Ελλάδος και κατέληξε στην αυτοδίκαιη (ipsojure) ανεξαρτησία της. Αυτοκέφαλη και ανεξάρτητη από κάθε άλλη Εκκλησία «καθ’ εαυτήν υπάρχουσαν, αφ’ εαυτής και δι’ εαυτής διοικούμενη, και περί εαυτής φροντίζουσα, πολιτικώς δε υποκείμενη εις την Κοσμικήν αρχήν». Στις 15 Ιουλίου 1833, συνήλθαν στο Ναύπλιο 22 ιερωμένοι και τρεις λαϊκοί και ανακήρυξαν το ΑΥΤΟΚΕΦΑΛΟ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΑΝΑΤΟΛΙΚΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ υπό τη διοικητική αρχηγία του βασιλέως της Ελλάδος (ο οποίος ήταν Καθολικός, ενώ άλλοι από τους αντιβασιλείς ήταν καθολικοί κι άλλοι προτεστάντες).<br /><br />Με την εσπευσμένη αυτή πράξη δημιουργήθηκε εκκλησιαστικό ζήτημα. «Προέκυψε σχίσμα διαιρούν το έθνος και συντρίβον προαιώνιους δεσμούς, τον σύνδεσμον του παρελθόντος προς το παρόν, και προεκλήθησαν δειναί συζητήσεις και ταραχαί λαβούσαι επικίνδυνους διαστάσεις …».<br /><br />«Η Εκκλησίας της Ελλάδος υπήρξε δημιούργημα διοικητικό και οργανωτικό του νεοελληνικού κράτους. Με αυτή την έννοια θα μπορούσε, ως διοικητικό μόρφωμα –και όχι ως πνευματικό καθίδρυμα– να χαρακτηριστεί Εκκλησία κρατική ή εθνική, αφού η οργανωτική της υπόσταση κυοφορήθηκε στους κόλπους του νεοελληνικού κράτους, η εκκλησιαστική δικαιοδοσία συνέπιπτε με εκείνη της εθνικής επικράτειας, ενώ η ίδια εξοπλίστηκε με κρατικά προνόμια, εγκολπώθηκε την εθνική του αποστολή και ενστερνίστηκε την εθνική ιδέα». (Μανιτάκης, Εκκλησία (2000) σσ 23-24).<br /><br />Η ίδια επιτροπή κατάργησε 378 ανδρώα μοναστήρια (από τα 524 που λειτουργούσαν στην επικράτεια του Βασιλείου) και όλα τα γυναικεία, με εξαίρεση τρία. Έτσι, έμειναν 146 ανδρικές + 3 γυναικείες μονές (αργότερα επετράπη και η λειτουργία ενός τέταρτου μοναστηριού, στην Τήνο).<br /><br />Η βίαιη εκτέλεση του νόμου και το γεγονός ότι η δημευμένη μοναστηριακή περιουσία δεν δόθηκε για την αναδιοργάνωση και την εκπαίδευση του κλήρου (ενώ ο νόμος προέβλεπε την ίδρυση εκκλησιαστικού ταμείου από τα εισοδήματα των καταργημένων μονών, αλλά και την ενίσχυση πολλών άλλων εκπαιδευτικών και πολιτιστικών ιδρυμάτων), ξεσήκωσε αντιδράσεις. Η εντονότερη αντίδραση ήρθε από τους οπαδούς του ρωσικού κόμματος (γιατί η Ρωσία δεν ήθελε την ελλαδική αυτονομία). Ο ελλαδικός κλήρος παρέμεινε σε οικτρή κατά-σταση και παχυλή απαιδευσία: «η εκ της αγνοίας και αμάθειας ασχημία ην μεγίστη», γράφει ο Επαμεινώνδας Κυριακίδης στα 1892.<br /><br /> <br /><br />Την ίδια εκείνη εποχή, αρχίζει ο «καθαρισμός» της Ακρόπολης, κατεδαφίζονται οι 92 βυζαντινές και μεταβυζαντινές εκκλησίες της Αθήνας, σαρώνονται τα ερειπωμένα αθηναϊκά σπίτια και αρχοντικά, ενώ εισβάλλει ο βαυαρικός νεοκλασικισμός στην αρχιτεκτονική –που, εκτός των άλλων, θίγει ανεπανόρθωτα την πατροπαράδοτη οικογενειακή ζωή η οποία είχε ως κέντρο της το αίθριο (βασικό στοιχείο του οίκου από τα πανάρχαια χρόνια). Το 1837, ιδρύεται και το Οθωνικό Πανεπιστήμιο (το μετέπειτα Εθνικό Καποδιστριακό). Όλα τα φιλολογικά βιβλία, ακόμα και οι ελληνικές γραμματικές, μεταφράζονται από τα γερμανικά.<br /><br />Το ερώτημα που ανακύπτει είναι πώς έγιναν όλα αυτά δεκτά από τον ελληνικό λαό. Και κυρίως το εκκλησιαστικό σχίσμα. Οι εξηγήσεις είναι παρά πολλές και προκύπτουν από διάφορες αιτίες. Η μεν ύπαιθρος ήταν εντελώς εξουθενωμένη από τον Αγώνα, είχε χάσει την τοπική της οργάνωση (μετά την κατάργηση των κοινοτήτων και την αντικατάσταση των δημογεροντιών από κρατικούς υπαλλήλους και διορισμένους δημάρχους) και ήταν εντελώς απομονωμένη από το κέντρο – λόγω της έλλειψης δρόμων. Επιπλέον, επειδή η Αντιβασιλεία φοβόταν τους μοναχούς ως υποκινητές τοπικών εξεγέρσεων (ήταν ρωσόφιλοι οι περισσότεροι), είχε απαγορεύσει τις ελεύθερες μετακινήσεις τους και τους περιόρισε με κάθε τρόπο. Αλλά και η αγροτιά πίστευε ότι ίσως να αποκτούσε ένα τμήμα της μοναστηριακής περιουσίας. Για το σχίσμα δεν κατάλαβε και πολλά πράγματα. Οι ειδήσεις έφταναν φιλτραρισμένες και πάντα μέσω άμβωνος. Εξάλλου, η ύπαιθρος είχε ξαναπέσει στα χέρια των γαιοκτημόνων.<br /><br />Η Αθήνα δεν αντέδρασε για εντελώς διαφορετικούς λόγους. Πρώτα από όλα, όταν λέμε τώρα πιά Αθήνα, δεν εννοούμε την οθωμανική πολιτεία που είχε να επιδείξει αξιοθαύμαστη κοινωνική και πολιτιστική οργάνωση, αλλά την πολυσυλλεκτική πρωτεύουσα αυτού του αλλοπρόσαλλου και χαοτικού κρατιδίου. Τα νεόδμητα σπίτια αυξάνονταν κατά χιλιάδες, δίχως ρυμοτομικό και χωρίς κανέναν κανονισμό. Οι νεοφερμένοι ήταν δύο κατηγοριών: οι Ελλαδίτες (που ονομάστηκαν «αυτόχθονες») και οι ξένοι, δηλαδή Έλληνες από άλλα μέρη (που ονομάστηκαν «ετερόχθονες»).<br /><br />Πολύ σύντομα, τα συμφέροντα των ετεροχθόνων και των αυτοχθόνων συγκρούστηκαν, γιατί οι ετερόχθονες (Φαναριώτες ως επί το πλείστον, από την Πόλη ή τις παραδουνάβιες Ηγεμονίες) ήταν μορφωμένοι και πολύγλωσσοι, διέθεταν διοικητικές γνώσεις και ευρωπαϊκές εμπειρίες. Αυτοί είχαν καταλάβει τις σημαντικότερες θέσεις στον κρατικό μηχανισμό, παραγκωνίζοντας τους αυτόχθονες. Είχαν πλουτίσει, είχαν αποκτήσει γη, είχαν προνόμια, ανήκαν στους αυλικούς κύκλους. Η ιδεολογία του εθνικού κράτους και της αποκοπής από την Πόλη (κατά συνέπεια και από ό,τι αντιπροσώπευε η Πόλη), δηλαδή τα ιδεολογήματα που προωθούσε ο Νερουλός και πολλοί άλλοι για αυτή τη μοναδικότητα και την καθαρότητα της μικρής Ελλάδος, ταίριαξαν απόλυτα με τα αισθήματά τους. Ένα εθνικό κράτος και μία εθνική Εκκλησία αφορούσαν αποκλειστικά τους αυτόχθονες. «Μόνον οι άνθρωποι του τόπου να κυβερνώσι τον τόπο.» Αυτό ήθελαν. Για να το πετύχουν, έπρεπε να ξεχωρίσουν από τους ετερόχθονες. Ούτε η Οθωμανική Αυτοκρατορία ούτε η Βυζαντινή ή η Ρωμαϊκή, αλλά ούτε η εν γένει ελληνική αρχαιότητα μπορούσε να χωρέσει σε αυτό το ιδεατό σχήμα. Ναι. Χρειαζόμαστε την επιλεκτική αρχαιότητα, για να νομιμοποιήσουμε τον αυτοχθονισμό. Αθήνα, Σπάρτη, Κόρινθος, Θήβα. Ό,τι μας διδάσκουν μέχρι σήμερα τα σχολικά βιβλία. Το περιούσιον ελληνικό έθνος εδώ είχε το κέντρο του. Και εδώ θα ξαναγεννιόταν το νέο εθνικό κέντρο. Η άγνοια της Ιστορίας, μαζί με την παντελή άγνοια της Γεωγραφίας, ευνοούσαν τον αυτοχθονισμό και την ομφαλοσκόπηση.<br /><br />Η Επανάσταση της 3ης Σεπτεμβρίου 1843,έθεσε τέρμα στη δεκαετή περίοδο της απόλυτης μοναρχίας και άνοιξε την εποχή της συνταγματικής μοναρχίας. Στις 14/1/1844, ο Ιωάννης Κωλέττης(του γαλλικού κόμματος) μίλησε στην Εθνοσυνέλευση για το ζήτημα των αυτοχθόνων — ετεροχθόνων και έκανε λόγο για τη ΜεγάληΙδέα. Ήταν ο πρώτος πολιτικός που υποστήριξε την ενότητα του Ελληνισμού και μίλησε για τον αλύτρωτο Ελληνισμό, τον οποίο η Ελλάδα είχε υποχρέωση να απελευθερώσει. Τον Ιανουάριο του 1844, άρχισε η συζήτηση για το άρθρο περί ιθαγένειας. Τελικά, και μετά από απίστευτες συζητήσεις που θα άξιζε να διαβάσει κανείς, επήλθε κάποιος συμβιβασμός ανάμεσα σε σκληροπυρηνικούς και μετριοπαθείς. Κι έτσι, δεν εξεδιώχθησαν όλοι οι «ξένοι».<br /><br />Στις 18 Μαρτίου 1844 ψηφίστηκε ο Εκλογικός Νόμος από την Εθνοσυνέλευση. Είχε ως βάση το γαλλικό Σύνταγμα του 1830 και το βελγικό του 1831. Πρώτος εκλεγμένος πρωθυπουργός του ελληνικού κράτους: ο Ιωάννης Κωλέττης, 6/8/1844.<br /><br /> <br /><br />Η περίφημη Μεγάλη Ιδέα, ένα ιδεολόγημα που κόστισε πολύ ακριβά στη μικρή Ελλάδα, αλλά, ταυτόχρονα, διέλυσε την οθωμανική Ρωμιοσύνη, ήταν μία πανάκεια που λειτούργησε εν πολλοίς για να καλύψει τον Αυτοχθονισμό και το εκκλησιαστικό Σχίσμα. Μόνον οι αυτόχθονες (γεννημένοι στον γεωγραφικό χώρο που συμπίπτει με την περιχαρακωμένη έκταση του Οθωνικού Βασιλείου) είχαν δικαιώματα στο κράτος, πχ μπορούσαν να γίνουν δημόσιοι υπάλληλοι. Θεσσαλοί, Κρήτες, Μακεδόνες, Ηπειρώτες, Θρακιώτες, Μικρασιάτες, Επτανήσιοι, Κύπριοι, Πόντιοι, Κωνσταντινου-πολίτες, Δωδεανήσιοι, Χιώτες κι άλλοι Αιγαιοπελαγίτες και, βεβαίως, οι Έλληνες της Διασποράς (Βόρεια Βαλκάνια, Ρωσία, παραδουνάβιες Ηγεμονίες, Κεντρική Ευρώπη κλπ) όλοι λογίζονταν ετερόχθονες (κατ’ ουσία ξένοι). Έτσι τους αντιμετώπισε και η Παλαιά Ελλάδα ακόμα κι όταν οι διάφορες περιοχές εντάχθηκαν σταδιακά στο Ελληνικό Κράτος.<br /><br />Ο αυτοχθονισμός και η εκκλησιαστική αυτοκεφαλία ήταν οι πιο ακραίες και ολέθριες πράξεις του ελλαδισμού. Στην πράξη χώρισαν τον ελληνικό κόσμο σε περιούσιους Ελλαδίτες και λοιπούς Έλληνες.<br /><br />Ο άκρατος εθνοκεντρισμός διέρρηξε κάθε σχέση με τη Ρωμιοσύνη και το γένος των Ορθοδόξων, τη συνέχεια του χώρου και του χρόνου, την έννοια του οικουμενισμού, οτιδήποτε είχε σχέση με τη βιωμένη συλλογική μνήμη και το παρελθόν. Στην θέση τους μπήκαν νέες κατασκευασμένες ιδέες, μία σειρά από τερατογεννέσεις, αλυσιδωτές διαστρεβλώσεις και μία παραποιημένη ιστορική σχέση με την εξιδανικευμένη κλασική αρχαιότητα.<br /><br />Οι όποιες διαφοροποιήσεις καταγράφονται στα επόμενα χρόνια, η ρητορική υιοθέτηση του βυζαντινού παρελθόντος (και η αυτόκλητη εμφιλοχώρηση της Εκκλησίας στα βυζαντινά θέματα) δεν ανατρέπουν ουσιαστικά τα κυρίαρχα ιδεολογήματα, την επιφυλακτικότητα, την δυσπιστία, την αμηχανία. [Ακόμα και το ενημερωμένο αναγνωστικό κοινό έπρεπε να περιμένει έως την δεκαετία του 1980, για να δει να κυκλοφορούν μερικές από τις σπουδαιότερες βυζαντινές πηγές. Κι αυτές χάρη στην ιδιωτική πρωτοβουλία, δηλαδή τους εμπορικούς εκδοτικούς οίκους (Άγρα, Χατζηνικολή, για φραγκικές πηγές, Κανάκη με την σειρά Βυζαντινής Ιστορίας και Γραμματείας, Ακρίτας κ.ά.). Μέχρι τότε η προσέγγιση των πηγών ήταν προνόμιο του στενού επιστημονικού κύκλου.]<br /><br />Χρωστάμε πολλά στο «Άξιον Εστί» του Οδυσσέα Ελύτη και στη μουσική του Μίκη Θεοδωράκη, όπως και στην «Ρωμιοσύνη» του (που ξανάβαλε από το παραπόρτι της μουσικής, την ξεχασμένη λέξη –την τόσο φορτισμένη). Χρωστάμε πολλά και στην πρόοδο των βυζαντινών σπουδών που συντελέστηκε εκτός Ελλάδας και στην οποία συμμετείχαν διαπρεπείς Έλληνες βυζαντινολόγοι. Όπως και στις μεγάλες διεθνείς εκθέσεις (ιδίως το άνοιγμα του Μητροπολιτικού Μουσείου της Νέας Υόρκης προς το Βυζάντιο, που ακολουθήθηκε από πολλά άλλα μουσεία). Παρόλα αυτά, το Βυζάντιο εξακολουθεί να παραμένει άγνωστο και παρεξηγημένο. Εξακολουθεί να είναι το πιο αντιπαθητικό μάθημα Ιστορίας στα σχολεία: κάθε αρχή της σχολικής χρονιάς, οι καθηγητές βάζουν κλήρο για να δούνε ποιος ατυχής θα πάρει την Δευτέρα Γυμνασίου, για να διδάξει Βυζαντινή Ιστορία.<br /><br />Κι όλοι μας παρακολουθήσαμε στις τηλεοπτικές οθόνες το παγωμένο αυτοκρατορικό ζεύγος που αντιπροσώπευσε την Βυζαντινή Χιλιετία στην τελετή έναρξης των Ολυμπιακών Αγώνων. Ήταν ένα ανιστόρητο και σύντομο ιντερμέδιο ανάμεσα στην ένδοξη Αρχαιότητα και τους παινεμένους κλεφταρματολούς. Ένα αμήχανο δίλεπτο που αναπαρήγαγε την άποψη των Διαφωτιστών του 18ου αιώνα για αυτό το ακίνητο Βυζάντιο, που διέσωσε μεν την αρχαία γραμματεία, αλλά δεν στάθηκε ικανό να κάνει τίποτα περισσότερο από αυτό. Είτε το θέλουμε είτε όχι, η Ελλάδα του 2004 δεν διέφερε από την Ελλάδα του Όθωνα και του Ιακωβάκη Ρίζου Νερουλού. Και δεν απουσίαζε μόνο το καταφρονεμένο Βυζάντιο. Απουσίαζε εντελώς η διάσταση του οικουμενικού πνεύματος, αυτήν που επέβαλε ο Αλέξανδρος στους τοπικιστές Έλληνες, ανοίγοντας τους ελληνικούς ορίζοντες για τις επόμενες χιλιετίες μέχρι το 1922.<br /><br />Κι αν αυτά έγιναν το 2004, θέλω να επισημάνω ότι στο νέο Μουσείο της Ακρόπολης, που εγκαινιάστηκε τον Ιούνιο του 2009, ολόκληρη η Βυζαντινή περίοδος των Αθηνών και του Ιερού Βράχου αντιπροσωπεύεται από ένα κιονόκρανο. Το χρονικό διάστημα μέσα στο οποίο αναπτύσσονται τα εκθέματα είναι η επιλεκτική σχέση του Ελλαδισμού με το ιστορικό παρελθόν του, το παρελθόν που εξακολουθεί να αποτελεί το μοναδικό ιστορικό συστατικό της εθνικής μας ταυτότητας. Η «παιδική αρρώστια» του Ελλαδισμού έγινε κληρονομική ασθένεια που στιγμάτισε τους απογόνους έως και σήμερα.<br /><br />Θα κλείσω με τις απόψεις δύο λογίων του 19ου αιώνα, γιατί πιστεύω ότι στην πραγματικότητα δεν έχουμε ξεκολλήσει από εκεί –παρά τα λεγόμενα.<br /><br />Ο Ποτλής, σοφός καθηγητής του Εκκλησιαστικού Δικαίου, στον εναρκτήριο λόγο του στο Πανεπιστήμιο (το 1859), αφού τονίσει ότι το Βυζάντιο δεν προσέφερε τίποτα στη διεύρυνση του Εκκλησιαστικού Δικαίου (!), προσθέτει: «Πράγμα απίστευτον, δυστυχώς όμως αληθέστατον, ουδεμία επιστημονική επίδοσις και ενέργεια αναφαίνεται καθ’ όλην την μακράν ταύτην περίοδο. Εκτός ολίγων εξαιρέσεων, νους στείρος και άγονος, μάθησις ως επί το πλείστον ατελής, συνήθως δε επιπόλαιος. Επί πάσι δε, έλλειψις κρίσεως, μεθόδου και καλλιτεχνίας, είναι ο εν γένει χαρακτήρ των Βυζαντινών καθ’ όλους σχεδόν τους κλάδους της επιστήμης εις ούς επιδόθησαν.» [Για αυτό δεν ξέραμε και πώς να τους παρουσιάσουμε στους Ολυμπιακούς του 2004.]<br /><br />Ενώ ο Εμμανουήλ Αντωνιάδης, εκδότης της εφημερίδας Αθηνά στολίζει τους Βυζαντινούς (το 1857) με τα εξής λόγια: «Εγώ νομίζω ότι οι άνθρωποι αυτοί ήσαν προωρισμένοι να ευνουχίσουν τον ανθρώπινο νου».Γκαγκαβούζης-Gagavouzishttp://www.blogger.com/profile/08268729413849882556noreply@blogger.com1tag:blogger.com,1999:blog-2738998458635353243.post-30684001516232629792011-10-27T03:08:00.001-07:002011-10-27T03:08:51.359-07:0089 ΧΡΟΝΙΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΚΚΕΝΩΣΗ ΤΗΣ ΑΝΑΤΟΛΙΚΗΣ ΘΡΑΚΗΣΑγαπητοί Φίλοι και φίλες
Θρακιώτες και Θρακιώτισσες
Πριν από 89 ακριβώς χρόνια ολοκληρώθηκε η εκκένωση της Ανατολικής Θράκης. 260.000 ανατολικοθρακιώτες αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τα χωριά τους τις περιουσίες τους τις σοδειές τους, λόγω της εφαρμογής της συμφωνίας των Μουδανιών που παρέδιδε την Ανατολική Θράκη στους Τούρκους ως αντάλλαγμα της νίκης τους στο μικρασιατικό χώρο. Αν και η Θράκη αποτελούσε για χιλιάδες χρόνια ένα ενιαίο χώρο, μέσα στον οποίο συμβίωναν διαφορετικοί πολιτισμοί, γλώσσες και θρησκείες, μόνο 2 δεκαετίες, ούτε καν μισός αιώνας, χρειάστηκαν για να τριχοτομηθεί και να χάσει την φυσιογνωμία της που κατά βάση χαρακτηρίζονταν για την ελληνικότητα της, όπως παραδέχονται σήμερα η πλειοψηφία των ιστορικών επιστημόνων. Προηγήθηκε το 1885, η βίαιη απόσπαση της Βόρειας Θράκης και η ένταξη της στο νεοσύστατο βουλγαρικό κράτος με τις ευλογίες των Ρώσων και πάντα στα πλαίσια του πανσλαβικού εθνικισμού. Στη συνέχεια ήρθε η σειρά της Ανατολικής Θράκης με το οργανωμένο σχέδιο των Νεότουρκων με την καθοδήγηση των Γερμανών. Μάλιστα αυτή η ανατροπή συνδυάστηκε με βία, από καθεστώτα που δεν γεννήθηκαν μέσα από δημοκρατικές-επαναστατικές διαδικασίες, αλλά με μέσα και με μοναδικό στόχο τη βία εναντίον ανθρώπων.
Χρονικά όμως η απομάκρυνση του ελληνικού πληθυσμού ξεκίνησε ήδη από το 1903-4 και εντάθηκε στην διετία 1913-15 όταν ο στυγνός βουλγαρικός ζυγός αντικαταστάθηκε από τις θηριωδίες του τουρκικού στρατού κατά την επανακατάληψη της Ανατολικής Θράκης. Είναι η περίοδος του Α΄βαλκανικού πολέμου και η κατάληψη της Ανατολικής Θράκης από τον βουλγαρικό στρατό. Βασικός στόχος του βουλγαροτουρκικού ανταγωνισμού, ήταν η εξόντωση του ελληνικού στοιχείου, που υπερτερούσε πληθυσμιακά, διότι αποτελούσε το "αγκάθι" για την εδραίωση της βουλγαρικής ή της τουρκικής κυριαρχίας. Ουσιαστικά όμως προετοίμαζαν το κλίμα για την πλήρη φυσική εξόντωση των Ανατολικοθρακών που ολοκληρώθηκε με απόλυτη ακρίβεια το 1922. Όπως και στη Μ. Ασία έτσι και στην Ανατολική Θράκη οι διωγμοί και η έξοδος των Ελλήνων δεν υπήρξαν απλά και μόνο το επιστέγασμα μιας μαζικής και συλλογικής απόφασης προς απλή διεκπεραίωση. Συντελέστηκαν υπό τη μορφή της φυσικής εξόντωσης χωρίς να συνυπολογιστεί ο τύπος των εκτοπισμών, οι συνθήκες διαβίωσης του ελληνικού στοιχείου στα βάθη της Ανατολίας καθώς και ο αριθμός αυτών που επέζησαν. Οι συνθήκες, κάτω από τις οποίες διώχτηκαν οι ελληνικοί πληθυσμοί από τους Νεότουρκους, από την ενδοχώρα προς τα παραθαλάσσια αστικά κέντρα της Προποντίδας και του Εύξεινου Πόντου και από εκεί προωθούνταν με ατμόπλοια στα ελληνικά λιμάνια, υπήρξαν σκληρές και απάνθρωπες. Συντελούνταν μέσα σε κλίμα φόβου, πανικού, τρομοκρατίας, διαρκών βιαιοπραγιών και δολοφονικών ενεργειών. Δεν περνούσε μέρα που να μην καταγράφονταν αθώα θύματα, τα οποία συμπλήρωναν τον ατέλειωτο κατάλογο των παθόντων και ολοκλήρωναν την εικόνα της τραγωδίας. Έτσι ο τελικός ξεριζωμός των Ανατολικοθρακών δεν ήταν ένα ξαφνικό γεγονός. Όλα τα προηγούμενα χρόνια ήταν αφημένοι στη μοίρα του, μια και δεν αποτελούσαν προτεραιότητα της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής. Η δυνατότητα ανάπτυξης συλλογικής αντίστασης εκ μέρους τους χάθηκε οριστικά και αμετάκλητα μετά το 1910 με τη σιωπηρή συναίνεση του ελληνικού κράτους. Το γεγονός εκείνο επηρέασε καθοριστικά το μέλλον τους, διότι δεν διέθεταν την αντίστοιχη πολιτική και εν γένει εθνική οργάνωση των Μακεδόνων. Στην κρίσιμη και αποφασιστική αυτή εποχή το ελληνικό στοιχείο της Ανατολικής Θράκης έχασε όσα ερείσματα του απέμεναν από την εθνική ανασύνταξη του τα έτη 1908-1909 και αποδιοργανώθηκε εντελώς. Είναι γεγονός αδιαμφισβήτητο πως οι ελληνικοί πληθυσμοί της Ανατολικής Θράκης ήταν οι πρώτοι αλύτρωτοι της οθωμανικής αυτοκρατορίας που υπέστησαν πολύ ενωρίτερα από Μικρασιάτες και Ποντίους τις τουρκικές διώξεις εξαιτίας των Βαλκανικών πολέμων. Τους διωγμούς και τους εκτοπισμούς των Ανατολικοθρακών πληροφορούνταν από ελληνικές εφημερίδες οι Μικρασιάτες αλλά δεν φαντάζονταν ότι σε λίγο καιρό θα επεκτείνονταν και σ' εκείνους.
Για τον πρώτο ξεριζωμό των Ελλήνων της Ανατολικής Θράκης το βιβλιογραφικό κενό είναι μεγάλο. Ωστόσο, παρά την ύπαρξη των κενών αυτών, μπορούμε να πούμε με σιγουριά και με βάση την αντιπαραβολή των στοιχείων τα εξής: ο ελληνορθόδοξος πληθυσμός της Ανατολικής Θράκης πριν ξεκινήσουν οι διωγμοί και οι εκτοπισμοί υπολογίζονταν γύρω στις 365.000. από αυτούς πριν από τον πρώτο Παγκόσμιο πόλεμο είχαν ήδη εκδιωχθεί 119.938. Στη διάρκεια του παρόμοια τύχη είχαν 96.191, οι οποίοι εκτοπίστηκαν στο εσωτερικό της Μ. Ασίας. Απ' αυτούς επέστρεψαν 50.000 στις γενέτειρες τους καθώς, οι μισοί περίπου πέθαναν από τις στερήσεις και τις κακουχίες. Παράλληλα στην ενδοχώρα της Αν. Θράκης 15.000 άτομα σφαγιάστηκαν σε επιδρομές Τούρκων ατάκτων στα χωριά.
Το μέγεθος της συμφοράς δεν μπορεί να αποτιμηθεί με αριθμούς, μόνο. Η πρόσκαιρη απελευθέρωση της Ανατολικής Θράκης από τον ελληνικό στρατό το 1920 δεν έδειχνε στα μάτια των ταλαιπωρημένων προσφύγων αλλά και όσων έμειναν στην ενδοχώρα πως το μέλλον τους θα ήταν ήρεμο χωρίς καινούργιους διωγμούς και απελάσεις. Η μικρασιατική καταστροφή οδήγησε στην οριστική έξοδο των προγόνων μας από τις πατρογονικές τους εστίες. Χιλιάδες άνθρωποι από τη Θράκη, μέσα σε 2 μόλις χρόνια έγιναν πάλι πρόσφυγες και κατέληξαν εξαθλιωμένοι σε διάφορες γωνιές του ελλαδικού χώρου και του εξωτερικού. Η συνέχεια ήταν ακόμη πιο βασανιστική γιατί το κράτος που θα έπρεπε να αναδείξει ένα μέρος αυτής της ιστορικής διαδρομής των προσφύγων στάθηκε απέναντι τους. Από το ελληνοτουρκικό σύμφωνο φιλίας του 1930 μέχρι τις κατά καιρούς πολιτικές ελληνοτουρκικής προσέγγισης. Η υπογραφή του ελληνοτουρκικού συμφώνου φιλίας του 1930 δεν λειτούργησε μόνο οικονομικά εις βάρος των προσφύγων αφού η συντριπτική πλειοψηφία τους είδε να χάνεται το ενδεχόμενο αποζημίωσης των περιουσιών τους, αλλά λειτούργησε ηθικά και πολιτικά σαν το πρώτο μέσο για την εξαφάνιση του προσφυγικού πληθυσμού, όπως και την εξαφάνιση της μνήμης.
Η Μικρασιατική Καταστροφή του 1922 υπήρξε το πραγματικό αλλά και συμβολικό τέλος μιας μεγάλης ιστορικής διαδικασίας, που συνδέθηκε με την οριστική είσοδο της Εγγύς Ανατολής στην εποχή των εθνών-κρατών.
Η αποχώρηση από το ιστορικό προσκήνιο της πολυεθνικής, ισλαμικής, προνεωτερικής Οθωμανικής Αυτοκρατορίας δεν έγινε ειρηνικά και αναίμακτα. Οι Νεότουρκοι επιχείρησαν να επιλύσουν το εθνικό πρόβλημα με την εξόντωση και τον αποκλεισμό των πολυάνθρωπων χριστιανικών κοινοτήτων και να μετατρέψουν βίαια τους πολυεθνοτικούς μουσουλμανικούς πληθυσμούς σε εθνικά Τούρκους.
Η εσωτερική αυτή διαδικασία οδήγησε σε πρωτοφανείς μεθόδους ομογενοποίησης του κοινωνικού σώματος. Μεθόδους που η ανθρωπότητα θα τις συνειδητοποιήσει λίγες δεκαετίες αργότερα με την απόλυτη φρίκη του Ολοκαυτώματος. Ιστορικό σημείο αφετηρίας είναι το στρατιωτικό πραξικόπημα των Νεότουρκων εθνικιστών το 1908. Η επιλογή της φυσικής εξόντωσης των χριστιανικών ομάδων της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας προέρχεται από την προσπάθεια του στρατού να μειώσει την οικονομική ισχύ των «ραγιάδων» επιβάλλοντας τη βίαιη μεταφορά κεφαλαίου από τους χριστιανούς στους μουσουλμάνους, ώστε να κατασκευαστεί μια τουρκική αστική τάξη.
Η νέα οθωμανική αστική τάξη που είχε αναδυθεί στο δεύτερο μισό του 19ου αιώνα είχε προέλθει σε μεγάλο βαθμό από τις ομάδες των ραγιάδων, των παλιών απόκληρων ενός αυταρχικού ισλαμικού κράτους, που αποφάσισε όμως με τις μεταρρυθμίσεις του Τανζιμάτ να εκσυγχρονιστεί και να υπερβεί τους παλιούς καταναγκασμούς που απέρρεαν από την ισλαμική υπεροψία.
Οι Ελληνες της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας πριν από το 1914 ήταν περί τα 2,2 εκατομμύρια (1,8 στη Μικρά Ασία και 400 χιλιάδες στην Ανατολική Θράκη με την Κωσταντινούπολη) σ’ ένα συνολικό πληθυσμό περίπου 10 εκατομμυρίων. Η οικονομική ισχύς τους ήταν μεγαλύτερη της πληθυσμιακής αναλογίας τους. Υπολογίζεται ότι το 50% του επενδυμένου κεφαλαίου στη βιομηχανία, καθώς και το 60% σε κλάδους μεταποίησης ανήκαν σε πολίτες που προέρχονταν από τις ελληνικές οθωμανικές κοινότητες. Το 1912 από τις 18.063 εμπορικές επιχειρήσεις της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, σε Ελληνες ανήκε το 46%, το 23% σε Αρμένιους, το 15% σε μουσουλμάνους.
Υπολογίζεται ότι το 1914 από τις 6.507 βιομηχανίες και βιοτεχνίες, το 49% ανήκε σε Οθωμανούς Ελληνες, ενώ Ελληνες ήταν και το 46% των τραπεζιτών. Την ίδια χρονιά υπολογίζεται ότι Ελληνες ήταν το 52% των γιατρών, το 49% των φαρμακοποιών, το 52% των αρχιτεκτόνων, το 37% των μηχανικών και το 29% των δικηγόρων της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας Παράλληλα διέθεταν μια πλήρη εκπαιδευτική δομή με εκατοντάδες σχολεία αλλά και υψηλού επιπέδου ιδρύματα, όπως η Μεγάλη του Γένους Σχολή (Κωνσταντινούπολη), η Ευαγγελική Σχολή (Σμύρνη), το Φροντιστήριο Τραπεζούντας, η Ιερατική Σχολή στο Ζιντζίντερε (Καππαδοκία) τα Αχιγένεια εκπαιδευτηρια στη Ραιδεστό, η Ζάπειος σχολή στην Αδριανούπολη κ.ά.
Εντυπωσιακός είναι κι ο αριθμός των εφημερίδων που κυκλοφόρησαν. Μόνο στη Σμύρνη οι ελληνικές εφημερίδες και περιοδικά που κυκλοφόρησαν κατά καιρούς ανέρχονται σε 135. Η μακροβιότερη ήταν η «Αμάλθεια» (1838-1922). Αλλες σημαντικές εφημερίδες, η «Αρμονία» (1880-1922) και η σοσιαλιστική «Ο Εργάτης» (1908-1922).
Σε ιδεολογικό επίπεδο οι Ελληνες της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας χαρακτηρίζονται από μια ώριμη εθνική συνείδηση, απόρροια κυρίως του ρεύματος του Νεοελληνικού Διαφωτισμού, που από την προεπαναστατική περίοδο είχε τα μεγάλα κέντρα του στην Κωνσταντινούπολη, το Αϊβαλί, τη Σμύρνη, την Αδριανούπολη την Ραιδεστό κ.α. και την συνεχή ύπαρξη λόγιας τάξης. Η συγκρότηση της Ελλάδας ως έθνους-κράτους ενίσχυσε τις διαδικασίες συνειδητοποίησης των Ρωμιών της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και την εμπέδωση μιας ελληνικής ταυτότητας ως μετεξέλιξη της παλαιότερης ρωμαίικης. Η διαδικασία αυτή όμως δεν ήταν το αποτέλεσμα μιας κρατικής πολιτικής της Ελλάδας, αλλά της δραστηριοποίησης των Μικρασιατών (κυρίως με το Σύλλογο Μικρασιατών «Η Ανατολή») και των Θρακομακεδόνων που είχαν εγκατασταθεί στην Ελλάδα από την εποχή της Επανάστασης και της φυσιολογικής ιδεολογικής εξέλιξης που απορρέει από την ανάπτυξη αστικών σχέσεων και την επέκταση της οικονομίας της αγοράς.
Παρ’ όλη όμως την εδραιωμένη εθνική ταυτότητα οι Ελληνες της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας επέλεξαν να υποστηρίξουν με κάθε τρόπο τις μεταρρυθμιστικές διαδικασίες, αποφεύγοντας τις αποσχιστικές και διαλυτικές κινήσεις. Μόνο όταν η προοπτική της δημοκρατικής μετεξέλιξης ακυρώθηκε από το εθνικιστικό κίνημα των Νεότουρκων και υπέστησαν την προαποφασισμένη Γενοκτονία από το 1914, αποφάσισαν να υποστηρίξουν την πολιτική τους αυτοδιάθεση. Η αναγκαστική αυτή επιλογή θα εκφραστεί μετά το τέλος του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου με το αίτημα για δημιουργία δεύτερου ελληνικού κράτους στον μικρασιατικό Βορρά, στον Πόντο και με την Ενωση με την Ελλάδα ή την αυτονόμηση της Ιωνίας και της Ανατολικής Θράκης.
Η κατάσταση στην Ελλάδα
Την ίδια εποχή οι Ελληνες στην Ελλάδα ανέρχονταν στα 4,5 εκατομμύρια και ζούσαν σ’ έναν τελείως διαφορετικό χώρο από κοινωνική και πολιτειακή άποψη. Ο γεωγραφικός χώρος που αποτέλεσε το έδαφος του νεαρού Βασιλείου βρισκόταν στα όρια της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Οι παραγωγικές δυνάμεις ήταν ελάχιστα αναπτυγμένες όπως και οι υπόλοιπες δομές που ήταν απαραίτητες για τη λειτουργία ενός έθνους-κράτους. Οι πραγματικές δομικές αδυναμίες θα οδηγήσουν σε μια ιδεολογία βασισμένη στην αρχαιοελληνική ανάκληση, στην αναβίωση ενός νεκρού παρελθόντος ως αντιστάθμισμα στην υπαρκτή πολιτισμική ταυτότητα των εξωελλαδικών ελληνικών κέντρων. Παράλληλα θα εδραιωθεί μέσω της αυτοαναγνώρισης η ιδεολογία της «μητρόπολης» ως συναίσθημα υπεροχής.
Ειδικά μετά την καθιέρωση του Συντάγματος τα ισχυρά από την προεπαναστατική εποχή τοπικά συμφέροντα των προεστών και των φεουδαρχών θα «καταλάβουν» την εξουσία στο Βασίλειο και θα οδηγήσουν στην ανάπτυξη ενός παλαιοελλαδικού τοπικισμού που στις κρίσιμες εποχές της Ιστορίας θα έχει μοιραία συμβολή στις εξελίξεις. Βασικό χαρακτηριστικό στην εξέλιξη της ελλαδικής κοινωνίας θα είναι η απουσία σημαντικών αστικών στρωμάτων. Το γεγονός αυτό θα οδηγήσει σε υπερλειτουργία του κρατικού μηχανισμού, με αποτέλεσμα τη δημιουργία ισχυρών δεσμών μεταξύ ελεύθερης αγοράς και κρατικής-κομματικής λειτουργίας. Η πολιτισμική ενοποίηση του πληθυσμού και η δημιουργία μηχανισμών λειτουργίας που αντιστοιχούσαν στη νέα πολιτειακή μορφή απορρόφησαν τις δραστηριότητες των νέων ελίτ, κρατικοδίαιτων σε μεγάλο βαθμό, που αναπτύχθηκαν.
Ετσι η μοναδική ελληνική αστική τάξη που είχε τα χαρακτηριστικά τα οποία αντιστοιχούσαν στην ευρωπαϊκή τυπολογία βρισκόταν στην Οθωμανική Αυτοκρατορία.
Η πολιτική που ακολουθήθηκε στο νεαρό κράτος ήταν αρκετά εσωστρεφής και αυτό είχε αντανάκλαση στην πολιτική διαχείριση των επαναστατικών ελληνικών κινημάτων στα Βαλκάνια (Κρήτη 1866, Μακεδονία 1878). Μόνο η εμφάνιση του βουλγαρικού εθνικισμού, που διεκδικούσε προς όφελός του τις μακεδονικές και θρακικές περιοχές της Αυτοκρατορίας, κινητοποίησε δυνάμεις εντός της Ελλάδας. Ο στόχος ήταν η αποτροπή του νέου αυτού επιθετικού εθνικισμού . Οσον αφορά τις οθωμανικές εξελίξεις η Ελλάδα, μέχρι σχεδόν του πραξικοπήματος των Νεοτούρκων (1908), ακολουθεί μια πολιτική που συμβαδίζει με τους στόχους των Ελλήνων της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
Τομή στα πολιτικά και κοινωνικά πράγματα της Ελλάδας, ήταν το στρατιωτικό κίνημα του 1909 (Γουδί) που ευνόησε την άνοδο στην εξουσία των μεταρρυθμιστικών δυνάμεων αναθέτοντας στον Ελ. Βενιζέλο τη διακυβέρνηση της χώρας. Ο Βενιζέλος, προερχόμενος από την επαναστατημένη λίγο καιρό πριν Κρήτη, αντιλαμβάνεται με μεγαλύτερη σαφήνεια την ιστορική καμπή που διάβαινε ο χώρος της Εγγύς Ανατολής με τη νίκη των ακραίων Τούρκων εθνικιστών και την ήττα των μεταρρυθμιστικών οθωμανικών δυνάμεων.
Αφορμή για την τελική ρήξη του παλαιοελλαδικού πολιτικού κόσμου, του συσπειρωμένου γύρω από τη μοναρχία και τον Κωνσταντίνο, με τον Ελ. Βενιζέλο θα προέλθει με την έξοδο ή όχι της Ελλάδας στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Ηδη, πριν ακόμα από την έναρξη του Πολέμου, οι Νεότουρκοι είχαν αρχίσει την υλοποίηση του προγράμματος εθνικών εκκαθαρίσεων κατά του ελληνικού πληθυσμού στην Ανατολική Θράκη και την Ιωνία. Δεκάδες χιλιάδες Ελληνες από την Οθωμανική Αυτοκρατορία θα καταφύγουν ως πρόσφυγες στην Ελλάδα, η οποία βιώνει έναν μεγάλης έκτασης εσωτερικό διχασμό.
Μετά το τέλος του Πολέμου
Επειτα από πολλές παλινωδίες και περιπέτειες, η Ελλάδα θα πάρει μέρος στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο στο πλευρό της Αντάντ και τελικά θα βρεθεί στο στρατόπεδο των νικητών. Στην Οθωμανική Αυτοκρατορία οι Νεότουρκοι ήδη είχαν διαπράξει πρωτοφανή εγκλήματα κατά των χριστιανικών πληθυσμών, των Αρμενίων, των Ελλήνων και των Ασσυρίων. Η πολυεθνική Αυτοκρατορία είχε φτάσει πια στο τέλος της. Διαμορφωνόταν πλέον η εποχή των εθνών-κρατών, με βάση πληθυσμιακά, ιστορικά και γεωπολιτικά κριτήρια. Στους Έλληνες της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, που πριν του 1914 ανέρχονται στο 20% του πληθυσμού, θα αποδοθεί με τη Συνθήκη των Σεβρών το 6% του παλιού οθωμανικού εδάφους, ενώ θα εξαιρεθούν περιοχές του μικρασιατικού Βορρά που είχαν υποφέρει σκληρά από τη βία του νεοτουρκικού εθνικισμού. Οι Αρμένιοι αποκτούσαν και αυτοί εθνικό κράτος, ενώ αυτονομία θα απολάμβαναν και οι Κούρδοι.
Το μεγαλύτερο μέρος του παλιού κοινού οθωμανικού σπιτιού μετατρεπόταν πλέον στο έθνος-κράτος των Τούρκων. Οι παράμετροι που θα αλλάξουν τον ρουν των πραγμάτων θα είναι αφενός ο Μουσταφά Κεμάλ, ο οποίος θα εκφράσει τον επιθετικό τουρκικό εθνικισμό, και η μοναρχική παράταξη η οποία θα υπονομεύσει το μικρασιατικό εγχείρημα. Παράλληλα η αλλαγή των διεθνών συνθηκών με την επικράτηση των μπολσεβίκων στη Ρωσία θα αναπροσδιορίσει τις προτεραιότητες των μεγάλων δυνάμεων. Στο σημείο αυτό θα πρέπει να προστεθεί η στάση της Γαλλίας, της Ιταλίας αλλά και του Βατικανού ακόμα που ανησυχούσαν με τη γεωπολιτική ενίσχυση της Ελλάδας στην Ανατολική Μεσόγειο.
Στις 19 Μαΐου 1919 ο αξιωματικός του οθωμανικού στρατού Κεμάλ Πασά αποβιβάστηκε στη Σαμψούντα με το πρόσχημα της επιβολής της τάξης στην περιοχή. Παρ’ ότι στάλθηκε στην περιοχή για να προστατεύσει τους πληθυσμούς που είχαν υποφέρει από τη βία, κύριο μέλημά του υπήρξε η καταστολή του ποντιακού αντάρτικου. Ο Κεμάλ σύντομα αυτονομήθηκε από την κεντρική οθωμανική εξουσία και άρχισε τη συγκρότηση ενός εθνικιστικού τουρκικού κινήματος, εκμεταλλευόμενος πολύ έξυπνα τα θρησκευτικά αισθήματα των μουσουλμανικών εθνών. Οι παρακρατικές ομάδες της Teskilat i Mahsusa θα πλαισιώσουν πρώτες το κίνημα αυτό και θα αγωνιστούν για τη σωτηρία τους και για την υλοποίηση των αρχικών σχεδίων που είχαν σταματήσει με τη νεοτουρκική ήττα.
Έτσι οι εσωτερικές αντινομίες του ελλαδικού Ελληνισμού θα οδηγήσουν σε μια ήττα, η οποία καθόλου δεν ήταν προδιαγεγραμμένη.
Η ακατανόητη απόφαση του Ελευθερίου Βενιζέλου να προχωρήσει στις εκλογές του Νοεμβρίου του 1920 θα φέρει στην εξουσία το αντιπολεμικό και αντιμικρασιατικό, φιλογερμανικό Λαϊκό Κόμμα και τον ανεπιθύμητο για τους συμμάχους βασιλιά Κωνσταντίνο. Το μέλλον των Ελλήνων στην Ανατολή το ήξεραν καλύτερα οι ίδιοι οι Τούρκοι εθνικιστές. Η επίσημη εφημερίδα του Κεμάλ στην Αγκυρα έγραφε στις 28 Οκτωβρίου 1920 για τις επερχόμενες ελληνικές εκλογές: «Οι ελληνικές εκλογές θα κρίνουν την τύχη του μικρασιατικού πολέμου. Πτώση του Βενιζέλου σημαίνει και πτώση της Ελλάδας στη Μικρά Ασία…», ενώ στις διαδηλώσεις των Τούρκων εθνικιστών στην Αγκυρα κυριαρχούσε το σύνθημα: «Μπιν γιασασίν Μουσταφά Κεμάλ / Γιασασίν Κωνσταντίνος / Καχρολσούν Βενιζέλος» («Πολύ ζήτω στον Μουσταφά Κεμάλ / Ζήτω στον Κωνσταντίνο / Κατάρα στον Βενιζέλο»).
Η νέα κυβέρνηση του Λαϊκού Κόμματος, που συνεργάστησε προεκλογικά σε μια αντιπολεμική, αντιμικρασιατική πλατφόρμα με το ΣΕΚΕ, είχε πολιτευτεί με συνθήματα όπως «Μικρά πλην έντιμος Ελλάς», «Αποχώρηση της Ελλάδας από τη Μικρά Ασία». Στη συνέχεια θα ακολουθήσει μια διετή πολιτική (Νοέμβριος 1920-Σεπτέμβριος 1922) που θα χαρακτηριστεί από μία προσπάθεια διαρκούς αλλά ανεπιτυχούς απαγκίστρωσης από τη Μικρά Ασία. Τελικά, αντί να οδηγήσει τους στρατιώτες στα σπίτια τους, θα τους οδηγήσει πέρα από την Αλμυρά Έρημο.
Την ίδια στιγμή δεν υπήρχε καμιά μέριμνα για οργάνωση του μετώπου περιμετρικά της Σμύρνης.
Παράλληλα θα αγνοήσει τα αιτήματα των Ελλήνων της Ανατολής. Θα απορρίψει το αίτημα της οργάνωσης «Μικρασιατική Αμυνα» για δημιουργία μικρασιατικού στρατού με στόχο την αυτονόμηση της Ιωνίας. Επίσης αγνόησε ολοκληρωτικά τον Πόντο, όπου οι αντάρτες έδιναν εγκαταλειμμένοι τον σκληρό αγώνα ενάντια στον τουρκικό στρατό. Τον Ιούλιο του 1922 προσπάθησε ανεπιτυχώς να οργανώσει την εκκένωση της Μικράς Ασίας από τον ελληνικό στρατό. Με την προοπτική αυτή νομοθέτησε (2870/1922) την απαγόρευση της εκκένωσης της περιοχής από τον άμαχο πληθυσμό. Ετσι παρέδιδε συνειδητά τους Ελληνες της Ιωνίας στα στρατεύματα του Μουσταφά Κεμάλ. Κάτι που έκανε και λίγο αργότερα, μετά τη νίκη των κεμαλικών, όταν διέταζε τον διαλυμένο ελληνικό στρατό να επιβιβαστεί στα πλοία για να αναχωρήσει και να επιστρέψει «οίκαδε», διατάζοντας τον αρμοστή Αριστείδη Στεργιάδη να απαγορεύσει την έξοδο του ελληνικού πληθυσμού «για να μη δημιουργηθεί προσφυγικό πρόβλημα στην Ελλάδα».
Από τα 2,2 εκατομμύρια που ήταν οι Ελληνες στην Οθωμανική Αυτοκρατορία στις παραμονές του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, θα καταμετρηθούν το 1928 ως πρόσφυγες στην Ελλάδα περίπου 1,25 εκατομμύρια. Κανείς δεν μπορεί να υπολογίσει με ακρίβεια τον συνολικό αριθμό των απωλειών. Κανείς ποτέ στην Ελλάδα δεν προσπάθησε να καταγράψει τα θύματα. Εξάλλου η προσφυγική μνήμη υπήρξε μια απαγορευμένη Μνήμη μέχρι τη δεκαετία του ’80, οπότε οι προσφυγικές οργανώσεις, αξιοποιώντας τις δυνατότητες που έδιναν οι νέες συνθήκες, θα μιλήσουν για όλα αυτά και θα επιβάλουν εν τέλει την ενσωμάτωση της ιστορίας των Ελλήνων της Ανατολής στο συνολικό εθνικό αφήγημα.
Η Γενοκτονία που υπέστησαν οι Έλληνες της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και η αποτυχία της Ελλάδας να επιβάλλει τη Συνθήκη των Σεβρών στο τουρκικό εθνικιστικό κίνημα, οδήγησαν στην οριστική γεωπολιτική υποβάθμιση, στην απώλεια του πλήρους ελέγχου του Αιγαίου, στη μείωση του ελληνικού ρόλου στην Ανατολική Μεσόγειο και πάνω απ’ όλα, στην διαιώνιση μιας προβληματικής δομής που χαρακτηριζόταν -από της ιδρύσεως του ελληνικού κράτους- από την έλλειψη σύγχρονων αστικών στρωμάτων και την πλήρη διαπλοκή των κατά καιρούς δημιουργούμενων ελίτ με το κράτος.
Αναλογιζόμενοι 89 χρόνια μετά την ελληνική αποτυχία στο νου έρχεται η ρήση του Λόιδ Τζορτζ, όταν η Ελλάδα φάνταζε ως η μελλοντική μεγάλη δύναμη στην Αν. Μεσόγειο: ««Τίποτα λιγότερο της προδοσίας από την ελληνική πλευρά ή ανικανότητας που ισοδυναμεί με προδοσία, δεν θα ήταν δυνατόν να καταστήσει τους Τούρκους της Ανατολίας ικανούς να επιδράμουν στη Σμύρνη και να ρίξουν τους Έλληνες στη θάλασσα».
Όπως και η διαπίστωση του ιστορικού Douglas Dakin : «…Ακόμα και σήμερα δεν έχει σιγάσει η διαμάχη γύρω από το ζήτημα γιατί οι ελληνικές δυνάμεις που υπερτερούσαν αριθμητικά και δεν ήταν πολύ χειρότερα εξοπλισμένες από τα στρατεύματα του Κεμάλ, οδηγήθηκαν σ’ αυτή την καταστρoφική ήττα.» ( “H ενοποίηση της Ελλάδας 1770-1923”, εκδ. ΜΙΕΤ)
Ο Αμερικανός συγγραφέας Ερνεστ Μίλερ Χέμινγουεϊ (Ernest Miller Hemingway) εκείνη την εποχή κάλυπτε δημοσιογραφικά τον ελληνοτουρκικό πόλεμο.
Οι ανταποκρίσεις είναι ιδιαίτερα σημαντικές. Για την πολιτική των μοναρχικών και του Λαϊκού Κόμματος μετά τις εκλογές του Νοεμβρίου του 1920 έγραψε:
«Οι Ελληνες ήταν πρώτης τάξεως πολεμιστές και, σίγουρα, κάμποσα σκαλοπάτια παραπάνω από τον στρατό του Κεμάλ. Αυτή είναι η άποψη του Γουίταλ. Πιστεύει ότι οι τσολιάδες θα είχαν καταλάβει την Αγκυρα και θα είχαν τελειώσει τον πόλεμο αν δεν είχαν προδοθεί. Οταν ο Κωνσταντίνος ήρθε στην εξουσία, όλοι οι Ελληνες αξιωματικοί που ήταν σε επιτελικές θέσεις υποβαθμίστηκαν αμέσως σε χαμηλότερες θέσεις. Πολλοί απ' αυτούς είχαν πάρει τα γαλόνια τους με ανδραγαθήματα στο πεδίο της μάχης. Ηταν έξοχοι πολεμιστές και σπουδαίοι ηγέτες. Αυτό δεν εμπόδισε το κόμμα του Κωνσταντίνου να τους διώξει και να τους αντικαταστήσει με αξιωματικούς που δεν είχαν ακούσει ποτέ τους να πέφτει ούτε μια τουφεκιά. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα να σπάσει το μέτωπο».
Μετά την ήττα του Αυγούστου του '22 και την αναχώρηση του ελληνικού στρατού από τη Μικρά Ασία, η Ιωνία ολόκληρη παραδόθηκε συνειδητά στη σφαγή από τους νικητές.
Η υποχρεωτική έξοδος των Ελλήνων από τη Μικρά Ασία συνέβη πολύ πριν από τη διακρατική συμφωνία για ανταλλαγή των πληθυσμών. Εντασσόταν στα σχέδια που είχαν εκπονήσει μια δεκαετία πριν οι Νεότουρκοι, κάτι που ομολογήθηκε ένα χρόνο αργότερα, όταν ο Μουσταφά Κεμάλ πασά κάνοντας έναν απολογισμό τον Αύγουστο του 1923 δήλωσε «Επιτέλους τους ξεριζώσαμε!»
Οι πρόσφυγες που θα φτάσουν στην Ελλάδα θα συναντήσουν ένα εχθρικό περιβάλλον. Το περιβάλλον αυτό το είχαν βιώσει από την πρώτη προσφυγιά (1914-1918), όταν είχαν καταφύγει στην Ελλάδα για να σωθούν από τη Γενοκτονία των Νεότουρκων.
Σε ψήφισμα (άρθρο 7) της 21 Αυγούστου 1914 του Εργατικού Κέντρου Αθηνών, που απευθύνεται σε όλα τα εργατικά σωματεία της Ελλάδας, ζητιέται «να μην επιτρέπηται εις τους πρόσφυγας να εργάζωνται εις τας εργασίας εντοπίων εργατών...». Στο Εργατικό Κέντρο Αθηνών ανήκαν τότε περισσότερα από είκοσι εργατικά σωματεία. Ειδικά όμως στις φιλομοναρχικές ομάδες του πληθυσμού, από την εποχή του Διχασμού είχαν διαμορφωθεί ισχυρά αντιπροσφυγικά στερεότυπα.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι το πογκρόμ κατά των προσφύγων -ως βενιζελικών- που εξαπολύθηκε στην Αθήνα το Νοέμβριο του 1916 από τις πρωτοφασιστικές παρακρατικές ομάδες των «Επιστράτων», που είχαν ιδρύσει οι Δημήτριος Γούναρης και Ιωάννης Μεταξάς. Τον Νοέμβριο του '16, στη φιλογερμανική Αθήνα θα γίνουν σφοδρές συγκρούσεις μεταξύ των Γάλλων, που αποβιβάστηκαν με βάση συμφωνία που υπογράφτηκε, και των παρακρατικών αντιβενιζελικών ομάδων των «Επιστράτων».
Στο στόχαστρο των ένοπλων παρακρατικών θα βρεθούν επίσης οι Κρητικοί της Αθήνας και οι πρόσφυγες από την οθωμανική Ανατολή. Κατά τα «Νοεμβριανά» υπήρξε αληθινό πογκρόμ με προγραφή σπιτιών και καταταστημάτων που είχαν σημαδευτεί με κόκκινη μπογιά. Οι «τίμιοι» βασιλικοί ανέλαβαν να «μολύνουν» με το αίμα των «προδοτών» βενιζελικών τα όπλα τους. Το σύνθημα των παρακρατικών ήταν: «Ο βασιλιάς μας θα ζώσει το σπαθί, θα σφάξει Αγγλογάλλους και βενιζελικούς μαζί».
Ο Γεώργιος Βεντήρης γράφει: «Από της 19 μέχρι 23 Νοεμβρίου, ωδηγούντο πλησίον του φθισιατρείου "Σωτηρία" Μικρασιάται κυρίως πρόσφυγες και εθανατώνοντο ως κατάσκοποι των Αγγλογάλλων». Ο Φοίβος Γρηγοριάδης υπολογίζει ότι ο αριθμός των δολοφονημένων ήταν περί τους 20. Γράφει: «απλοί άνθρωποι του λαού θα δολοφονηθούν στους δρόμους και στα μικρά Φρουραρχεία (σ.σ. συνοικιακά κέντρα των επιστράτων)».
Ο Π. Πετρίδης αναφέρει «...οι πρόσφυγες σκοτώθηκαν επειδή ήταν πρόσφυγες: Οι δολοφονίες αποτελούσαν εν ψυχρώ και απρόσωπα εγκλήματα μίσους, το οποίο είχε καλλιεργηθεί συστηματικά από τα μέσα ενημέρωσης. (...) είχε απαλλάξει [η κυβέρνηση] την πρωτεύουσα από αρκετές χιλιάδες άλλους πρόσφυγες, στέλνοντάς τους να αποδεκατιστούν από την πείνα και τις επιδημίες σ' ένα αυτοσχέδιο στρατόπεδο συγκέντρωσης στη Σούδα...» Οι έντρομοι πρόσφυγες από τις οθωμανικές περιοχές θα καταφύγουν στο λιμάνι του Πειραιά όπου: «...η παρουσία του συμμαχικού στόλου και η άμυνα οπλισμένων ομάδων Κρητικών απέτρεψαν τις επελάσεις που σχεδίαζαν οι Επίστρατοι. Ωστόσο πλήθη βενιζελικών και προσφύγων -προοιωνιζόμενοι τις σκηνές που θα ζούσε λίγα χρόνια αργότερα η Σμύρνη- συγκεντρώθηκαν στις αποβάθρες του λιμανιού, φορτωμένοι με ό,τι μπορούσαν να κουβαλήσουν και ελπίζοντας να βρουν πλοία φυγής....».
Ακριβώς αυτό το μίσος κατά των Ελλήνων της Ανατολής θα διατρέχει όλο το μηχανισμό του Λαϊκού Κόμματος και της φιλομοναρχικής παράταξης για δεκαετίες μετά τη μεγάλη Καταστροφή. Παράδειγμα της αντιπροσφυγικής υστερίας που διακατείχε τους φιλομοναρχικούς πολίτες ήταν τα συνθήματα που ακούστηκαν στις 9 Νοεμβρίου 1923 στο συλλαλητήριο των μοναρχικών στους Στύλους του Ολυμπίου Διός, όπου το χαρακτηριστικότερο ήταν: «Φωτιά στους τουρκόσπορους πρόσφυγες». Η στάση αυτή δεν περιορίζεται μόνο στον αμαθή «αυτόχθονα» λαό, που φανατίζεται από τους επιτήδειους μοναρχικούς πολιτικούς, αλλά χαρακτηρίζει και τη διανόηση του ελλαδικού βασιλείου. Χαρακτηριστικές είναι οι εξάρσεις του Γεωργίου Βλάχου στην εφημερίδα «Καθημερινή», ο οποίος ακόμη και το 1928 αποκαλεί τους πρόσφυγες ως «προσφυγική αγέλη».
Ο Νίκος Κρανιωτάκης, φιλομοναρχικός εκδότης του «Πρωινού Τύπου», στην εφημερίδα του θα απαιτήσει το 1933 να επιβληθεί στους πρόσφυγες να φορέσουν κίτρινα περιβραχιόνια για να τους διακρίνουν και να τους αποφεύγουν οι Ελληνες. Ενώ ο βουλευτής Σπετσών Περικλής Μπουρμπούλης θα πει το 1934 στους πρόσφυγες βουλευτές ότι οι Εβραίοι της Θεσσαλονίκης «είναι πιο Ρωμιοί από σας».
Οι γηγενείς της υπαίθρου θα ανταγωνιστούν τους πρόσφυγες προσπαθώντας να καταπατήσουν τα ανταλλάξιμα κτήματα. Συνήθως οι πρόσφυγες δέχονται οργανωμένες επιθέσεις από ομάδες γηγενών, που προσπαθούσαν να τους εκδιώξουν από τα μέρη τους. Πολλά περιστατικά αναφέρονται σε όλη την έκταση της Βόρειας Ελλάδας. Η επαρχία Νέστου δεν ήταν έξω από αυτά. Από την μελέτη των αρχείων της Βουλής διαπιστώνουμε, τη σύγκρουση μεταξύ προσφύγων και ντόπιων για την νομή των βοσκοτόπων για τα ζώα τους.
Κομβικό σημείο για τη σχέση των προσφύγων με το ελλαδικό πολιτικό σύστημα θα είναι η υπογραφή της «Ελληνοτουρκικής συνθήκης φιλίας, ουδετερότητος και διαιτησίας» από τους Βενιζέλο και Κεμάλ. Ο μεσολαβητής γι' αυτή την εξέλιξη ήταν ο Ιταλός δικτάτορας Μουσολίνι. Ο Ελ. Βενιζέλος θα υπογράψει το 1930 τη «Συνθήκη» παρά την έντονη αντίδραση των προσφύγων, τους οποίους απείλησε με διώξεις, με το γνωστό Ιδιώνυμο. Με την ελληνοτουρκική Συνθήκη της Αγκυρας του 1930 αντιμετωπίζονταν όλες οι εκκρεμότητες μεταξύ των δύο χωρών και παραχωρούνταν οριστικά οι περιουσίες των προσφύγων στο νέο τουρκικό κράτος, αφού πρώτα εξισώνονταν με τις μουσουλμανικές περιουσίες που εγκατέλειψαν οι μουσουλμάνοι ανταλλάξιμοι στην Ελλάδα.
Όλες αυτές οι πολιτικές αποδείχθηκε ότι έγιναν εις βάρος των προσφυγικών πληθυσμών, και μάλιστα πέρασε σε όλες τις πτυχές τις πολιτικής και κοινωνικής ζωής. Έτσι η τραγωδία, ενός σημαντικού και ιδιαίτερης αξίας μέρους του ελληνικού λαού συνδυάστηκε με την καταστροφή και τον ακρωτηριασμό της μνήμης και της ταυτότητας. Όσοι σώθηκαν από τον ακρωτηριασμό της Θράκης, μαζί με τους συγγενείς τους, τις προαιώνιες εστίες τους, τις εκκλησίες και τα σχολεία τους, τις ανθηρές κοινότητες τους, έχασαν και το δικαίωμα στην ιστορική αναφορά, στην προέλευση και τη μνήμη. Όμως η σιωπή και η λήθη ποτέ δε βοηθά στην αδελφοποίηση και την προσέγγιση των λαών και των εθνών και η παραγραφή των αδικημάτων που υπέστησαν ήταν προϋπόθεση για αυτού του τύπου την ελληνοτουρκική φιλία. «Να ξεχάσουμε» ήταν η παρότρυνση της περιόδου εκείνης.
Ήταν βάρος που έπρεπε ή να εξαφανισθεί ή τουλάχιστον να μείνει χωρίς ουσιαστικό μέλλον και αυτό μπορούσε να γίνει με την ολοκληρωτική ισοπέδωση του πλούσιου παρελθόντος. Σύντομα ο πρώτος ακρωτηριασμός ακολουθήθηκε και από ένα δεύτερο με τον διασκορπισμό τους σε όλη την Ελλάδα και από έναν τρίτο στη δεκαετία του 1950 και 1960, με τη μετανάστευση σε όλο τον κόσμο.
Στην περίοδο του Ψυχρού Πολέμου η τάση αυτή εντάθηκε και μάλιστα οι Θρακιώτες την έζησαν ακόμη πιο έντονα, αφού η περιοχή που απέμενε τελικά στην Ελλάδα μετά την τριχοτόμηση της ενιαίας Θράκης, μετατράπηκε σε περιθωριακό χώρο όπου τα στρατιωτικά-οχυρωματικά έργα ήταν τα μοναδικά απαραίτητα. Η Θρακική παράδοση και ιστορία περιοριζόταν σε δύο-τρεις χορούς και τραγούδια από το ραδιόφωνο και την τηλεόραση. Η Θράκη ήταν γνωστή ως τόπος εξορίας για ανεπιθύμητους δημοσίους υπαλλήλους και στρατιωτικούς. Η πολιτική αυτή ήθελε τη Θράκη παραμεθόρια περιοχή, τόπο συνόρων και εξορίας. Το «θα σε στείλω στον Έβρο» πέρασε από τον κινηματογράφο μέχρι τη λογοτεχνία.
Η μεταπολίτευση άνοιξε έναν άλλο κύκλο ο οποίος όμως, κατά τη γνώμη μου, ήταν πολύ περιορισμένος πολιτισμικά και πολιτικά. Το μοντέλο δεν μπορούσε να λειτουργήσει με τον ίδιο τρόπο, γι' αυτό και υπήρχε η μεγάλη φυγή της νεολαίας από τα σωματεία. Δεν μπορούσε να προσελκύσει την τρίτη γενιά παρά μόνο σε ένα μικρό κομμάτι του προσφυγικού πολιτισμού.
Το 1989 μετά την αλλαγή των δεδομένων στην ανατολική Ευρώπη δημιουργήθηκε μία νέα πραγματικότητα και στη Θράκη. Μάλιστα αυτό συνδυάστηκε και με το γεγονός πως συλλογικοί θεσμοί των Θρακών και ερευνητές της δεύτερης και τρίτης προσφυγικής γενιάς ανέδειξαν τα ζητήματα της προσφυγιάς των ανταλλάξιμων περιουσιών και της γενοκτονίας. Προσπάθεια, η οποία παρά τα εμπόδια και τις δυσκολίες, συνεχίζεται. Οι Θρακιώτες έχουν επιπλέον λόγους για να αναδείξουν και τα υπόλοιπα κομμάτια της ιστορίας τους, αφού μία σειρά από αιτίες δεν άφηναν το Θρακικό πολιτισμό να αναπνεύσει. Οι ελληνοτουρκικές σχέσεις, η μεγάλη μετανάστευση της δεκαετίας του 1960 προς τη δυτική Ευρώπη -κυρίως προς την τότε δυτική Γερμανία- αλλά και προς το εσωτερικό της Ελλάδας, δημιούργησαν καταστάσεις ασφυξίας.
Έτσι σήμερα ολοένα και περισσότεροι Θρακιώτες, σύλλογοι και φορείς κατανοούν πως δεν επιτρέπεται από εμάς τους ιδίους καταρχήν να θυσιάζουμε την ιστορική αλήθεια απέναντι σε οποιαδήποτε σκοπιμότητα από όπου και αν προέρχεται. Η τακτική της αποσιώπησης των γεγονότων της ιστορίας, άστοχη κατά την γνώμη μου, ήταν ίσως κι' ένας απ' τους λόγους που τόσο άσκημα πορεύτηκε η «φιλία» με τους Τούρκους. Ναι να ρίξουμε τον πέπλο της λήθης στο παρελθόν αλλά να ξέρουμε και όχι να κρύβουμε, όλα αυτά που συνέβησαν σε βάρος των προγόνων μας και που ζητούν μετά τόσα χρόνια δικαίωση.
Καθημερινά διαπιστώνουμε την κρίση του πολιτικο-οικονομικού συστήματος μέσα στο οποίο ζούμε. Αυτό και μόνο το γεγονός κάνει τις κυρίαρχες δυνάμεις να εφευρίσκουν συνεχώς νέα ιδεολογικά σχήματα μέσα από τα οποία θέλουν να δημιουργήσουν την ψευδαίσθηση πως ζούμε σε ένα χρόνο και μία ιστορική εποχή χωρίς παρελθόν. Προχωρούν δε ακόμη περισσότερο αξιοποιώντας την τεχνολογική και επιστημονική έκρηξη των τελευταίων δεκαετιών λέγοντας πως ότι συμβαίνει στα σημερινά χρόνια είναι κάτι πρωτόγνωρο και αμετάκλητο και πως το παρελθόν δεν έχει τίποτα να μας διδάξει. Όταν όμως κάτω από την πίεση για αναψηλάφηση γεγονότων όπως γενοκτονίες, διωγμοί, εθνοκάθαρση πληθυσμιακών ομάδων ή την επιμονή μεγάλων ή μικρών πληθυσμιακών ομάδων να καθορίσουν την ταυτότητα τους και την πορεία τους μέσα στο χρόνο, αναγκάζονται να συνηγορήσουν μέχρι ενός σημείου, καταφεύγουν στη δημιουργία τόπων και επετείων μνήμης με μοναδικό πάντα στόχο τον πολιτικό και ιδεολογικό έλεγχο, όπως και τον έλεγχο της ίδιας της μνήμης πολύ δε περισσότερο να καλλιεργήσουν την λήθη.
Για αυτό και υπήρξαν οι αναζητήσεις και οι διεκδικήσεις, ειδικά από την τρίτη γενιά των προσφύγων που ανέδειξαν κάποιες ψηφίδες του μεγάλου ψηφιδωτού του περιφερειακού Ελληνισμού που καταστράφηκε. Σε αυτούς τους λίγους και θέλω να πιστεύω πως σε λίγα χρόνια θα είμαστε πλειοψηφικό ρεύμα, έμελε να παλέψουν ενάντια στη επίθεση που γίνονταν όλα αυτά τα χρόνια στην μνήμη μας στην ιστορία μας και στον πολιτισμό μας. Διότι η πάλη του ανθρώπου ενάντια στην εξουσία είναι η πάλη της μνήμης κατά της λήθης» .
Η σημερινή εκδήλωση είναι από μόνη της ένα πολύ σημαντικό γεγονός για όλο τον θρακιώτικο ελληνισμό όπου γης. Υπάρχει όμως ο κίνδυνος να αποτελέσει στην πορεία του χρόνου μια απλή επετειακή εκδήλωση, αποστεωμένη και με κίνδυνο να προστεθεί δίπλα σε όλες τις άλλες παρόμοιες επετείους. Παρόλα αυτά θέλω να πιστεύω πως θα αποτελέσει μία αρχή ένα ξεκίνημα για την οργάνωση εκδηλώσεων πολύπλευρων που θα έχουν σχέση με όλα τα θέματα που απασχολούν σήμερα εμάς τους Θρακιώτες. Κυρίως όμως προέχει να προβάλουμε την ιστορία και τον πολιτισμό μας.Γκαγκαβούζης-Gagavouzishttp://www.blogger.com/profile/08268729413849882556noreply@blogger.com2tag:blogger.com,1999:blog-2738998458635353243.post-68545564500620137132011-10-12T00:21:00.001-07:002011-10-12T00:21:14.060-07:00Μια κοινωνία σε κρίση-Καταθλιπτικές και υστερικές αντιδράσεις-Αρθρο του Βασίλη Κρεμμυδά στα ΝΕΑΗ οικονομική κρίση, η δική «μας», μπαίνει στον τρίτο χρόνο (να και κάτι που δεν μπορείς να πεις «ζωή να 'χει» κι ας ξέρεις ότι θα 'χει!) επιδεινούμενη. Ολα εξαρτώνται από όλους και από όλα- τι θα πει η κ. Μέρκελ, τι θα πει ο κ. Σαρκοζί και οι άλλοι, Μπαρόζοι, Ρομπάηδες και πάει λέγοντας: ανίκανοι όλοι να βγάλουν την Ευρώπη από την κρίση- πολιτικοί μικρού διαμετρήματος σε συσσώρευση. Για τους δικούς μας διαχειριστές της κρίσης δεν θέλω να πω τίποτε τώρα. Γνωστά πράγματα.
Κάτι άλλο, που αυτό κι αν είναι γνωστό, είναι ότι τα εισοδήματα έχουν συρρικνωθεί σε βαθμό απίστευτο, ιδιαίτερα των κατώτερων κοινωνικών τάξεων- τώρα μάλιστα με τη νέα καταιγίδα μέτρων θίγονται βαθιά και οι μεσαίες τάξεις, ώστε είναι αμφίβολο αν απομένει ένα 15% των Ελλήνων που δεν θίγονται - εδώ, ο ένοχος είναι άφαντος, σαν τον Ψωμιάδη, με ευθύνη της πολιτικής εξουσίας. Ασφαλώς το ελληνικό κεφάλαιο, εκτός που είναι και «μαύρο», έχει ιδιομορφίες: στον μεγαλύτερο ίσως όγκο του ανήκει σε εφοπλιστικές επιχειρήσεις- αυτό πάλι έχει την ιδιομορφία να μπορεί να φύγει, να κινείται με τις λεγόμενες σημαίες ευκαιρίας και να ανήκει θεσμικά στους, λεγόμενους επίσης, φορολογικούς παραδείσους. Λέγεται ότι το εφοπλιστικό κεφάλαιο χρωστάει στο ελληνικό κράτος από ΦΠΑ 6 δισεκατομμύρια ευρώ• όσα δηλαδή λείπουν σήμερα από τον κρατικό προϋπολογισμό και προκάλεσαν την τελευταία καταιγίδα μέτρων που μας εξουθενώνουν όλους!
Ιδιομορφίες του ελληνικού κεφαλαίου τα είπα αυτά- δεν πειράζει - πείτε τα εσείς όπως θέλετε. Και εγώ θα θυμίσω πάλι κάτι που λέγεται: τα ελληνικά κεφάλαια που βρίσκονται σε τράπεζες του εξωτερικού είναι 600 δισεκατομμύρια ευρώ- όσα δηλαδή δύο ετήσιοι κρατικοί προϋπολογισμοί ή δύο φορές το δημόσιο χρέος της χώρας• οι κυβερνώντες γιατί δεν μας μίλησαν ποτέ γι' αυτά τα ποσά; Είναι αληθινά ή έχει ξεσαλώσει το «ράδιο αρβύλα»;
Ασφαλώς «λεφτά υπάρχουν»- μόνο που όταν τα πλησιάζει ο φοροεισπράκτορας έχουν και αυτά την «ιδιομορφία» να βγάζουν φτερά και να πετάνε! Και η κοινωνία; Η κοινωνία, στην οποία φαίνεται δεν ανήκουν οι «έχοντες και κατέχοντες» οι οποίοι, παρεμπιπτόντως, γελάνε κάθε φορά που ανακοινώνεται ότι θα δημοσιοποιηθούν τα ονόματά τους, εξουθενώνεται, λειτουργεί ως διαρκές υποζύγιο, έτοιμο να σωριαστεί κατά γης από το υπερβολικό βάρος που κουβαλάει.
Δεν έχει παρά να κάνει κανείς μια βόλτα σε πολυσύχναστους δρόμους της Αθήνας και των συνοικιών• δεν θα δει ανθρώπους να συζητούν και να γελούν, πάνε τα γέλια από τους δρόμους, τα κεφάλια είναι σκυμμένα, τα πρόσωπα σκυθρωπά• η χαρά έχει εξαφανιστεί.
Υπάρχει όμως και άλλο, πιο ενδιαφέρον και πιο σημαντικό- έχει συρρικνωθεί ο δημόσιος χώρος- οι άνθρωποι κλείστηκαν στο σπίτι τους. Κοιτάξτε τα καφενεία και τις ταβέρνες- ελάχιστες παρέες, πουθενά συζητήσεις- πού ακούστηκε στο καφενείο να μην ακούς από πουθενά συζητήσεις για την κρίση; Ποιος ξέρει πόση πίκρα έχουν καταπιεί οι άνθρωποι και δεν μπορούν ούτε να ακούνε τη λέξη κρίση;
Και οι ψυχίατροι κάνουν χρυσές δουλειές!
Μήπως όμως αυτό είναι η απόδειξη μιας ολόκληρης πραγματικότητας;
Αυτή είναι η αντίδραση- ο φόβος και ο προθάλαμος της κατάθλιψης. Και αυτή είναι η αντίδραση, δηλαδή η ανικανότητα να αντιδράσεις. Μερικές ομάδες μόνον κοινωνικές, εύπορες, κατά κανόνα, όπως οι ιδιοκτήτες ταξί, φορτηγών κ.λπ. αντιδρούν με υστερικό και αντικοινωνικό τρόπο- διαχωρίζουν τη θέση τους από την υπόλοιπη κοινωνία, που μοιάζει σαν να την περιφρονούν! Αυτό είναι για την κοινωνία ένα κατάντημα.
Σωστά λένε πολλοί ότι όταν τελειώσει η κρίση θα βρεθούμε αντιμέτωποι με μια κοινωνία που σε τίποτα δεν θα μοιάζει με αυτήν που ξέραμε πριν από την κρίση. Καλύτερη; Αμφιβάλλω. Ορισμένα χαρακτηριστικά που κρατούν τους πολίτες στη θέση του κοινωνικού υποκειμένου φοβούμαι ότι δύσκολα θα χωράνε στη νέα κοινωνία.
Και ακόμη περισσότερο φοβούμαι μήπως προκύψει μια κοινωνία με άτομα ανταγωνιστικά σε «εμπόλεμη» κατάσταση - και συμπεριφορά - το ένα με το άλλο. Θα υπάρχει άραγε σε μια τέτοια κοινωνία το ύψιστο αγαθό της κοινωνικής ηθικής;
Βλέπουμε καθημερινά το έλλειμμα συμμετοχής. Οργανώνουν τα συνδικάτα πορείες στο Κέντρο της Αθήνας και συμμετέχουν όλο και λιγότεροι- κηρύσσουν τα συνδικάτα απεργία και οι εργαζόμενοι δεν απεργούν- πολλοί ούτε το μαθαίνουν καν ή το μαθαίνουν και φροντίζουν να το ξεχάσουν γρήγορα.
Οι συλλογικότητες έχουν τελειώσει- οι ηγεσίες έχουν πλήρως απαξιωθεί- όλες. Ολα έχουν απαξιωθεί. Κανείς δεν πιστεύει κανέναν και τίποτα. Κανένας δεν ελπίζει σε τίποτα.
Απ' αυτά τίποτε δεν είναι καλό- η απαξίωση των πάντων είναι επικίνδυνη και κανένας δεν μπορεί να προβλέψει τι προμηνύει.
Μέσα σε αυτήν την κατάσταση οι εξουσίες - όλες - έχουν πετύχει κάτι πολύ σημαντικό: να μην υπάρχει σε καμιά περίπτωση πανικός - αυτός θα οδηγούσε με βεβαιότητα στην πτώχευση με καταστρεπτικές συνέπειες. Δεν πρόκειται για απάθεια της κοινωνίας, των ανθρώπων. Πρόκειται για ένα είδος εσωτερίκευσης του πανικού- τον καταπίνουμε. Κατάπιε, κατάπιε όμως!..Γκαγκαβούζης-Gagavouzishttp://www.blogger.com/profile/08268729413849882556noreply@blogger.com0tag:blogger.com,1999:blog-2738998458635353243.post-19390387410321001552011-05-23T00:33:00.001-07:002011-05-23T00:33:58.465-07:00ΑΠΟ ΤΟ ΑΝΤΑΡΤΙΚΟ ΤΟΥ ΠΟΝΤΟΥ ΜΙΑ ΠΡΟΣΩΠΙΚΗ ΜΑΡΤΥΡΙΑ ΚΑΙ ΕΜΠΕΙΡΙΑ ΤΟΥ ΑΝΑΣΤΑΣ ΙΩΑΝΝΙΔΗ ΤΟΥ ΓΕΩΡΓΙΟΥ (ΤΖΟΛΟΒΕΚ)Πριν από λίγα χρόνια ο Ιωαννίδης Γεώργιος, γιός του Αναστάς Ιωαννίδη από το χωριό Παράδεισος Καβάλας, ήρθε στο ιατρείο κρατώντας στα χέρια του ένα τετράδιο.<br />«Είναι οι αναμνήσεις του πατέρα μου γιατρέ», μου είπε βαθειά συγκινημένος και επειδή ξέρω πως γράφεις βιβλία θεώρησα πως μόνο εσύ θα μπορούσες να το αξιοποιήσεις και να τιμήσεις όπως θα έπρεπε τον πατέρα μας. Συνέχισε να λέει πως «ήρθαν πολλοί γι’ αυτό το βιβλίο, άλλοι θέλησαν να πληρώσουν τον γέρο( έτσι τον χαρακτήριζε ο ίδιος), ήρθαν στρατιωτικοί, πολίτες διάφοροι, το διάβασαν αλλά ποτέ δεν είδαμε κάτι γραμμένο σε ένα περιοδικό σε μία εφημερίδα ή σε ένα βιβλίο». <br />Το πήρα στα χέρια μου συγκινημένος όχι για τα καλά του λόγια, αλλά επειδή για πρώτη φορά στα χέρια μου είχα μία προσωπική μαρτυρία καταγραμμένη από τον ίδιο για το αντάρτικο του Πόντου. Αν και δεν είμαι Πόντιος στην καταγωγή, ασχολούμαι περισσότερο με την συγγραφή βιβλίων για τη Θράκη λόγω καταγωγής, η εμπιστοσύνη στο πρόσωπο μου από το Γιώργη Ιωαννίδη, με ανάγκασε να δεχτώ και κατ’ επέκταση να ασχοληθώ με τις καταγραμμένες αναμνήσεις του Αναστάς ή Τζολοβέκ. Στο πρώτο ξεφύλλισμα του τετραδίου, που έγινε αυθημερόν έμεινα εμβρόντητος από την καθαρή γραφή του. Όπως με πληροφόρησε ο Γιώργης ήξερε να γράφει ελληνικά, τουρκικά και οθωμανικά. Σπάνιο για την εποχή του. Αυτό το διαπίστωσα αμέσως ανατρέχοντας στις σελίδες του τετραδίου όπου και διαπίστωσα πως στις σελίδες 90, 98,99,127, είχε κείμενα στην οθωμανική γραφή, αμέσως από κάτω στην τουρκική γλώσσα με ελληνικούς χαρακτήρες και πιο κάτω εξηγούσε στα ελληνικά τα κείμενα αυτά. <br />Ποιος είναι όμως ο Αναστάς Ιωαννίδης ή Τζολοβέκ. Γεννήθηκε στα 1896 στο μαχαλέ Κιρπιγικλάρ της κοινότητας Κουρού Κοκτζέ- (Kurugökçe) της περιφέρειας Σαμψούντας. Το χωριό βρίσκετε λίγα χλμ από τον παραλιακό δρόμο Σαμψούντας (Samsun)-Μπάφρας(Bafra). Ορεινό χωριό σκαρφαλωμένο σε μία πλαγιά του βουνού Κεμπζέν νταγ της οροσειράς Canik Daĝları. <br />Από μικρός δούλευε μαζί με τα αδέλφια του στις δουλειές της οικογένειας, το μυαλό του όμως ήταν συνεχώς στο σχολείο και στο διάβασμα. Όταν ήταν στην Δ’ τάξη του σχολείου, ήρθε στο χωριό τους εκπρόσωπος από την μητρόπολη Σαμψούντας, που καλούσε τα παιδιά αν θέλουν να συνεχίσουν την εκπαίδευση τους στα σχολεία της πόλης. Άρα το σχολείο του χωριού ήταν ένα κοινό Γραμματοδιδασκαλείο. Αυτός πήρε την απόφαση να πάει στην πόλη και μία νύχτα έφυγε κρυφά από το σπίτι του. Από μικρός έδειχνε πως ήταν ανήσυχο πνεύμα. Όταν οι αδελφοί του μετά από λίγες μέρες τον βρήκανε έξω από το σχολείο της πόλης και του ζήτησαν να επιστέψει στο χωριό και στα ζώα της οικογένειας αυτός τους αντέταξε πως θα επιστρέψει μόνο αν τον αφήσουν να παρακολουθεί τα μαθήματα έστω του τουρκικού σχολείου. Τα αδέλφια του δέχτηκαν σκεπτόμενοι μάλλον πως γρήγορα θα εγκατέλειπε το σχολείο. Όμως έγινε ακριβώς το αντίθετο, όχι μόνο ολοκλήρωσε τις σπουδές του, αλλά παράλληλα έμαθε και τα ελληνικά αυτοδίδακτος. <br />Τα επόμενα χρόνια τόσο στο αντάρτικο όσο και στις επαφές του με τούρκους αξιωματούχους ήταν αυτός που γνωρίζοντας πολύ καλά τόσο την οθωμανική γραφή όσο και τα τουρκικά λαϊκά και λόγια ήταν ο αποκλειστικός συζητητής και διαπραγματευτής όταν χρειάζονταν να μεσολαβήσει μεταξύ των τουρκικών και ανταρτικών δυνάμεων. Δεν πρόλαβε να ολοκληρώσει τις σπουδές όπως αυτός ήθελε διότι τον Αύγουστο του 1914 κηρύχτηκε ο Α’ παγκόσμιος πόλεμος ή γνωστός ως ευρωπαικός. Η οθωμανική κυβέρνηση τάχθηκε στο πλευρό των γερμανικών δυνάμεων. Με εντολή τους καλεί γενική επιστράτευση όλων των υπηκόων της, ανάμεσα τους παρουσιάζετε ο 18χρονος τότε Αναστάς Ιωαννίδης, στρατιωτικής κλάσης 1312. Μαζί με τον παιδικό του φίλο τον Λευτέρ του Κουπλάρ παρουσιάζονται στο Σουπέ ( ), όπου και γράφτηκαν στις καταστάσεις στρατευσίμων. Μέσα στο Σουπε γνώρισε την πρώτη προσβολή από τούρκο αξιωματούχο. Δεν άντεξε αντέδρασε, τυχερός όμως διότι εκείνη την ώρα παρουσιάστηκε ένας Τούρκος ο οποίος ήταν φυγόδικος 9 φορές κατά σειρά σε κλήσεις στρατευσίμων. Τον ίδιο και τον φίλο του τους έστειλαν συνοδεία χωροφυλάκων στο Τζιμπίζ-χαν, όπου και έμειναν μέχρι αργά το βράδυ. Τα μεσάνυχτα ψάχνοντας να βρουν τρόπο να φύγουν βρήκαν μία τρύπα και έφυγαν, τους ακολούθησε και ένας Μπάφραλης ο Κύριλλος. Σε δύο μέρες έφτασαν στο Καπατούζ, στο δρόμο όμως ο φίλο του αρρώστησε και αναγκάστηκε να τον πάει στο σπίτι του. Από τους φευγάτους ήταν και ένας γείτονας του ο Στυλιανός Γεωργιάδης. Μαζί του και με ένα δίκανο στο χέρι βγήκαν στα βουνά. Τρείς μήνες γύριζαν από βουνό σε βουνό. Αυτό το διάστημα χωροφύλακες πήγαν στο χωριό και έβγαλαν ανακοίνωση να επιστρέψουν οι φευγάτοι να μην φοβούνται πως θα υπηρετήσουν αλλά θα πάνε στο Ερζερούμ να κάνουν τις δουλειές των στρατιωτών που άφησαν πίσω τους ως ζευγαράδες. Η κοινότητα παρέδωσε 96 ονόματα φυγόστρατων, τους οδήγησαν στην παραλία, όπου τους αλυσόδεσαν ανά δύο. Ο διοικητής χωροφυλακής ξέχασε την υπόσχεση του και με μία αναφορά του προ τους ανωτέρους του έγραψε πως όλοι τους πιάστηκαν στα βουνά μετά από πόλεμο και έτσι οδηγήθηκαν ξανά στο Σουπέ, όπου έμειναν 25 μέρες, χωρίς ύπνο. Μία μέρα την βδομάδα τους επέτρεπαν να κοιμηθούν, τις υπόλοιπες όλοι τους θα υποστούν βασανιστήρια κυρίως ξυλοδαρμό. Μία μέρα βρέθηκε μία λίμα στο θάλαμο τους. Την βρήκε ένας Τούρκος και την παρέδωσε στον αξιωματικό. Αυτός πήγε αμέσως στο θάλαμο των κρατουμένων και ζήτησε να μάθει ποιος τους έφερε την λίμα απέξω. Όλοι μαζί με ότι δύναμη του είχε μείνει από τον καθημερινό ξυλοδαρμό φώναζαν πως δεν ήξεραν τίποτα για την λίμα. Τότε κάλεσε την πρώτη εξάδα κρατουμένων να τους φέρουν στο δωμάτιο υπηρεσίας του αξιωματικού. Παρά τις παραινέσεις τους απειλούσε πως θα τους σκοτώσει όλους αν δεν του έδιναν ένα όνομα. Όλοι μαζί του απάντησαν: «κύριε λοχαγέ πιόνα να κάνουμε ιφτιρά (συκοφαντία), ποιανού στο αίμα να στρίψωμεν ψωμί με τα ψέματα». Ο λοχαγός θύμωσε πολύ και τότε πετάχτηκε ο Αναστάς και με παρρησία του λέει: «βλέπομεν ότι θα μας σκοτώσετε, αλλά δεν υπάρχει νόμος της κυβέρνησης που να λέει πως πάνω από 24 ώρες ούτε ζώο απαγορεύετε να μείνει και εμείς 20 μέρες είμαστε δεμένοι». Γύρισε προς τους συντρόφους του και τους κάλεσε να ξαπλώσουν μπροστά στον αξιωματικό και «αν είναι να τους σκοτώσει ας τους σκοτώσει». Ήταν η πρώτη αντίσταση έστω και με αυτή τη μορφή του Αναστάς απέναντι στην βία της οθωμανικής εξουσίας. Επέστρεψαν στο θάλαμο τους και σε 5 μέρες τους ανακοίνωσαν πως θα τους έστελναν στο Σιβάζ. Τους έβγαλαν στο προαύλιο της φυλακής και τους ανάγκασαν να γονατίσουν. Όσο ήταν γονατιστοί είδε με την άκρη του ματιού του την γυναίκα του να τον πλησιάζει κρατώντας στο χέρι της ένα πιάτο γιαούρτι, και σε μία πετσέτα πίτα τυλιγμένη. Τα άφησε μπροστά του και τραβήχτηκε πίσω. Κατάφερε με το αριστερό του χέρι τα τράβηξε κοντά του μια και το δεξί του ήταν δεμένο στο αριστερό του Κουρουγιωργινήν Αναστάς. Αυτό το φαγητό ήταν το τελευταίο που θα έβλεπε από τα χέρια της γυναίκας του, που λίγο πιο πέρα έκλαιγε ασταμάτητα. Δεν πρόλαβε να βάλει το κουτάλι στο στόμα του και να γευτεί το γιαούρτι και την πίτα, όταν τον πλησίασε γρήγορα ένας χωροφύλακας βρίζοντας αυτό και την γυναίκα του. Ο Αναστάς δεν άντεξε, το αίμα του έβραζε από θυμό και με μία κίνηση πέταξε το πιάτο τα μούτρα του χωροφύλακα. Γέμισε το πρόσωπο του αίματα. Είδαν την φασαρία οι άλλοι χωροφύλακες τρέξανε κοντά τους και ήταν έτοιμοι να τον ξυλοφορτώσουν αλλά στάθηκε τυχερός διότι αντιλήφθηκε το γεγονός ένας αξιωματικός και τους ζήτησε να μάθει τι συνέβη. Μόλις έμαθε τα ακριβή γεγονότα, θύμωσε πολύ τον χτύπησε άσχημα και μετά διέταξε τους χωροφύλακες να τον πάνε στο νοσοκομείο. Δεύτερη μέρα του Πάσχα του 1915, δόθηκε διαταγή να ετοιμαστούν για νέα πορεία και πως θα τους οδηγούσαν στο Τζιμπίζ χαν. Πλάγιασαν δίχως φαγητό και νερό και την άλλη μέρα τους οδήγησαν στη Κάβζα (Havza). Όλους μαζί τους έβαλαν σε ένα δωμάτιο όπου με δυσκολία μπορούσαν να κουνηθούν, που λόγος να κοιμηθούν. Από την Κάβζα τους οδήγησαν στην Αμάσεια συνοδεία ιππέων χωροφυλάκων. Κάθε μέρα άλλαζαν τους χωροφύλακες. Πέρασαν τον ποταμό Θερς αχάν και το βράδυ έφτασαν στο Καρακολ και από εκεί στο Αλεβού τους οδήγησαν στο χάνι. Εκεί του παρέλαβε ένας ενωμοτάρχης Κούρτ(ασάρ Κιουρτιού). Είχε στα χέρια του ένα χοντρό ξύλο και τους υποχρέωνε να περάσουν ένας- ένας να περάσουμε από μπροστά του. Όλους τους χτυπούσε δυνατά ο Αναστάς δεν κατάλαβε πόνο διότι ήταν ήδη άρρωστος. Όπως ήταν ζαλισμένος από τον πόνο ξάπλωσε δίπλα σε μία κριθαρόκασα, ακούγοντας τον άγριο Κούρτ να βλαστημά συνεχώς και να απειλεί πως θα τους σκοτώσει αμέσως όλους αν τον επέτρεπαν οι ανώτεροι του. Γύρισε με ορμή και χτύπησε τον Αναστάς στο κεφάλι. Έπεσε κάτω σαν πεθαμένος, φοβήθηκε πολύ ο Κιούρτ, φώναξε τους χωροφύλακες να τον συνεφέρουν. Το πρωί αλλάχτηκαν 7 έφιπποι χωροφύλακες και πήραν το δρόμο για την Αμάσεια. Τους οδήγησαν στην φυλακή που βρίσκονταν στην άκρη του ποταμού όπου και συνάντησε ένα φίλο του τον Γιουβάν Τσαβούζ Χίντιζογλου, δεμένο με μία χοντρή αλυσίδα 18 οκάδων από το λαιμό και από τα πόδια. Τους πλησίασε τρικλίζοντας για να τους εμψυχώσει: «παιδιά μην στεναχωριέστε οι άνδρες πάνε φυλακή και δεν είναι σαν τους Τούρκους που παίρνουν τις γυναίκες και τι πάνε στα βουνά», ταυτόχρονα έβριζε παθιασμένα τους Τούρκους που δεν τον πλησίαζαν από φόβο. Όπως ήταν μαζεμένοι ήρθε ένας λοχίας τους ρώτησε αν κάποιος ήταν άρρωστος. Βγήκε μπροστά ο Αναστάς είπε πως ήταν άρρωστος. Ο λοχίας έφερε ένα σφυρί γα να σπάσει την αλυσίδα και ταυτόχρονα έβριζε και βλαστημούσε. Μόλις έφυγε φώναξε ένα Τούρκο του έδωσε 5 γρόσια για να του φέρει 1 οκά γιαούρτι και μία οκά ψωμί. Πράγματι σε λίγο επέστρεψε με ότι του ζήτησε και του επέστρεψε τα ρέστα. Παραξενεύτηκε ο Αναστάς για την καλοσύνη του, αλλά του τα έδωσε σαν μπαχτσίς. Ο Τούρκος πετούσε από τη χαρά του διότι το μεροκάματο στην Αμάσεια ήταν 2 ½ γρόσια και ο γκιαούρης του έδινε 4 γρόσια τόσα πολλά χρήματα για αυτόν. Στο νοσοκομείο μπήκε σε ένα θάλαμο όπου για καλή του τύχη τον επισκέφτηκε ένας γνωστός του γιατρός ο Νισάν εφέντης, γνωστός και οικογενειακός φίλος. Αφού εξέτασε τον Αναστάς τον μετέφερε σε άλλο νοσοκομείο, σε ένα αρμένικο σπίτι διώροφο. Όπως έμαθε αργότερα είχαν σκοτώσει τους ιδιοκτήτες, το σπίτι μετατράπηκε σε νοσοκομείο. Εκεί παρέμεινε 6 μέρες, μέχρι που τον εξέτασε και ένας ανώτερος στρατιωτικός γιατρός, που για καλή τύχη του Αναστάς ήταν φίλος του Νισάν εφέντη. Την έκτη μέρα ο γιατρό του έδωσε άδεια να πάει στους γονείς του, μάλλον επειδή ο μεγάλος αδελφός του ήταν στον πόλεμο στο Σιβάζ, όπως και λίγο αργότερα έστειλαν και τον μικρό αδελφό του. 24 Απριλίου 1915 ξεκινούσε η άδεια του Αναστάς για 45 μέρες. Φεύγοντας από τη φυλακή, με άμαξα ενός Έλληνα ταξιδέψαν για Σαμψούντα. Ο Αναστάς έμεινε στην Σαμψούντα για να δει τον γαμπρό του το Γιάνκο Αμπατζή, πλήρωσε μία χρυσή λίρα τον αγωγιάτη που ήταν Μπάφραλης και λέγονταν Κιουρτζή Χιλμιτζεγης. Μία βραδιά έμεινε στον γαμπρό του και την άλλη μέρα πήρε το δρόμο για το χωριό του. Μόλις πέρασε από το καφενείο του Κουρού παλίτ βλέπει από μακριά από την παραλία να έρχεται μία γυναίκα με το άλογο της. Όταν συναντήθηκαν οι δύο άμαξες είδε πως η γυναίκα αυτή ήταν η σύζυγος του. Κατέβηκε από την άμαξα και αφού αγκαλιαστήκαν ξεκίνησαν για το Ντερέκιοϊ. Όταν έφτασαν στο χωριό η θεία του η Κερεκεία Σαλμανκιζή με τα γιατροσόφια της τον έκανε καλά. Ένα μήνα έμεινε στο σπίτι κατάκοιτος. Μετά με τον φίλο και σύντροφο του Στυλιανό Γεωργιάδη ανταμώθηκαν κρυφά και αποφάσισαν να φύγουν στα βουνά. Γύριζαν μήνες μαζί με άλλους κλέφτες που αντάμωσαν πάνω στα βουνά. Ο Λευτέρ Σαβρόγλου και ο Αντώνης από την παρέα μου αποφάσισαν να φύγουν για την Τραπεζούντα, που βρίσκονταν στα χέρια των Ρώσων. Μετά από λίγες μέρες ο Βασίλ-Ουστά και ο Αντώνης πήρανε πολεμοφόδια από ένα Ρωσικό θωρηκτό και τα έκρυψαν σε ένα δάσος κοντά στο Κουμτζουάζ. Αφού τα έκρυψαν καλά πήγαν στο χωριό Κερτμέ, έμειναν μία βραδυά και την άλλη μέρα έζεψαν ζώα πήγαν στο δάσος για να πάρουν τα πολεμοφόδια. Όταν επέστρεφαν στο Κερτμέ τους αντιλήφθηκε ο τουρκικός στρατός και ξεκίνησε πόλεμος μεταξύ τους. Τελικά κατάφεραν να σώσουν τα πολεμοφόδια, τα πήγαν στο χωριό Κατατούζ, όπου μαζεύτηκαν όλοι οι αντάρτες της περιοχής και τα μοιράστηκαν. Τρείς ώρες πολεμούσαν ο Βασίλ Ουστάς και ο Αντώνης τους Τούρκους. Δύο αξιωματικοί με πολλούς στρατιώτες κατάφεραν να τους περικυκλώσουν και ήταν έτοιμοι να τους σκοτώσουν όταν η γυναίκα του Βασίλ Ουστά που ήταν έξω από το σπίτι της, μόλις είδε πως θα χάσει τον άνδρα της, πήρε ένα όπλο και σκότωσε τους δύο αξιωματικούς. Μαζί με τον άνδρα της έφυγαν για να συναντήσουν τους υπόλοιπους αντάρτες στα βουνά. Οι Τούρκοι επειδή δεν μπορούσαν να βρουν τους αντάρτες άρχισαν να μαζεύουν από τα χωριά Καρακόζ, Πιτλί Κελίκ, Γιαρίμτζα, Σεπετλί, Κουρου Κογκτζέ, Ζιρθίς Ουσαλί. Σιμιονλάρ, Καρεστζελέρ τους ανθρώπους, έκαψαν τα σπίτια τους και τους οδήγησαν στην εξορία. <br />Οι αντάρτικες δυνάμεις στην περιοχή ενισχύονταν πλέον από όλο και περισσότερους άνδρες που ήθελαν με αυτό τον τρόπο να αντισταθούν στις θηριωδίες των Τούρκων. Σχεδόν καθημερινά οι αντάρτες πραγματοποιούσαν επιθέσεις σε αστυνομικά τμήματα περισσότερο για εκφοβισμό των ανδρών της χωροφυλακής.<br />Ένα από αυτά τα επεισόδια που τα περιγράφει με γλαφυρό τρόπο είναι αυτό της ληστείας μίας ταχυδρομικής άμαξας, που συνοδεύονταν από δύο χωροφύλακες. Χωρίς να πειράξουν τον αμαξά, σκότωσαν τους δύο χωροφύλακες πήραν τα όπλα του και τις δύο ταχυδρομικές σακούλες και έφυγαν για το Κουρουκογκτζέ. Όταν άνοιξαν τους σάκους δεν ήξεραν τι είχαν μπροστά τους. Δεν γνώριζαν πως αυτά τα χαρτιά ήταν τα καινούργια χρήματα που είχε βγάλει η τουρκική κυβέρνηση και τα πυροβολούσαν για να περάσει η ώρα του. Σκέφτηκαν να κατέβουν στο χωριό τους και έξω από κάθε πόρτα κολλούσαν και από ένα χαρτί. Ο πρόεδρος του χωριού, Αντώνογλου Σάββας έλειπε στην Σαμψούντα, όπου άκουσε πως αντάρτες πήραν τα χρήματα του ταχυδρομείου. Κατάλαβε αμέσως πως ήταν αντάρτες από το χωριό, επέστρεψε αμέσως πίσω για να προλάβει το κακό από τους εξαγριωμένους Τούρκους χωροφύλακες. Πριν προλάβουν να μπουν οι χωροφύλακες στο χωριό έβαλε την γυναίκα του και μάζεψε όλα τα χαρτονομίσματα που ήταν κολλημένα στις πόρτες των σπιτιών. Όταν μπήκε στο χωριό με μία μεγάλη ομάδα χωροφυλάκων ο εκατόνταρχος Κόρογλου Νουρί πήγαν απευθείας στο σπίτι του προέδρου. Οι αντάρτες που λήστεψαν την ταχυδρομική άμαξα ήταν όλοι από το χωριό, ο Ντελί Αντών Κιβράχ, ο Λευτέρ Κουλπάρ, ο Λευτέρ αταλί Κιράνο, ο Πανίκας και ο αδελφός του Θόδωρης και ο Ελμαλικιολού Θωδόρ. Ο πρόεδρος δεν τους πρόδωσε, οι χωροφύλακες έμειναν για 4 μέρες στην περιοχή του χωριού ψάχνοντας τους αντάρτες έφυγαν όμως άπραγοι στο Βαρελτζιλέρ. Αυτό το γεγονός μαζί με άλλα έγιναν μέσα στο 1916. <br />Στις 5 Ιανουαρίου 1917 ο τουρκικό στρατός περικύκλωσε τους αντάρτες στο Κελεμέρταγί. Την προηγούμενη βραδυά ο Σαγίρογλου Γεώργιος πήγε νύχτα σε χωριά τουρκικά και έφερε μαζί του 8 ζώα. Τότε ο Αναστάς Ιωαννίδης, ο Στυλιανός Γεωργιάδης και ο Στέφανος Σεμερτζίδης αποφάσισαν να πάνε στο Χατζή Γιουσούφ ντερεσί,όπου βρίσκονταν η ανταρτική ομάδα του Δημοσθένη Παπαδόπουλου με 15 άνδρες και γυναικόπαιδα και να τους πουν να έρθουν στις καλύβες τους να πάρουν ένα ζώο για να φάνε. Στο δρόμο συνάντησαν μία καταδιωκτική ομάδα στρατιωτών και άρχισε η μάχη. Σκοτώθηκαν 4 στρατιώτες και όπως οπισθοχωρούσαν οι στρατιώτες βρήκαν ευκαιρία και έφυγαν και οι αντάρτες. Από το Καγιά κουνελί μία διμοιρία στρατιωτών αντάμωσε την ομάδα των ανταρτών του Αναστάς Ιωαννίδη, Γεώργιου Σεμερτζίδη, Στυλιανου και Σάββα Γεωργιάδη, στην μάχη που ακολούθησε σκοτώθηκαν όλοι οι στρατιώτες. Το βράδυ μαζεύτηκαν, πήραν την απόφαση να φύγουν από το βουνό, διότι δεν θα μπορούσαν να αντικρούσουν τόσους πολλούς στρατιώτες. Επίσης επειδή είχαν μαζί τους και γυναικόπαιδα δεν μπορούσαν να τους αφήσουν να σκοτωθούν άδικα. Έτσι αποφάσισαν να φύγουν το βράδυ ανάμεσα στις φωτιές που είχαν ανάψει οι στρατιώτες για να ζεσταθούν. Είχε πολύ κρύο και το χιόνι είχε φτάσει στους 5 πόντους. Σιγά-σιγά ένας-ένας, δύο-δύο κατάφεραν να ξεγλιστρήσουν ανάμεσα στον εχθρό. Στις 5 το πρωί κατάφεραν να φτάσουν στο Κεστανέ Σαϊβασί, όπου έμειναν δύο μέρες μέχρι να έρθει και ο αρχηγός τους Απανόζ Αντώνης. Ο κουνιάδος του δεν επέστρεψε μαζί του, όπως έμαθαν αργότερα έγινε προδότης και οδηγούσε τους Τούρκους κατά πόδι των ανταρτών διότι ήξερε τα λημέρια τους. Μέχρι τις 10 Ιανουαρίου άλλαζαν συνεχώς μέρη για να αποφεύγουν τους τούρκους στρατιώτες. Οι στρατιώτες φεύγοντας από το χωριό του Αναστάς το έκαψαν για να μην έχουν οι αντάρτες εφόδια με εντολή του ταγματάρχη που ηγούνταν της στρατιωτικής δύναμης. Όταν έφυγαν οι στρατιώτες μετά 15 μέρες οι αντάρτες πήγαν στο χωριό Εγριπέλ και έμειναν εκεί μέχρι τις 27 Ιανουαρίου. Μετά από 2 μέρες πήγαμε έξω από τα χωριό σε μία πλαγιά είχε μία μεγάλη πέτρα όπου παλιά υπήρχε μία εκκλησία της Παναγίας. Το μέρος αυτό ονομάζονταν Χασάν γιαλέ. Δύο μέρες έμειναν μόνο διότι τους κυνήγησαν ξανά ο τουρκικός στρατός, αναγκάστηκαν να φύγουν προς το χωριό Ερικλί, όπου και έμειναν για το βράδυ. Το πρωί πήγαν στα καλύβια των ανταρτών του Ασλάν Νταμί στο βουνό Καπαφιντίχ. <br />Στο βουνό Καπά Φιντίχ κοντά στο χωριο Ασλάν νταμί ο τουρκικός στρατός περικυκλώνει τους αντάρτες. Δεν πρόλαβαν να ειδοποιηθούν, παρ’ όλα αυτά αντιστάθηκαν. Ο Αναστάς Ιωαννίδης τραυματίζετε άσχημα στο πρόσωπο, στο στήθος στα χέρια και στα πόδια. Κατάφερε και σύρθηκε μέχρι τους συντρόφους του που πολεμούσαν με πείσμα του επιτιθέμενους στρατιώτες. Ο Ιωάννης Μιχαηλίδης ή Τζερκέζ Γιάκνος του έδωσε ένα ρώσικο όπλο να πολεμήσει δίπλα τους. 12 αντάρτες αντιστέκονταν στις συνεχείς επιθέσεις 800 Τούρκων στρατιωτών. Η μάχη διήρκησε μέρες και κανείς δεν μπορούσε να πει με σιγουριά ποιος θα ήταν τελικά ο νικητής. Μία νύχτα τους πλησίασε ο παπάς του χωριού Ερεκλί που κατάφερε να ξεφύγει από τον κλοιό των Τούρκων στρατιωτών. Την επόμενη μέρα άκουσαν την σάλπιγγα να παιανίζει και νόμιζαν πως θα τους επιτεθούν. Τελικά το πρωί οι Τούρκοι είχαν φύγει. Μάζεψαν τα όπλα από τους σκοτωμένους χωροφύλακες, 17 στο σύνολο, τα παγούρια τους, τα ρούχα τους και βγήκαν στο δρόμο για το χωριό Κελ ουσαγί, όπου έφτασαν ξημερώματα, το βρήκαν καμένο εκτός από το σπίτι του παπά που δεν κάηκε. <br />Στα βουνά της περιφέρειας τους παρέμειναν για 15 μέρες στην περιφέρεια τους, όταν κάποια στιγμή ήρθε στο λημέρι τους ένα γράμμα από τον Φερίκ Μπέη που ζητούσε συνάντηση στο χωριό Εγριπέλ. Την συνάντηση την προκάλεσε για να επιπλήξει τους αντάρτες που δεν φέρθηκαν με σεβασμό στου νεκρούς στρατιώτες. Αφού δόθηκαν οι απαραίτητες εξηγήσεις ο καθένας έφυγε για τα μέρη του. Ανεβαίνοντας στο λημέρι τους είδαν από μακριά να τους πλησιάζει ένα Τούρκος αξιωματικός ο Ασλάν μπέη, που τους τροφοδοτούσε με πολεμοφόδια έναντι αδρής αμοιβής. Αυτός όπως έμαθαν αργότερα ήταν Έλληνας Κουρτζής. Στην λογομαχία που είχαν με το αρχηγό μας τον Αμπανόζ όταν ο τελευταίος τον απείλησε να τον σκοτώσει επειδή ήταν Τούρκος αυτός κατέβασε τα παντελόνια του για να δείξει πως δεν είχε κάνει σουνέτ άρα ήτα χριστιανός. Ήταν μαζί με τον Φερίκ μπέη στην μάχη του Καπα φιντίχ. Όπως τους εξήγησε αυτός ήταν η αιτία να παιανίσει η σάλπιγγα οπισθοχώρηση. Πως έγινε αυτό; Έπεισε τον Φερίκ μπέη πως αυτόν που έβλεπε μέσα στη νύχτα καβάλα σε ένα άσπρο άλογο και πήγαινε μια εδώ και μία εκεί ήταν ο Άγιος Γεώργιος που προστάτευε τους Έλληνες αντάρτες. Δύο μέρες από την συνάντηση μας με το Ασλάν μπέη μάθαμε πως κατάφερε να φύγει από την Τουρκία. <br />Αυτά τα δύο περιστατικά που περιγράφει με γλαφυρότητα ο Αναστάς είναι ενδεικτικά της κατάστασης που επικρατούσε στα χωριά του Πόντου. <br />Οι σύντροφοι του Αναστάς επειδή δεν μπορούσε να τους ακολουθήσει του έκαναν ένα γιατάκι στον τσεσμέ του Σεμερτζιλέρ για να αναυπαθεί αυτός και η γυναίκα του. Ο στρατός συνέχιζε τις θηριωδίες του στα χωριά, οπότε αναγκάζετε να μείνει μόνο δύο μέρες, έφυγε για το χωριό Καγιά κουνεγί στο βουνό Κελεμέρ νταγί για μεγαλύτερη ασφάλεια. Από εκεί έφυγαν στο χωριό Κουρκέν πουναρί και στα λημέρια του Ζαβρόγλου Γιώργη. Το βράδυ της ίδιας μέρας έφτασε στο χωριό Εγριπέλ όπου συνάντησε τους συντρόφους του αντάρτες. Την άλλη μέρα έφυγαν για το μέρος της Παναγιάς στο Χασάν καλέ. Κάθησαν πολλές μέρες μέχρι περίπου τις 17 Μαρτίου όταν και κατέβηκαν στα βουνά του χωριού Ταφλάνκιοι. Εκεί οι αντάρτες του χωριού Κιζίλκιοϊ συνέλαβαν έναν άνδρα που δεν τους έλεγε ποιος ήταν και απαιτούσε να τον πάνε σε ανώτερο τους. Όταν τον παρουσίασαν στον Αμπανόζ αγά φανέρωσε την ταυτότητα του. Ονομάζονταν Πέτρος Απεσλής από την Τραπεζούντα και ήρθε να καθίσει κάποιες μέρες κοντά στους αντάρτες. Τελικά έμεινε ένα μήνα κοντά τους και πάντα συζητούσαν κρυφά οι δύο τους. Μια μέρα λέει στους συγκεντρωμένους αντάρτες πως έρχεται ένα ρωσικό θωρηκτό για να παραλάβει όσους ήθελαν να φύγουν στην Ρωσία. Αμέσως πήρε τον λόγο ο Αμπανόζ αγά και απευθυνόμενος στα παλληκάρια τους είπε πως καλό είναι να φύγει μαζί με την γυναίκα του που ήταν άρρωστη και τον κουμπάρο του τον Αναστάς που ήταν πληγωμένος. Τους υποσχέθηκε πως θα γυρίσει με πολεμοφόδια και πως μία μεγάλη δύναμη, η Ρωσία θα έρθει να απελευθερώσει την Σαμψούντα. Πόθοι και καημοί εκατοντάδων χρόνων για τους ταλαίπωρους ραγιάδες. <br />Στις 10 Απριλίου κατέβηκαν από το βουνό πέρασαν από το χωριό Κιζίλκιοι, μετά από το Βαγί κελίκ μέχρι που αντίκρισαν την θάλασσα, όπου είδαν ένα θωρηκτό να βομβαρδίζει τα παράλια. Με συνθηματικά που τους έδειξε ο Πέτρος Απεσλής το θωρηκτό σταμάτησε για να τους παραλάβει με μία βάρκα. Όταν ανέβηκαν στο πλοίο και αφού του καλωσόρισαν εγκάρδια οι Ρώσοι αξιωματικοί και ναύτες το θωρηκτό συνέχισε την πορεία του προς την Σαμψούντα. Όταν έφτασε στο λιμάνι της άρχισε με τα πυροβόλα του να βομβαρδίζει την πόλη. Μετά από τρείς ώρες έφτασαν στην Τραπεζούντα όπου και αποβιβάστηκαν, διότι η πόλη ήταν υπό ρωσική διοίκηση. Προσπάθησαν να βρουν ένα γιατρό για να εγχειρήσει τον Αναστάς αλλά κανείς δεν αναλάμβανε. Η γυναίκα του Αμπανόζ αγά αντίθετα σε 5 μέρες έγινε καλά. <br />Οι εξελίξεις στη Ρωσία, επανάσταση εναντίον του Τσάρου, δεν ήταν ευνοϊκές για την κατοχή του Πόντου από τις ρωσικές δυνάμεις. Ο ρωσικός στρατός θα έπρεπε να υποχωρήσει. Στις 5 Μαίου 1917 έφυγαν με τα πλοία για το Νοβοροσίνσκι της Ρωσίας. Στην Κριμαία ξεκίνησε μία νέα περιπέτεια μέχρι να βρει γνωστούς φίλους και συγγενείς και έναν γιατρό για να τον θεραπεύσει. Στο σταθμό του Κρίμσκι(Κριμαία) είχε ένα καφενείο, ιδιοκτήτης του ήταν Σαμψουνταίος. Όταν τον είδε με την πολεμική φορεσιά τον Αναστάς προσπάθησε να τον βοηθήσει. Συνάντησε πολλούς Πόντιους από την πατρίδα, κανείς δεν μπορούσε να τον βοηθήσει να βρει γιατρό. Τελικά μετά από περιπέτειες και επισκέψεις σε διάφορους γιατρούς που δεν αναλάμβαναν να τον εγχειρήσουν βρήκε στο Κατερίνογκραντ γιατρειά με την βοήθεια ενός Πόντιου Σαμψουνταίου του Καραβάζ. Αυτός έκανε έρανο μεταξύ των Ελλήνων, μάζεψε ένα σεβαστό ποσό και τον πήγε σε γιατρό πάλι Σαμψουνταίο για να τον εγχειρήσει. Η ανάρρωση του έγινε στο Χοστοχάι, παρόλο που είχε συγγενείς στο Σοχούμ, αδέλφια του πατέρα του. Σκέφτηκε πως ήταν πολύ μακριά για να ταξιδέψει μέχρι εκεί. Προτίμησε να μείνει στο Χοστοχάι να αναρρώσει και να βρει τρόπο να επιστρέψει στην πατρίδα του. <br />Στις 1 Ιουλίου κατέβηκε στο Νοβοροσίσκι πήγε στην κοινότητα και ετοίμασε τα χαρτιά του για να επιστρέψει στην Σαμψούντα. Όταν τα ετοίμασε νοίκιασε μαζί με άλλους 45 πατριώτες ένα μοτόρ και σε δύο μέρες στις 14 Ιουλίου έφτασε στο λιμάνι της Σαμψούντας. Ο Ρεΐσης του Λιμανιού απαγόρεψε στο μοτόρ να πιάσει λιμάνι, διότι είχαν εντολή να μην αφήνουν να αποβιβάζονται από λιμάνια της Ρωσίας λόγω ασθένειας που υπήρχε, πιθανόν πανώλης. Ανάγκασαν τον καπετάνιο με την απειλή όπλων να τους αποβιβάσει στην παραλία κοντά στο Ντερεκιοϊ. Τελειωμό δεν έχουν τα βάσανά τους. Στο δρόμο τους συνάντησαν χωροφύλακες που νόμιζαν πως ήταν Λαζοί αντάρτες και τους πυροβόλησαν. Για καλή τους τύχη εκεί κοντά ήταν η ομάδα του Λευτέρ Κουλπαρ που τους έσωσε. Στις 15 Ιουλίου κατάφερε επιτέλους να επιστρέψει στο χωριό του και να σταθεί μπροστά στην πόρτα του σπιτιού του και να αγκαλιάσει την γριά μητέρα του. <br />Ο Αναστάς με τον Αμπανόζ και τον Στυλιανό Γεωργιάδη και άλλους έκαναν μία παρέα αντάρτικη. Ο Αναστάς ήθελε όμως να γνωρίσει τον Αναστάς αγά, ήταν ο επικεφαλής της περιοχής, ο οποίος δεν είχε καλές σχέσεις με τον Αμπανόζ. Μετά από συζήτηση σε πολύ καλο κλίμα, ο Αναστάς Ιωαννίδης αποφάσισε να παραμείνει στην ομάδα με τον Αντύπα, τον Αμπανόζ και τον Λευτέρ ουστά. Αυτή η αντάρτικη ομάδα την πρώτη επίθεση της την πραγματοποίησε εναντίον του αστυνομικού τμήματος στο χωριό Κουρού πελίτ στις 10 Αυγούστου 1918. Την άλλη μέρα ο Λευτέρ ουστά ο Αντύπας και ο Αμπανόζ στέλνουν τον Αναστάς που πήρε μαζί του και τον Στυλιανό Γεωργιάδη στην μητρόπολη για να ζητήσουν λίρες για να αγοράσουν πολεμοφόδια. Ο μητροπολίτης τους δέχτηκε συγκάλεσε έκτακτο συμβούλιο και αποφάσισαν πως μπορούν να δώσουν μόνο χίλιες λίρες. Πήραν τις λίρες και επέστρεψαν στο Τεπετζίκ. Αργά το βράδυ ήρθε στο χωριό ο Γιουβάν τσιαούς Χίντζογλου και μας έφερε τον Ιπποκράτ γιό του γιατρού Δανιήλ, τον είχε φυγαδέψει από την φυλακή της Μπάφρας και έπρεπε κάπου να κρυφτεί. Ο Ιπποκράτ έμεινε κοντά τους ένα μήνα. Αυτό το διάστημα του εξασφάλισε πολεμοφόδια και μετά έφυγε στο χωριό του. <br />Στις 1 Νοεμβρίου 1918 σκοτώθηκε ο Λευτέρ ουστάς-Κουλπάρ. Όλες οι ενδείξεις έδειχναν πως σκοτώθηκε από ανθρώπους του Αναστάς αγά.<br />Έτσι ξεκίνησε ένας εμφύλιος πόλεμος μεταξύ των μικρών αντάρτικων ομάδων, σκοτώθηκε ο Αναστάς αγά και πολλοί αντάρτες άδικα. Τελικά σε όλη την παραλιακή ζώνη αρχηγός όλων των ανταρτών έγινε ο Αμπανόζ Γιώργης. Αντίθετα στην ενδοχώρα σε κάθε χωριό υπήρχε και ένα αρχηγός. Η μεγαλύτερη ανταρτική ομάδα ήταν αυτή με αρχηγούς τουςς Μπαλγιράν Ηλία και Στυλιανού Γεωργιάδη. Πολεμούσαν τους Τούρκους και την πρώτη μάχη την έδωσαν στην παραλία με το στρατό που περνούσε προερχόμενοι από την Μπάφρα. Σκότωσαν 30 στρατιώτες, πήραν τα όπλα τους και αποσύρθηκαν στα βουνά. Από τους αντάρτες 8 πληγώθηκαν. <br />Όταν καθάρισε η κατάσταση μεταξύ των ανταρτικών ομάδων οι επιθέσεις εναντίον του τουρκικού στρατού και σε κτίρια της χωροφυλακής μέσα στα χωριά ήταν καθημερινές. Στις ελεύθερες ώρες τους στα γλέντια τους εκτός από τα κλασικά τραγούδια είχαν συνθέσει και αντάρτικα τραγούδια «του πολέμου» όπως τα ονομάζει ο ίδιος ο Αναστάς Ιωαννίδης. Χαρακτηριστικό αυτών των τραγουδιών ήταν, όπως διαπίστωσα από την αφήγηση του, πως τραγουδιόνταν στην τουρκική γλώσσα. <br />Μετά από λίγους μήνες έφτασαν στην Σαμψούντα οι Άγγλοι με πολύ στρατό για να προστατεύσουν τις μειονότητες όπως έλεγαν. Τους είχε ήδη ειδοποιήσει και η μητρόπολη Αμάσεια για αυτό το γεγονός. Ορισμένοι αντάρτες άρχισαν να σκέφτονται πως καλό θα ήταν να κάνουν κάποιες οικονομίες από τα χρήματα που κέρδιζαν από τον πόλεμο και να περάσουν στη Ρωσία. Οι Άγγλοι μέσα στην Σαμψούντα είχαν αφήσει την τουρκική χωροφυλακή ανέπαφη για την επιτήρηση της τάξης. Σε μία από τις αψιμαχίες μεταξύ ανταρτών και χωροφυλακής σκοτώθηκε και ο Αναστάς αγά. Μάλλον από προδοσία έγινε όλο το θανατικό. Ο αλληλοσπαραγμός των ανταρτικών ομάδων συνεχίστηκε. <br />Οι Άγγλοι λίγο πριν έρθει ο Κεμάλ στη Σαμψούντα έφυγαν και άφησαν το πεδίο ελεύθερο για τον ίδιο και τις ομάδες του. Οργάνωσε καλά τον στρατό του και ξεκίνησε ένα νέος πόλεμος με τις ελληνοχριστιανικές αντάρτικες ομάδες. Ο Τεμίρ Αλή μπέη έφτασε στην Σαμψούντα με 2.000 στρατιώτες. Γυρνούσε από χωριό σε χωριό και ζητούσε από τους κατοίκους να πάψουν να βοηθάνε τους αντάρτες και οι τελευταίοι να παραδοθούν αμέσως. Μέσω των παπάδων έστελνε μηνύματα στους αντάρτες και ειδικά στον Αμπανόζ Γιώργη να παραδοθεί. Έτσι ξεκίνησε ένας δεύτερος γύρος πολέμου, σκληρός και πολύ φονικός όχι μόνο μεταξύ αυτών που πολεμούσαν. Τα θύματα ήταν και μεταξύ των αμάχων τόσα πολλά που δεν φτάνουν λίγες σελίδες για να την αποτυπώσουν. <br />Στον δύσβατο ορεινό όγκο μεταξύ της Μπάφρας και της Σαμψούντας διεξήχθησαν μερικές από τις πιο φονικές μάχες μεταξύ ανταρτών και τουρκικού στρατού. Τα γεγονότα στην περίοδο 1919-22 είναι πολλά και τα παρουσιάζει με λεπτομέρειες ο Αναστάς. Μέσα από τις σελίδες του προσωπικού του αρχείου ξεδιπλώνετε μπροστά στα μάτια μας ο ηρωισμός ανθρώπων αγράμματων μεν αλλά με ψυχή και θέληση να πολεμήσουν για την ελευθερία τους. <br />Η σφαγή της Μπάφρας στις 1/6/1921 ήταν καθοριστική για την στάση που θα ακολουθούσαν. Σε μία σύσκεψη όλων των αντάρτικων δυνάμεων αποφάσισαν να προστατέψουν τα γυναικόπαιδα που προσπαθούσαν αλαφιασμένα να φτάσουν στην Σαμψούντα και να φύγουν με τα πλοία στην Ελλάδα. Ο τουρκικός στρατός παρεμπόδιζε την είσοδο τους στην πόλη με αποτέλεσμα να γυρίζουν στα βουνά, χωρίς τρόφιμα και νερό τρώγοντας άγρια χόρτα και πίνοντας νερό από λασπόνερα. Περίπου 4 μήνες τριγύριζαν στα βουνά ώσπου κατάφεραν μετά από συμφωνία με τούρκους αξιωματούχους να επιτρέψουν στα γυναικόπαιδα να επιβιβαστούν στα πλοία για την Ελλάδα από τη Σαμψούντα. Όλο το 1921 όπως μας περιγράφει αναλυτικά γίνονται από τους Τούρκους πορείες εξορίας. Από την Σαμψούντα 475 άτομα δεν επέστρεψαν ποτέ μετά από πορεία εξορίας. Το ίδιο συνέβη όταν τον μητροπολίτη Ζήλων Ευθύμιο και 13 παπάδες σε πορεία εξορίας μέσω της Αμάσειας.<br />Οι αντάρτες που έμειναν πίσω ήταν περίπου 225, έκαναν συμφωνία με κάποιο Αλή Ρεΐς να τους μεταφέρει με το μοτόρ του(πλοίο) στην Στη Σοβιετική Ένωση. Έτσι μετά από σκληρές διαπραγματεύσεις κατάφεραν να περάσουν στις 17/12/1922, πληρώνοντας παγκανότια.<br />Στη Σοβιετική Ένωση έμειναν μέχρι τις 2/1/1923, μέρα που κατάφερε να εκδώσει ελληνικό διαβατήριο στο Σοχούμ. Όλο αυτό το διάστημα για να επιβιώσει δουλεύει στα καπνά και σε διάφορες δουλειές του ποδαριού για να εξοικονομήσει χρήματα για την έκδοση του διαβατηρίου, το οποίο εκδόθηκε από το περσικό προξενείο. <br />Η παραμονή τους στην Στη Σοβιετική Ένωση δεν ήταν πολύ καλή όπως μας την περιγράφει. Καθημερινά έπρεπε να δίνουν το παρόν στην αστυνομία. Όλοι οι αντάρτες θεωρούνταν ύποπτοι και ανακρίνονταν για τις προθέσεις τους. Οι επίσημες αρχές δεν πίστευαν πως ήθελαν να φύγουν στην Ελλάδα, αλλά πως ήρθαν στη Ρωσία για σαμποτάζ. Παρά τις δύσκολες αυτές συνθήκες κατάφερναν να συναντιούνται μυστικά και να καταστρώνουν το σχέδιο αναχώρησης τους για την πατρίδα. Τελικά κατάφεραν να συνεννοηθούν με ένα καπετάνιο που είχε έρθει να φορτώσει σιτηρά από το Νοβοροσίνσκι για τον Πειραιά. Στις 26 Δεκεμβρίου με απόλυτη μυστικότητα επιβιβάστηκαν στο καράβι και αναχώρησαν για την πατρίδα. Το πλοίο ήταν φορτωμένο με 60.000 μπουτ σιτάρ και ανάμεσα στα αμπάρια κρυμμένοι ο Αναστάς και οι φίλοι του. Όταν έφτασαν στην Κωνσταντινούπολη το καράβι έμεινε 2 μέρες και μετά αναχώρησε για τον Πειραιά. Όταν αποβιβάστηκαν τους οδήγησαν σε ένα στρατώνα από όπου τους ειδοποίησαν πως θα τους μετέφεραν στην Κρήτη. Όλοι μαζί αντέδρασαν διότι οι περισσότεροι είχαν συγγενείς στη Δράμα και στην Καβάλα. Ο Αναστάς δεν ξεκαθαρίζει αν στο καράβι ήταν τελικά και οι 650 αντάρτες που είχαν μυστικά αποφασίσει να φύγουν παράνομα στην Ελλάδα. Από το γεγονός όμως πως τους είχαν σε στρατώνα σημαίνει πως τελικά κατάφεραν να επιβιβαστούν όλοι όσοι είχαν συμφωνήσει να φύγουν με κάθε τρόπο από την Σοβιετική Ένωση.<br />Προσπάθησα να περιγράψω συνοπτικά την πορεία ενός ανθρώπου από τα παιδικά του χρόνια μέχρι την εγκατάσταση του στη Δράμα, όπου βρίσκονταν η οικογένεια του. Σε ορισμένες περιπτώσεις χρησιμοποίησα λεπτομέρειες από το βιβλίο του. Στις περισσότερες ακολούθησα την χρονολογική σειρά των γεγονότων όπως την παραθέτει ο ίδιος δίχως να αναφερθώ σε λεπτομέρειες από τις συγκρούσεις, τις σφαγές, τις πορείες εξορίας, γεγονότα που είναι συγκλονιστικά και έχουν μεγάλο ενδιαφέρον λόγω της λεπτομερής αφήγησης του.Γκαγκαβούζης-Gagavouzishttp://www.blogger.com/profile/08268729413849882556noreply@blogger.com0tag:blogger.com,1999:blog-2738998458635353243.post-10267024465194570542011-04-03T22:57:00.000-07:002011-04-03T22:59:41.254-07:00Ημερα μνημης των διωγμων στην Ανατολικη ΘρακηΑγαπητοί Φίλοι και φίλες<br />Θρακιώτες και Θρακιώτισσες<br />Πριν από 3 χρόνια καθιερώθηκε από την πανελλήνια ομοσπονδία θρακικών σωματείων η 6 Απριλίου ως ημέρα μνήμης των διωγμών που υπέστησαν οι πρόγονοι μας στην Ανατολική Θράκη την περίοδο 1914-15.<br /> Η Θράκη αποτέλεσε για χιλιάδες χρόνια ένα ενιαίο χώρο, μέσα στον οποίο συμβίωναν διαφορετικοί πολιτισμοί, γλώσσες και θρησκείες. Λίγες μόνο δεκαετίες, ούτε καν μισός αιώνας, χρειάστηκαν για να τριχοτομηθεί και να χάσει την φυσιογνωμία της που κατά βάση χαρακτηρίζονταν για την ελληνικότητα της, όπως παραδέχονται σήμερα η πλειοψηφία των ιστορικών επιστημόνων. Προηγήθηκε λίγα χρόνια πριν το 1885, η βίαιη απόσπαση της Βόρειας Θράκης και η ένταξη της στο νεοσύστατο βουλγαρικό κράτος με τις ευλογίες των Ρώσων και πάντα στα πλαίσια του πανσλαβικού εθνικισμού. Στη συνέχεια ήρθε η σειρά της Ανατολικής Θράκης με το οργανωμένο σχέδιο των Νεότουρκων και με την καθοδήγηση των Γερμανών. Μάλιστα αυτή η ανατροπή συνδυάστηκε με βία, από καθεστώτα που δεν γεννήθηκαν μέσα από δημοκρατικές-επαναστατικές διαδικασίες, αλλά μέσα από τη βία εναντίον ανθρώπων.<br /> Ουσιαστικά οι διεργασίες για την απομάκρυνση του ελληνικού πληθυσμού προσδιορίζονται ήδη από το 1903-4 και εντάθηκαν στα μέσα του 1913 όταν ο στυγνός βουλγαρικός ζυγός αντικαταστάθηκε στη συνέχεια από τις τουρκικές θηριωδίες. Είναι η περίοδος του Α΄βαλκανικού πολέμου και η κατάληψη της Ανατολικής Θράκης από τον βουλγαρικό στρατό. Ο βουλγαροτουρκικός ανταγωνισμός, είχε κύριο στόχο την εξόντωση του ελ¬ληνικού στοιχείου, που υπερτερούσε πληθυσμιακά, διότι αποτελούσε το "αγκάθι" για την εδραίωση της βουλγαρικής ή της τουρκικής κυριαρχί¬ας. Ουσιαστικά προετοίμαζαν το κλίμα για την πλήρη φυσική εξόντωση των Ανατολικοθρακών που ολοκληρώθηκε με απόλυτη ακρίβεια το 1922. Όπως και στη Μ. Ασία λίγο αργότερα έτσι και στην Ανατολική Θράκη οι διωγμοί και η έξοδος των Ελλήνων δεν υπήρξαν απλά και μόνο το επιστέγασμα μιας μαζικής και συλλογικής απόφασης προς απλή διεκπεραίωση. Συντε¬λέστηκαν υπό τη μορφή της φυσικής εξόντωσης χωρίς να συνυπο¬λογιστεί ο τύπος των εκτοπισμών, οι συνθήκες διαβί¬ωσης του ελληνικού στοιχείου στα βάθη της Ανατολίας καθώς και ο αριθ¬μός αυτών που επέζησαν. Οι συνθήκες, κάτω από τις οποίες διώχτηκαν οι ελληνικοί πληθυσμοί από τους Νεότουρκους, από την ενδοχώρα προς τα παραθαλάσσια αστικά κέντρα της Προποντίδας και του Εύξεινου Πόντου και από εκεί προωθούνταν με ατμόπλοια στα ελληνικά λιμάνια, υπήρξαν σκληρές και απάνθρωπες. Συντελούνταν μέσα σε κλίμα φόβου, πανι¬κού, τρομοκρατίας, διαρκών βιαιοπραγιών και δολοφονικών ενεργειών. Δεν περνούσε μέρα που να μην καταγράφονταν αθώα θύματα, τα οποία συμπλήρωναν τον ατέλειωτο κατάλογο των παθόντων και ολοκλήρωναν την εικόνα της τραγωδίας. Το σκηνικό αυτό εγκαινιάστηκε αρχικά κατά τη διάρκεια της βουλγαρικής κυριαρχίας και συνεχίστηκε με αμείωτη ένταση κατά την επανάκτηση της Ανατολικής Θράκης από τους Νεότουρ¬κους. Έτσι ο πρώτος ξεριζωμός των Ανατολικοθρακών δεν ήταν ένα ξαφνικό γεγονός. Απέναντι στην μεθοδευμένη δράση των Τούρκων και Βουλγάρων , ο ελληνικός πληθυσμός ήταν αδύναμος, ανίσχυρος, και ανοργάνωτος. Ουσιαστικά αφημένος στη μοίρα του, μια και δεν αποτελούσε προτεραιότητα της ελληνικής εξωτερικής πολι¬τικής. Παρά το γεγονός πως εκείνη την εποχή πραγματοποιούσε μια σημαντικότατη πολιτιστική ανάπτυξη, υστερούσε όμως τραγικά στο πεδίο της εθνικής οργάνωσης και της ανασύνταξης. Παρ’ όλα αυτά ήταν δεδομένη η θέληση των Ανατολικοθρακών να συμβάλλουν στην εθνική ανασυγκρότηση τους και να αντιτάξουν βία στη βία των Βουλγάρων κομιτατζήδων και των Τούρκων τσετών. Η βουλγαρική επιθετικό¬τητα και η ανάπτυξη βουλγαρικού ανταρτικού κινήματος στο χώρο της Ανατολικής Θράκης αν και δεν πήρε τις διαστάσεις της μακεδο¬νικής τραγωδίας, δεν πρέπει με κανένα τρόπο να υποβαθμιστούν και να παραγνωριστούν τόσο ως προς τις άμεσες συνέπειες τους στο ελληνικό στοιχείο όσο και ως προς τις εδαφικές διεκδικήσεις των Βουλγάρων στη Θράκη.<br />Η κατάσταση είχε επιδεινωθεί σε πο¬λύ μεγάλο βαθμό και κινδύνευε να προσλάβει ακόμη μεγαλύτερες διαστά¬σεις εάν δεν προέκυπτε μετά πο πιέσεις η επίσημη ελληνική παρέμβαση με την έλευση των Γ. Κονδύλη και Στυλ. Γόνατα ως προξένων στην Αδριανούπολη. Αυτό δεν σημαίνει πως δεν είχαν αναπτυχθεί και μέσα στην Ανατολική Θρά¬κη αξιόλογοι γηγενείς αντιστασιακοί πυρήνες. Ο ρόλος της "Πανελληνίου Οργανώσεως" (1908) και της "Οργανώσεως Κωνσταντινουπόλεως" ήταν καθοριστικός για την εθνική ανασύνταξη και την α¬νασυγκρότηση του ελληνισμού της Ανατολικής Θράκης. Υπάρχουν διά¬σπαρτα στοιχεία, τα οποία αποδεικνύουν το εύρος της ελληνικής αντίστα¬σης και αποκαλύπτουν ανάγλυφα τις γενναίες προσπάθειες, που κατέβαλ¬λαν οι πρωτεργάτες της σε κάθε χωριό και κωμόπολη του βιλαετίου Αδριανουπόλεως με σκοπό τον εξοπλισμό του ελληνικού στοιχείου.<br />Μοιραία, στην περίοδο των Νεότουρκων, ο ελληνισμός της Ανατολικής Θράκης δέχθηκε τις επιπτώσεις του εκτουρκιστικού προγράμματος που αποσκοπούσε στην εθνολογική αλλοίωση και στην α¬φομοίωση του. Αν δεν παρεμβάλλονταν οι Βαλκανικοί πόλεμοι, το έργο των Νεότουρκων θα ήταν ευκολότερο ειδικά λόγω των τρα¬γικών εσωτερικών διαμαχών που συντάραζαν τότε τις σπουδαιότερες ελ¬ληνικές κοινότητες της Ανατολικής Θράκης. Λιγοστοί ήταν εκείνοι, οι ο¬ποίοι διαισθάνονταν τα δεινά που έρχονταν και επιχειρούσαν να σωφρονί¬σουν τους συμπατριώτες τους, να τους ταρακουνήσουν. Το Σύνταγμα των Νεότουρκων είχε προκαλέσει κλίμα γενικής ευφορίας στους κόλπους του θρακικού και γενικότερα του υπόδουλου ελληνισμού που δυστυχώς υποδαυλιζόταν κατάλληλα και από το ελληνικό κράτος. Όλοι βαυκαλίζονταν με τα περιλάλητα συνθήματα της ισονομίας και της ισοπολιτείας. Αγνοούσαν ή αδυνατούσαν να προβλέψουν την εκτροπή της κατάστασης. Η απώλεια της Βόρειας Θράκης (Ανατολικής Ρουμελίας) με την ενσωμάτωση της στο βουλγαρικό κράτος (1885) και οι μετέπειτα ανθελληνικοί διωγμοί (1906), δεν φάνηκε να συγκινούν τους επίσημους ελληνικούς κύκλους ούτε όμως ν' ανασυντάσσουν ενεργά και τους ελληνικούς πληθυσμούς της Ανατο¬λικής Θράκης. <br />Τα πρώτα ισχυρά σημάδια της επιθετικής συμπεριφοράς των Νεότουρκων έναντι των Ανατολικοθρακών, έγιναν ορα¬τά μετά την περίφημη υπόθεση της ανακάλυψης των όπλων στο Ουζούν-Κιοπρού (Μακρά Γέφυρα) το 1909, γεγονός, το οποίο προκάλεσε σοβαρό διπλωματικό ζήτημα μεταξύ Τουρκίας και ελλάδας με αποτέλεσμα την ανάκληση του γενικού προξένου Αδριανούπολης Ν. Ξυδάκη. Είναι η απαρχή μιας στυγνής πολιτικής τρομοκρατίας, διαρκών βιαιοπραγιών σε βάρος των Ανατολικοθρακών. Ο εξοπλισμός των Ελλήνων της Ανατο¬λικής Θράκης κρίθηκε ως ένα πολύ σοβαρό γεγονός από την πλευρά των Νεότουρκων, που εγκυμονούσε όπως έλεγαν άμεσο κίνδυνο για την εδαφική ακεραιότητα της Τουρκίας. Θεωρούσαν πως η συγκρότηση ένοπλης ελληνικής αντίστασης ειδικά στη Θράκη αποτελούσε άμεσο κίνδυνο για την πρωτεύουσα της οθωμανικής αυτοκρατορίας, για τα τουρκικά συμφέροντα και έπρεπε με κάθε τρόπο να παταχθεί. Γι' αυτόν ακριβώς το λόγο άρχισε από τότε ν' αποκαλύπτεται ανάγλυφα σε όλο του το μεγα¬λείο το προσωπείο της νεοτουρκικής κτηνωδίας που ξεπέρασε μερικά χρόνια αργότερα κάθε προηγούμενο. Η σπουδαία πολιτισμική παρου¬σία του ελληνισμού στην Ανατολική Θράκη, η πληθυσμιακή υ¬περοχή του σύμφωνα και με τις τουρκικές στατιστικές, δικαιολογούσαν απόλυτα το περιεχόμενο του νεοτουρκικού προγράμματος.<br />Ο κύριος στόχος τους ήταν η διασφάλιση της ομοιογένειας και της αριθμητικής κυριαρχίας του μουσουλμανικού στοιχείου στο γεωγραφικό χώρο της Ανατολικής Θράκης μέσω της μεταφοράς συμπαγών μουσουλ¬μανικών πληθυσμών από τη Βοσνία, από την Ερζεγοβίνη και την ελληνική Μακεδονία. Αυτό ήταν το πρώτο στάδιο ενός μακρόπνοου και μακροπρόθεσμου τουρκικού σχεδίου με σκοπό τον εκτουρκισμό των εθνικών μειονοτήτων. Σχέδιο, το οποίο εί¬χαν από πολύ παλαιότερα οραματιστεί και ενστερνιστεί ανώτατοι κρατικοί αξιωματούχοι και σουλτάνοι χωρίς όμως να πετύχουν ποτέ την υλοποίηση του. <br />Στα πλαίσια των εδαφικών ανακατανομών που σημειώνονταν στο χώρο της οθωμανικής επικράτειας μετά το 1908, ήταν φυσικό να αντιπαρατεθούν με μεγάλη σφοδρότητα η εθνική ιδέα των Νεότουρκων έναντι της βουλγαρικής και ελληνική Μεγάλης Ιδέας. Άλλωστε είναι γνωστό ότι στο Συνέδριο των Νεότουρκων στη Θεσσαλονίκη (Σεπτέμβριος 1911) "εξητάσθη το δυνατόν της τοιαύτης η τοιαύτης βιαίας ή εθελουσίας απομακρύνσεως ολοκλήρου του ελληνικού πληθυσμού, από τα εδάφη της Τουρκίας, εφ' όσον δεν καθί¬στατο δυνατή η αφομοίωσίς του και συσσωμάτωσίς του εις το τουρκικόν σύνολον". Οι νεοτουρκικοί στόχοι υπήρξαν ξεκάθαροι και ουδείς ήταν δυνατό να τους αμφισβητήσει. Απλά δεν είχαν διαμορφωθεί ακόμη οι κατάλ¬ληλες περιστάσεις ώστε να επιβληθούν τα τετελεσμένα γεγονότα. Ωστόσο τα αλλεπάλληλα νομοσχέδια που ψηφίζονταν ήδη από το 1909 στην οθω¬μανική Βουλή περιέσφιγγαν ολοένα και περισσότερο τις εθνικές μειονό¬τητες σε όλα τα επίπεδα (κοινωνικό, εκπαιδευτικό, εκκλησιαστικό κ.λ.π. ) και ιδιαίτερα το ελληνικό στοιχείο, καταργώντας την πολιτική αυτοτέλεια του και σηματοδοτώντας τις επερχόμενες εξελίξεις. <br />Η δυνατότητα ανάπτυξης συλλογικής αντίστασης εκ μέρους των Ανατολικοθρακων χάθηκε οριστικά και αμετάκλητα μετά το 1910 με τη σιωπηρή συναίνεση του ελληνικού κρά¬τους. Το γεγονός εκείνο επηρέασε καθοριστικά το μέλλον των Ανατολικοθρακων, οι οποίοι δεν διέθεταν την αντίστοιχη πολι¬τική και εν γένει εθνική οργάνωση των Μακεδόνων. Στην κρίσι¬μη και αποφασιστική αυτή εποχή το ελληνικό στοι¬χείο της Ανατολικής Θράκης έχασε όσα ερείσματα του απέμεναν από την εθνική ανασύνταξη του τα έτη 1908-1909 και αποδιοργανώθηκε εντελώς. Η άριστη αξιοποίηση της συγκυρίας ήρθε για τους Νεότουρκους με το ξέσπασμα των Βαλκανικών πολέμων και μετά στη διάρκεια του πρώτου Παγκοσμίου πολέμου. Εκμεταλλεύτηκαν την ευκαιρία που τους δόθηκε για να ολοκληρώσουν τα σχέδια τους διώχνοντας αρχικά ένα πολύ μεγάλο μέρος των Ανατολικοθρακων από τις πατρογονικές εστίες του και αμέσως μετά να επαναλάβουν το ίδιο πεί¬ραμα και με τους Μικρασιάτες.<br />Είναι γεγονός αδιαμφισβήτητο πως οι ελληνικοί πληθυσμοί της Ανατολικής Θρά¬κης ήταν οι πρώτοι αλύτρωτοι της οθωμανικής αυτοκρατορίας που υ¬πέστησαν πολύ ενωρίτερα από Μικρασιάτες και Ποντίους τις τουρκικές διώξεις εξαιτίας των Βαλκανικών πολέμων. Τους διωγμούς και τους εκτοπισμούς των Ανατολικοθρακών πληροφορούνταν από ελληνικές εφημερίδες οι Μικρα¬σιάτες αλλά δεν φαντάζονταν ότι σε λίγο καιρό θα επεκτείνονταν και σ' εκείνους. <br />Ο πρώτος Παγκόσμιος πόλεμος επισφράγιζε και επίσημα τις πραγ-ματικές προθέσεις των Νεότουρκων έναντι των Ανατολικοθρακών. Πέτυχαν την απομάκρυνση από τις γενέτειρες τους επειδή ο ε¬κτουρκισμός τους όπως σχεδίαζαν είχε αποδειχθεί μια διαδικασία εντε¬λώς ανέφικτη. Η προσφυγή στη χρήση βίαιων μέσων (βαριά φορολογία, λεηλασία περιουσιών, καθολική στράτευση, ατιμώσεις, σφαγές, διαρπαγές της σοδειάς και εμπορικοί αποκλεισμοί) είχε προκαλέσει κλίμα τρόμου και πανικού στο Ανατολικοθρακικό στοιχείο ενώ οι δοκιμασίες του μέσα από τους αδυσώπητους διωγμούς και εκτοπισμούς ωρίμασαν τον επιθυμη¬τό σκοπό όπως αυτός υπαγορεύονταν από τους επιτελείς του γερμανικού στρατού. Οι τελευταίοι, είναι γεγονός αδιαμφισβήτητο, πως υπήρξαν οι ηθικοί αυτουργοί και οι εμπνευστές των διώξεων των Ελλήνων της Ανατολικής Θράκης και της Μ. Ασίας. Θεωρού¬σαν τους ελληνικούς πληθυσμούς ως αποσταθεροποιητικούς παράγοντες στη διεξαγωγή των πολεμικών επιχειρήσεων και ως ανασχετικές δυνάμεις στην παγίωση της εθνολογικής ομοιογένειας της Τουρκίας. Με τις σαφείς οδηγίες τους προς τους Νεότουρκους είχαν προλειάνει το έδαφος ώστε οι γηγενείς να μη σκέπτονται τίποτε άλλο παρά μόνο τη φυγή. Η εφαρμογή του σχεδίου είχε ως αφετηρία την εκκένωση της ενδοχώρας εκτός από τα μεγάλα αστικά κέντρα και τη συσσώρευση του ελληνισμού κυρίως σε παραλιακές περιοχές του Εύξει¬νου Πόντου (Μήδεια, Αγαθούπολη) και της Προποντίδας (Ραιδεστός, Καλλίπολη και άλλα μικρότερα κέντρα) έτσι ώστε η έξοδός και η μεταφορά του με ατμόπλοια στα λιμάνια του ελληνικού κράτους να είναι εύκολη και άμεση.<br />Οι συνθήκες του ξεριζωμού από τα χωριά και τις κωμοπόλεις της Ανα¬τολικής Θράκης υπήρξαν απερίγραπτες και αναλύονται λεπτομερώς μέσα από τις συγκλονιστικές περι-γραφές μητροπολιτών, προξένων και απλών κατοίκων που έζησαν τα γε¬γονότα. Ο ξεριζωμός πραγματοποιούνταν άνευ όρων. Με συνοπτικές διαδικασίες περιέρχο¬νταν οι ακίνητες περιουσίες των Ανατολικοθρακών στους μουατζήριδες. Στους ξεριζωμένους δεν επιτρεπόταν να πάρουν τίποτε μαζί τους και αρκετοί, ιδίως ηλικιωμένοι, πέθαιναν από την εξά¬ντληση, την πείνα και τις βιαιοπραγίες κατά την άθλια πορεία προς τις πα¬ραλιακές περιοχές από όπου επρόκειτο να επιβιβαστούν σε πλοία για να καταφύγουν στο ελληνικό κράτος. Καραβάνια ολόκληρα ζωντανών νεκρών κατευθύνονταν στις διόδους της Εξόδου. Σκηνές φρίκης εκτυλίχθηκαν στη διάρκεια της αποσιωπημένης και ελάχιστα μνημονευμένης από την ελληνι¬κή ιστοριογραφία, Εξόδου των Ανατολικοθρακών. <br />Τι να πρωτοϋπολογίσει κανείς; Τις αρπαγές και λεηλασίες σπιτιών και περιουσιών, τους εμπρησμούς, τις τεράστιες ζημιές σε ζώα, σε γεωργικά και βιοτεχνικά εργαλεία, το γκρέμισμα σχολικών και εκκλησιαστικών ιδρυμά¬των, τη χρεωκοπία και καταστροφή εμπορικών και βιομηχανικών επιχει¬ρήσεων; Ή τον εξευτελισμό της ανθρώπινης αξιοπρέπειας με τους μαρτυρικούς βασανισμούς, την αιχμαλωσία, τους βιασμούς γυναικών, το σακάτεμα ανθρώπων στην ακμή της ηλικίας τους, καθώς και την ηθική οδύνη που δο¬κίμασε ολόκληρος ο ελληνισμός από το κλίμα του τρόμου που επέβαλε ο νεοτουρκισμός και κεμαλικός εθνικισμός; Αυτά όλα έμειναν να τα σκεπάσει η λήθη της Ιστορίας. Μπορούμε ωστόσο να καταγράψουμε -κι αυτό φυσικά κατά προσέγγιση- τους ανθρώπους που χάθηκαν για πάντα, είτε γιατί σφά¬γιάστηκαν, είτε γιατί πέθαναν σε συνθήκες αιχμαλωσίας, δουλεύοντας απάν¬θρωπα στα περιώνυμα "τάγματα", ή στις ατέλειωτες πορείες και στους τό¬πους εξορίας, είτε, ακόμη, γιατί εκτελέστηκαν ύστερα από αποφάσεις των τούρκικων δικαστηρίων της "Ανεξαρτησίας".<br />Για τον πρώτο ξεριζωμό των Ελλήνων της Ανατολικής Θράκης το βιβλιογραφικό κενό είναι μεγάλο. Πάντως η σημασία της πρώτης προσφυγιάς αν λάβει κανείς υπόψη το μέγεθος της συμφοράς και του ξεριζωμού των παθόντων, θεωρείται τεράστια εφόσον ήδη από τα μέσα του 1913 είχαν εγκαταλείψει την Ανατολική Θράκη σύμφωνα με ανέκδοτη αυστριακή πηγή περίπου 30.000 κάτοικοι.<br />Οι διαθέσιμες πηγές σχετικά με το μέγεθος των ξεριζωμένων και των εκτοπισμένων Ανατολικοθρακών αποδεικνύουν ακριβώς την πραγμα¬τική διάσταση της τραγωδίας μολονότι παρουσιάζουν ορισμένες αντιφά¬σεις. Ωστόσο, παρά την ύπαρξη των κενών αυτών, μπορούμε να πούμε με σιγουριά και με βάση την αντιπαραβολή των στοιχείων τα εξης: ο ελληνορθόδοξος πληθυσμός της Ανατολικής Θράκης πριν ξεκινήσουν όλα αυτά που προανέφερα υπολογίζονταν γύρω στις 365.00. από αυτούς πριν από τον πρώτο Παγκόσμιο πόλεμο είχαν ήδη εκδιωχθεί 119.938. Στη διάρκεια του παρόμοια τύχη είχαν 96.191, οι οποίοι εκτοπίστηκαν στο εσωτερικό της Μ. Ασίας. Απ' αυτούς επέστρεψαν 50.000 στις γενέτειρες τους καθώς, οι μισοί περίπου πέθαναν από τις στερήσεις και τις κακουχίες. Παράλληλα στην ενδοχώρα της Αν. Θράκης 15.000 άτομα σφαγιάστηκαν σε επιδρομές Τούρκων ατάκτων στα χωριά. <br />Συνδυάζοντας τις στατιστικές περίπου 232.299 κατέφυγαν στο ελληνικό κράτος και από αυτούς περίπου 106.493 παλιννόστησαν μέχρι το 1920, ενώ παρέμεναν σ' αυτό 86.910. Το μέγεθος της συμφοράς δεν μπορεί να αποτιμηθεί με αριθμούς , μόνο. Η πρόσκαιρη απελευθέρωση της Ανατολικής Θράκης από τον ελληνικό στρατό το 1920 δεν έδειχνε στα μάτια των ταλαιπωρημένων προσφύγων αλλά και όσων έμειναν στην ενδοχώρα πως το μέλλον τους θα ήταν ήρεμο χωρίς καινούργιους διωγμούς και απελάσεις. Η μικρασιατική καταστροφή οδήγησε στην οριστική έξοδο των προγόνων μας από τις πατρογονικές τους εστίες. Χιλιάδες άνθρωποι από τη Θράκη, μέσα σε 2 μόλις χρόνια έγιναν πάλι πρόσφυγες και κατέληξαν εξαθλιωμένοι σε διάφορες γωνιές του ελλαδικού χώρου και του εξωτερικού. Η συνέχεια ήταν ακόμη πιο βασανιστική γιατί το κράτος που θα έπρεπε να αναδείξει ένα μέρος αυτής της ιστορικής διαδρομής των προσφύγων στάθηκε απέναντι τους. Από το ελληνοτουρκικό σύμφωνο φιλίας του 1930 μέχρι τις κατά καιρούς πολιτικές ελληνοτουρκικής προσέγγισης. Η υπογραφή του ελληνοτουρκικού συμφώνου φιλίας του 1930 δεν λειτούργησε μόνο οικονομικά εις βάρος των προσφύγων αφού η συντριπτική πλειοψηφία τους είδε να χάνεται το ενδεχόμενο αποζημίωσης των περιουσιών τους, αλλά λειτούργησε ηθικά και πολιτικά σαν το πρώτο μέσο για την εξαφάνιση του προσφυγικού πληθυσμού, όπως και την εξαφάνιση της μνήμης. <br />Όλες αυτές οι πολιτικές αποδείχθηκε ότι έγιναν εις βάρος των προσφυγικών πληθυσμών, και μάλιστα πέρασε σε όλες τις πτυχές τις πολιτικής και κοινωνικής ζωής. Έτσι η τραγωδία, ενός σημαντικού και ιδιαίτερης αξίας μέρους του ελληνικού λαού συνδυάστηκε με την καταστροφή και τον ακρωτηριασμό της μνήμης και της ταυτότητας. Όσοι σώθηκαν από τον ακρωτηριασμό της Θράκης, μαζί με τους συγγενείς τους, τις προαιώνιες εστίες τους, τις εκκλησίες και τα σχολεία τους, τις ανθηρές κοινότητες τους, έχασαν και το δικαίωμα στην ιστορική αναφορά, στην προέλευση και τη μνήμη. Η σιωπή και η λήθη ποτέ δε βοηθά στην αδελφοποίηση και την προσέγγιση των λαών και των εθνών και η παραγραφή των αδικημάτων που υπέστησαν ήταν προϋπόθεση για αυτού του τύπου την ελληνοτουρκική φιλία. «Να ξεχάσουμε» ήταν η παρότρυνση της περιόδου εκείνης. <br /> Ήταν βάρος που έπρεπε ή να εξαφανισθεί ή τουλάχιστον να μείνει χωρίς ουσιαστικό μέλλον και αυτό μπορούσε να γίνει με την ολοκληρωτική ισοπέδωση του πλούσιου παρελθόντος. Σύντομα ο πρώτος ακρωτηριασμός ακολουθήθηκε και από ένα δεύτερο με τον διασκορπισμό τους σε όλη την Ελλάδα και από έναν τρίτο στη δεκαετία του 1950 και 1960, με τη μετανάστευση σε όλο τον κόσμο. <br />Στην περίοδο του Ψυχρού Πολέμου η τάση αυτή εντάθηκε και μάλιστα οι Θρακιώτες την έζησαν ακόμη πιο έντονα, αφού η περιοχή που απέμενε τελικά στην Ελλάδα μετά την τριχοτόμηση της ενιαίας Θράκης, μετατράπηκε σε περιθωριακό χώρο όπου τα στρατιωτικά-οχυρωματικά έργα ήταν τα μοναδικά απαραίτητα. Η Θρακική παράδοση και ιστορία περιοριζόταν σε δύο-τρεις χορούς και τραγούδια, και η Θράκη ήταν γνωστή ως τόπος εξορίας για ανεπιθύμητους δημοσίους υπαλλήλους και στρατιωτικούς. Η πολιτική αυτή ήθελε τη Θράκη παραμεθόρια περιοχή, τόπο συνόρων και εξορίας. Το «θα σε στείλω στον Έβρο» πέρασε από τον κινηματογράφο μέχρι τη λογοτεχνία. <br />Η μεταπολίτευση άνοιξε έναν άλλο κύκλο ο οποίος όμως, κατά τη γνώμη μου, ήταν πολύ περιορισμένος πολιτισμικά και πολιτικά. Το μοντέλο δεν μπορούσε να λειτουργήσει με τον ίδιο τρόπο, γι' αυτό και υπήρχε η μεγάλη φυγή της νεολαίας από τα σωματεία. Δεν μπορούσε να προσελκύσει την τρίτη γενιά παρά μόνο σε ένα μικρό κομμάτι του προσφυγικού πολιτισμού. <br />Το 1989 μετά την αλλαγή των δεδομένων στην ανατολική Ευρώπη δημιουργήθηκε μία νέα πραγματικότητα και στη Θράκη. Μάλιστα αυτό συνδυάστηκε και με το γεγονός πως συλλογικοί θεσμοί των Θρακών και ερευνητές της δεύτερης και τρίτης προσφυγικής γενιάς ανέδειξαν το ζήτημα της γενοκτονίας. Προσπάθεια, η οποία παρά τα εμπόδια και τις δυσκολίες, συνεχίζεται. Οι Θρακιώτες έχουν επιπλέον λόγους για να αναδείξουν και τα υπόλοιπα κομμάτια της ιστορίας τους, αφού μία σειρά από αιτίες δεν άφηναν το Θρακικό πολιτισμό να αναπνεύσει. Οι ελληνοτουρκικές σχέσεις και οι μουσουλμανικές μειονότητες, η μεγάλη μετανάστευση της δεκαετίας του 1960 προς τη δυτική Ευρώπη -κυρίως προς την τότε δυτική Γερμανία- αλλά και προς το εσωτερικό της Ελλάδας, δημιούργησαν καταστάσεις ασφυξίας.<br />Έτσι σήμερα ολοένα και περισσότεροι Θρακιώτες, σύλλογοι και φορείς κατανοούν πως δεν επιτρέπεται από εμάς τους ιδίους καταρχήν να θυσιάζουμε την ιστορική αλήθεια απέναντι σε οποιαδήποτε σκοπιμότητα από όπου και αν προέρχεται. Η τακτική της αποσιώπησης των γεγονότων της ιστορίας, άστοχη κατά την γνώμη μου, ήταν ίσως κι' ένας απ' τους λόγους που τόσο άσκημα πορεύτηκε η «φιλία» με τους Τούρκους. Ναι να ρίξουμε τον πέπλο της λήθης στο παρελθόν αλλά να ξέρουμε και όχι να κρύβουμε, όλα αυτά που συνέβησαν σε βάρος των προγόνων μας και που ζητούν μετά τόσα χρόνια δικαίωση.<br />Καθημερινά διαπιστώνουμε την κρίση του πολιτικο-οικονομικού συστήματος μέσα στο οποίο ζούμε. Αυτό και μόνο το γεγονός κάνει τις κυρίαρχες δυνάμεις να εφευρίσκουν συνεχώς νέα ιδεολογικά σχήματα μέσα από τα οποία θέλουν να δημιουργήσουν την ψευδαίσθηση πως ζούμε σε ένα χρόνο και μία ιστορική εποχή χωρίς παρελθόν. Προχωρούν δε ακόμη περισσότερο αξιοποιώντας την τεχνολογική και επιστημονική έκρηξη των τελευταίων δεκαετιών λέγοντας πως ότι συμβαίνει στα σημερινά χρόνια είναι κάτι πρωτόγνωρο και αμετάκλητο και πως το παρελθόν δεν έχει τίποτα να μας διδάξει. Όταν όμως κάτω από την πίεση για αναψηλάφηση γεγονότων όπως γενοκτονίες, διωγμοί, εθνοκάθαρση πληθυσμιακών ομάδων ή την επιμονή μεγάλων ή μικρών πληθυσμιακών ομάδων να καθορίσουν την ταυτότητα τους και την πορεία τους μέσα στο χρόνο, αναγκάζονται να συνηγορήσουν μέχρι ενός σημείου, καταφεύγουν στη δημιουργία τόπων και επετείων μνήμης με μοναδικό πάντα στόχο τον πολιτικό και ιδεολογικό έλεγχο, όπως και τον έλεγχο της ίδιας της μνήμης πολύ δε περισσότερο να καλλιεργήσουν την λήθη. <br />Για αυτό και υπήρξαν οι αναζητήσεις και οι διεκδικήσεις, ειδικά από την τρίτη γενιά των προσφύγων που ανέδειξαν κάποιες ψηφίδες του μεγάλου ψηφιδωτού του περιφερειακού Ελληνισμού που καταστράφηκε. Σε αυτούς τους λίγους και θέλω να πιστεύω πως σε λίγα χρόνια θα είμαστε πλειοψηφικό ρεύμα, έμελε να παλέψουν ενάντια στη επίθεση που γίνονταν όλα αυτά τα χρόνια στην μνήμη μας στην ιστορία μας και στον πολιτισμό μας. Διότι η πάλη του ανθρώπου ενάντια στην εξουσία είναι η πάλη της μνήμης κατά της λήθης» . <br />Η σημερινή εκδήλωση είναι από μόνη της ένα πολύ σημαντικό γεγονός για όλο τον θρακιώτικο ελληνισμό όπου γης. Υπάρχει όμως ο κίνδυνος να αποτελέσει στην πορεία του χρόνου μια απλή επετειακή εκδήλωση, αποστεωμένη και με κίνδυνο να προστεθεί δίπλα σε όλες τις άλλες παρόμοιες επετείους. Παρόλα αυτά θέλω να πιστεύω πως θα αποτελέσει μία αρχή ένα ξεκίνημα για την οργάνωση εκδηλώσεων πολύπλευρων που θα έχουν σχέση με όλα τα θέματα που απασχολούν σήμερα εμάς τους Θρακιώτες. Κυρίως όμως προέχει να προβάλουμε την ιστορία και τον πολιτισμό μας.<br /><br /><br />Σας ευχαριστώ πολύ που με ακούσατεΓκαγκαβούζης-Gagavouzishttp://www.blogger.com/profile/08268729413849882556noreply@blogger.com1tag:blogger.com,1999:blog-2738998458635353243.post-8331868544254365042011-03-23T23:58:00.001-07:002011-03-23T23:58:44.742-07:00ΠΡΟΣΦΥΓΕΣ-ΚΟΚΚΙΝΟΣ ΚΑΠΝΑΣ-ΤΡΑΥΜΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΤΗΣ ΜΝΗΜΗΣΕίναι αποδεκτό ότι το ιδιαίτερης αξίας κομμάτι του ελληνισμού που ζούσε στον Πόντο στην Θράκη στην Ιωνία και στην Καππαδοκία μπήκε στο περιθώριο αμέσως μετά την έλευση του ως ακρωτηριασμένο προσφυγικό σώμα στον ελλαδικό χώρο. Ήταν βάρος που έπρεπε ή να εξαφανισθεί ή τουλάχιστον να μείνει χωρίς ουσιαστικό μέλλον και αυτό μπορούσε να γίνει με την ολοκληρωτική ισοπέδωση του πλούσιου παρελθόντος. Σύντομα ο πρώτος ακρωτηριασμός ακολουθήθηκε και από ένα δεύτερο με τον διασκορπισμό τους σε όλη την Ελλάδα και από έναν τρίτο στη δεκαετία του 1950 και 1960, με τη μετανάστευση σε όλο τον κόσμο. Η υπογραφή του ελληνοτουρκικού συμφώνου φιλίας του 1930 δεν λειτούργησε μόνο οικονομικά εις βάρος των προσφύγων αφού η συντριπτική πλειοψηφία τους είδε να χάνεται το ενδεχόμενο αποζημίωσης των περιουσιών τους, αλλά λειτούργησε ηθικά και πολιτικά σαν το πρώτο μέσο για την εξαφάνιση του προσφυγικού πληθυσμού, όπως και την εξαφάνιση της μνήμης.<br /><br />Ούτε επιτρέπεται να θυσιάζουμε την ιστορική αλήθεια σε καμία σκοπιμότητα, όπως, δυστυχώς καθιερώθηκε να γίνεται απ' τον καιρό που χαράχτηκε η λεγόμενη ελληνοτουρκική φιλία. Η άστοχη τακτική της αποσιώπησης των γεγονότων της ιστορίας ήταν ίσως κι' ένας απ' τους λόγους που τόσο άσκημα πορεύτηκε η «φιλία» με τους Τούρκους. Να ρίξουμε τον πέπλο της λήθης στο παρελθόν αλλά να ξέρουμε, όχι να κρύβουμε.<br /><br />Η σιωπή και η λήθη ποτέ δε βοηθά στην αδελφοποίηση και την προσέγγιση των λαών και των εθνών και η παραγραφή των αδικημάτων που υπέστησαν ήταν προϋπόθεση για αυτού του τύπου την ελληνοτουρκική φιλία. «Να ξεχάσουμε» ήταν η παρότρυνση της περιόδου εκείνης.<br /><br />Η μεταπολίτευση άνοιξε έναν άλλο κύκλο ο οποίος όμως, κατά τη γνώμη μου, ήταν πολύ περιορισμένος πολιτισμικά και πολιτικά. Το μοντέλο δεν μπορούσε να λειτουργήσει με τον ίδιο τρόπο, γι' αυτό και υπήρχε η μεγάλη φυγή της νεολαίας από τα σωματεία. Δεν μπορούσε να προσελκύσει την τρίτη γενιά παρά μόνο σε ένα μικρό κομμάτι του προσφυγικού πολιτισμού. Για αυτό και υπήρξαν οι αναζητήσεις και οι διεκδικήσεις που έφτασαν στο να αναδειχθούν κάποιες ψηφίδες του μεγάλου ψηφιδωτού του περιφερειακού Ελληνισμού που καταστράφηκε. Σε αυτούς τους λίγους έμελε να παλέψουν ενάντια στη επίθεση που γίνονταν όλα αυτά τα χρόνια ενάντια στη μνήμη και όπως έλεγε ο Τσέχος συγγραφέας Μίλαν Κούντερα «η πάλη του ανθρώπου ενάντια στην εξουσία είναι η πάλη της μνήμης κατά της λήθης» .<br /><br />Αυτός ο κύκλος συνεχίστηκε μέχρι τη δεκαετία του 1990, όταν οι πρόσφυγες κατανόησαν ότι δεν μπορούσε να κινηθεί ένας σύγχρονος άνθρωπος μόνο με ένα μέρος της ιστορίας τους. Δεν έφτανε για να ζήσει μόνο με αυτό. Η ανάδειξη της κυριότερης αιτίας για την διακοπή της συνέχειας του ελληνισμού της Ανατολής που ζούσε στο Οθωμανικό κράτος ήταν η αρχή για ένα νέο κύκλο. Σε αυτόν ανάμεσα στους συμμετέχοντες είναι και ο Βλάσης Αγτζίδης, ο οποίος με τα βιβλία του πέντε στον αριθμό, αν θυμάμαι καλά, προσπαθεί να αναδείξει και να κάνει κτήμα όλων μας, το κομμάτι του ελληνισμού που κατοικούσε για εκατοντάδες χρόνια στα ανατολικά της Μαύρης Θάλασσας. Ενός ελληνισμού που συγκροτήθηκε λίγο πριν και μετά το οριστικό διώξιμο από τις γενέθλιες πατρίδες του μικρασιατικού Πόντου, οργανώθηκε σε όλα τα επίπεδα, απέκτησε κοινωνικές δομές και συνάμα ήταν το καταφύγιο των κυνηγημένων αριστερών από την Ελλάδα. Τα πρώτα χρόνια της εγκαθίδρυσης της Σοβιετικής επανάστασης και στα πλαίσια της πολιτικής των μπολσεβίκων, συνομίλησε ισότιμα και υλοποίησε τις πλέον προχωρημένες ιδέες του ελληνικού δημοτικισμού. Στο διάβασμα και στο ηχόχρωμα των λέξεων σήμερα ίσως οι περισσότεροι από εμάς να παραξενευόμαστε, όμως αυτή ήταν η γλώσσα των προγόνων μας με αυτή μας μεγάλωσαν και μας έδωσαν τα πρώτα εφόδια να περπατήσουμε στη ζωή μας.<br /><br />Ο Κόκκινος Καπνάς (Κόκινος Καπνας) ήταν ένα επίσημο σοβιετικό ελληνικό έντυπο του μεσοπολέμου. Μέσα από τις σελίδες τους όπως μας τις παραδίδει ο Βλάσης από την έρευνά του και την αποτύπωση στο βιβλίο του, παρακολουθούμε όλη την πορεία του ελληνισμού του Καυκαύσου, τις νέες ιδέες για την κοινωνία που έρχονται μέσα την Οκτωβριανή επανάσταση, τις αντιλήψεις για τον πολιτισμό, τις συγκρούσεις με τις παλιές ιδέες, τον μετασχηματισμό όχι μόνο των οικονομικών δομών αλλά και της ίδιας της κοινωνίας. Μέσα από τις σελίδες της εφημερίδας προβάλλει ένας άγνωστος ελληνικός κόσμος, ο οποίος κλήθηκε να πειθαρχήσει στις νέες απόψεις που εκφράστηκαν από τη σοβιετική εξουσία.<br /><br />Οι λεπτομέρειες για τις ελληνικές κοινότητες, πληθυσμιακά, πολιτιστικά, οικονομικά στοιχεία που δίνει η εφημερίδα έρχονται να καλύψουν το μεγάλο κενό της γνώσης μας για τον ελληνισμό αυτής της περιοχής άγνωστης για τους περισσότερους. Παράλληλα διατυπώνετε και διαπιστώνετε από τον αναγνώστη με τον ποιο καθαρό τρόπο η βίαιη σε πολλές περιπτώσεις προσαρμογή τους στο κομμουνιστικό περιβάλλον και στις νέες οικονομικές δομές που προέκυψαν ως αποτέλεσμα της κολεκτιβοποίησης. Το ελληνικό στοιχείο της Σοβιετικής Ένωσης συμμετείχε σε όλα τα ιστορικά γεγονότα που διαδραματίστηκαν την περίοδο του μεσοπολέμου. Φυσικά και στα όρια που επέτρεπε το σοβιετικό μοντέλο διακυβέρνησης κατάφερνε να αναπτύξει τον δικό του λόγο για τον πολιτισμό την κοινωνική ζωή και να προβάλει ακόμη και πολιτικά αιτήματα.<br /><br />Ερευνώντας τα ίχνη ενός χαμένου Ελληνισμού, Ο Βλάσης Αγτζίδης ανακάλυψε πριν από αρκετά χρόνια στο Σοχούμι το κρυμμένο αρχείο αυτής της σπάνιας εφημερίδας: Κόκινος Καπνας ο τίτλος της, δηλαδή καπνεργάτης, ο οποίος παρουσιάζει μια ορθογραφικη πρωτοτυπία. Έχει καταργήσει όλα τα φωνήεντα και τα διπλά σύμφωνα, έχει κρατήσει μόνο το “ι”, το “ο” και το “ς”, χρησιμοποιεί το “υ” στη θέση του “ου”. Πρόκειται για μια ακραία εκδοχή του άκρατου δημοτικισμού, που πρέσβευαν τότε οι κομμουνιστές του 20γράμματου αλφάβητου.<br /><br />Η ιστορία του ελληνισμού της πρώην Σοβιετικής Ένωσης, και εδώ να πούμε πως δεν αναφερόμαστε μόνο στις ανατολικές περιοχές της Μαύρης Θάλασσας, υπάρχει ελληνισμός και στα δυτικά παράλια από την Βουλγαρία και τη Ρουμανία περνά στην Μολδαβία και φτάνει μέχρι την Οδησσό, απωθείται είτε διεκπεραιώνεται με καθησυχαστικά στερεότυπα από το μεγαλύτερο μέρος της ελληνικής ιστοριογραφίας. Σε όλες τις περιπτώσεις αντιμετωπίζετε από την σύγχρονη και την παλαιότερη ελληνική εξωτερική πολιτική στα πλαίσια ενός φολκλορικού σχήματος αντιμετώπισης και όχι στα πλαίσια μιας ουσιαστικής παρέμβασης και στήριξης αυτών των πληθυσμών που παρέμειναν στις γενέθλιες πατρίδες, αν μπορούμε να τις ονομάσουμε, αφήνονται να προσπαθούν να βρουν από μόνοι τους δρόμους διεξόδου, κυρίως οικονομικούς και τεκμηρίωσης της ελληνικής τους ψυχής. Και εγώ προσωπικά σαν ερευνητής σε περιοχές πολύ δυτικά από την περιοχή που ερευνά ο Βλάσης συνάντησα πληθυσμούς άλλοτε ελληνόφωνους και άλλοτε τουρκόφωνους, που στην αναζήτηση της ιστορικής τους ταυτότητας προτάσουν το Ρουμ. Πολλές φορές δε δεν γνωρίζουν τι σημαίνει ακριβώς η λέξη αυτή, λέγοντας πως έτσι το βρήκαμε και έτσι θα το πάμε. Και στις δύο περιπτώσεις έχουμε να κάνουμε με τραυματικές μνήμες ακόμη με γεγονότα που η απλή εξιστόρηση απαιτεί την ανατροπή των σταθερών μας ως ελληνική πολιτεία αλλά και ως ιστορική σκέψη. Είναι όμως γεγονός πως η δημιουργία του νέου ανθρώπου, του σοβιετικού πολίτη, στα πρώτα χρόνια της Οκτωβριανής επανάστασης μπορεί να σήμαινε τη ρήξη με το παλιό τσαρικό καθεστώς και ότι πρέσβευε αυτό την οπισθοδρόμηση και τον απόλυτο έλεγχο του από την κρατική εξουσία και την εκκλησιαστική αποχαύνωση, κατέληξε με την εγκαθίδρυση ενός μονοκομματικού και απόλυτα ελεγχόμενου κράτους αυτός ο πολίτης να αποχαυνωθεί και να μην έχει την δυνατότητα να σκέφτεται να ενεργεί και να παράγει όχι μόνο ιδέες αλλά και ουσιαστικά να μην συμμετέχει ούτε καν στην παραγωγική διαδικασία. Αυτά είναι τα αποτελέσματα του σταλινισμού στη Σοβιετική Ένωση όσο και αν κόπτονται κάποιοι σήμερα να αποκαταστήσουν την παρουσία, την δράση του και την συμβολή του στην οικοδόμηση του σοσιαλισμού. Και αν δεν μπορούμε να γενικεύσουμε κάποια πράγματα ένα είναι όμως βέβαιο, όπως συνέβη σε όλη την ρωσική κοινωνία, η εξόντωση του μεγαλύτερου μέρους της διανόησης και η αποσάρθρωση της κοινωνικής του δομής με τη μαζική μετατόπιση των διαφωνούντων ανάμεσα τους και του ελληνικού στοιχείου του Καυκάσου στην Κεντρική Ασία, εξαφάνισαν τα περισσότερα ίχνη του σοβιετικού ελληνικού πολιτισμού του μεσοπολέμου.<br /><br />Τέλος αυτό που χρειάζεται πέρα από τις αναλύσεις και την έκδοση βιβλίων σχετικών με τη ζωή , την παρουσία και την συνέχεια αυτού του σημαντικού ελληνισμού που παραμένει στις γενέθλιες πατρίδες του είναι να ασκηθεί πίεση από την πλευρά μας για ουσιαστική βοήθεια τόσο σε οικονομικό όσο και σε πολιτιστικό επίπεδο, για να μπορέσουν να σταθούν στα πόδια τους. Αλλιώς είναι ορατός ο κίνδυνος να χαθούν ανάμεσα στις συμπληγάδες του νεορώσικου εθνικισμού και του παντουρανισμού-παντοτουρκισμού που αναπτύσσεται αντίστοιχα τόσο από την πλευρά της Ρωσίας όσο και από την μεριά της Τουρκίας στα πλαίσια του νέου δόγματος του νεοοθωμανισμού που εκπορεύεται από την Άγκυρα.<br /><br />Τα τελευταία χρόνια η ιστοριογραφία έχει προχωρήσει πέρα από τη ερμηνεία των ιστορικών γεγονότων ανάλογα με τα εργαλεία ανάλυσης του κάθε ιστορικού στη διερεύνηση και αναψηλάφηση του επίμαχου και τραυματικού ιστορικού παρελθόντος. Αυτό από μόνο του το γεγονός προκαλεί μία αντιπαράθεση για την ιστορία, την συλλογική μνήμη και ταυτότητα, την ιστορική συνείδηση με σκοπό και πάλι την πολιτισμική και ιδεολογική ηγεμονία αυτού που θα επικρατήσει. Ιστορικοί και ερευνητές μέσα από την αναψηλάφηση αυτή προσπαθούν να ερμηνεύσουν τα επίμαχα ιστορικά γεγονότα ιδιαίτερα του 20ου αιώνα και εκείνων των ομάδων ανθρώπων που για κοινωνικούς πολιτικούς θρησκευτικούς και φυλετικούς λόγους υπέστησαν τους πιο φρικτούς διωγμούς στο όνομα της εθνικής και φυλετικής καθαρότητας και ομοιογένεια όταν μιλάμε για τον εθνικοσοσιαλισμό και της ολοκληρωτικής ισότητας όταν μιλάμε στον αντίποδα για τον σταλινισμό. Η κατάρρευση των δύο αυτών πολιτικών συστημάτων οδήγησε στην διαμόρφωση ενός νέου φοβικού συνδρόμου το οποίο εκπορεύεται κυρίως από την κυριαρχούσα σήμερα ευρωατλαντική σκέψη που μοναδικό σκοπό έχει να οδηγήσει στον ιστορικό φρονηματισμό των μαζών κατασκευάζοντας μία νέα ιδεολογική σκέψη στα πλαίσια της λογικής πως ο δυτικός πολιτισμός , άρα και η εθνική ιδέα διατρέχει κίνδυνο από τους νοσταλγούς καταρχήν των ολοκληρωτισμών και από τις μειονότητες, τους μετανάστες τους απόκληρους των μεγαλουπόλεων από την πολυπολιτισμικότητα, τις επιδημίες.<br /><br />Καθημερινά διαπιστώνουμε την κρίση του πολιτικο-οικονομικού συστήματος μέσα στο οποίο ζούμε. Αυτό και μόνο το γεγονός κάνει αυτές τις κυρίαρχες δυνάμεις να εφευρίσκουν συνεχώς νέα ιδεολογικά σχήματα μέσα από τα οποία θέλουν να δημιουργήσουν την ψευδαίσθηση πως ζούμε σε ένα χρόνο και μία ιστορική εποχή χωρίς παρελθόν. Προχωρούν ακόμη περισσότερο αξιοποιώντας την τεχνολογική και επιστημονική έκρηξη των τελευταίων δεκαετιών λέγοντας πως ότι συμβαίνει στα σημερινά χρόνια είναι κάτι πρωτόγνωρο και αμετάκλητο και πως το παρελθόν δεν έχει τίποτα να μας διδάξει. Όταν όμως κάτω από την πίεση για αναψηλάφηση γεγονότων όπως γενοκτονία, διωγμοί, εθνοκάθαρση πληθυσμιακών ομάδων ή την επιμονή μεγάλων ή μικρών πληθυσμιακών ομάδων να καθορίσουν την ταυτότητα τους και την πορεία τους μέσα στο χρόνο, αναγκάζονται να συνηγορήσουν μέχρι ενός σημείου, καταφεύγοντας στη δημιουργία τόπων και επετείων μνήμης με μοναδικό πάντα στόχο το έλεγχο και την μνήμης πολύ δε περισσότερο να καλλιεργήσουν την λήθη.<br /><br />Είναι λογικό και πολύ περισσότερο για μένα τουλάχιστον δεν ξέρω για τους συνομιλητές μου, να υπάρχει μία διαρκής σύγκρουση ανάμεσα στην κεντρική κρατική ιστορία, η οποία προάγει τη λήθη, και στην ιστορία που αναδεικνύετε μέσα από τις αφηγήσεις, τις μαρτυρίες των απλών ανθρώπων που βίωσαν γεγονότα και που πολλές φορές λογω της συναισθηματικής τους φόρτισης μπορεί και να εξιδανικεύουν την πληθυσμιακή ομάδα από την οποία κατάγονται, ή να ρίχνουν όλο το ανάθεμα για όσα συνέβησαν στους ίδιους αλλά και στους συνφιλούς τους στον αντίπαλο. Έτσι και από μόνο της αυτή η κατάσταση δημιουργεί ένα φοβικό σύνδρομο και ένα δέος απέναντι στον εχθρό αντίστοιχο με αυτό της εξιδανίκευσης της φυλετικής ομάδας στην οποία ανήκει.<br /><br />Τόσο στο πρώτο βιβλίο όσο και στο δεύτερο βιβλίο του ο Βλάσης, παρακολουθεί την πορεία, την ζωή, τους διωγμούς και τελικά την ενσωμάτωση των προσφύγων στο νεοελληνικό κράτος. Όσα γράφει για τους Πόντιους πρόσφυγες της μικρασιατικής καταστροφής και τους νεοπρόσφυγες της δεκαετίας του 40 και του 90 ισχύουν και για όλες τις υπόλοιπες προσφυγικές ομάδες και κοινότητες της καθ’υμάς Ανατολής. Η ανάγνωση και των δύο βιβλίων, θα μας βοηθήσουν να καταλάβουμε εκτός από την ψυχοσύνθεση των ίδιων των προσφύγων, πως βίωσαν τον ξεριζωμό τους και πως στάθηκαν απέναντι στην πολιτική εξουσία, θα καταλάβουμε και την στάση της επίσημης εξουσίας απέναντι τους που δεν διαφέρει και πολύ με την αντιμετώπιση των σημερινών μεταναστών και όλων εκείνων των κοινωνικών ομάδων που θέλουν να αρθρώσουν ένα διαφορετικό λόγο μία διαφορετική ιδεολογία και προσέγγιση των κοινωνικών προβλημάτων.<br /><br />Ένα είναι όμως γεγονός πως ακόμη μέσα στην κοινωνία δεν έχουν λυθεί ζητήματα όπως οι συγκρούσεις μεταξύ αυτοχθόνων και προσφύγων, παλαιοελλαδιτών-χαμουτζήδων και νεοελλαδιτών τα πρώτα χρόνια της εγκατάστασης και τα οποία έχουν διαπεράσει και υπάρχουν σε ένα βαθμό ακόμη στο υποσυνείδητο των απογόνων των προσφύγων και τα οποία φέρνουν βαρέως και οι δύο πλευρές. Κατά την γνώμη μου οι ιστορικοί πρέπει να σκύψουν πάνω από αυτά τα προβλήματα και να δώσουν απαντήσεις σε όλα τα ερωτήματα, διεκδικώντας ειδικά για τους απογόνους των προσφύγων της Ανατολής το δικαίωμα στην μνήμη και στην ταυτότητα του κάθε ένα από εμάς.<br /><br /> <br /><br />Σας ευχαριστώ πολύ που με ακούσατε <br /><br />ΧΡΗΣΤΟΣ ΚΟΖΑΡΙΔΗΣ<br /><br />ΟΔΟΝΤΙΑΤΡΟΣ<br /><br />ΙΣΤΟΡΙΟΔΙΦΗΣΓκαγκαβούζης-Gagavouzishttp://www.blogger.com/profile/08268729413849882556noreply@blogger.com0tag:blogger.com,1999:blog-2738998458635353243.post-32934760026076894772011-03-01T01:26:00.000-08:002011-03-01T01:27:42.965-08:00Τοποθέτηση της περιφ. συμβούλου Μαρίας Γκουγκουσκίδου στο Περιφ. Συμβουλίου ΑΝ.ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ-ΘΡΑΚΗΣ για την μεταναστευση“Η μετανάστευση ιστορικά ήταν πάντα έντονη και απαραίτητη για την επιβίωση των πληθυσμών τόσο λόγω φυσικών φαινομένων όσο και λόγω πολιτικών ανακατατάξεων, πολέμων και οικονομικών ανισοτήτων. Τι γίνεται σήμερα; Με βάση τα στοιχεία του ΟΟΣΑ στις μέρες μας μετακινούνται πάνω από 200.000.000 μετανάστες, το 3% δηλαδή του παγκόσμιου πληθυσμού. Τι προβλέπεται να γίνει στο μέλλον; Είναι παραπάνω από σίγουρο ότι στο άμεσο μέλλον οι αριθμοί αυτοί θα αυξηθούν διότι η ρευστότητα της διεθνούς κατάστασης αλλά και η συνεχιζόμενη απότομη αλλαγή των κλιματικών δεδομένων θα οδηγήσουν σε περαιτέρω αύξηση της κινητικότητας των πληθυσμών.<br /><br />Όσον αφορά τη χώρα μας είναι γνωστό από τις αρχές τις δεκαετίας του 90 η Ελλάδα από χώρα εξαγωγής μετανάστευσης μετατράπηκε σε χώρα υποδοχής μεταναστών. Η μετάβαση αυτή δεν ήταν χωρίς δυσκολίες τόσο για την ελληνική πολιτεία όσο και για την ελληνική κοινωνία. Η πρώτη βρέθηκε απροετοίμαστη χωρίς προηγούμενη εμπειρία και υποδομές, ενώ η δεύτερη εμφάνισε αμυντικά, φοβικά σχεδόν αντανακλαστικά, καθώς καλούνταν να συμβιώσει αρμονικά με αλλοδαπούς με ετερογενή σε σχέση με τα δικά της χαρακτηριστικά. Ο ακριβής αριθμός των μεταναστών στη χώρα μας είναι δύσκολο να εντοπισθεί, με δεδομένη την έκταση της παράνομης εισόδου στην ελληνική επικράτεια. Οι περισσότεροι προέρχονται από κοινωνίες με διαφορετικό πολιτισμικό υπόβαθρο, με αποτέλεσμα η συμπεριφορά τους να ακολουθεί πρότυπα άλλα από εκείνα που χαρακτηρίζουν τους γηγενείς, γεγονός που συνδέεται με την περιθωριοποίησή τους. Οι μετανάστες είναι οι «άλλοι», οι «ξένοι», οι «παράξενοι». Κάτω από αυτές τις συνθήκες η ένταξη των μεταναστών στην ελληνική κοινωνία, της οποίας και αποτελούν ενεργά μέλη, φαίνεται ανέφικτη ή έστω απαιτεί να απεμπολήσουν την πολιτισμική τους ταυτότητα.<br /><br />Κι όμως η ενσωμάτωσή τους στον κοινωνικό ιστό είναι κρίσιμη δοκιμασία για τη δημοκρατική ωριμότητα της ελληνικής κοινωνίας και του πολιτικού συστήματος. Πρέπει να αντιληφθούμε ότι οι μετανάστες αποτελούν πλέον βασική συνιστώσα της κοινωνικής μας οργάνωσης, του συστήματος απασχόλησης και της αγοράς εργασίας και συνεπώς θα πρέπει να αντιμετωπιστούν τα προβλήματα εισόδου, ένταξης και ενσωμάτωσής τους με συστηματικό και διάφανο τρόπο.<br /><br />Πρέπει να υπάρξουν θετικές πολιτικές που ωφελούν το μετανάστη και το σύνολο της κοινωνίας. Η πολιτική της κοινωνικής ένταξης δεν είναι χάρη προς τους μετανάστες, αλλά αναγκαίος όρος για να λειτουργήσει η κοινωνία. Είναι μια διαδικασία εμπλουτισμού προς όφελος ολόκληρου του πληθυσμού. Αν δεν γίνει σωστά δημιουργούνται προβλήματα, φόβοι, αγωνίες και προκαταλήψεις και από τις δυο μεριές. Για να γίνει λοιπόν σωστά είναι βασικό να αναγνωρισθεί ότι η συνεκτική κοινωνία είναι αυτή που σέβεται τόσο τις διαφορετικές κοινωνικές ομάδες όσο και τα άτομα. Δεν είναι μόνο ο μετανάστης που πρέπει να προσαρμοσθεί στην Ελλάδα πρέπει και η Ελλάδα να προσαρμοστεί στον μετανάστη. Όπως ζητάμε από τον μετανάστη να προσαρμοστεί σε μια νέα κοινωνία έτσι πρέπει να ζητάμε και από την υπάρχουσα κοινωνία να αλλάξει έτσι ώστε οι νεοφερμένοι να αισθάνονται ευπρόσδεκτοι.<br /><br />Αν σταθούμε λίγο και αναλογισθούμε, απομακρύνοντας τη σκέψη μας από φοβικά σύνδρομα, από την παραπληροφόρηση των μέσων μαζικής ενημέρωσης και από ακραίες φωνές, που δυστυχώς μόνο αυτές πλέον ακούγονται στις μέρες μας, θα διαπιστώσουμε ότι για μας τους κατοίκους της Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης η αποδοχή και η ένταξη των μεταναστών είναι κάτι που πολύ εύκολα μπορούμε να κατανοήσουμε και να πράξουμε. Κι αυτό γιατί η πλειοψηφία των κατοίκων της Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης έχουμε ζήσει την προσφυγιά και τη μετανάστευση. Οι οικονομικοί μας μετανάστες στην Αμερική, στην Αυστραλία, στη Γερμανία, στο Βέλγιο και σε άλλες χώρες της Ευρώπης έχουν ζήσει το ρατσισμό και την ξενοφοβία, έχουν βιώσει τις διακρίσεις, την εργασιακή εκμετάλλευση και την κακοποίηση. Οι πρόγονοί μας που ήρθαν πρόσφυγες στην Ελλάδα, κυρίως μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή, έχουν επίσης βιώσει το ρατσισμό και την υποτίμηση, ακόμη ηχούν στ’ αυτιά μας λέξεις και φράσεις όπως ο «τουρκόσπορος» μικρασιάτης, η «παστρικιά» Σμυρνιά. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η πόλη μου η Ορεστιάδα, η οποία δημιουργήθηκε από πρόσφυγες της Αδριανούπολης το 1923, οι οποίοι βρήκαν κλειστές τις πόρτες στις γειτονικές ελληνικές πόλεις που επιχείρησαν να καταφύγουν για να διαμείνουν. Πώς είναι δυνατόν λοιπόν μετά από όλα αυτά που έχουμε ζήσει να αντιμετωπίζουμε τους ανθρώπους αυτούς με τον ίδιο ξενοφοβικό τρόπο με τον οποίο μας αντιμετώπισαν κι εμάς, πώς είναι δυνατόν να έχουμε τόσο μικρή μνήμη και να μην βλέπουμε μέσα στα μάτια των ανθρώπων αυτών τις δικές μας αγωνίες, τους δικούς μας φόβους, το δικό μας πόνο, τη δική μας προσπάθεια να προστατέψουμε τα παιδιά μας, τους δικούς μας αγώνες για την κατάκτηση του αυτονόητου, της ισότιμης αντιμετώπισης δηλαδή κάθε ανθρώπινης ύπαρξης.<br /><br />Είναι άνθρωποι σαν κι εμάς, ας μην αποστρέφουμε το βλέμμα μας. Αύριο, δεδομένης της ρευστότητας της διεθνούς και ευρωπαϊκής οικονομικής και πολιτικής κατάστασης, μπορεί να είμαστε εμείς στη θέση τους, μπορεί να είναι τα παιδιά μας. Ευθύνη μας λοιπόν είναι να δημιουργήσουμε ένα υγιές ευρωπαϊκό περιβάλλον για τους μετανάστες, το οποίο θα απολαύσουν αύριο και οι απόγονοί μας.<br /><br />Ο κύριος πυρήνας της πρόσφατης πολεμικής κατά των μεταναστών στην Ελλάδα είναι η αντίληψη ότι η μετανάστευση αποτελεί απειλή για τους ντόπιους εργαζόμενους, ότι η χώρα δεν χωράει άλλους, ότι κινδυνεύουμε να πλημμυρίσουμε από μετανάστες. Το ερώτημα πόσους μετανάστες χωράει η Ελλάδα είναι το ίδιο ανεδαφικό με το αν έθετε κανείς το ερώτημα το 1950 πόσους επαρχιώτες χωράει η Αθήνα ή το πόσους μετανάστες χωράει η Αμερική. Αποδείχθηκε ότι η Αθήνα μπόρεσε να απορροφήσει μερικά εκατομμύρια και να δεκαπλασιάσει τον πληθυσμό της μέσα σε μερικές δεκαετίες. Και το ίδιο αποδείχθηκε ότι η Αμερική χώρεσε εκατοντάδες εκατομμύρια μετανάστες, για την ακρίβεια η Αμερική έγινε μεγάλη οικονομική δύναμη χάρη στους μετανάστες εργάτες. Καμία χώρα ποτέ στην ιστορία δεν έχει πλημμυρίσει από μετανάστες. Πολύ απλά χωρίς μετανάστες ημεδαπούς και αλλοδαπούς δεν μπορεί να υπάρξει οικονομική ανάπτυξη.<br /><br />Το πρόβλημα αυτή τη στιγμή στην Ελλάδα είναι ότι αυτή καλείται να διαχειριστεί το 90% των μεταναστών της Ευρώπης, πρώτον διότι είναι η πρώτη χώρα στα σύνορα της Ευρώπης με τις ανατολικές χώρες και δεύτερος διότι σύμφωνα με τον κανονισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης «ΔΟΥΒΛΙΝΟ ΙΙ», γνωστό πλέον σε όλους τους Έλληνες, η αίτηση ασύλου πρέπει να υποβληθεί και να εξετασθεί από το πρώτο κράτος εισόδου στην Ευρωπαϊκή Ένωση, ανεξάρτητα από το ποιο είναι το κράτος στο οποίο ο μετανάστης θέλει στην πραγματικότητα να κατευθυνθεί. Αποτέλεσμα του κανονισμού αυτού είναι να εγκλωβίζεται στην Ελλάδα όλος αυτός ο όγκος των μεταναστών, από τους οποίους ελάχιστοι θέλουν να μείνουν εδώ, σε μια χώρα που αδυνατεί να εγγυηθεί τα θεμελιώδη δικαιώματά τους.<br /><br />Η λύση στο πρόβλημα μπορεί να εξευρεθεί μόνο από την Ευρωπαϊκή Ένωση και τα θεσμικά της όργανα. Αντί η κυβέρνηση να καταφεύγει σε δαπανηρά, αμφίβολης αποτελεσματικότητας και ίσως επικίνδυνα από ανθρωπιστικής πλευράς μέτρα, όπως είναι ο φράχτης της Νέας Βύσσας και τα πλωτά κέντρα φύλαξης λαθρομεταναστών, να εντείνει τις προσπάθειές της σε ευρωπαϊκό επίπεδο, να αγωνισθεί δυναμικά στα θεσμικά ευρωπαϊκά όργανα για την αλλαγή της μεταναστευτικής πολιτικής, έτσι ώστε να καταργηθεί ο κανονισμός ΔΟΥΒΛΙΝΟ ΙΙ, για να προωθούνται στο εξής οι μετανάστες στις χώρες που πραγματικά θέλουν να πάνε, οι οποίες και να είναι πλέον υποχρεωμένες να εξετάσουν οποιοδήποτε αίτημα ασύλου, να επιτευχθεί έτσι μια δικαιότερη κατανομή των μεταναστών στις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Για όσους παραμείνουν στην Ελλάδα να δημιουργήσουμε οργανωμένα κέντρα υποδοχής μεταναστών, η Περιφέρεια σε συνεργασία με τους Δήμους, την Εκκλησία και Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις, όπου θα τους παρέχεται σίτιση, ανθρώπινες συνθήκες διαβίωσης, ιατροφαρμακευτική περίθαλψη, ειδική εκπαίδευση για τα παιδιά τους και ψυχολογική υποστήριξη. Να τους εντάξουμε στη νόμιμη αγορά εργασίας και θα δούμε πως πολύ γρήγορα οι μετανάστες αυτοί θα βοηθήσουν στην οικονομική ανάπτυξη της χώρας μας.<br /><br />Αισθάνομαι μεγάλη ευθύνη ως μέλος του πρώτου εκλεγμένου περιφερειακού συμβουλίου να έχουμε μια υπεύθυνη στάση απέναντι στο θέμα αυτό. Φέρουμε τεράστια ευθύνη απέναντι στους κατοίκους της Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης να τους κατευθύνουμε σωστά, δεν είναι δυνατόν να αντιμετωπίζουμε κι εμείς την κατάσταση αυτή απαντώντας σε ερωτήματα του τύπου: ναι ή όχι στο φράχτη του Έβρου, θέλουμε ή όχι μετανάστες στην Ελλάδα, οι μετανάστες είναι καλοί ή κακοί; Έχουμε ευθύνη να ωθήσουμε την κοινωνία της περιφέρειάς μας πιο πέρα, να την βοηθήσουμε να ξεφύγει από αγκυλώσεις του παρελθόντος, να είναι κριτική απέναντι σε ιδεολογήματα με τα οποία βομβαρδίζεται καθημερινά.<br /><br />Έχουμε ευθύνη να απαντήσουμε στην κυβέρνηση ότι εμείς εδώ στην Ανατολική Μακεδονία και Θράκη διατηρούμε την ψυχραιμία μας. Αρνούμαστε τη λήψη αμφίβολης αποτελεσματικότητας, επικίνδυνων από ανθρωπιστικής πλευράς αλλά και ξεπερασμένων μέτρων στην περιοχή μας, όπως είναι ο φράχτης και τα πλωτά κέντρα φύλαξης μεταναστών. Αυτό που έχει άμεση ανάγκη ο Νομός Έβρου είναι έργα υποδομών και ανάπτυξης και όχι να γραφτεί στην ιστορία ως σύμβολο διχασμού και ξενοφοβίας."Γκαγκαβούζης-Gagavouzishttp://www.blogger.com/profile/08268729413849882556noreply@blogger.com0tag:blogger.com,1999:blog-2738998458635353243.post-53399386574309052162011-01-30T02:03:00.000-08:002011-01-30T02:05:21.950-08:00Ενα πολυ ομορφο κειμενο που εντοπισα στην ιστοσελιδα της Μητροπολης Αλεξανδρουπολης!!αφιερωνετε σε ξενοφοβικους Ελληνες και υπερπατριωτες!!Άρθρο περί του λεγομένου φράκτη στον ποταμό Έβρο.<br /><br /><br /> <br />Ζούμε, όσοι κατοικούμε στον Έβρο, το δράμα της εισόδου των λαθρομεταναστών από την Τουρκία. Για την πατρίδα μας, το γεγονός αυτό είναι πρόβλημα που το διαπιστώνει αργότερα η πρωτεύουσα. Για μας όμως, τους Εβρίτες, είναι ένα καθημερινώς επαναλαμβανόμενο δράμα.<br /><br />Αναφέρομαι στην αθρόα προσέλευση τόσων ανθρώπων, που άλλοτε κουβαλώντας στην πλάτη τους προσωπικές και εθνικές τραγωδίες κι άλλοτε τα βρέφη στην αγκαλιά τους, περνούν τα σύνορα, κακοποιημένοι, άρρωστοι με σοβαρές αρρώστιες, εξουθενωμένοι, μουσκεμένοι από τα νερά του ποταμού Εβρου.<br /><br />Παλιότερα όσους πνίγονταν στα ορμητικά νερά του και τους ξέβραζε η θάλασσα, τους μετέφεραν στο νοσοκομείο Αλεξανδρουπόλεως. Είχα στείλει τότε μια αυτοσχέδια ευχή, επειδή μου ζητήθηκε, για να διαβάζεται στο νεκροτομείο, στην περίπτωση που δεν ήταν εύκολο να διαπιστωθεί από την περιτομή, η θρησκευτική προέλευση του νεκρού.<br /><br />Ζήσαμε, πριν χρόνια, την αποκοπή, σε ναρκοπέδιο, των κάτω άκρων δύο 17χρονων παιδιών τα οποία φιλοξενήσαμε στο γηροκομείο της Μητροπόλεως για δύο χρόνια. Τελικά, τους αγοράσαμε τεχνητά μέλη, κατάφεραν να περπατήσουν και εγκαταστάθηκαν στην Αθήνα, όπου εργάζονται μέχρι σήμερα.<br /><br />Αυτός ήταν ο λόγος που, παραβλέποντας την εθνική μας ασφάλεια, συμφωνήσαμε να «σηκωθούν» τα ναρκοπέδια, γεγονός που κάποιοι αφελείς τότε χαιρέτησαν σαν αντιπολεμική κίνηση, λες κι αυτή θα μπορούσε ποτέ να γίνει μονομερώς!<br /><br />Τα τελευταία δύο χρόνια το φαινόμενο εντάθηκε. Οι λαθρομετανάστες έρχονται κρατώντας πλαστικοποιημένη στα χέρια τους τη σελίδα της ευρωπαϊκής νομοθεσίας που προβλέπει τα δικαιώματά τους. Μόλις παραδοθούν στο πλησιέστερο αστυνομικό τμήμα, την επιδεικνύουν ζητώντας απαιτητικά την εφαρμογή της.<br /><br />Απορούσαμε για την κοντόφθαλμη πολιτική της Ύπατης Αρμοστείας και άλλων «ανθρωπιστικών» φορέων που μας ζητούσαν «τα ρέστα». Η άριστη συμπεριφορά των συνοριοφυλάκων και των αστυνομικών, που συνόδευαν τους λαθρομετανάστες στα νοσοκομεία Διδυμοτείχου και Αλεξανδρουπόλεως για την θεραπεία τους από τις ποικίλες μεταδοτικές ασθένειες και η «εξ ιδίων» τους εξασφάλιση τροφής και ρούχων, θεωρήθηκε ανεπαρκής. Γι’ αυτό ήρθε η FRONTEX. Πολύς λόγος για το τίποτε…<br /><br />Τέλος πάντων, ποια θα είναι η πολιτική της χώρας μας πάνω σ’ αυτό το ζήτημα, δεν θα την καθορίσω εγώ. Δεν μπορώ, όμως, να μείνω απαθής μπροστά στο ενδεχόμενο μιας εκ νέου απάνθρωπης συμπεριφοράς. Μου εξομολογήθηκαν παλιότερα αστυνομικοί, τις ενοχές που ένιωθαν όταν επαναπροωθούσαν πυροβολώντας τους λαθρομετανάστες, καθώς βρίσκονταν στη μέση του ποταμού. Φοβάμαι ότι και τώρα θα ζήσουμε τραγωδίες και διόλου δεν θα μειώνει την σκληρότητά τους το γεγονός ότι θα τελούν υπό τις «ευλογίες» της ΕΕ.<br /><br />Δηλαδή, τι; Όταν στοιβαχτούν οι λαθρομετανάστες στο ελληνικό ρείθρο του ποταμού, πίσω από το συρματόπλεγμα, καθώς θα χιονίζει, ή όταν φουσκώνουν τα νερά, οι άνθρωποι αυτοί θα παραμένουν εκεί νηστικοί και μουσκεμένοι για να εξαναγκαστούν να επιστρέψουν πίσω στην Τουρκία; Δεν είναι λύση αυτή, τουλάχιστον πολιτισμένη. Και εμείς θα τους βλέπουμε απαθείς να πνίγονται ή να λιμοκτονούν ή να μαστίζονται από τα κουνούπια;<br /><br />Βεβαίως, το κύμα αυτό πρέπει να σταματήσει, αν και προσωπικά δεν το πιστεύω όσο συνεχίζεται η άδικη συμπεριφορά των χωρών της Δύσης έναντι των φτωχών και υπανάπτυκτων λαών του Νότου και της Ασίας. Φυσικά, η χώρα μας δεν έχει ατελείωτες δυνατότητες φιλοξενίας. Μα, όπως, τα σύνορα διασφαλίζονται από το στρατό, μόνο όταν εκλείψει και η έσχατη διπλωματική και πολιτική προσπάθεια, το ίδιο να συμβεί και τώρα.<br /><br />Η καταφυγή σε εκβιαστικούς τρόπους, σε απάνθρωπες τακτικές και σε εξευτελιστικές για την ανθρώπινη προσωπικότητα μεθόδους, που θα αποβούν μομφή για τον πολιτισμό μας- τουλάχιστον τον ελληνικό- δεν είναι λύση. Το συρματόπλεγμα δεν είναι λύση. Είναι απέλπιδα προσπάθεια, εκ των προτέρων καταδικασμένη σε αποτυχία, που παραπέμπει σε άλλες περιοχές και σε άλλες εποχές…Γκαγκαβούζης-Gagavouzishttp://www.blogger.com/profile/08268729413849882556noreply@blogger.com1tag:blogger.com,1999:blog-2738998458635353243.post-20656163586764668702011-01-29T00:45:00.000-08:002011-01-29T00:49:11.547-08:00ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ ΓΙΑ ΤΟ ΒΙΝΤΕΟ ΠΟΥ ΒΛΕΠΕΤΕ ΠΙΟ ΚΑΤΩ!!Το τραγούδι αυτό βρίσκεται σε δίσκο που κυκλοφόρησε στην Ε.Σ.Σ.Δ. το 1980 με την ονομασία «Μουσική των Γκαγκαβούζιδων» και περιέχει υλικό που ηχογράφησε στα γκαγκαβούζικα χωριά της Μολδαβίας και της Ουκρανίας ο Γκαγκαβούζης μουσικολόγος Μιχαήλ Κόλτσα υπό τη γενική επιμέλεια της Ρωσίδας γλωσσολόγου Δρ. Λιουντμίλα Ποκρόβσκαγια.<br /><br />Эта песня находится на пластинке, выпущенной в СССР в 1980 году, под названием «Музыка гагаузов» и содержит материал, который записал в гагаузских сёлах Молдовы и Украины гагаузский музыковед Михаил Колца под общим руководством русского лингвиста проф. Людмила Покровская.<br /><br />This song appears on a vinyl record released in the USSR in 1980 under the name “Music of the Gagauz” and contains material recorded in the Gagauz villages of Moldova and Ukraine by the Gagauz musicologist Mihail Koltsa under the general direction of the Russian linguist Dr. Liudmila Pokrovskaia.<br /><br />ΑΚΟΥΛΟΥΘΕΙ ΣΕ 4 ΓΛΩΣΣΕΣ ΤΟΥΡΚΙΚΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΡΩΣΙΚΑ ΚΑΙ ΑΓΓΛΙΚΑ Η ΑΠΟΔΟΣΗ ΤΟΥ ΤΡΑΓΟΥΔΙΟΥ<br /><br />“Mari Lenko, kızım Lenko,<br />mari kızım, dünnää gözeli,<br />näändan da işitmiş türklär, kızım,<br />ani sändin dünnää gözeli.<br />Türklär da, kızım, alacek seni”.<br />İlenka da dedi mamusuna:<br />“Male ma, male, sakla beni,<br />sakla beni sandaa, male.<br />Açan da, male, türklär gelecek,<br />sän da deyäsin türklerä, male:<br />«Benim Lenkam anden öldü»”.<br />Bir da baktılar küü bayırına,<br />bir gemi geliyor türknän dolu,<br />kırmızı fesnän, eşil püskülnän.<br />Gelä geldilär İlenkaya.<br />İlenkayı mamusuna sordular.<br />Lenkanın mamusu dedi türklerä:<br />“Benim Lenkam anden öldü”.<br />“Ade, ba babu, gidelim mezarlaa.<br />Biz onun, babu, ölüsünü alacez”.<br />İlenka da çıktı sandıktan,<br />türklär da kavradı, attılar gemiya.<br />Üç gün, üç gecä gemidä gittilär,<br />İlenka da dedi türklerä:<br />“Ay, türklär, türklär, durgudun gemiyi,<br />bän da yıkanayım bu Tunada.<br />Nekadar gözälim, taa gözäl olacam”.<br />Türklär da durguttular gemiyi,<br />İlenka da atladı Tunaya.<br />Hem üzeyor hem türklerä deyor:<br />“Ay, türklär, türklär, <br />bir gözellik için aldanan,<br />bir gözellik için aldanan türklär,<br />ani türklerä sluga olaceydım,<br />denizdä balıklara kurban olayım”.<br /> <br />“Μωρή Λένκα, κόρη μου Λένκα,<br />μωρή κόρη μου, πιο όμορφη του κόσμου,<br />που να το άκουσαν οι Τούρκοι, κόρη μου,<br />ότι ήσουν η πιο όμορφη του κόσμου.<br />Οι Τούρκοι, κόρη μου, θα σε πάρουν”.<br />Και η Ηλένκα είπε στη μητέρα της: <br />“Μάνα, αχ μάνα, κρύψε με,<br />κρύψε με στο μπαούλο, μάνα.<br />Κι όταν, μάνα, θα έρθουν οι Τούρκοι,<br />εσύ να πεις στους Τούρκους, μάνα:<br />«H Λένκα μου πέθανε εδώ και καιρό»”.<br />Ξαφνικά κοίταξαν προς το λόφο του χωριού,<br />ένα καράβι έρχεται γεμάτο Τούρκους,<br />με κόκκινο φέσι, με πράσινη φούντα.<br />Πλησίαζαν και ήρθαν στην Ηλένκα.<br />Ζήτησαν την Ηλένκα από τη μητέρα της.<br />Η μητέρα της Λένκας είπε στους Τούρκους:<br />“Η Λένκα μου πέθανε εδώ και καιρό”.<br />“Άντε, βρε γριά, ας πάμε στο νεκροταφείο.<br />Εμείς, γριά, θα πάρουμε το πτώμα της”.<br />Η Ηλένκα βγήκε από το μπαούλο<br />και οι Τούρκοι την άρπαξαν, την πέταξαν στο καράβι.<br />Τρεις μέρες, τρεις νύκτες προχώρησαν με το καράβι<br />και η Ηλένκα είπε στους Τούρκους:<br />“Αχ, Τούρκοι, Τούρκοι, σταματήστε το καράβι<br />για να πλυθώ στο Δούναβη.<br />Όσο όμορφη είμαι θα γίνω ακόμα πιο όμορφη”.<br />Οι Τούρκοι σταμάτησαν το καράβι<br />και η Ηλένκα πήδηξε στο Δούναβη.<br />Κολυμπάει και συνάμα λέει στους Τούρκους:<br />“Αχ, Τούρκοι, Τούρκοι,<br />ξεγελασμένοι από την ομορφιά,<br />ξεγελασμένοι από την ομορφιά Τούρκοι,<br />παρά να γινόμουν σκλάβα στους Τούρκους<br />ας γίνω θυσία στη θάλασσα για τα ψάρια”. <br />“О, Ленка, дочь моя Ленка, <br />о, дочь моя, самая красивая в мире, <br />откуда же узнали турки, дочь моя, <br />что ты – самая красивая в мире. <br />Турки, дочь моя, похитят тебя”. <br />Иленка сказала своей матери: <br />“Ой, мамочка, мамочка, спрячь меня, <br />спрячь меня в сундуке, мамочка. <br />А когда, мамочка, турки придут, <br />ты скажи туркам, мамочка: <br />«Моя Ленка давно умерла»”. <br />Вдруг они посмотрели на холм села, <br />подплывает корабль полный турок, <br />с красными фесками с зелёными кистями. <br />Вот они пришли к Иленке. <br />Они спросили об Иленке у её матери. <br />Мать Ленки сказала туркам: <br />“Моя Ленка давно умерла”. <br />“Давай, бабка, пойдём на кладбище. <br />Мы, бабка, заберём её тело”. <br />Иленка вышла из сундука,<br />и турки схватили её, бросили на корабль. <br />Три дня, три ночи они плыли на корабле,<br />и Иленка сказала туркам: <br />“Ах, турки, турки, остановите корабль,<br />чтобы я искупалась в Дунае. <br />Насколько я красива, а стану ещё красивее”. <br />Турки остановили корабль,<br />и Иленка прыгнула в Дунай. <br />Она и плывёт, и туркам говорит: <br />“Ах, турки, турки,<br />красотой обольщённые, <br />красотой обольщённые турки, <br />вместо того чтобы туркам рабыней стать,<br />уж лучше в море рыбам жертвой стану”. <br />“Oh Lenka, my daughter Lenka, <br />oh, my daughter, most beautiful in the world, <br />where did the Turks hear, my daughter, <br />that you were the most beautiful in the world. <br />The Turks, my daughter, will take you”. <br />And Ilenka to her mother said: <br />“Mammy, oh mammy, hide me, <br />hide me in the trunk, mammy. <br />And when, mammy, the Turks come<br />say to the Turks, mammy: <br />«My Lenka died long ago»”. <br />Suddenly they glanced towards the village hill, <br />a boat is coming full of Turks, <br />with red fezes, with green tassels. <br />They were drawing near, coming for Ilenka. <br />They asked for Ilenka from her mother. <br />Lenka’s mother told the Turks: <br />“My Lenka died long ago”. <br />“Come on, old woman, let's go to the cemetery. <br />For we, old woman, will take her body”. <br />Ilenka came out from the trunk <br />and the Turks grabbed her and threw her onto the boat. <br />Three days, three nights they had travelled on the boat <br />when Ilenka told the Turks: <br />“Oh, Turks, Turks, stop the boat <br />and I will wash myself in the Danube. <br />As beautiful as I am, I will be even more beautiful”. <br />The Turks stopped the boat<br />and Ilenka jumped into the Danube. <br />As she swam she told the Turks: <br />“Oh, Turks, Turks, <br />deceived by beauty, <br />deceived by beauty, Turks, <br />instead of becoming a slave of the Turks <br />let me be a sacrifice for the fishes in the sea”.Γκαγκαβούζης-Gagavouzishttp://www.blogger.com/profile/08268729413849882556noreply@blogger.com0tag:blogger.com,1999:blog-2738998458635353243.post-57379827854557447102011-01-28T23:42:00.000-08:002011-01-29T00:13:59.891-08:00<iframe allowfullscreen='allowfullscreen' webkitallowfullscreen='webkitallowfullscreen' mozallowfullscreen='mozallowfullscreen' width='320' height='266' src='https://www.blogger.com/video.g?token=AD6v5dxlOKLnXe5MadusboF4FIeGWTXv_48JVAH7R4Fd61PJ-zNagptf0Uu02rJ5sdg8RQDnAwfvwdxEBoTr7WUMOw' class='b-hbp-video b-uploaded' frameborder='0'></iframe>Γκαγκαβούζης-Gagavouzishttp://www.blogger.com/profile/08268729413849882556noreply@blogger.com1tag:blogger.com,1999:blog-2738998458635353243.post-42798256560727346352011-01-28T23:05:00.000-08:002011-01-28T23:12:17.975-08:00ΕΝΗΜΕΡΩΣΗΚΑΛΗΜΕΡΑ ΣΕ ΟΛΟΥΣ ΤΟΥΣ ΦΙΛΟΥΣ ΠΟΥ ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΟΥΝ ΤΟ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟ ΜΟΥ!! ΞΕΚΙΝΗΣΕ ΜΙΑ ΠΡΟΣΠΑΘΕΙΑ ΕΔΩ ΚΑΙ ΚΑΙΡΟ ΝΑ ΚΑΤΑΓΡΑΦΟΥΝ ΤΡΑΓΟΥΔΙΑ ΠΑΡΑΜΥΘΙΑ, ΕΘΙΜΑ ΤΩΝ ΓΚΑΓΚΑΒΟΥΖΗΔΩΝ-ΓΚΑΓΚΑΟΥΖΩΝ !! Η ΠΡΩΤΗ ΕΝΕΡΓΕΙΑ ΗΤΑΝ ΝΑ ΠΡΟΒΑΛΟΥΜΕ ΑΥΤΟ ΤΟ ΒΙΝΤΕΟ!! ΥΠΑΡΧΕΙ ΣΤΟ YOUTUBE ΣΤΗ ΘΕΣΗ: http://www.youtube.com/watch?v=ekus5Hf_IGA!! ΟΣΟΙ ΦΙΛΟΙ ΘΕΛΟΥΝ ΝΑ ΤΟ ΠΡΟΩΘΗΣΟΥΝ ΕΙΝΑΙ ΜΙΑ ΚΑΛΗ ΕΥΚΑΙΡΙΑ ΝΑ ΓΝΩΡΙΣΕΙ Ο ΚΟΣΜΟΣ ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΕΝΑ ΜΙΚΡΟ ΒΙΝΤΕΟ ΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ ΜΑΣ! ΘΑ ΣΥΝΕΧΙΣΟΥΜΕ ΚΑΙ ΜΕ ΑΛΛΑ ΚΑΙ ΘΕΛΟΥΜΕ ΝΑ ΠΙΣΤΕΥΟΥΜΕ ΠΩΣ ΕΙΝΑΙ ΠΡΟΣ ΟΦΕΛΟΣ ΤΗΣ ΥΠΟΘΕΣΗΣ ΤΩΝ ΓΚΑΓΚΑΟΥΖΩΝ ΟΠΟΥ ΓΗΣ!! ΠΑΡΑΛΛΗΛΑ ΞΕΚΙΝΗΣΕ ΚΑΙ Η ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ ΜΟΥ ΣΤΗ ΡΩΣΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ ΓΙΑ ΝΑ ΜΠΟΡΟΥΝ ΟΙ ΑΔΕΛΦΟΙ ΜΑΣ ΟΙ ΓΚΑΓΚΑΟΥΖΟΙ ΣΤΗΝ ΓΚΑΓΚΑΟΥΖΙΑ ΤΗΣ ΜΟΛΔΑΒΙΑΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΟΥΚΡΑΝΙΑΣ ΝΑ ΑΠΟΚΤΗΣΟΥΝ ΓΝΩΣΗ ΓΙΑ ΤΙΣ ΑΠΟΨΕΙΣ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΓΚΑΓΚΑΟΥΖΩΝ. ΕΙΝΑΙ ΓΕΓΟΝΟΣ ΠΩΣ ΑΥΤΗ Η ΠΡΟΣΠΑΘΕΙΑ ΔΕΝ ΕΧΕΙ ΑΠΟΚΤΗΣΕΙ ΣΑΡΚΑ ΚΑΙ ΟΣΤΑ ΜΕ ΤΗΝ ΕΝΝΟΙΑ ΤΗΣ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑΣ ΕΝΟΣ ΣΩΜΑΤΕΙΟΥ ΣΥΛΛΟΓΟΥ ΠΟΥ ΝΑ ΠΡΟΩΘΕΙ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΕΝΑ ΚΑΙ ΣΥΓΚΡΟΤΗΜΕΝΑ ΤΙΣ ΘΕΣΕΙΣ ΜΑΣ! ΕΛΠΙΖΩ ΣΤΟ ΑΜΕΣΟ ΜΕΛΛΟΝ ΝΑ ΓΙΝΕΙ ΚΑΙ ΑΥΤΟ!!Γκαγκαβούζης-Gagavouzishttp://www.blogger.com/profile/08268729413849882556noreply@blogger.com0tag:blogger.com,1999:blog-2738998458635353243.post-732908862678158892010-12-28T00:05:00.000-08:002010-12-28T00:06:05.207-08:00ΑΠΟ ΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΕΘΝΟΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΕΘΝΟΛΟΓΙΚΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣΒΙΒΛΙΟΚΡΙΣΙΕΣ - ΒΙΒΛΙΟΠΑΡΟΥΣΙΑΣΕΙΣ<br />ΧΡΗΣΤΟΣ ΣΤ. ΚΟΖΑΡΙΔΗΣ, Εμείς οι Γκαγκαούζηδες. Ταυτότητες - ιστορικές πηγές και η πορεία μας μέσα στο χρόνο, Εκδόσεις Παρατηρητής της Θράκης, Κομοτηνή 2009, σχ. 8ο, σελ. 415, χάρτες, φωτογραφίες, βιβλιογραφία, ευρετήριο ονομάτων.<br /><br /><br /><br /><br />Η συγγραφική/εκδοτική δραστηριότητα με θέματα που άπτονται εθνικής ή εθνοτικής σημασίας παρουσιάζεται στην Ελλάδα τα τελευταία χρόνια πολύ ακμαία. Επίκε¬ντρο συνήθως είναι ετερόγλωσσες ή ετερόθρησκες ομάδες. Θα έλεγε κανείς ότι ξεκινώντας από μια ανθρωπολογία των ομοιοτήτων έχουμε φτάσει σε μια ανθρω¬πολογία των διαφορών, μια εθνολογία, όπως είχε προτείνει πολύ παλιά ο Βρετα¬νός κοινωνικός ανθρωπολόγος Εvans Pritchard. Το θέμα αποκτά ιδιαίτερο εν¬διαφέρον, όταν παρατηρείται διαπραγμά¬τευση των συλλογικών ταυτοτήτων ή όταν οι ομάδες αυτές βρίσκονται σε μια διαδικασία οριστικής αφομοίωσης από την κυρίαρχη ομάδα.<br />Το βιβλίο του Χρήστου Κοζαρίδη από τις εκδόσεις «Παρατηρητής της Θρά¬κης» για τους Γκαγκαούζηδες, μια τουρ¬κόφωνη αλλά χριστιανική ομάδα της Θράκης, έρχεται να καλύψει σημαντικό κενό στην ελληνική ιστορική και εθνολο¬γική επιστήμη όχι μόνο για το αντικείμε¬νο της, αλλά και για το υψηλό επιστημο¬νικό της επίπεδο, την πλήρη ανάλυση, την εκτεταμένη ιστορική πλαισίωση της. Σημειώνω ότι ο συγγραφέας προέρχεται από αυτή την ομάδα και, μολονότι στην επι¬στημονική ειδικότητα του δεν είναι ιστορικός ή εθνολόγος, αλλά οδοντίατρος, εντούτοις το βιβλίο ξεπερνάει τα όρια του ερασιτεχνισμού. Η συγκεκριμένη μελέτη τηρεί όλες της επιστημονικές προδιαγρα¬φές μιας εθνοϊστορίας, γιατί στηρίζεται σε δημοσιευμένο υλικό, σε αρχειακή έρευ¬να καθώς και σε συνεντεύξεις με μέλη αυ¬τής της κοινότητας.<br />Μετά από τον πρόλογο της επίκουρης καθηγήτριας ιστορίας του Πανεπιστη¬μίου Μακεδονίας, Ιφιγένειας Βαμβακίδου, και τον πρόλογο και την εισαγωγή του συγγραφέα, το βιβλίο χωρίζεται σε δέκα κεφάλαια τα οποία πάλι διαιρούνται σε υποενότητες.<br />Το πρώτο κεφάλαιο (σ. 31-47) έχει τίτλο «Ιστορική-γεωγραφική περιγραφή της Χερσονήσου του Αίμου». Στις υποε¬νότητες εξετάζονται οι λαοί και οι φυλές από την αρχαιότητα μέχρι τη Ρωμαϊκή εποχή, καθώς και οι αποικίες και οι πό¬λεις του δυτικού Ευξείνου Πόντου.<br />Το δεύτερο κεφάλαιο (σ. 49-83) τιτ¬λοφορείται «Ρωμαϊκή και βυζαντινή πε¬ρίοδος - Μεταναστεύσεις και εγκαταστά¬σεις λαών στα Βαλκάνια». Στις υποενό¬τητες γίνεται αναφορά και συχνά διεξοδι¬κή ανάλυση των λαών που εγκαταστάθη¬καν στο χώρο, όπως Σλάβοι και Βούλγα¬ροι, Πετζενέγκοι, Ούζοι, Κουμάνοι κ.ά. και τέλος Σελτζούκοι και Οθωμανοί Τούρκοι.<br />Το τρίτο κεφάλαιο (σ. 85-135) αναφέ¬ρεται κυρίως στους Γκαγκαούζηδες. Έχει τίτλο «Γκαγκαβούζηδες: Ιστορικές πηγές -ταυτότητες - χρόνος εμφάνισης τους». Η ανάλυση στις υποενότητες περιλαμβάνει τις επιστημονικές απόψεις για τους Γκα¬γκαούζηδες καθώς και τις επιστημονικές αντιπαραθέσεις. Γίνεται λόγος για τον σουλτάνο Izzedin ΚeyKavus και τη σχέση του με τους Γκαγκαούζηδες, γιατί ορισμέ¬νοι τον συνδέουν με το εθνώνυμο των Γκαγκαούζηδων. Αναφορά γίνεται επίσης και στο πριγκιπάτο της Καβάρνας (1320-1397). Το κεφάλαιο αυτό κλείνει με ανα¬δρομή στην ιστορία των Γκαγκαούζηδων.<br />Το τέταρτο κεφάλαιο (σ. 139-181) με τίτλο «Οθωμανική περίοδος - Πληθυ¬σμιακά και εθνολογικά στοιχεία της βό¬ρειας Βουλγαρίας» αφιερώνεται κατά κύ¬ριο λόγο στο χώρο όπου εγκαταστάθηκαν σε πρώτη φάση οι Γκαγκαούζηδες (Δοβρουτσά κ.α.).<br />Στο πέμπτο (σ. 183-202) και το έκτο κεφάλαιο (σ. 203-239) εξετάζονται διεξο¬δικά οι ιστορικές συνθήκες της ίδρυσης του βουλγαρικού κράτους και οι επιπτώ¬σεις στην κοινωνία των Γκαγκαούζηδων και των Ελλήνων της Βουλγαρίας. Επί¬σης τα σωματεία, οι φιλεκπαιδευτικοί σύλλογοι, η εκπαίδευση αλλά και οι αντιπαραθέσεις Ελλήνων και Βουλγά¬ρων. Οι υποενότητες των κεφαλαίων αυ¬τών είναι μια πολύ καλή ιστορική και πολιτισμική πλαισίωση του βιβλίου.<br />Το έβδομο κεφάλαιο (σ. 241-291) έχει τίτλο «Οι Γκαγκαούζηδες της Ανα¬τολικής Θράκης» και αναφέρεται στο ιστορικό και στις πολεμικές συνθήκες των εγκαταστάσεων της ομάδας αυτής στην Ανατολική Θράκη. Γίνεται παράθε¬ση δημογραφικών στοιχείων, πίνακες και κατάλογοι χωριών με Γκαγκαούζικο πληθυσμό πριν από τους Βαλκανικούς πολέμους.<br />Το όγδοο (σ. 293-316) και το ένατο κεφάλαιο (σ. 319-339) αναφέρονται στους Βαλκανικούς πολέμους και στον Α' Παγκόσμιο πόλεμο καθώς και στις συνέπειες τους στους πληθυσμούς των εμπλεκομένων χωρών. Ο συγγραφέας αναφέρεται ιδιαίτερα στους Γκαγκαούζη¬δες της Δοβρουτσάς (Βουλγαρία) κατά τη διάρκεια των Βαλκανικών πολέμων καθώς και στην εγκατάσταση τους στην Ελλάδα (κυρίως Δυτική Θράκη) από την Ανατολική Θράκη, με την ανταλλαγή των πληθυσμών.<br />Το δέκατο και τελευταίο κεφάλαιο (σ. 341-354) έχει τίτλο «Οι Γκαγκαούζη¬δες σήμερα - η παρουσία τους στα Βαλ¬κάνια». Το μέρος αυτό του βιβλίου είναι μια ανασκόπηση όσων ειπώθηκαν από τον συγγραφέα μέχρι τώρα με ορισμένες πιο λεπτομερείς παρατηρήσεις του σε καίρια σημεία της προβληματικής του.<br />Η σημαντική μελέτη του Κοζαρίδη για τους Γκαγκαούζηδες θέτει άλλη μια φορά το μεγάλο ερώτημα της έκτασης της Ρωμιοσύνης, δηλαδή των ελληνότροπων Χριστιανών Ορθοδόξων που δηλώ¬νουν αφοσίωση στο Πατριαρχείο, με άλ¬λα λόγια των ελληνορθόδοξων ετερόγλωσσων ή δίγλωσσων ομάδων της Οθω¬μανικής Αυτοκρατορίας. Οι Γκαγκαούζη¬δες δεν είναι οι μόνοι Τουρκόφωνοι ορ¬θόδοξοι. Γνωρίζουμε ήδη τους Καραμανλήδες της Καππαδοκίας, τους Οφίτες του Πόντου. Όλοι αυτοί, όπως και οι Γκαγκαούζηδες ανταλλάχτηκαν ως Ρωμι¬οί με τη συνθήκη της Λωζάννης το 1923.<br />Το ερώτημα όμως για τους Γκαγκα¬ούζηδες είναι ευρύτερο. Είναι ιστορικό, εθνολογικό, γλωσσικό. Σημειώνω ότι οι Γκαγκαούζηδες, σύμφωνα με τον συγ¬γραφέα, απετέλεσαν το «μήλο της έρι¬δος» μεταξύ Βουλγάρων και Ελλήνων καθώς και Τούρκων (κάτι παρόμοιο συμβαίνει με τους Πομάκους), οι οποίοι επιθυμούσαν να τους προσεταιρισθούν για λόγους εθνικούς. Οι Βούλγαροι υπόστηρίζουν ότι οι Γκαγκαούζηδες είναι Βούλγαροι που τουρκοφώνησαν. Οι ίδιοι οι Γκαγκαούζηδες όμως δεν ακολού¬θησαν τη Βουλγαρική Εξαρχία ούτε θέ¬λησαν να πολιτογραφηθούν Βούλγαροι κατά την ίδρυση του βουλγαρικού κρά¬τους, ενώ είχαν ισχυρότερη σύνδεση με τους Έλληνες και την ελληνική κουλ¬τούρα (εκπαίδευση κτλ.)• Οι Τούρκοι πάλι, στηριζόμενοι στην τουρκοφωνία, θεωρούν τους Γκαγκαούζηδες Τούρκους, αν και με τις ανταλλαγές των πληθυ¬σμών μαζί με τους άλλους τουρκόφω¬νους Ορθόδοξους Χριστιανούς (Ρωμι¬ούς) τους έστειλαν στην Ελλάδα. Η συ¬νάφεια των Γκαγκαούζηδων πάντως με τον ελληνισμό είναι πιο στενή, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι και οι ίδιοι δεν «ψάχνονται» εθνολογικά.<br />Από την επιστημονική κοινότητα κατά τον συγγραφέα έχουν προταθεί διάφορες θεωρίες για την καταγωγή των Γκα¬γκαούζηδων. Άλλοι υποστηρίζουν ότι έχουν σχέση με τους Καραμανλήδες της Καππαδοκίας, άλλοι ότι προέρχονται από τους Σελτζούκους Τούρκους, ενώ άλλοι πιστεύουν ότι πρόκειται για Τούρκους πριν από την οθωμανική κατάκτηση του Βυζαντίου. Πάντως η εμφάνιση τους στην ιστορία είναι μεταγενέστερη του 1000 μ.Χ. Όλα τα παραπάνω τα πραγματεύε¬ται με μεγάλη επιτυχία και άριστη επι¬στημοσύνη ο συγγραφέας στο βιβλίο του, το οποίο αποτελεί σημαντικό έργο ανα¬φοράς. Το κείμενο συμπληρώνεται με πολλούς χάρτες, φωτογραφίες, βιβλιογρα¬φία και ευρετήριο ονομάτων.<br />ΕΛΕΥΘΕΡΙΟΣ Π. ΑΛΕΞΑΚΗΣΓκαγκαβούζης-Gagavouzishttp://www.blogger.com/profile/08268729413849882556noreply@blogger.com10tag:blogger.com,1999:blog-2738998458635353243.post-72908187640384325562010-12-23T02:22:00.000-08:002010-12-23T02:42:10.377-08:00Çekettilär Efleyemä- Κινησαν για τη Βηθλεέμ: Ενα χριστουγεννιατικο τραγουδι απο την Γκαγκαουζια!!Şu gün duusundan <br />Bir şafkli yildiz duvacek.<br />Biläsiniz, aniki,<br />Hristos dünneyä gelecek.<br />Şu gün duusundan<br />Büük yildiz duudu.<br />Biläsiniz, aniki<br />Isus dünneyä geldi.<br />Uç kral çeketti<br />Isuzu aaramaa.<br />Biri aldi-Miru şişesini,<br />Biri aldi-Izmirnayi,<br />Birisi da aldi-Altin almayi.<br />Çekettilär Efleyemä,<br />Efleyemä<br />Isuzun duuduu erä.<br />Az mi gittilar,<br />Çok mu gittilär,<br />Karşi geldilär<br />Hirod padişahsina.<br />Hirod padişahsi<br />Nerey varayorsunuz,<br />Bre krallar? - dedi.<br />Biz çekettik Efleyemä,<br />Efleyemä,<br />isuzun duuduu ernä, Isuzu bularim, Inkinat olalim.<br />- Gitticä yollarnizdan,<br />Geeri geläsiniz.<br />Dönüştä bana<br />Bir haber veräsiniz.<br />Ban da bulayim orada<br />Hristozu,<br />Hristozu bulayim,<br />inkinat olayim.<br />O krallara bir ses geldi:<br />-Gitticä yollarnizdan,<br />Geeri dönmeyäsiniz.<br />Hirod padişahsima,<br />Haber vermäyäsiniz.<br />Hirod padişahsinin<br />Kalibi bozuldu.<br />Iki yaştan aşiysini <br />Kiydi, dooradi.<br /><br />Κίνησαν για τη Βηθλεέμ<br />Από τούτη την ανατολή<br />Θα ανατείλει ένα φωτεινό αστέρι.<br />Να ξέρετε ότι<br />Θα έρθει στον κόσμο ο Χριστός.<br />Από τούτη την ανατολή<br />ανέτειλε μεγάλο αστέρι.<br />Να ξέρετε ότι<br />ήρθε στον κόσμο ο Ιησούς.<br />Τρεις άρχοντες κίνησαν<br />να ψάξουν να βρουν τον Ιησού.<br />Ο ένας πήρε το μπουκάλι με το μύρο,<br />ο άλλος πήρε τη σμύρνα<br />και ο τρίτος τους πήρε το χρυσό μήλο.<br />Κίνησαν για τη Βηθλεέμ,για τη Βηθλεέμ,<br />για το μέρος που γεννήθηκε ο Ιησούς.<br />Άραγε λίγο να προχώρησαν,<br />άραγε πολύ να προχώρησαν,<br />συνάντησαν τον βασιλιά Ηρώδη.<br />Ο βασιλιάς Ηρώδης:<br />«Για πού πηγαίνετε,βρε άρχοντες;» είπε.<br />«Εμείς κινήσαμε για τη Βηθλεέμ,για τη Βηθλεέμ,<br />για το μέρος που γεννήθηκε ο Ιησούς,<br />για να βρούμε τον Ιησού,για να Τον προσκυνήσουμε».<br />«Από τους ίδιους δρόμους που πηγαίνετε<br />πίσω να έρθετε,<br />στην επιστροφή σε εμένα<br />να δώσετε είδηση,<br />να βρω και εγώ εκείτον Χριστό,<br />να βρω τον Χριστό,να Τον προσκυνήσω».<br />Σε αυτούς τους άρχοντες ήρθε μια φωνή:<br />«Από τους ίδιους δρόμους που πηγαίνετε<br />να μην γυρίσετε πίσω,<br />στον βασιλιά Ηρώδη<br />να μην δώσετε είδηση». <br />Του βασιλιά Ηρώδη η καρδιά χάλασε. <br />Τους κάτω από δύο χρονών <br />τους κατέσφαξε.τους πετσόκοψε.Γκαγκαβούζης-Gagavouzishttp://www.blogger.com/profile/08268729413849882556noreply@blogger.com0tag:blogger.com,1999:blog-2738998458635353243.post-78697579941091162692010-10-27T02:20:00.000-07:002010-10-27T02:22:05.552-07:00Ο Πολιτιστικός & Αθλητικός Σύλλογος Καπετάν ΜητρούσηςΟ Πολιτιστικός & Αθλητικός Σύλλογος Καπετάν Μητρούσης, πραγματοποίησε τριήμερη εκδρομή σε Ορεστιάδα – Αδριανούπολη, με σκοπό την αδερφοποίηση με το σύλλογο Άνω Οινόης το Κρασοχώρι και την επίσκεψη στην Τουρκία στα χωριά των Γκαγκαβούζηδων προσφύγων .<br /><br />Σε μια καταπληκτική εκδήλωση τα δύο σωματεία αντάλλαξαν δώρα και προτάσεις συνεργασίας για την νέα χρονιά, τραγούδησαν , διασκέδασαν και χόρεψαν με τη συνοδεία παραδοσιακής ορχήστρας με γκάιντες , καβάλια, λύρες κλπ.<br /><br />Τα μέλη του συλλόγου Άνω Οινόης «Το Κρασοχώρι», ντυμένα με παραδοσιακές φορεσιές, υποδέχτηκαν τους φιλοξενούμενους εγκάρδια, τους τραγούδησαν Γκαγκαβούζικα τραγούδια και τους χόρεψαν Γκαγκαβούζικους χορούς, έγιναν φίλοι με πολλούς Μητρουσιώτες και σε κάποιες περιπτώσεις ανακάλυψαν και μακρινές συγγένειες. <br /><br />Καταλυτική ήταν η παρουσία και η συμμετοχή στην εκδρομή του κ.Κοζαρίδη Χρήστου, ο οποίος ανέλαβε και την ξενάγηση στην αλησμόνητη πατρίδα, αφού λόγω της συγγραφής του βιβλίου του « Εμείς οι Γκαγκαβούζηδες», επισκέπτεται αυτά τα μέρη πάρα πολύ συχνά.<br /><br />Μεγάλη συγκίνηση διακατείχε όλα τα μέλη της αποστολής όταν αντίκρισαν το χωριό NADIRLY (Ναντιρλί) απ’ όπου κατάγεται όλος ο Γκαγκαβούζικος πληθυσμός του Μητρουσίου.<br />Η συγκίνηση γρήγορα έγινε λύπη μπροστά στις σχεδόν άθλιες συνθήκες διαβίωσης των κατοίκων αυτού του τουρκικού χωριού. Ο τρόπος ζωής αναγάγει σε εποχές κοντά στα μέσα του περασμένου αιώνα.<br /><br />Οι άνθρωποι ήταν πολύ ευγενικοί κι εγκάρδιοι, ξενάγησαν όλη την αποστολή μέσα στο χωριό, με επικεφαλής τον πρόεδρο τους.<br />Όπου υπήρχε παλιό ελληνικό σπίτι το έδειξαν, άνοιγαν τις πόρτες τους και με χαμόγελο καλωσόριζαν τους ¨ξένους¨ .<br />Ότι μαρτυρία θυμόταν κι αυτοί απ’ τους δικούς τους παππούδες την εξιστόρησαν. Έδειξαν το μέρος όπου ήταν χτισμένη η εκκλησία του Αγίου Γεωργίου καθώς κι ένα τμήμα της βάσης απ’ την Αγία Τράπεζα όπως διασώζεται.<br />Έδειξαν το σπίτι που πέθανε ο τελευταίος παπάς του χωριού τότε, ο παπαγιάννης.<br />Γενικά ήταν πολύ φιλικοί και φιλόξενοι.<br /><br />Στην επιστροφή προς Αδριανούπολη έγιναν και δύο στάσεις στα χωριά ALPULU (Αλιπλί) και DOGANTCA(Δογάντζα ή Ντουβάντζιλι), από τα οποία κατάγονται επίσης κάποιες οικογένειες προσφύγων του Μητρουσίου.<br />Κατά κοινή ομολογία η ζωή σ’ αυτά τα δύο χωριά είχε μια άλλη όψη. Η εξέλιξη ήταν εμφανής παντού. Από τα κτίρια, το οδικό δίκτυο και γενικά τις υποδομές μέχρι και το ντύσιμο των κατοίκων η εντύπωση ήταν πως σ΄αυτά τα μέρη υπήρξε πρόοδος .<br /><br />Η εξόρμηση αυτή έγινε η αφορμή να ξεκινήσει μια νέα συνεργασία με τον σύλλογο Άνω Οινόης «Το Κρασοχώρι». Έγινε επίσης αιτία πολλοί απόγονοι 3ης και 4ης γενιάς των προσφύγων μας, να δουν και να γνωρίσουν από κοντά το μέρος που γεννήθηκαν και μεγάλωσαν οι γονείς και οι παππούδες τους. Πάτησαν αυτά τα ιερά χώματα που κλείνουν αιώνων ελληνικής ιστορίας και είναι χρέος μας να τη γνωρίζουμε και να τη διαδίδουμε.<br />Το διοικητικό συμβούλιο του Πολιτιστικού & Αθλητικού Συλλόγου «Καπετάν Μητρούσης», εκφράζει τις ειλικρινείς ευχαριστίες του στον κ.Κοζαρίδη Χρήστο για τη συμβολή του στην ανάδειξη της ιστορίας των Γκαγκαβούζηδων, στα μέλη του συλλόγου Άνω Οινόης «Το Κρασοχώρι» για την υποδοχή και τη φιλοξενία και σε όλους τους συμμετέχοντες στην αποστολή για την άψογη συνεργασία.<br /><br />«Και είς άλλα με ΥΓΕΙΑ».Γκαγκαβούζης-Gagavouzishttp://www.blogger.com/profile/08268729413849882556noreply@blogger.com0tag:blogger.com,1999:blog-2738998458635353243.post-86775125492980328792010-08-05T10:51:00.000-07:002010-08-05T10:55:21.793-07:00ΜΙΑ ΣΥΖΗΤΗΣΗ ΠΟΥ ΑΞΙΖΕΙ ΝΑ ΤΗΝ ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΕΙΣΕΤΕΑΥΤΗ Η ΣΥΖΗΤΗΣΗ ΓΙΝΕΤΑΙ ΣΤΗΝ ΙΣΤΟΣΕΛΙΔΑ ΤΟΥ ΧΩΡΙΟΥ ΘΟΥΡΙΟ!! ΣΥΓΚΡΟΥΟΝΤΑΙ ΑΠΟΨΕΙΣ ΠΟΥ ΕΝΩ ΔΕΝ ΕΧΟΥΝ ΣΧΕΣΗ ΜΕ ΤΗΝ ΡΑΤΣΑ ΜΑΣ ΠΡΟΣΠΑΘΟΥΝ ΝΑ ΤΗΝ ΕΝΤΑΞΟΥΝ ΚΑΙ ΑΥΤΗ ΜΕΣΑ ΣΕ ΕΝΑ ΣΥΝΕΦΙΑΣΜΕΝΟ ΚΑΙ ΟΜΙΧΛΩΔΕΣ ΤΟΠΙΟ ΠΟΥ ΒΟΛΕΥΕΙ ΟΡΙΣΜΕΝΟΥΣ!!<br /><br />afieromeno se aytous pou theloun na milame toyrkika<br />Ετοιμάζουν τον επαναστατικό στρατό για την τούρκικη δημοκρατία της Δυτικής Θράκης. ΦΩΤΟ ΝΤΟΚΟΥΜΕΝΤΟ!<br /><br />(Κυκλοφορούν φορώντας στο στήθος τους την πρασινόμαυρη σημαία της τούρκικης Δυτικής Θράκης και πίσω στην πλάτη το μπλουζάκι γράφει "τούρκικη δημοκρατία της Δυτικής Θράκης")<br /><br />Νομίζουμε ότι οι φωτογραφίες είναι ο αδιάψευστος μάρτυρας της καταστάσεως που βιώνουμε ως χώρα στα χωριά της Θράκης στην ελληνική επικράτεια. Οι άνθρωποι που βλέπετε στις φωτογραφίες, είναι Έλληνες πολίτες που ζούνε στην Ελλάδα κι έχουν μουσουλμανικό θρήσκευμα. Τουλάχιστον έτσι θέλουμε να πιστεύουμε εμείς! Εκείνοι φοράνε τα μπλουζάκια με τη σημαία της ανεξάρτητης τούρκικης δημοκρατίας της Δυτικής Θράκης και κυκλοφορούν ανέμελα στα χωριά των μουσουλμάνων της Θράκης. Σύμφωνα με πληροφορίες του Sarotikou, με αφορμές εθνικές και τοπικές γιορτές, οι ομάδες των "Ελευθερωτών της Θράκης" μοιράζουν αυτές τις μπλούζες που βλέπετε στα παιδάκια των χωριών, προσπαθώντας να τα προσηλυτίσουν και να τα μπολιάσουν με...<br />ΔΕΙΤΕ ΚΙ ΑΛΛΕΣ ΦΩΤΟ<br /><br />...την ιδεολογία της τούρκικης δυτικής θράκης. Με βάση το τούρκικο προξενείο της Κομοτηνής, ομάδες Τούρκων εθνικιστών δημιουργούν αργά αλλά σταθερά τέτοιες συμμορίες με σκοπό τον εκφοβισμό των Ελλήνων αλλά και των μουσουλμάνων κατοίκων της Θράκης. Πρόκειται ουσιαστικά για έναν ιδιωτικό στρατό με σήμα την πρασινόμαυρη σημαία-λάβαρο των Τούρκων της Δυτικής Θράκης που σκοπό έχει, τι άλλο, την απελευθέρωση του μουσουλμανικού στοιχείου της ελληνικής Θράκης και τη δημιουργία ανεξάρτητου κράτους, όπως ακριβώς συνέβη και με το ψευδοκράτος του Ντενκτάς στην αιματοβαμμένη Κύπρο. Το σημερινό ρεπορτάζ του Sarotikou αφιερώνεται στην επέτειο της εισβολής του Αττίλα στην πολύπαθη Κύπρο. Η ιστορία πρέπει να μας καθοδηγεί για τα μελλοντικά βήματά μας. "Δεν ξεχνώ"!<br /><br />Αναρτήθηκε από Sarotiko στις 12:18 μ.μ.<br />Τρίτη 3 Αυγούστου 2010 - Ωρα Ελλάδας:17:05:36<br /><br />Thrakiotis<br />O Ellinas mexri tora perpatouse me paropides,<br />Efxome na aniksi kapia stigmi ta matia tou kai na ksipnisi to mialo tou,paramenoume sto ti periousia mas afisane i progoni mas alla kanenas den theli na dimiourgisi pano se afto,den kanoume pedia,kowoume tin istoria apo ta sxolia,kai oti poume enantion ksenon imaste rasistes. Afto pou xaraktirise ton Elina ,Iperifania,Sewasmos,Filoxenia exoun xathi.efxaristoume gia tin pliroforia.<br />Τετάρτη 4 Αυγούστου 2010 - Ωρα Ελλάδας:10:11:54<br /><br />ΔΗΜΟΣ ΓΕΩΡΓΟΥΣΗΣ<br />Συμφωνω με τα παραπανω σχολια αλλα να μου επιτρεψετε να διαφωνησω μονο με τον τιτλο του πρωτου σχολιου.η γλωσσα των λαων δεν χαρακτηριζει απολυτα την εθνικη συνειδηση τους.οι Ελβετοι, οι Αυστριακοι μιλουν γερμανικα αλλα δεν ειναι Γερμανοι.Οι γαλλοφωνοι του Βελγιου δεν ειναι γαλλοι.Ο νεαρος που εκαψε στο πολυτεχνειο την ελληνικη σημαια και γνωριζει απταιστα ελληνικα ,ειναι Ελληνας ???αυτα τα παραθετω για να σας υπενθυμιζω οτι η συνειδηση των γκαγκαβουζηδων που αναγκαστηκαν να μιλουν την τουρκικη γλωσσα ποτε δεν συνταχτηκαν με τους Τ ουρκους.Οιταφοπλακες τους ειχαν παντα επιγραφες ελληνικες.Θελω να πω οτι αν γινεται χρηση της τουρκικης ειναι κομματι της ιστοριας μας οπως το ιδιο ειναι για τους συγχρονους ελληνες η χρηση της γερμανικης,της αγγλικης η της ολλανδικης.Το παραπανω προβλημα πραγματι προεκυψε γιατι κυριως το ελληνικο κρατος δεν ενεσκυψε οπως νομιζω οτι επρεπε στο προβλημα αυτο και γιατι η τουρκικη προπαγανδα δεν βρηκε αντιπαλο.Τελος θεωρω οτι ειναι απαραδεκτο να υπαρχουν σημερα ελληνες πολιτες που να αρνουνται την ελληνικη τους συνειδηση και να γινονται πιονια πολιτικων παιχνιδιων εισ βαρος της Ελλαδας.Για τον λογο αυτο απαιτειται και αφυπνιση ολων μας.<br />Τετάρτη 4 Αυγούστου 2010 - Ωρα Ελλάδας:12:49:19 - ΦΙΛΩΤΑΣ ΦΛΩΡΙΝΑΣ<br /><br />ΜΑΡΙΝΟΣ καφέ ψητοπωλείο<br />το ότι ΑΝΑΓΚΑΣΑΝ ΝΑ ΜΙΛΑΝΕ οι ΠΡΟΓΟΝΙ ΜΑΣ την τουρκική ΓΛΩΣΣΑ ΠΡΕΠΕΙ να το ΤΟΝΙΖΟΥΜΕ ΠΑΝΤΑ μεγαλόφωνα και όχι να λέμε ότι μιλούσαν τούρκικα γιατί πολύ το έχουν παρεξηγήσει δήμο να περνάς καλά εκεί που ίσε<br />Τετάρτη 4 Αυγούστου 2010 - Ωρα Ελλάδας:15:51:41<br /><br />ΧΡΗΣΤΟΣ ΚΟΖΑΡΙΔΗΣ | Το email μου είναι: | Η ιστοσελίδα μου είναι:<br />Καλησπερα και απο εμενα!! Διαβασα ολο το κειμενο του Σαροτικου οπως και των αλλων φιλων που εγραψαν!! μερικες παρατηρησεις μονο! να μην δεχομαστε ακριτα οσα μας λενε!! τι θελω να πω!! απο που εως που βγαινει το συμπερασμα πως ετοιμαζουν επαναστατικο στρατο οι Τουρκοι της Δυτικης Θρακης; απο τις φωτο δεν βγαινει αυτο το συμπερασμα!! απο το κειμενο ναι γιατι εκφραζει τις μυχιες σκεψεις του συντακτη!! η σημαια αυτη για οσους δεν ξερουν ειναι παρομοια με αυτη της αυτονομης Θρακης που ειχε εγκρινει η ελληνικη κυβερνηση πριν 80 χρονια!!για να ψαχτουμε λιγο!!<br />Τωρα για αυτους που επιμενουν να μιλουν τουρκικα!!! πραγματι δεν καταλαβα γιατι η ομιλια μια γλωσσας αποτελει οπως λεει και ο Δημος δειγμα εθνικης ταυτοτητας!! δεν θα παραθεσω τα ιδια επιχειρηματα αλλα να προσθεσω πως σε λιγα χρονια τα παιδια μας δεν θα γνωριζουν καλα τα ελληνικα!!θα τα εχουν ξεχασει και θα μιλουν πιο καλα τα αγγλικα ή μια αλλη ξενη γλωσσα!!τι σημαινει αυτο πως αυριο μεθαυριο δεν θα ειναι Ελληνες. Παμε τωρα για τους Γκαγκαβουζηδες!! να το βροντοφωναξω μαζι σου Μαρινο πως μας αναγκασαν να μιλουμε την τουρκικη γλωσσα!! ποτε ομως εγινε αυτο; το γνωριζεις; μπορεις να το αποδειξεις; γιατι ετσι χωρις αποδειξη οι φωνες μας θα ειναι κραυγες μονο και τιποτα παραπανω!! και επειδη εκανα μια κουβεντα το πρωι περι μητρικης γλωσσας κλπ και με καποιες ευθυνες που ριχνουν στο προσωπο μου και επειδη το συζητησα με φιλους που ηταν εκει, μαλλον αυτοι που μου ριχνουν μομφη ή δεν ηταν εκει και δεν ακουσαν την ομιλια μου ή επειδη η ομιλια μου ηταν ξεκαθαρη σε αυτο το θεμα θελαν να σπειρουν ζιζανια!! ισως να τα καταφερουν, δικο τους θεμα!! το θεμα ειναι να διευκρινησουμε την καταγωγη μας και τους λογους που μας οδηγησαν να μιλαμε τουρκικα!!! Και κατι τελευταιο: γνωριζετε πως σε οσες πραξεις συναλλαγης με το δημοσιο οι παπουδες μας που δεν ηξεραν γρι ελληνικα για να κανουν μια συμβολαιογραφικη πραξη ή οταν πηγαιναν στο δικαστηριο καλουσαν και εναν που ηξερε καλα ελληνικα και ορκιζονταν πως θα πει ολα επακριβως ολα οσα θα του ελεγε ο γκαγκαβουζης στη γλωσσα του. Οι παπουδες μας τι ηταν Τουρκοι; Και γιατι τοτε δεν υπηρχε προβλημα και τωρα ξαφνικα υπαρχει; Μην προλαβεις να πεις πως ειναι ψεμματα γιατι εχω αποδειξεις και ειδικα απο το χωριο σου Μαρινο!! Σημερα ναι ολοι μιλαμε ελληνικα και αισθανομαστε Ελληνες!! ποιος το αμφισβητει αυτο!! εγω την ομιλια μου την εκλεισα λεγονατς πως ειμαι υπερηφανος που ειμαι Ελληανς και Γκαγκαβουζης. και αυτο πειραζει; Τι να κανω να ξεχασω την καταγωγη μου; Γιατι εχει το δικαιωμα ο Ποντιος και μαλιστα ο τουρκοφωνος απο την Γεωργια ή την Μπαφρα να λεει ειμαι Ελληνας τουρκοφωνος και δεν εχω εγω!! Γιατι εχει δικαιωμα ο Καραμανλης να λεει πως ειναι Ελληνας και μαλιστα τουρκοφωνος και δεν εχω εγω!! Γιατι να εχει δικαιωμα ο σλαβοφωνος να λεει πως ειναι Μακεδονας και να μη το εχω εγω!! Γιατι να εχει το δικαιωμα ο Αρβανιτης να λεει πως ειναι Ελληνας και αρβανιτοφωνος και να μην το εχω εγω!! τωρα για την μητρικη γλωσσα,οι ιστορικοι λενε, οι επιστημονες εννοω και οχι οτι του κατεβει του καθενος πως εννοουμε ως μητρικη γλωσσα οταν ενας μιλαει, σκεφτεται και στα ήθη και εθιμα, τις παραδοσεις του χρησιμοποιει μια συγκεκκριμενη γλωσσα!! Οι παπουδες και οι γιαγιαδες μας ολα αυτα μας τα μετεφεραν στα τουρκικα χωρις ποτε να μας πουν γιατι τα μιλησαν και ποτε!!! και σε αυτους τα μετεφεραν ετσι οι δικοι τους παπουδες και γιαγιαδες. να το ψαξουμε; Εγω προσωπικα οχι!! Δεν τους κακιζω και ισα ισα νιωθω υπερηφανος για αυτους!!χαιρομαι οταν μιλω με τους παππουδες και τις γιαγιαδες και τραγουδω τα τραγουδια και χορευω τους χορους μας!! αν δεν το κανω προσβαλλω τους ιδιους τους γονεις μου και τους προγονους μου γιατι ετσι τους απορριπτω και δεν θελω να τους ξερω!! Μα αυτοι με εφεραν στη ζωη αυτοι με διδαξαν τα πρωτα μου βηματα στη ζωη και οχι οι κατωελλαδιτες που μας τα λενε πολλα και πως ντεμεκ αυτοι ειναι οι γνησιοι Ελληναραδες. Κλεινω θελοντας να πω τουτο: Λαος χωρις μνημη και ιστορια ειναι ενας λαος χωρις μελλον!!<br />Υ.Γ. Εδω ακομη δεν ξερουμε καλα καλα απο που κρατα η σκουφια μας και κολλησαμε στη γλωσσα!! δηλαδη οι Καραμανληδες που μιλουν, τραγουδουν και χορευουν στην τουρκικη τι ειναι Τουρκοι!! Οσοι μαθαινουν τουρκικα ειναι Τουρκοι!! δεν καταλαβαινω το συλλογισμο!! χρειαζομαι βοηθεια!!<br />Σας ευχαριστω για την φιλοξενια και ζητω συγγνωμη για το μακροσκελες σχολιο!! καιρος ειναι ομως να ανοιξει μια συζητηση για να μας φυγουν τα κομπλεξ που εχουμε!!<br />Πέμπτη 5 Αυγούστου 2010 - Ωρα Ελλάδας:19:32:15 - ΧΡΥΣΟΥΠΟΛΗ ΚΑΒΑΛΑΣΓκαγκαβούζης-Gagavouzishttp://www.blogger.com/profile/08268729413849882556noreply@blogger.com12tag:blogger.com,1999:blog-2738998458635353243.post-84400897389093301402010-07-23T00:28:00.000-07:002010-07-23T00:33:15.540-07:00Ομιλια-Παρουσιαση του βιβλιου Εμεις οι Γκαγκαβουζηδες απο τον Χαραλαμπου Μαυριδη Σχολικο Συμβουλο Π.Ε. και Διδακτορα του Π.Τ.Δ.Ε. του Α.Π.ΘΗ ΟΜΙΛΙΑ ΑΥΤΗ ΕΓΙΝΕ ΣΤΟ ΛΑΓΚΑΔΑ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΣΤΙΣ 11 ΙΟΥΛΙΟΥ<br />1. Προκαταρκτικές παρατηρήσεις<br />Θα πρέπει από την αρχή να διευκρινίσω ορισμένα ζητήματα, γιατί οφείλω να είμαι ειλικρινής απέναντι σας, ώστε να μην υπάρξουν πιθανές παρερμηνείες.<br />Πρώτα-πρώτα δεν είμαι ιστορικός και συνεπώς δεν μπορώ να κρίνω με τη γνώση του ειδικού το βιβλίο του φίλου Χρήστου Κοζαρίδη. Με άλλα λόγια αυτό σημαίνει ότι κατ' αρχάς δεν μπορώ να εκφράσω άποψη επί της επιστημονικότητάς του. Μπορώ, βέβαια, με τα εργαλεία που μου παρέχει η ακαδημαϊκή μου κατάρτιση, να διαπιστώσω ότι αυτό διαθέτει όλα εκείνα τα απαραίτητα στοιχεία που η τυπική ακαδημαϊκή έρευνα απαιτεί, ώστε ένα έργο να γίνεται αποδεκτό και να προσμετράτε σε εκείνα που συμβάλλουν σοβαρά στην οικοδόμηση της γνώσης.<br />Το δεύτερο που δεν μπορώ να κάνω, και που έχει άμεση συνάρτηση με την προηγούμενη παραδοχή, είναι ότι δεν μπορώ να το κρίνω επί της ουσίας. Επί της ουσίας θα πει, αν πράγματι αυτά που υποστηρίζει είναι έτσι όπως τα υποστηρίζει, δηλαδή δεν μπορώ να πάρω θέση απέναντι στις απόψεις που εκφράζονται και αυτό όχι γιατί δε συμφωνώ με αυτές, αλλά γιατί δεν είμαι γνώστης της πλούσιας βιβλιογραφίας με την οποία τεκμηριώνει τις απόψεις και τα συμπεράσματα του, ώστε να μπορώ να κρίνω αν αυτή η τεκμηρίωση είναι ουσιαστική και επαρκής ή όχι.<br />Μία τρίτη παράμετρος, που από μόνη της θα δημιουργούσε δισταγμούς και ενδεχομένως αμηχανία στον κάθε εισηγητή, είναι το ίδιο το αντικείμενο της απόπειρας του συγγραφέα. Θέλω να πω ότι ο Χρήστος Κοζαρίδης, προφανώς εν γνώσει του, αλλά φαντάζομαι και από προσωπική ανάγκη ή ίσως και από μια αίσθηση χρέους απέναντι στην ιδιαίτερη ιστορία των Γκαγκαβούζηδων, επιχειρεί μια ριψοκίνδυνη καταβύθιση με όλες τις πιθανές παρερμηνείες, επιφυλάξεις ή και ενστάσεις που αυτή συνεπάγεται.<br />Η καταβύθιση συνίσταται στο εξής: Είναι μια βουτιά στον ιστορικό χρόνο με στόχο τον εντοπισμό μιας καταγωγής. Τίποτε πιο σίγουρο για να σε καταπιεί ο βυθός από το να επιχειρήσεις να διερευνήσεις την καταγωγή μιας φυλετικής ομάδας, ενός φύλου, μιας εθνότητας ή μιας ιδιαίτερης πολιτισμικής συλλογικότητας. Προσέξτε ότι ήδη ανέφερα τέσσερις όρους, τέσσερις λέξεις ή περιφράσεις για να προσδιορίσω μια πληθυσμιακή ομάδα γιατί δεν ξέρω ποιος όρος είναι ο σωστός ή ο αποδεκτός.<br />Αποδεκτός από ποιον; Από την επιστημονική κοινότητα στην οποία όλα τα μέτωπα, σε σχέση με τέτοιου είδους ορολογίες, είναι ανοιχτά; Από τις πολιτικές ιδεολογίες που κάθε μία τις χρησιμοποιεί ανάλογα με τους δικούς της στόχους; Από την επίσημη κρατική ιδεολογία και πολιτική, η οποία, ενδεχομένως, από την χρήση και μόνο ορισμένων όρων μπορεί να αισθανθεί τον πραγματικό ή φανταστικό κίνδυνο<br />διάσπασης μιας αρραγώς οικοδομημένης εθνικής ταυτότητας; Ή από τους ίδιους τους ανθρώπους αυτής της ομάδας οι οποίοι μπορεί καθόλου να μη θέλουν να τα σκαλίζουν όλα αυτά, αφού ήδη, ως μέλη μιας συνολικής εθνότητας, αυτής των Ελλήνων, είναι αρμονικά συνταιριαγμένοι με τον εαυτό τους και καλύπτονται πλήρως από αυτόν τον ασφαλή και σίγουρο εθνικό αυτοπροσδιορισμό;<br />Παρόλα αυτά όταν ψάχνεις τις ρίζες σου και κυρίως όταν δημοσιοποιείς τα αποτελέσματα των ερευνών σου, είσαι αναγκασμένος να αναφερθείς στα ευρήματα σου με συγκεκριμένες λέξεις και ορολογίες.<br />Μεταφορικά μιλώντας, περπατάς πάνω σε ένα ναρκοπέδιο. Έννοιες όπως έθνος, συλλογική ταυτότητα, εθνική ταυτότητα, εθνότητα, εθνισμός, φύλο, φυλή, εθνοτική ομάδα, κοινωνικοί και πολιτικοί μετασχηματισμοί, μυθοποιητικοί μηχανισμοί, γλώσσα, θρησκεία, αλληλεγγύη, κοινωνικές τάξεις, πολιτειότητα, πολιτισμικές συλλογικότητες και πολλές άλλες είναι αυτές που πρέπει να χρησιμοποιήσεις και δυστυχώς, από πρόθεση, σκοπιμότητα ή στείρο ακαδημαϊσμό δεν είναι αθώες.<br />Ο Χρήστος Κοζαρίδης τα ξέρει όλα αυτά. Και όχι μόνο μπήκε στη διαδικασία της αναζήτησης, όχι μόνο αφιέρωσε και αφιερώνει ένα μεγάλο κομμάτι της ζωής του σε αυτό το στόχο, αλλά δημοσιοποιεί τα αποτελέσματα της έρευνάς του. Χρειάζεται δύναμη και κουράγιο γι' αυτό και ό ίδιος θα μας πει τι τον σπρώχνει σε αυτή τη δύσκολη προσπάθεια.<br />Τώρα, αφού σας εξήγησα τι δεν μπορώ να σας πω και για ποιους λόγους δεν μπορώ, θα κάνω αυτό που νομίζω ότι είναι το πιο εύκολο. Θα σας μιλήσω για το ίδιο το βιβλίο και για τα πράγματα που προσπαθεί να πει, έτσι τουλάχιστον όπως εγώ τα κατάλαβα. Αν κάτι παρανόησα, αν κάπου κάνω λάθος, θα παρακαλούσα το συγγραφέα να το διορθώσει στη δική του εισήγηση.<br />2. Παρουσίαση<br />Όπως, φαντάζομαι, έγινε ήδη φανερό το βιβλίο του Χρήστου Κοζαρίδη « Εμείς οι Γκαγκαβούζηδες- Ταυτότητες- Ιστορικές πηγές και η πορεία μας μέσα στο χρόνο » , είναι μια μελέτη. Και όπως κάθε μελέτη έχει ένα κεντρικό στόχο.<br />Κεντρικός στόχος της συγκεκριμένης μελέτης είναι να επιχειρήσει να διερευνήσει τις απαρχές της παρουσίας των Γκαγκαβούζηδων σε ένα συγκεκριμένο χώρο, στη συνέχεια, δια μέσου αυτής της παρουσίας, να πιθανολογήσει την καταγωγή τους και τέλος να εντοπίσει και να προσδιορίσει την ιστορική τους πορεία από την πρώτη εμφάνιση τους μέχρι και σήμερα.<br />Στην πραγματικότητα, δηλαδή, υπάρχουν τρεις επιμέρους στόχοι οι οποίοι, όπως γίνεται αντιληπτό από τον αναγνώστη, αποβλέπουν σε ένα τελικό σκοπό: στην αποκατάσταση της αξίας τους.<br />Αυτός ο σκοπός, όπως φαίνεται από το βιβλίο, δεν τέθηκε στη βάση της απόδοσης μιας υπεραξίας σε μια ήδη επαρκώς αναγνωρισμένη φυλετική οντότητα, η οποία κατ' αρχάς κατανοούσε τον εαυτό της ως αναπόσπαστο κομμάτι του βυζαντινού ελληνισμού και στη συνέχεια και για μεγάλο διάστημα ως τμήμα του περιφερειακού ελληνισμού, αλλά επιδιώχθηκε ακριβώς για τον αντίθετο λόγο: για την απαξιωτική και εν πολλοίς υποτιμητική αντιμετώπιση του.<br />Εδώ οφείλω μια διευκρίνιση. Είχα την ευκαιρία να συζητήσω με το Χρήστο και να του θέσω μια σειρά από ερωτήσεις και προβληματισμούς, όπως και να του εκφράσω την άποψη μου σχετικά με αυτό το ζήτημα. Του είπα, δηλαδή, ότι δεν είχε υποπέσει στη δική μου αντίληψη μια τέτοια υποτιμητική άποψη για τους Γκαγκαβούζηδες, τουλάχιστον εδώ, στο Λαγκαδά. Εκείνο που εγώ αντιλήφθηκα ήταν η απόδοση ορισμένων χαρακτηριστικών χαρακτηρολογικού τύπου, όπως συνηθίζεται, μέσα από απλουστευμένες γενικεύσεις, να αποδίδονται από ορισμένες ομάδες σε κάποιες άλλες, πράγμα που δε συνιστούσε επαρκή λόγο να καταπιαστεί κάποιος με όλο αυτό το θέμα, ώστε να αποκαταστήσει τα πράγματα.<br />Είναι προφανές ότι η δική μου εμπειρία είναι περιορισμένη και πιθανόν να αγνοώ πράγματα που συνέβαιναν παλιότερα. Το σημαντικό, όμως, που κατάλαβα από τη συζήτηση ήταν ότι τα δεδομένα εδώ ήταν διαφορετικά από αυτά της Θράκης. Εκεί η εμπειρία, πιθανότατα εξαιτίας του γεγονότος ότι ο κύριος όγκος των γκαγκαβούζικων πληθυσμών που ήρθαν στη Ελλάδα, μετά τη μικρασιατική καταστροφή, εγκαταστάθηκε στη Θράκη, μου εξήγησε ότι ήταν διαφορετική και τραυματική.<br />Άρα για τον ίδιο τον συγγραφέα η ενασχόληση όχι μόνο έχει νόημα, αλλά κατανοείται και ως επιτακτική ανάγκη.<br />Εδώ κλείνω την παρένθεση και συνεχίζω.<br />Για την επίτευξη του τριπλού στόχου η μελέτη ακολουθεί όλα τα βασικά στάδια που επιβάλλονται από μια επιστημονική προσέγγιση, μ$ βάση την τυπική μεθοδολογία.<br />Πρώτον, υπάρχει ένα θεωρητικό πλαίσιο, το οποίο αν και δεν καταγράφεται ρητά, εν τούτοις γίνεται εύκολα αντιληπτό κατά τη διάρκεια της ανάγνωσης. Το σημαντικό, κατά τη γνώμη μου, βρίσκεται στο περιεχόμενο αυτού του πλαισίου, το οποίο αποφεύγει με ευγένεια έναν ιστορικό θετικισμό, ουσιαστικά δηλαδή έναν επιστημονισμό της ουδετερότητας, χωρίς αυτό να μειώνει στο ελάχιστο την αξία του έργου, επειδή από τη μια κινείται σε μια αυστηρή αντικειμενικότητα και από την άλλη αποφεύγει τους εγκλωβισμούς σε εθνικιστικές προπαγάνδες. Το τελευταίο το πετυχαίνει στο μέτρο που αποδέχεται και τις σκοπιμότητες των κρατικών ιδεολογιών και πολιτικών αλλά και την ελευθερία του<br />εθνικού αυτοπροσδιορισμού, έστω και υπό το βάρος επιτακτικών συνθηκών επιβίωσης συγκεκριμένων πληθυσμιακών ομάδων μέσα σε αντίξοες ιστορικές συγκυρίες.<br />Δεύτερον, υπάρχει μία δομική σπονδύλωση της έρευνας, κοινώς ένα σχέδιο, που σε βοηθάει να καταλαβαίνεις από πού ξεκινάει και πού θέλει να φτάσει. Αυτό το καταλαβαίνει κανείς καλύτερα αν δει τα κεφάλαια και τη νοητή γραμμή που τα ενώνει, συμπλέκοντας έτσι στέρεα τους τρεις επιμέρους στόχους. Σ' αυτά θα αναφερθώ αναλυτικά παρακάτω.<br />Τρίτον, υπάρχει μια πλήρης ερμηνεία των αποτελεσμάτων της έρευνας, καθοδηγούμενη με συνέπεια από το θεωρητικό πλαίσιο, η οποία δείχνει τη δυνατότητα του συγγραφέα να μπορεί να τιθασεύει ακόμη και τα συναισθήματα του, εντάσσοντας τα στην εξυπηρέτηση της αλήθειας, έστω και αν αυτή φαίνεται να τον πληγώνει. Αναφέρομαι, κυρίως, στις ματαιωμένες προσδοκίες των Γκαγκαβούζηδων της Μολδαβίας σε σχέση με τις αναποτελεσματικές ή αναντιστοιχίες, με τις αναμονές τους, πρακτικές της ελληνικής πολιτείας, η οποία φαίνεται να μην τους αγνοεί αλλά η γραφειοκρατία της να βρίσκεται πολύ μακριά από τις ψυχές αυτών των ανθρώπων.<br />Τέταρτο και τελευταίο, υπάρχει μια πλούσια και σημαντική βιβλιογραφική έρευνα. Η βιβλιογραφία εκτείνεται σε πηγές ιστορικές, κοινωνιολογικές, πολιτικές και εκκλησιαστικές, τόσο ελληνικές όσο και ξενόγλωσσες. Ιδιαίτερη αναφορά πρέπει να γίνει στην αναδίφηση σε αρχεία και έγγραφα και, βεβαίως, πρέπει να τονιστεί η έρευνα πεδίου, δηλαδή οι επαφές, οι συζητήσεις, οι συνεντεύξεις και οι μαρτυρίες που κατάφερε να πάρει ο συγγραφέας από ηλικιωμένους Γκαγκαβούζηδες στους τόπους που ζούνε σήμερα.<br />Εκείνο που μας ενδιαφέρει, κυρίως, εδώ είναι να δούμε με τι ακριβώς ασχολείται ο συγγραφέας στη μελέτη του, ποια είναι δηλαδή η νοητή γραμμή που ακολουθεί για να πετύχει τους στόχους του.<br />Αυτό μας οδηγεί να δούμε πιο αναλυτικά τα ιδιαίτερα σημεία στα οποία επικεντρώνεται και με τα οποία ασχολείται σε κάθε κεφάλαιο.<br />Έτσι στην εισαγωγή του βιβλίου επιχειρείται να διερευνηθεί αν και κατά πόσο οι Γκαγκαβούζηδες αποτελούν γλωσσική ή φυλετική μειονότητα ή μια ξεχωριστή κοινότητα. Με βάση διεθνείς συνθήκες και αποφάσεις οργανισμών, τον τρόπο με τον οποίο αντιλαμβάνονται τον εαυτό τους οι ίδιοι και με την υιοθέτηση ενός συγκεκριμένου ιστορικού-θεωρητικού σχήματος, η απάντηση είναι ότι αποτελούν μια ξεχωριστή ομάδα η οποία δεν είχε ποτέ μια ιδιαίτερη εθνοτική συνείδηση ικανή να απαιτήσει τη μετεξέλιξη της σε εθνικό κράτος. Οι εγγενείς κοινωνικές και οικονομικές ενδοκοινοτικές διαφοροποιήσεις αλλά και οι ιστορικές συγκυρίες τους οδήγησαν σε διαφορετικές εθνικές ενσωματώσεις.<br />Στο πρώτο κεφάλαιο βρίσκει κανείς μια αναλυτική περιγραφή του γεωγραφικού χώρου στον οποίο αυτή η ξεχωριστή κοινότητα βρέθηκε, έζησε και δραστηριοποιήθηκε. Πρόκειται για την ανατολική περιοχή της χερσονήσου του Αίμου. Καταγράφονται, επίσης οι λαοί και οι φυλές που έζησαν στην ίδια ή στην ευρύτερη περιοχή, η εξέλιξη τους, η οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη τους και οι αλληλεπιδράσεις τους μέχρι τη ρωμαϊκή εποχή.<br />Στη συνέχεια γίνεται αναφορά στις αποικίες και πόλεις του δυτικού Εύξεινου Πόντου, άλλες αρχαίες ελληνικές και άλλες ρωμαϊκές. Δεν επιχειρείται μια ευθεία και γραμμική σύνδεση με τους νεότερους πληθυσμούς. Η αναφορά γίνεται για λόγους ιστορικού προσδιορισμού μιας γεωγραφικής περιοχής στην οποία οι αλλαγές και οι ανακατατάξεις πληθυσμών και εθνοτήτων ήταν συχνό φαινόμενο.<br />Στο δεύτερο κεφάλαιο καταγράφονται οι μεταναστεύσεις και οι εγκαταστάσεις διαφόρων λαών στα Βαλκάνια τόσο κατά τη ρωμαϊκή όσο και κατά τη Βυζαντινή περίοδο. Πιο αναλυτικά η καταγραφή ξεκινάει από τη ρωμαϊκή και πρωτοβυζαντινή περίοδο, συνεχίζει με τους μέσους χρόνους, στους οποίους έχουμε την εμφάνιση των Σλάβων και των Βουλγάρων με την ίδρυση του Α' Βουλγαρικού κράτους, εκτείνεται στην παρουσία των Πετσενέγκων, των Ούζων και των Κουμάνων, περίοδο κατά την οποία ιδρύεται το Β' Βουλγαρικό κράτος και καταλήγει με την εμφάνιση των Σελτζούκων Τούρκων, την υστεροβυζαντινή περίοδο και την κατάληψη του Βυζαντίου από τους Οθωμανούς.<br />Η αλήθεια είναι ότι πρόκειται για δύο κεφάλαια με ευρεία αναφορά σε ιστορικά γεγονότα και αρκετά λεπτομερή περιγραφή εμφανίσεων, εγκαταστάσεων, κατακτήσεων διαφόρων λαών από άλλους, πράγμα που ίσως δημιουργήσει μια πρώτη εντύπωση υπερβολικής ιστοριογραφίας. Στην πραγματικότητα, όμως, δεν είναι παρά το αναγκαίο γνωστικό και ιστορικό υπόβαθρο για να μπορέσει κανείς να κατανοήσει τις μελλοντικές εξελίξεις και να ερμηνεύσει τη σύνδεση των μετέπειτα γεγονότων αλλά και πολιτικών και κοινωνικών συμπεριφορών. Η σαφήνεια με την οποία περιγράφεται από τη μία μεριά η ρευστότητα της περιοχής και από την άλλη οι σταθερές γύρω από τις οποίες πληθυσμιακές ομάδες εύρισκαν σημεία αναφοράς για τον θρησκευτικό ή εθνοτικό προσδιορισμό τους, είναι ιδιαίτερα βοηθητική.<br />Στο τρίτο κεφάλαιο επιχειρείται ένα δύσκολο εγχείρημα, ίσως το δυσκολότερο όλου του βιβλίου. Ο συγγραφέας ακουμπάει το ζήτημα της καταγωγής των Γκαγκαβούζηδων. Το κάνει με πολύ προσεκτικό τρόπο. Πρώτα αναφέρει τις απόψεις της επιστημονικής κοινότητας για το ζήτημα και στη συνέχεια μέσω στοιχείων, αναφορών και υποθέσεων, συνδιαλέγεται μαζί της, αντικρούοντας θέσεις, συμφωνώντας με γνώμες ή διορθώνοντας όσα θεωρεί ότι είναι λαθεμένα ή παραπλανητικά.<br />Υπάρχει μια ισχυρή επιχειρηματολογία και οι θέσεις του βασίζονται μερικές φορές και σε εξαντλητικές λεπτομέρειες, που μπορεί κατά μία έννοια να θεωρούνται και κουραστικές, αλλά είναι εντελώς απαραίτητες για να τεκμηριωθεί με τον πιο στέρεο τρόπο άποψη του.<br />Στο τέταρτο κεφάλαιο αρχίζει η παρακολούθηση της ιστορικής πορείας των Γκαγκαβούζηδων, εγχείρημα δύσκολο γιατί αυτή η πορεία χάνεται πολλές φορές μέσα στη σκοτεινή περίοδο της οθωμανικής αυτοκρατορίας ή στις δύσκολες ατραπούς πολέμων, αντιπαλοτήτων, εθνικισμών και βίαιων προσηλυτισμών στους οποίους οι κάτοικοι των πολύπαθων γκαγκαβούζικων χωριών δεν είχαν πάντα τη δύναμη, τη διάθεση ή το συμφέρον να εναντιωθούν.<br />Στο κεφάλαιο αυτό περιγράφεται η Οθωμανική περίοδος από το 1444 μέχρι το 1860, ο Ρωσοτουρκικός πόλεμος του 1806-1812, η αφύπνιση των Βουλγάρων, το Εκκλησιαστικό σχίσμα και η Βουλγαρική ηγεμονία και τέλος δίνονται πληθυσμιακά στοιχεία της περιοχής των Γκαγκαβούζηδων.<br />Το ενδιαφέρον στοιχείο στο πέμπτο κεφάλαιο βρίσκεται στις επιπτώσεις που είχε η ίδρυση του Βουλγαρικού κράτους στη ζωή των Γκαγκαβούζηδων αλλά και γενικότερα των Ελλήνων που ζούσαν σε βουλγαρικά εδάφη. Η καταγραφή άρθρων και ανταποκρίσεων της εποχής δίνει έναν άμεσο και ζωντανό τόνο τόσο για τις πρακτικές και τις επιδιώξεις του βουλγαρικού κράτους όσο και για τις προσπάθειες αντίδρασης του ελληνισμού της Βουλγαρίας.<br />Στο έκτο κεφάλαιο μπορεί κανείς να δει πιο συγκεκριμένους τρόπους με τους οποίους προσπάθησαν να αντιδράσουν οι Έλληνες της Βουλγαρίας κατά την εν λόγω περίοδο, ιδρύοντας σωματεία και φιλεκπαιδευτικούς συλλόγους. Αναλύεται και περιγράφεται η κατάσταση της ελληνικής εκπαίδευσης στη Βάρνα και στα γκαγκαβούζικα χωριά της Δοβρουτσάς, όπως και η εκπαίδευση άλλων εθνοτήτων και επισημαίνεται η δράση των φιλεκπαιδευτικών συλλόγων στην ίδια περιοχή.<br />Στο έβδομο κεφάλαιο και με βάση περιηγητικές, ιστορικές και εκκλησιαστικές πηγές ο συγγραφέας ακολουθεί το δρόμο των Γκαγκαβούζηδων στην ανατολική Θράκη. Η κατεύθυνση αυτού του δρόμου είναι συνυφασμένη με τις αντιπαραθέσεις Ελλήνων, Βουλγάρων και Νεότουρκων.<br />Οι επιπτώσεις στη ζωή των διαφόρων εθνοτήτων που βρέθηκαν να ζουν σε τόπο εχθρικό σε σχέση με τον εθνικό τους προσδιορισμό, περιγράφονται στο όγδοο κεφάλαιο, ως απότοκες των Βαλκανικών αλλά και του Α' παγκόσμιου πολέμου. Σ' αυτό το κεφάλαιο καταγράφονται, επίσης, οι διωγμοί των Γκαγκαβούζηδων από τους Βουλγάρους και τους Τούρκους, εξαιτίας της επιμονής τους να ταυτίζονται με τον ελληνισμό της ανατολικής Θράκης.<br />Η ιστορία αλλάζει και η ανατολική Θράκη ανακαταλαμβάνεται από τις ελληνικές δυνάμεις. Στο ένατο κεφάλαιο περιγράφονται οι προσπάθειες του ελληνικού κράτους για την παλιννόστηση των προσφύγων και οι απόπειρες του να στηρίξει υλικά και ηθικά τους εκδιωχθέντες που επέστρεφαν. Η οριστική απώλεια της ανατολικής Θράκης είχε ως αποτέλεσμα, μεταξύ των άλλων, και τον οριστικό ξεριζωμό των ελληνικών πληθυσμών και μαζί με αυτούς και των Γκαγκαβούζηδων, οι οποίοι εγκαθίστανται σε διάφορα ελληνικά εδάφη.<br />Το βιβλίο κλείνει με την ερμηνεία των αποτελεσμάτων της έρευνας, τα τελικά συμπεράσματα και την αναφορά της παρουσίας των Γκαγκαβούζηδων σήμερα, στην Ελλάδα, τη Βουλγαρία, τη Μολδαβία και την Ουκρανία.<br />Στο τέλος υπάρχει ένα παράρτημα με φωτογραφικό υλικό το οποίο ο συγγραφέας συγκέντρωσε από τα γκαγκαβούζικα χωριά του βόρειου Έβρου. Από αυτό το υλικό μπορεί κανείς να αντλήσει πρωτογενείς και αδιαμεσολάβητες πληροφορίες ιστορικής και λαογραφικής σημασίας.<br />3. Συμπεράσματα - Παρατηρήσεις<br />Θα ήθελα, τελειώνοντας αυτή τη σύντομη παρουσίαση, να κλείσω με μερικά συμπεράσματα και γενικές παρατηρήσεις.<br />Επισημαίνω, λοιπόν, κατ' αρχάς ότι το βιβλίο έχει αξία καθ' εαυτό, επειδή αποτελεί μια προσπάθεια να φωτιστεί ένα θέμα, δηλαδή η καταγωγή και η πορεία μιας ξεχωριστής κοινότητας, ουσιαστικά κατά το συγγραφέα η ιστορία ενός θρακιώτικου φύλου, με το οποίο ελάχιστοι μέχρι τώρα ασχολήθηκαν.<br />Αν η ενασχόληση με την ιστορία των Γκαγκαβούζηδων, η διακρίβωση της συνέχειας τους στο χώρο και το χρόνο, η αναφορά σε κοινωνικές συμπεριφορές, επιλογές ή αναγκαστικές προσαρμογές σε ευρύτερες εθνικές συσσωματώσεις και η καταγραφή χαρακτηριστικών ανθρωπολογικού τύπου, τα οποία στοιχειοθετούν την απαίτηση μιας, τουλάχιστον ισάξιας αντιμετώπισης, παρόμοιας με αυτή άλλων φυλετικών ομάδων ενταγμένων στον ελληνισμό, σημαίνει την αποκατάσταση τους, τότε ο συγγραφέας επιτέλεσε το σκοπό του.<br />Ακολούθησε ένα δύσβατο δρόμο, που απαιτούσε υπομονή, χρόνο, και κόπο, ένα δρόμο στον οποίο το γνήσιο και άδολο ενδιαφέρον σε μερικές περιπτώσεις αντιμετωπίστηκε με καχυποψία ή και αντίδραση, ένα δρόμο στον οποίο πολλές φορές είχε να αντιπαλέψει με την παθητική νοοτροπία «του άστα, μην τα σκαλίζεις, έτσι τα βρήκαμε έτσι τα πάμε» και παρόλα αυτά έφτασε μέχρι το τέλος.<br />Το τέλος είναι η έκδοση αυτού του βιβλίου. Αναγκαίο όχι μόνο για τους Γκαγκαβούζηδες αλλά και για τον καθένα μας, που αντιλαμβάνεται ότι η γνώση της ιστορίας τον καθιστά συνετότερο και ανεκτικότερο.<br />Σας ευχαριστώ που με ακούσατεΓκαγκαβούζης-Gagavouzishttp://www.blogger.com/profile/08268729413849882556noreply@blogger.com3tag:blogger.com,1999:blog-2738998458635353243.post-22078710204101128712010-06-07T02:22:00.000-07:002010-06-07T02:25:37.441-07:0031o ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΑΥΤΗ ΗΤΑΝ Η ΕΙΣΗΓΗΣΗ-ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΜΟΥ ΠΟΥ ΣΥΝΟΔΕΥΤΗΚΕ ΜΕ ΦΩΤΟ-ΧΑΡΤΕΣ ΚΛΠ. ΗΤΑΝ Η ΠΡΩΤΗ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΣΕ ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΜΕ ΘΕΜΑ ΤΟΥΣ ΓΚΑΓΚΑΒΟΥΖΗΔΕΣ<br /><br />Οι Γκαγκαβούζηδες και η πορεία τους μέσα στο χρόνο<br /><br />Χρ. Κοζαρίδης- ιστοριοδίφης ερευνητής<br /><br />Ανατρέχοντας σε βιβλία, εγκυκλοπαίδειες και λεξικά για την ετυμολογία της λέξης «Γκαγκαβούζηδες», εντοπίσαμε την εξής φράση: Τουρκόφωνοι ορθόδοξοι χριστιανοί της Θράκης. Συνεπώς θεωρείται ότι αποτελούν μία τουρκόφωνη «μειονότητα», η οποία κατοικεί σε ελληνικό έδαφος και πιστεύει στον χριστιανισμό. Έχοντας ως βάση αυτήν την φράση, επιχειρείται με την παρούσα εργασία η τεκμηρίωση των ιδιαίτερων εκείνων ιστορικών στοιχείων που διασαφηνίζουν την φυλετική καταγωγή των Γκαγκαβούζηδων. <br />Ειδικότερα γίνεται μια προσπάθεια παρουσίασης αφενός της πορείας των Γκαγκαβούζηδων μέσα στον χρόνο μέχρι την σημερινή τους μόνιμη εγκατάσταση σε διάφορες περιοχές των Βαλκανίων, κι αφετέρου, να αναδειχθούν μέσω της ανάλυσης των ιστορικών στοιχείων οι ιδιαιτερότητες αυτού του άγνωστου, μέχρι πρότινος, πληθυσμιακού φύλου. Για την συλλογή των δεδομένων χρησιμοποιήθηκε η εθνογραφική μέθοδος , η οποία περιλαμβάνει τη χρήση πρωτογενών και δευτερογενών πηγών. Οι πρωτογενείς πηγές αφορούν δεδομένα που προέρχονται από την επιτόπια έρευνα με ημι-δομημένες καθώς και ανοικτού τύπου συνεντεύξεις. Το δείγμα επιλέχτηκε με βάση την εντοπιότητα και το αποτέλεσαν ντόπιοι κάτοικοι που διαμένουν μόνιμα στις διάφορες περιοχές, ηλικίας 20-100 ετών. Η μέθοδος έρευνας είναι αυτή της προφορικής ιστορίας, μέσω της οποίας προβάλλεται η μνήμη της καθημερινότητας των ανθρώπων ως ένα ερευνητικό πεδίο της κοινωνικής ιστορίας.<br />Το παρελθόν των Γκαγκαβούζηδων είναι αποσπασματικά καταγραμμένο, κυρίως, στην ελληνική ιστοριογραφία. Η διαδρομή και η παρουσία τους γενικά αγνοείται, προβάλλονται διαφορετικές απόψεις οι οποίες πηγάζουν κυρίως από την ερμηνεία που δίνει η κυρίαρχη εθνολογική και ιστορική άποψη. Η αναζήτηση και η καταγραφή των πηγών πρέπει να παρακολουθεί την ιστορική διαδρομή των βαλκανικών λαών. Είναι κοινώς διαπιστωμένο πως η ιστορία των λαών της Χερσονήσου του Αίμου δεν ανταποκρίνεται στο σημερινό status των βαλκανικών κρατών, τα οποία διαμορφώθηκαν από τα μέσα του 19ου αιώνα, τα σύνορα τους καθορίσθηκαν μετά από αιματηρούς πολέμους και κάτω από την επίδραση εθνικών ιδεολογιών.<br />Στηριζόμενοι στην σχετική βιβλιογραφία, διαπιστώνει κανείς ότι οι περισσότερες αναφορές για τους Γκαγκαβούζηδες γίνεται κυρίως από την τουρκική σχολή ιστορίας, σύμφωνα με την οποία και στα πλαίσια της παντουρκιστικής ιδεολογίας προέρχονται από σελτζουκικά τουρκικά φύλα, τα οποία έφτασαν στην περιοχή της Δοβρουτσάς μετά το 1260, ακολουθώντας τον σουλτάνο Izzeddin Keykvus Β΄ , , . Η άποψη αυτή αντικρούεται από τα ίδια τα ιστορικά γεγονότα, όπως καταγράφονται μέσα από τις πηγές. Ο Καϊ-Καούζ, εγκαταστάθηκε στην Κριμαία το 1265 , μετά από ολιγόμηνη εγκατάσταση στην Κωνσταντινούπολη και κατ’ άλλους στο κάστρο της Αίνου, όπου και παρέμεινε μέχρι το θάνατο του το 1275-76 και όχι στη Δοβρουτσά, ούτε επέστρεψε ποτέ στην Κωνσταντινούπολη. Άρα, δεν θα μπορούσε μετά από 7 με 8 αιώνες να διατηρείται ως ανάμνηση στους πληθυσμούς της Δοβρουτσάς, το επώνυμο κάποιου που ποτέ δεν ήταν ηγέτης τους. <br />Επιπρόσθετα επιχειρούν να συνδέσουν ακόμη περισσότερο την σελτζούκικη καταγωγή τους με την εμφάνιση των πρώτων τουρκικών φύλων στα Βαλκάνια υιοθετώντας την θέση πώς ο Σαρί-Σαλτίκ ήταν συγγενής του Σουλτάνου Καϊ-Καούζ, πως προετοίμασε το έδαφος για την εγκατάσταση των υπηκόων του στις κοινότητες Μπεκτασίδων που είχε ήδη ιδρύσει στη Δοβρουτσά. Μέσα από τις πηγές δεν διαπιστώθηκε καμία συγγένεια, αντιθέτως καταγράφεται πως ήταν ένας Τουρκομάνος νομάς στο όρος Αραράτ, ο οποίος γνωρίστηκε με τον Χατζή Μπεκτάς έγινε ιεραπόστολός του, με δράση στη Γεωργία και τη Δοβρουτσά. Αποσιωπούν το γεγονός πως οι Σελτζούκοι-μουσουλμάνοι-Μπεκτασίδες της Δοβρουτσάς το 1309, με επικεφαλής τον Χαλίλ-Ετζέ,λίγο μετά το θάνατο του Σαλτίκ έφυγαν και εγκαταστάθηκαν στο εμιράτο Καρεσί της Μικράς Ασίας και έτσι η μπεκτασίδικη κοινότητα της Δοβρουτσάς, η οποία ιδρύθηκε το 1263/4 καταργήθηκε το 1309/10 . <br />Η σύνδεση του Καϊ-Καούζ με το πριγκιπάτο της Καβάρνας που επιχειρείται καταρρίπτεται μέσα από τις ίδιες τις πηγές διότι αυτό εμφανίζεται περίπου το 1320 και αναφέρεται ως «Χώρα του Δομπροτικίου », και ώε Χώρα των Καρβούνων. Ακόμη δε περισσότερο που μετά την κατάκτηση της περιοχής από τους Οθωμανούς, ονομάσθηκε Ντομπρουτσά, τοπωνύμιο με απευθείας παραπομπή στο όνομα του Ντομπροντίτσα. Ίσως να συνέβαλαν σ’ αυτό και οι αυτόχθονοι πληθυσμοί, διατηρώντας στη μνήμη τους έναν από τους πιο αξιόλογους ηγεμόνες που ανέδειξε η περιοχή.<br />Η έρευνα ανέδειξε και τα εξής στοιχεία από την πολιτική τους ζωή: Με την κατάκτηση της περιοχής τους τους Οθωμανούς, δεν τους υποδέχτηκαν ως ελευθερωτές αλλά απεναντίας αντιστάθηκαν σθεναρά και κατέληξαν ραγιάδες μαζί με τους υπόλοιπους χριστιανικούς πληθυσμούς. Στην παράδοση τους αναφέρεται πως γυναίκες Γκαγκαβούζες της Καβάρνας και της Καλιάκρας προτίμησαν να πέσουν στο γκρεμό και να πεθάνουν παρά να πέσουν στα χέρια των Οθωμανών. Αν όντως ήταν τουρκικό φύλο, για ποιο λόγο να αντισταθούν στην προέλαση των Οθωμανών και να μην αυτομολήσουν όπως έκαναν τα «αδελφά φύλα» οι Ούζοι και οι Πατζινάκες στην μάχη του Μαντζικέρτ. <br />Και εν τέλει, ενώ παρατηρήθηκε σε όλα τα τουρκογενή φύλα της περιοχής μαζικός εξισλαμισμός αντιθέτως, οι Γκαγκαβούζηδες της νότιας Δοβρουτσάς παρέμειναν χριστιανοί. Σε όλα αυτά τα ερωτήματα η τουρκική σχολή ιστορίας δεν απαντά και εσκεμμένως τα αποσιωπά.<br />Στα πλαίσια της παντουρκιστικής θεωρίας, αποσιωπείται πως στην πόλη της Βάρνας και τη γύρω περιοχή από τα αρχαία χρόνια και μέχρι τα πρωτοβυζαντινά κατοικούσαν οι Κροβύζοι ή Κροβούζοι, έθνος θρακικό ή γετικό. Στη ρωμαϊκή περίοδο, οι Κροβύζοι είναι γνωστοί ως Καττούζοι ή Κατταούζοι και χαρακτηρίζονται ως λαός Πυγμαίων. Παραβλέπεται η κοινή ρίζα και ετυμολογία μεταξύ των δύο ονομάτων, Κροβύζων και Κατταούζων με των Γκαγκαούζων του μεσαίωνα και επιμένουν αυθαίρετα συσχετίζοντας το όνομα Καϊ-Καούζ με το εθνωνύμιο τους. Επιμένουν πως ο εκχριστιανισμός τους συντελέστηκε από το 1009 και μετά, παραβλέποντας την εκκλησιαστική ιστορία της περιοχής. Η εκκλησιαστική παράδοση αναφέρει ως πρώτο ιεραπόστολο τον Απόστολο Ανδρέα και ως πρώτο επίσκοπο Βάρνας τον Αμπλία, έναν από τους 70 αποστόλους.<br />Μία άλλη άποψη διατυπώθηκε, κυρίως από Έλληνες ιστορικούς η θεωρία περί κοινής καταγωγής με τους Καραμανλήδες της Μικράς Ασίας. Αν και η γλώσσα τους είναι κοινή, αντιμετωπίζονται από τους ίδιους τους Γκαγκαούζους με δυσπιστία. Την ίδια στάση τηρούν και με τους Βούλγαρους. Όταν θέλουν να βεβαιωθούν αν ο συνομιλητής τους είναι Γκαγκαούζης ρωτούν: «σεν μιλέτ μι σιν;- εσύ από το δικό μας έθνος είσαι;» .<br />Για να αποδείξουν την κοινή καταγωγή Καραμανλήδων και τους Γκαγκαβούζηδων καταγράφουν κοινά χαρακτηριστικά όπως: Είναι τουρκόφωνοι, διαβάζουν και γράφουν τα τουρκικά, χρησιμοποιώντας ελληνικό αλφάβητο (καραμανλίδικη διάλεκτος). Τα ονόματά τους είναι ελληνικά, ενώ τα επίθετά τους συνήθως τουρκικά και τελειώνουν σε -ογλου. Στην εκκλησία, το Ευαγγέλιο, ο Απόστολος και άλλες προσευχές διαβάζονταν στα καραμανλίδικα. Διακρίνονται για την έντονη θρησκευτική τους συνείδηση. Εκκλησιαστικά υπάγονταν στο Οικουμενικό Πατριαρχείο. Το ενδιαφέρον είναι ότι μέχρι την εμφάνιση των καραμανλίδικων βιβλίων η λειτουργία στις εκκλησίες γίνονταν αποκλειστικά στα ελληνικά. Αντίθετα είναι πολύ αναπτυγμένη η δημώδης προφορική λογοτεχνία.<br />Αναλύοντας τα χαρακτηριστικά διαπιστώσαμε πως αυτά ισχύουν για όλους τους τουρκόφωνους χριστιανικούς πληθυσμούς της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και ορισμένα από αυτά για όλους τους χριστιανικούς πληθυσμούς που βρίσκονταν κάτω από την πνευματική καθοδήγηση του Πατριαρχείου. Άρα δεν αποτελούν στοιχεία κοινής καταγωγής παρά μόνο κοινής θρησκευτικής πίστης.<br />Όσοι επιμένουν για την καραμανλίδικη καταγωγή των Γκαγκαβούζηδων, γράφουν πως πρόκειται για μετανάστες Καραμανλήδες. Ο J. Eckmann αναφέρει ότι μεμονωμένοι οικισμοί Καραμανλήδων υπήρχαν στη βαλκανική χερσόνησο, στη Βεσσαραβία, στην Κριμαία και στη Συρία. Ο Σ. Α. Χουδαβέρογλου-Θεόδοτος στηριζόμενος σε προφορικές καταγραφές υπογραμμίζει: «Οι τουρκόφωνοι Έλληνες της Καππαδοκίας διεκπεραιώθηκαν εις τα ευρωπαϊκά παράλια του Ευξείνου, εγκατασταθέντες εν Βάρνη, Πύργω, Βαλτσικίω και Παζαρτζικίω». <br />Είναι κοινά αποδεκτή η μετανάστευση ή η μεταφορά πληθυσμών από τη Μικρά Ασία στα Βαλκάνια. Έχουν εντοπιστεί μεμονωμένοι οικισμοί ή παροικίες, όχι όμως συμπαγείς πληθυσμοί Καραμανλήδων στον βαλκανικό χώρο.<br />Γίνονται αναφορές από ιστορικούς και εθνολόγους κυρίως της Βουλγαρίας πως είναι απόγονοι Ουζικών ή Κουμανικών ή Πρωτοβουλγαρικών φύλων. Ένας από αυτούς ο Αθ. Μάνωφ, καταλήγει στο συμπέρασμα ότι η ερμηνεία της λέξης Γκαγκαβούζοι δεν αποτελεί χαρακτηριστικό φυλής, αλλά δηλώνει τον χριστιανό ορθόδοξο.<br />Παρακολουθώντας μέσα από τις πηγές την πορεία των χριστιανικών πληθυσμών της Δοβρουτσάς, όπου εντοπίζονται και καταγράφονται οι Γκαγκαβούζηδες παρατηρούμε πως από τα έτη 1750-1769, 1787-1791, 1800-1812, 1828-30-50 και 1878-80 αναγκάζονται συχνά να εγκαταλείψουν τις εστίες τους λόγω των συχνών επιδρομών από τις συμμορίες των Dali Kircali-άτακτων μουσουλμανικών ομάδων και επειδή η περιοχή τους ήταν το θέρετρο των ρωσοτουρκικών πολέμων. Έτσι μεγάλες ομάδες πέρασαν τον Δούναβη και εγκαταστάθηκαν στις νότιες περιοχές της Μολδαβίας και της Ουκρανίας (πρώην Βεσσαραβία)ενώ ένας μικρός αριθμός κατευθύνθηκε προς τη Νοτια Βουλγαρία και Ανατολική Θράκη. Ολιγάριθμοι παρέμειναν στη Νότια Δοβρουτσά, σε χωριά της παραλιακής ζώνης από τη Βάρνα μέχρι τα Μαγκάλια της σημερινής Ρουμανίας. <br />Είναι δε χαρακτηριστική η αναφορά στα κατάστιχα της δημογεροντίας της Βάρνας όπου καταγράφεται η ημερομηνία εισόδου των Ρώσων «1828 Ιουλίου πρότι μ.μ. κιριακί αφού ίλθεν ο ρούσος εις τιν Βάρναν κε πολέμισε εος σεπτεμβρίου 29, μπικεν μέρα σάβατο» και στη συνέχεια η πρώτη μαζική αναγκαστική μετανάστευση«Πάλε ίλθεν ο ρούσος εις τιν Βάρναν κε πολέμισε τρις μινες κε πιρεν τιν Βάρνα, και εκάθισε μέσα εις τιν Βάρναν 18 μήνας, έκανεν αγάπι με τον Τούρκο και έδοσε πίσου (εννοεί τη Βάρνα) και η χριστιανι έφιγαν άλλη εις τιν ρουσίαν, άλι εις τιν μολτόβα και λίγι έμειναν μέσα εις τιν βάρνα και άλι εις τιν κωνσταντινούπολιν». . <br />Στην ιστορία των βαλκανικών λαών ξεχωριστή θέση έχει ο 19ος αιώνας. Είναι η περίοδος των απελευθερωτικών αγώνων των λαών της βαλκανικής χερσονήσου. Η πρώτη σοβαρή απόπειρα ενεργού συμμετοχής τους γίνεται από τον Δ. Βατικιώτη, τον οποίο ακολουθούν, λόγω της ηγετικής του φυσιογνωμίας και του σεβασμού προς το πρόσωπό του. Όντας αξιωματικός του ρωσικού στρατού, μυήθηκε στη «Φιλική Εταιρεία» στις 2 Αυγούστου 1818, στο Τομάροβο της Βεσσαραβίας, έχαιρε εξαιρετικής εκτίμησης μεταξύ των Βουλγάρων και των Γκαγκαβούζηδων της Βεσσαραβίας και των παραδουνάβιων ηγεμονιών .<br />Για την «καθ΄ ημάς Ανατολή», ο 19ος αιώνας θεωρείται επίσης ως περίοδος μετασχηματισμού της θρησκευτικής κοινότητας σε εθνική. Στα Βαλκάνια ομόδοξοι εθνικισμοί συγκρούστηκαν, διεκδικώντας τους ίδιους πληθυσμούς. Αμφότεροι στα επιχειρήματά τους χρησιμοποίησαν τη θρησκεία και τη γλώσσα ως βασικά στοιχεία του έθνους, της φυλής και του Γένους . Τελικά το 1878 αναγνωρίζετε ως ανεξάρτητη η βουλγαρική εκκλησία. Στα διοικητικά της όρια δεν συμπεριλαμβάνονται 24 Πόλεις, κωμοπόλεις και χωριά της μητρόπολης Βάρνας, τα οποία αναγνωρίζουν το Οικουμενικό Πατριαρχείο Κωνσταντινούπολης. Η έρευνα απέδειξε πως κατοικούνταν από ελληνικούς και γκαγκαβούζικους πληθυσμούς.<br />Ο Ρωσοτουρκικός πόλεμος του 1877-78 , Η ανακήρυξη της βουλγαρικής ηγεμονίας και η ανεξαρτησία της βουλγαρικής Εκκλησίας ήταν γεγονότα που σημάδεψαν την ως τότε ειρηνική συμβίωση των δύο λαών. Οι βουλγαρικές αρχές, για να αντιμετωπίσουν την οργανωμένη αντίδραση των ελληνικών κοινοτήτων έλαβαν διάφορα μέτρα. Σε όσους αντιστάθηκαν, έδωσαν διορία λίγων ημερών να εγκαταλείψουν τις εστίες τους. Η υποχρεωτική μετανάστευση ελληνικών πληθυσμών από τη Βουλγαρία προς την Ελλάδα ξεκίνησε από την εποχή της σύστασης του βουλγαρικού κράτους.<br />Με την αρωγή των Ρώσων οι Βούλγαροι επεδίωκαν να εξαλείψουν κάθε οργανωμένη μειονότητα. Στους γκαγκαβούζικους πληθυσμούς χρησιμοποίησαν το επιχείρημα της φυλετικής συγγένειας, της μακρόχρονης συμβίωσης και κοινής παράδοσης για να τους πείσουν να ενταχθούν στην Εξαρχία.<br />Όσοι αντιστάθηκαν στις πιέσεις υποχρεώθηκαν να μεταναστεύσουν στην Ελλάδα. Αυτή την περίοδο παρατηρούνται, λόγω των έντονων πιέσεων, οι πρώτες ομαδικές προσχωρήσεις στη βουλγαρική Εκκλησία ελληνικών και γκαγαβούζικων πληθυσμών στο Προβαντί, στο Σούμεν και στο Χατζηογλού-Παζαρτζίκ, σημερινό Ντόμπριτς.<br />Η Δοβρουτσά αποτελούσε πάντοτε πεδίο αντιπαλότητας μεταξύ Βουλγαρίας και Ρουμανίας. Άλλαζε συνεχώς διοικήσεις και κρατικά σύνορα, με αποτέλεσμα να προκαλούνται συνεχείς μεταναστεύσεις πληθυσμών, για να αποφύγουν τα αντίποινα των νέων κατακτητών. <br />Ο ακριβής αριθμός των Ελλήνων και Γκαγκαβούζηδων της Βουλγαρίας είναι δύσκολο να υπολογιστεί. Στη βουλγαρική απογραφή του 1900 αναφέρονται 7.800 τουρκόφωνοι Γκαγκαούζοι με ελληνική συνείδηση, ενώ την ίδια χρονιά ο Th. Ivancov τους υπολόγιζε σε 8.251 και το 1910 σε 9.313, συμπεριλαμβάνοντας και όσους κατοικούσαν στους νομούς Μπουργκάς, Βάρνας και Πλόβντιφ. <br />Μετά από λίγα χρόνια και μέχρι το 1925 η συντριπτική πλειοψηφία των Ελλήνων και Γκαγκαβούζηδων αναγκάστηκαν να μεταναστεύσουν στην Ανατολική Θράκη και σε ελληνικά εδάφη κυρίως στην Κεντρική Ελλάδα. <br /><br />Πρώτες εγκαταστάσεις Γκαγκαβούζικων πληθυσμών στην ανατολική Θράκη<br />Οι πρώτες εγκαταστάσεις Γκαγκαβούζηδων στην ανατολική Θράκη με βάση τις μαρτυρίες, πραγματοποιήθηκαν μεταξύ του 1512 και 1566, την εποχή του Σελίμ Α’ Γιαβούζ ή του Σουλεϊμάν του Μεγαλοπρεπή . Το 1578 ο περιηγητής Gerlach αναφέρει πως η Χάφσα είναι ένα μικρό τιμάριο ιδιοκτησία του Μεχμέτ πασά και οι λιγοστοί χριστιανοί κάτοικοι εκκλησιάζονται σε διπλανό χωριό, πιθανόν στο Χάσκιοϊ. Την ίδια περίοδο θα πρέπει να έγινε και η εγκατάσταση των Γκαγκαβούζηδων από τη Δοβρουτσά στην Ζίχνη Σερρών.<br />Μέχρι τις αρχές του 17ου αιώνα οι πληροφορίες μας στηρίζονται στις αφηγήσεις των περιηγητών. Οι επόμενες εγκαταστάσεις έγιναν μετά τους διωγμούς το 1820-1878 και ξεκίνησαν λόγω της συμμετοχής τους στο πλευρό των Ρώσων κατά την διάρκεια των ρωσοτουρκικών πολέμων.<br />Στην πορεία τους αυτή προς τα νότια κάποιοι παρέμειναν στην Γιάμπολ και στα γύρω χωριά. Στην Ανατολική Θράκη Γκαγκαβούζηδες εντοπίσαμε 14 χωριά στην Υποδιοίκηση Νίκης-Χάφσας , 1 χωριό στην υποδιοίκηση Μακράς Γέφυρας (Ουζούν-Κιοπρού, Ένα στην υποδιοίκηση Αδριανούπολης, ένα στην υποδιοίκηση Σαράντα Εκκλησιών και 5 χωριά στην Υποδιοίκηση Αρτίσκου-Μπαμπά-Εσκί. <br />Στην Ανατολική Θράκη θα ταυτιστούν πλήρως με τον υπόλοιπο ελληνορθόδοξο πληθυσμό. Θα ενταχθούν στην εκπαίδευση, στους εκκλησιαστικούς θεσμούς και στην πολιτική διοίκηση και θα υποστούν τους διωγμούς που σε ορισμένες περιπτώσεις θα είναι πιο σκληρές. Με το τέλος των Βαλκανικών πολέμων θα αναγκαστούν να διαφύγουν άλλοι στην Ελλάδα και οι περισσότεροι προς τη Βουλγαρία για να γλυτώσουν από την εκδικητική μανία των Τούρκων.<br />Με την υπογραφή της Συνθήκης της Λωζάνης, γράφεται ο επίλογος της παρουσίας του ελληνισμού στην Ανατολή. Οι Γκαγκαβούζηδες της ανατολικής Θράκης εγκαταστάθηκαν σε 26 χωριά του βόρειου Έβρου-1.222 οικογένειες-6.095 άτομα. Στον νομό Ροδόπης, σε 3 χωριά, στο νομό Ξάνθης σε ένα χωριό, στο νομό Σερρών σε 4 χωριά, στο νομό Θεσσαλονίκης σε 6 χωριά και σε χωριά της Κατερίνης και την Πτολεμαΐδα. Τέλος οικογένειες από το Αζατλί, αντί να ακολουθήσουν τους υπόλοιπους στην Ελλάδα, έφυγαν προς τη Βουλγαρία και εγκαταστάθηκαν στο Κρούμοβο της Γιάμπολ. <br /><br />Οι Γκαγκαβούζηδες των Βαλκανίων<br />Για τους Γκαγκαβούζηδες της Ρουμανίας δεν έχουμε πολλά στοιχεία, για τα χωριά και τον ακριβή πληθυσμό τους. Οι Ρουμάνοι τους δέχονται ως μία κοινωνία ανθρώπων κατωτέρου επιπέδου. Ο Kaprat , ο οποίος κατάγεται από τη Δοβρουτσά, γράφει πως οι Τούρκοι της περιοχής αδιαφορούσαν για τους Γκαγκαβούζηδες, λόγω της διαφορετικής θρησκείας. Εντοπίσαμε Γκαγκαβούζηδες με συνείδηση της καταγωγής τους σε 7 χωριά.<br />Στη δεκαετία του ’30 έγιναν συστηματικές προσπάθειες από την πλευρά της Τουρκίας με σκοπό να πειστούν οι Γκαγκαβούζηδες της Δοβρουτσάς για την τουρκική προέλευσή τους, με πρωτοστάτη τον πρεσβευτή της Τουρκίας στο Βουκουρέστι, Hamdullah S. Tanriver. Στις 16 Σεπτεμβρίου 1943, με απόφαση του Υπουργείου Εσωτερικών της Τουρκίας υποχρεώθηκαν να γραφτεί σε ξεχωριστή στήλη στις ταυτότητές τους, η φράση Turk Ortodoks (Τούρκος Ορθόδοξος). Σκοπός του Υπουργείου ήταν να ενισχύσει το τουρκοορθόδοξο Πατριαρχείο του Εφραίμ, σε βάρος του ελληνορθόδοξου στην Κωνσταντινούπολη. <br />Σύμφωνα με την εγκυκλοπαίδεια Ethnologue: Language of the world, στο χώρο της σημερινής Τουρκίας μιλιούνται 34(!) γλώσσες, εκτός από τα τουρκικά της Ανατολίας. Ανάμεσα σε αυτές διακρίναμε και την γκαγκαβούζικη γλώσσα, ομιλούμενη, σύμφωνα με τους συντάκτες του άρθρου, από 330.000 άτομα. Εντυπωσιακός αριθμός αλλά λίγο πιο κάτω και στην ομάδα Gagauz, σημειώνεται: «Γλώσσα των Τούρκων των Βαλκανίων, γλωσσολογικά ανήκουν στην τουρκική γλώσσα όμως με διαφορετική γραμματική, σύνταξη και φωνητική. Μετά την ανταλλαγή των πληθυσμών που ξεκίνησε από τους Βαλκανικούς πολέμους μέχρι τη συνθήκη της Λοζάνης, εγκαταστάθηκαν μόνιμα στη Μητέρα Πατρίδα» . <br />Η πρώτη παρατήρηση είναι ότι οι πληθυσμοί στους οποίους αναφέρεται το άρθρο ήταν και είναι μουσουλμάνοι και όχι χριστιανοί ορθόδοξοι. Τελευταία ανακάλυψαν τους τουρκόφωνους χριστιανούς της Γκαγκαουζίας στη Μολδαβία και προσπαθούν να τους εντάξουν ως γλωσσική υποομάδα στα τουρκικά φύλα. Με την ανακήρυξη της αυτόνομης επαρχίας της Γκαγκαουζίας, έστρεψαν την προσοχή τους στην περιοχή αυτή σε μια προσπάθεια να πείσουν τους Γκαγκαβούζηδες της Μολδαβίας, για την τουρκική καταγωγή τους, και την διεθνή επιστημονική κοινότητα για την ορθότητα των απόψεών τους.<br />Στα ίδια πλαίσια κινούνται και ορισμένοι Βούλγαροι ιστορικοί, οι οποίοι επιμένουν για τη βουλγαρική καταγωγή των Γκαγκαβούζηδων. Στη Βουλγαρία οι Γκαγκαβούζηδες ζουν σε μικρές πληθυσμιακές ομάδες στη Βάρνα και σε χωριά της επαρχίας της, στο Προβαδί, στη Σούμλα, στο Ραζγράντ, στο Τουτράκ και στη Σιλίστρια. Οι Βούλγαροι ιστορικοί θεωρούν τους Γκαγκαβούζηδες βουλγαρικό φύλο. Στην απογραφή του 2001, για πρώτη φορά καταγράφονται 1.471 άτομα, τα οποία δηλώνουν ως μητρική γλώσσα τα γκαγκαούζικα ή ως ομιλούμενη από τους ίδιους. δέχονται εν μέρει τη θέση των ιστορικών της χώρας τους για βουλγαρική καταγωγή, ορισμένοι όμως αμφιβάλλουν για την ορθότητά της. Αμφισβητούν έντονα τις κινήσεις εκπροσώπων της τουρκικής μειονότητας, που σε συνεργασία με Βούλγαρους ιστορικούς και λαογράφους, προσπαθούν να τους πείσουν και να τους εντάξουν στα τουρκικά φύλα των Βαλκανίων. Στην απογραφή τού 2006, δηλώθηκαν 12.000 Γκαγκαβούζηδες, αριθμός εντυπωσιακά αυξημένος σε σχέση με την απογραφή του 2001. <br />Οι Γκαγκαβούζηδες της Μολδαβίας αποτελούν τη μεγαλύτερη και πιο συμπαγή ομάδα (175.000) ζουν στην περιοχή του Budjak (Μπουτσιάκ), από τον 19ο αιώνα. Μετά το 1917 αναγνωρίσθηκαν ως σοβιετική εθνότητα και η γλώσσα τους το 1956 εντάχθηκε ως ξεχωριστή διάλεκτος των τουρανικών λαών της κεντρικής Ασίας, Σιβηρίας και Καυκάσου. Βασικός στόχος της σοβιετικής ιστορικής σχολής ήταν να αποδυναμώσουν στη μνήμη και την ταυτότητα των Γκαγκαβούζηδων τις ιστορικές τους καταβολές και τις σχέσεις τους με την Ορθοδοξία και τα Βαλκάνια.<br />Σήμερα η περιοχή τους είναι αυτόνομη με ειδικό καθεστώς, μέσα στο μολδαβικό κράτος. Στην αυτόνομη περιοχή, υπάρχουν τρεις πόλεις, το Comrat (πρωτεύουσα), το Ceadr-Lunga (Τσαντίρ-Λούνγκα) και το Vulcnetii (Βουλκανέστι), και 26 γκαγκαβούζικα χωριά. <br />Στη Γκαγκαουζία της Μολδαβίας έχουν παρατηρηθεί και μελετηθεί δύο διάλεκτοι, η κεντρική διάλεκτος με ομιλητές της στο Comrat και το Hadr και η νότια διάλεκτος με ομιλητές στο Vulkaneti, οι οποίοι αυτοπροσδιορίζονται ως Ρουμ-Γκαγκαούζ.<br />Συμπεράσματα<br />Έγινε μια προσπάθεια παρουσίασης όλων εκείνων των στοιχείων που χαρακτηρίζουν τη γλωσσική και κοινοτική ομάδα των Γκαγκαβούζηδων, δίχως να γίνει αναλυτική αναφορά σε όσους ζουν σήμερα στη Γκαγκαουζία της Μολδαβίας, στη Βουλγαρία και στη Ρουμανία και στο επίπεδο αυτοσυνειδησίας τους. Αναδείχτηκε αυτό που αποσιωπάται από τις επίσημες ιστορικές σχολές πως πρόκειται για ένα αυτόχθονο θρακικό φύλο που έδειξε μία αξιοθαύμαστη προσαρμοστικότητα στους κάθε λογής κατακτητές.<br />Στο ερώτημα, εάν μπορούμε να μιλάμε για μια «γκαγκαβούζικη κουλτούρα» ή για μια «γκαγκαβούζικη παράδοση», υποθέτοντας ότι αν δεχόμασταν πως υπάρχει ένας γκαγκαβούζικος πολιτισμός, θα έπρεπε να αναιρέσουμε και το θεωρητικό μας πλαίσιο, που δεν δέχεται τον πολιτισμό σαν ένα ομοιογενές και συνεκτικό σύνολο, αλλά και την ίδια την έννοια της ιστορικότητας, που συνεπάγεται μια δυναμική προσέγγιση στο χώρο και στο χρόνο. Συνεπώς θα πρέπει να μιλήσουμε συμβατικά για την γκαγκαβούζικη κουλτούρα ή καλύτερα για τις γκαγκαβούζικες πολιτισμικές πραγματικότητες στον ελλαδικό χώρο, από την περίοδο της οριστικής εγκατάστασης ενός σημαντικού πληθυσμού τους εντός των ελληνικών συνόρων.<br />Ο μετασχηματισμός μιας εθνοτικής ταυτότητας με έντονα τα τοπικά χαρακτηριστικά σε εθνική σήμανε για τους Γκαγκαβούζηδες ουσιαστικά την ένταξή τους στο νέο ελληνικό έθνος. Σημαντικό ρόλο έπαιξαν για παράδειγμα μία πλειάδα ελληνόφωνων εμπόρων, δασκάλων, λογίων και κληρικών, οι οποίοι ανέπτυξαν μια έντονη δραστηριότητα σε ό,τι αφορά τη διάδοση της ελληνικής γλώσσας και παιδείας, δραστηριότητα που όχι σπάνια ταυτίζεται και με μια αρνητική τοποθέτηση απέναντι στη μητρική τους γλώσσα που είναι τα γκαγκαβούζικα. Σήμερα αποδεικνύεται πως ήταν καθοριστικός ως προς τη συγκρότηση μιας ελληνικής εθνικής συνείδησης στα πιο πλατειά στρώματα των γκαγκαβούζικων κοινωνιών. <br />Η σταδιακή υποβάθμιση, με τελικό κίνδυνο την πλήρη εξαφάνισή της, οδήγησε τη γκαγκαβούζικη γλώσσα να παραμένει προφορική και να χρησιμοποιείται μόνο στην μεταξύ τους επικοινωνία, στους χώρους των κοινοτήτων και σε οικογενειακά πλαίσια, με μια ολοένα αυξανόμενη τάση εγκατάλειψής της.<br />Ο «δυϊσμός» του νεοελληνικού κοινωνικού σχηματισμού με άξονα τη διχοτομία αστικό κέντρο-περιφέρεια, στάθηκαν κατά έναν ειρωνικό τρόπο ευεργετικά, τουλάχιστον βραχυπρόθεσμα, ως προς την επιβίωση «παραδοσιακών» μορφών κοινωνικής οργάνωσης και πολιτισμικής έκφρασης. Από τη μια, οι ιδεολογικοί μηχανισμοί του εθνικού κράτους και από την άλλη, η διαδικασία εκσυγχρονισμού και αστικοποίησης της ελληνικής κοινωνίας συνετέλεσαν σε μια ραγδαία περιθωριοποίηση των περιφερειακών και εθνοτικών ετεροτήτων και σε μια αντίστοιχη ενίσχυση των κεντρικών προτύπων και των μηχανισμών πολιτισμικής ομογενοποίησης. Η μεγάλη αγροτική έξοδος και η ερήμωση της υπαίθρου, μαζί με την επικράτηση των αστικών προτύπων και την αστυφιλία, δεν οδήγησαν μόνο σε μια δημογραφική αφαίμαξη των γκαγκαβούζικων κοινοτήτων, αλλά και σε μια διασπορά που θα σημάνει την αρχή του τέλους μιας μακράς διάρκειας. Όσοι μένουν πίσω έχουν να αντιμετωπίσουν μαζί με τα οικονομικά προβλήματα και την κοινωνική περιθωριοποίηση, ενώ αυτοί που φεύγουν κάνουν αγωνιώδη προσπάθεια να προσαρμοστούν στα αστικά κέντρα, γεγονός που έχει μεγάλες συνέπειες σε ό,τι αφορά την ίδια την πολιτισμική τους ταυτότητα.<br />Ως αποτέλεσμα πρέπει να θεωρηθεί, η σταδιακή αφομοίωσή τους στα κεντρικά πολιτισμικά πρότυπα, τα οποία μάλιστα αρχίζουν να ξεφεύγουν σιγά-σιγά και από τον ίδιο τον έλεγχο του εθνικού κράτους, μέσω των ευρωπαϊκών θεσμών αλλά και των μηχανισμών της παγκοσμιοποίησης, στις τελευταίες δεκαετίες του 20ου αιώνα. <br />Στην σημερινή εποχή, η όποια πολιτισμική ετερότητα πρέπει να αντιμετωπίζεται ως ο πολιτισμικός πλούτος ενός κράτους, παρά ως κίνδυνος για την εθνική συνοχή του. Ειδικά όσον αφορά στην ελληνική πολιτεία καλό θα ήταν να αντιμετωπίζεται ως ευλογία και όχι ως κακοτυχία.Γκαγκαβούζης-Gagavouzishttp://www.blogger.com/profile/08268729413849882556noreply@blogger.com0tag:blogger.com,1999:blog-2738998458635353243.post-21447090758719390992010-04-22T23:43:00.000-07:002010-04-22T23:45:05.873-07:00Παρουσίαση του βιβλίου του Χρήστου Κοζαρίδη " Εμείς οι Γκαγκαβούζηδες"Ο Πολιτιστικός & Αθλητικός Σύλλογος «Καπετάν Μητρούσης»,<br />σας προσκαλεί<br />στην παρουσίαση του βιβλίου<br />« Εμείς οι Γκαγκαβούζηδες» του κ. Χρήστου Κοζαρίδη.<br /><br />Η εκδήλωση θα πραγματοποιηθεί στο ξενοδοχείο<br />Φίλιππος Ξενία των Σερρών, στις 28 Απριλίου 2010 στις 8:00 μ.μ.<br />Το βιβλίο θα προλογίσουν οι :<br />κ. Ακτσόγλου Ιάκωβος<br />Επίκουρος καθηγητής στο τμήμα<br />Γλώσσας-Φιλολογίας και Πολιτισμού Παρευξείνιων χωρών<br />του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης<br />&<br />ο κ. Μπακιρτζής Ιωάννης<br />Λέκτορας του τμήματος Γλώσσας-Φιλολογίας και Πολιτισμού<br />Παρευξείνιων χωρών του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης<br /><br />Η παρουσία σας θα μας τιμήσει ιδιαίτερα<br /><br />Εκτός από την παρουσίαση του βιβλίου, θα εμφανιστούν και χορευτές των τριών από τα επτά τμήματα του συλλόγου, σε Γκαγκαβούζκους χορούς .<br />Στο τέλος δωρεάν προσφορά εδεσμάτων.Γκαγκαβούζης-Gagavouzishttp://www.blogger.com/profile/08268729413849882556noreply@blogger.com0tag:blogger.com,1999:blog-2738998458635353243.post-68408444766793926702010-04-06T09:24:00.000-07:002010-04-06T10:28:09.049-07:00Hristos dirlidi mezardayi uliulere ve dirilere umiur baasladi!!<br />"Χριστός ντιρλιντί μεζαρνταΐ, ουλιούλερε βε ντιριλερέ, ουμιούρ μπαασλαντί!! <br />"Χριστός ανέστη εκ νεκρών, στους πεθαμένους και στους ζωντανούς χάρισε ζωή!!""ΑΥΤΟ ΜΟΥ ΤΟ ΕΙΠΕ ΕΝΑΣ ΠΑΠΠΟΥΣ ΓΚΑΓΚΑΒΟΥΖΗΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΚΕΡΑΜΟ ΤΟΥ ΕΒΡΟΥ!!!<br />Hristos dirildi ölülerden,ölümü ölümlen bastı hem mezarda da olannara ömür baaşladı!!<br />ΑΥΤΟ ΜΟΥ ΤΟ ΕΣΤΕΙΛΕ ΜΙΑ ΦΙΛΗ ΑΠΟ ΤΗΝ ΓΚΑΓΚΑΟΥΖΙΑ!!ΕΙΝΑΙ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΡΟΣΕΥΧΗ: ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΕΣΤΗ ΕΚ ΝΕΚΡΩΝ ΘΑΝΑΤΟ ΘΑΝΑΤΟΝ ΠΑΤΗΣΑΣ ΚΑΙ ΤΟΙΣ ΕΝ ΤΟΙΣ ΜΝΗΜΑΣΙ ΖΩΗ ΧΑΡΙΣΑΜΕΝΟΣ!! ΑΥΤΑ ΓΙΑ ΟΣΟΥΣ ΜΑΣ ΑΜΦΙΣΒΗΤΟΥΝ ΑΚΟΜΗ!!!Γκαγκαβούζης-Gagavouzishttp://www.blogger.com/profile/08268729413849882556noreply@blogger.com4tag:blogger.com,1999:blog-2738998458635353243.post-90483942209716960782010-03-19T00:34:00.000-07:002010-03-19T00:35:56.933-07:00ΟΜΙΛΙΑ ΣΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ ΜΟΥ ΣΤΗΝ ΑΘΗΝΑΣε ορισμένους από εσάς που βρίσκεστε σε αυτή την αίθουσα όταν λάβατε την πρόσκληση για την εκδήλωση- παρουσίαση του βιβλίου μου θα γεννήθηκε η απορία: Γκαγκαβουζηδες-ποιοι είναι αυτοί πάλι όπως και σε άλλους γιατί τώρα αυτή η εκδήλωση;<br />Αντίστοιχα σε ανύποπτο χρόνο ένας καταξιωμένος καθηγητής ιστορίας ο Κ. Φωτιάδης σε μια ομιλία του πριν από 7-8 χρόνια είχε πει απευθυνόμενος σε ανάλογο ακροατήριο πως τα επόμενα 20 χρόνια στην εξωτερική πολιτική αυτής της χώρας θα κυριαρχεί ή θα αποτελεί μια από τις προτεραιότητες της το θέμα των Γκαγκαβουζηδων. <br />Όταν αυτό το γεγονός μου το μετέφεραν φίλοι που έτυχε να είναι στην εκδήλωση και ήξεραν πως ήδη είχα ξεκινήσει την ερευνά μου για το θέμα της καταγωγής των Γκαγκαβούζηδων αισθάνθηκα πως βρισκόμουν ανάμεσα στις συμπληγάδες, διότι θα έπρεπε η έρευνα και η καταγραφή που είχα ήδη ξεκινήσει να είχε όλα εκείνα τα αντικειμενικά χαρακτηριστικά μιας πραγματικής ιστορικής έρευνας δίχως να κυριαρχούν τα συναισθήματα μου λόγω της καταγωγής, βιώματα της ζωής μου αλλά και των προγονών, της απόρριψης του χλευασμού της υποτίμησης, των διώξεων και των απαγορεύσεων. Και όταν θα ολοκληρώνονταν αυτή η έρευνα θα μπορούσε ο καθένας από μας με υπερηφάνεια να υψώσει το ανάστημα του και να πει ΝΑΙ ΕΙΜΑΙ ΓΚΑΓΚΑΒΟΥΖΗΣ.<br />Αυτό το τελευταίο το έζησα και στις δυο εκφάνσεις του και είμαι υπερήφανος που πρώτος έβαλα αυτό το λιθαράκι της αναγνώρισης και της αποδοχής ενός ταλαίπωρου θρακιώτικου φύλου.<br />Άρα τα πρώτα εμπόδια είχαν υψωθεί μπροστά μου και έμοιαζαν ανυπέρβλητα. Αυτά δεν είχαν να κάνουν και δεν έμπαιναν μόνο από εξωτερικούς παράγοντες αλλά και μέσα από ανθρώπους της ίδιας μας της ράτσας οι οποίοι κάθε φορά ακόμη και σήμερα τόνιζαν και τονίζουν πως περπατάμε σε ένα τεντωμένο σχοινί και υπάρχει ο κίνδυνος μειονοτικών θέσεων και συνολικής απόρριψης της ομάδας μας. Πολιτειακοί παράγοντες όταν ζήτησα να τους συναντήσω για να συνεισφέρουν στην έκδοση με προέτρεψαν αν το κάνω τελικά να τονίζω σε όλους τους τόνους και τους χρόνους πως είμαστε Έλληνες και να προσέχω μήπως κάνω την Ορεστιάδα Κόσσοβο!! Έτσι προχώρησα μόνος μου στην χρηματοδότηση αυτής της έκδοσης διότι δεν ήθελα να υποκύψω σε κανέναν από όλους αυτούς που αν και επίσημα πρόσωπα και γνώστες της περιοχής επέμεναν να μας χαρακτηρίζουν Τούρκους μόνο και μόνο επειδή μιλούσαμε μια παραλλαγή της τουρκικής γλώσσας, της γλώσσας του πιο μισητού εχθρού της πατρίδας μας. Το μυαλό μου πήγαινε και πηγαίνει πάντα σε μια αυτοβιογραφική επιστολή του Περικλή Πελτέκη πρόσφυγα από τις Σαράντα Εκκλησιές που στα 95 του χρόνια με πλήρη διαύγεια μυαλού ανάμεσα στα άλλα γράφει….. Η αλήθεια είναι ότι όταν ήρθαμε πρόσφυγες το 1922 όπου και να είμεθα Θράκη Μακεδονία Ήπειρο, Πελοπόννησο, δεν μας χώνευαν σε μερικά μέρη κάτι κακότροποι μας έλεγαν Τουρκόσπορους. Πάντως 57 χρόνια που πέρασαν από την προσφυγιά μας συμπεθέριασαν Μικρασιάτικες, Θράκες, Πόντιοι Παλαιοελλαδιτες και σμίχτηκε το αίμα με το αίμα και έτσι ήρθε η ομόνοια και η αγάπη εις όλους τους Έλληνες και ζούμε ωσάν φίλοι στη ωραία και δοξασμένη Ελλάδα μας…….<br />Μία δεύτερη απάντηση σε όλους αυτούς θα έπρεπε να είναι το γεγονός πως στην σημερινή εποχή η όποια πολιτισμική ετερότητα πρέπει να αντιμετωπίζεται ως πολιτισμικός πλούτος ενός κράτους παρά ως κίνδυνος για την εθνική συνοχή του. Ειδικά όσο αφορά στην ελληνική πολιτεία πιστεύω πως θα έπρεπε να αντιμετωπίζετε ως ευλογία και να πάψει να αποτελεί κατάρα. <br />Πριν από 4 χρόνια όταν για πρώτη φορά το συγκεντρωμένο υλικό μου περίπου 150 σελίδες το έδωσα στην επίκουρο καθηγήτρια ιστορίας στο τμήμα Νηπιαγωγών Φλώρινας κ. Βαμβακίδου Ιφιγένεια να εκτιμήσει αν θα μπορούσε να εκδοθεί ένα βιβλίο με θέμα την καταγωγή των Γκαγκαβούζηδων μου απάντησε μετά από λίγο καιρό με δύο παρατηρήσεις:<br />Α) αν θες να κάνεις ένα ιστορικό βιβλίο θα πρέπει να βγάλεις από έξω όλες εκείνες τις φράσεις που υποκρύπτουν και εκφράζουν έντονα τη συναισθηματική και προσωπική σου σχέση με τους Γκαγκαβούζηδες και<br />Β) προχώρα διότι όσο και να έψαξα στην ελληνική βιβλιογραφία δεν βρήκα πουθενά ένα ολοκληρωμένο βιβλίο σχετικά με εσάς.<br />Ως προς την πρώτη παρατήρηση είναι γεγονός πως αγωνίστηκα παρά πολύ πάνω στα γραπτά μου για να φτάσω όπως θα είδατε ή θα δείτε να μην εκφράζω καθόλου τον συναισθηματικό μου κόσμο και να κρίνω αντικειμενικά τις διάφορες θεωρίες που έχουν αναπτυχθεί κατά καιρούς γύρω από την καταγωγή των Γκαγκαβούζηδων. Ίσως κάποιοι από εσάς να σκέφτονται πως ο τίτλος του βιβλίου και ειδικά το «Εμείς» αποτελεί έναν επιθετικό προσδιορισμό με τον οποίο θέλεις να τονίσεις την διαφορετικότητα σας ανεξάρτητα αν δεν θέλεις έτσι να τον προσδιορίζεις. Δεν θα διαφωνούσα πλήρως με αυτήν την παρατήρηση διότι οι περισσότεροι από εσάς δεν γνωρίζετε και δεν μπορείτε να φανταστείτε τι έχουν περάσει στο διάβα των χρονών οι Γκαγκαβούζηδες λόγω της ετερογλωσσίας τους όπως και οι υπόλοιποι αλλόγλωσσοι πληθυσμοί και ομάδες στην πατρίδα μας. Η γκετοποίηση στα πρώτα χρόνια δεν επιβλήθηκε μόνο από τους έχοντες εξουσία-το κράτος- αλλά και από τους ίδιους τους εαυτούς τους ως άμυνα στην χλεύη στην υποτίμηση και στους διωγμούς. Έτσι ως κλειστή κοινωνία πορεύτηκαν και κατάφεραν να επιβιώσουν. Με τα χρόνια η αστυφιλία και η αστικοποίηση της ίδιας της αγροτικής κοινωνίας τους ανάγκασε να ανοίξουν τα σύνορα της κοινότητας τους. Αρχικά δέχτηκαν στους κόλπους της αλλόγλωσσους και μετά σιγά-σιγά τα σύνορα άνοιξαν και όλοι συγγένεψαν. Στην μακροχρόνια έρευνά μου έβλεπα και βλέπω ακόμη στις κοινότητες των Γκαγκαβούζηδων να αντιμετωπίζονται σε μικρότερο βαθμό οι νύφες και οι γαμπροί από άλλη ράτσα ως «ξένοι». <br />Στη δεύτερη παρατήρηση της κ. Βαμβακίδου πράγματι το είχα διαπιστώσει και εγώ πως δεν υπήρχαν εκτεταμένες αναφορές πάνω στο θέμα της καταγωγής μας. Μια αναφορά από τον αξιοσέβαστο δάσκαλο καθηγητή Αλέξη Σαββίδη ο οποίος στο βιβλίο του ΟΙ ΤΟΥΡΚΟΙ ΚΑΙ ΤΟ ΒΥΖΑΝΤΙΟ μας εντάσσει στα πρωτοτουρκικά φύλα και μια του επίσης αξιοσέβαστου δάσκαλου και καθηγητή κ. Οργανογόνου που μας ενέταξε στους Καραμανλήδες. Όλη η άλλη βιβλιογραφία δυστυχώς είναι ξενόγλωσση και προέρχεται από την τουρκική και σοβιετική σχολή ιστορίας. Πάνω σε αυτή διάφοροι ερευνητές μέσα από εργασίες, ομιλίες άρθρα και βιβλία τους αναμασούν την προπαγάνδα των Τούρκων και Ρώσων ιστορικών δίχως να ρωτήσουν τους ιδίους τους Γκαγκαβούζηδες. Και εγώ που μεγάλωσα ως Ρουμ Γκαγκαούζ έπρεπε να αποδείξω πως δεν έχουμε σχέση ιστορικά με οποιοδήποτε τουρκικό φύλο που εμφανίστηκε στα βυζαντινά χρόνια.<br />Ήταν πιστέψτε με πολύ δύσκολο να περπατάς συνεχώς πάνω σ ένα τεντωμένο σκοινί να ακροβατείς συνεχώς για να μην κατηγορηθείς ως εθνικιστής ούτε από την μια πλευρά ούτε από την άλλη. Ακόμη δε περισσότερο να κατηγορηθείς πως επίτηδες λόγω της καταγωγής μου άπλωσα ένα πέπλο αγνότητας πάνω από τους Γκαγκαβούζηδες. <br />Έτσι αναγκαστικά η έρευνα μου επεκτάθηκε σε γειτονικές χώρες που από τα αρχεία τους έβρισκα σημαντικές πληροφορίες για το θέμα της καταγωγής των Γκαγκαβούζηδων. Στην έρευνά μου αυτή με βοήθησε παρά πολύ η καλή γνώση της τουρκικής και ρουμάνικης γλώσσας και η πολύ καλή σχέση μου με το διαδίκτυο. Τα αρχεία που έβρισκα στα ρώσικα και βουλγάρικα αναγκαστικά πήγαιναν για μετάφραση με κόστος οικονομικό για μένα αλλά πάντα με αγωνία το τι καινούργιο θα συναντούσα μπροστά μου. <br />Όταν ολοκλήρωσα αυτή την πρώτη και σημαντική καταγραφή ιστορικών πηγών είδα έκπληκτος πως η πρώτη κοιτίδα των Γκαγκαβούζηδων ήταν η Δοβρουτσά της βόρεια Βουλγαρίας. Έκπληκτος διότι πάντα άκουγα τον συγχωρεμένο πατέρα μου να μου λέει πως αν θέλουμε να μάθουμε για εμάς θα πρέπει να ψάξουμε τις ρίζες μας και προς την Βουλγαρία και όχι μόνο στην Ανατολική Θράκη. <br />Ακολούθησε και δεύτερη συνεχόμενη έκπληξη!! Επιβεβαιώνονταν μια ακόμη σκέψη μου πως όλοι οι ιστορικοί έκρυβαν επιμελώς κάτω από το χαλί της ιστορίας τα φύλα που κατοικούσαν και προϋπήρχαν των Γκαγκαβούζηδων στη περιοχή αυτή. Είχα προσέξει πως οι αναφορές όλων σταματούσαν στον 18ο αιώνα και κανείς δεν έβλεπε ή δεν ήθελε να δει τι υπήρχε τα προηγούμενα χρόνια. Έτσι εντόπισα πως στην ίδια περιοχή από τη αρχαιότητα και μέχρι τα πρώτα βυζαντινά χρόνια κατοικούσε στην περιοχή ένα θρακικός λαός οι Κροβούζοι ή Κατταούζοι στα ρωμαϊκά χρόνια. Ο Οβίδιος γράφει πως μιλούσαν τα ελληνικά με γετική βαρβαρίζουσα προφορά. Στάθηκα σε αυτές τις αναφορές διότι για πρώτη φορά καταρρίπτονταν μέσα μου ο μύθος που είχε πλάσει μέχρι τότε η τουρκική σχολή πως είμαστε απόγονοι των Ούζων του 11ου αιώνα. Η σχολή αυτή επιμένει πως το όνομα μας προέρχεται από το όνομα ενός από τα 22 φύλα των Ούζων που ονομάζοντας Γκαγκ!! Τέτοιο φύλο όσο και να έψαξα ποτέ δεν ήρθε στα Βαλκάνια, αντίθετα έφτασε μέχρι την Κασπία Θάλασσα όπου και αφομοιώθηκε από τα άλλα τουρκογενή φύλα. Έτσι για πρώτη φορά μπορεί να γίνει ο συσχετισμός των Κατταούζων με τους Γκαγκαβούζηδες με βάση το όνομά τους. Επίσης αξίζει να αναφερθεί η παρατήρηση του πατέρα της ρουμάνικης ιστορίας Ν. ΓΙΟΡΚΑ ο οποίος όταν καταγράφει τους λαούς τα έθνη και τα φύλα του ποταμού Δούναβη σημειώνει πως ανάμεσα τους ζούσαν και οι Γκαγκαούτσοι και δεν μπορεί αυτός ο λαός να εξαφανίστηκε έτσι ξαφνικά από το πρόσωπο της ιστορίας.<br />Έτσι άρχισα και επιβάλλονταν να χαλάσω όλο το πάζλ της καταγωγής των Γκαγκαβούζηδων που είχα σχηματίσει στο μυαλό μου αλλά και στα γραπτά μου κείμενα. Έπρεπε να προσθέσω ψηφίδες στο πάζλ προσθέτοντας κείμενα αρχαίων Ελλήνων, Ρωμαίων και Βυζαντινών ιστορικών και χρονικογράφων. Ο Ηρόδοτος ο Στράβωνας, ο Πτολεμαίος ο γεωγράφος οι Ρωμαίοι Πλίνιος και Οβίδιος αναφέρονται στους Κροβούζους και Κατταούζους. Αργότερα ο Απόστολος Παύλος στην προς Ρωμαίους επιστολή του γράφει: ασπάζεστε επίσκοπον Αμπλίαν ως εαυτό μου!! Ο Απόστολος Ανδρέας προσηλυτίζει με υπομονή και επιμονή όλους τους λαούς ειδικά των παραθαλάσσιων περιοχών τους έχοντας ελληνικήν παιδείαν όπως βρέθηκε σε κείμενα εποχής. Ο Άγιος Γότθος κατάγεται από την ίδια περιοχή όπως και ο επίσκοπος Λουφλιλας αιρετικός αργότερα αλλά υπεύθυνος για τον εκχριστιανισμό των λαών του Δούναβη κατάγεται από την ίδια περιοχή και στα χρονικά των βυζαντινών καταγράφεται ως ομιλών ελληνικά με βαρβαρίζουσα προφορά. Ο Ηρόδοτος δε τους χαρακτηρίζει ως λαό ανδριώτατο, γαλακτοφόρο και πολεμικό το γένος. Όλες αυτές οι αναφορές αποκρύπτονται εντέχνως και συστηματικά από τους σύγχρονους ιστορικούς. <br />Εδώ μπορεί και πρέπει να μπει ένα βασικό ερώτημα που θα μπορούσε να μου απευθύνει ο οποιοσδήποτε από εσάς: μα είναι τόσο καθαροί οι Γκαγκαβούζηδες και δεν ήρθαν σε επαφή με άλλους λαούς;<br />Δεν το αρνούμαι και ίσα-ίσα δέχομαι πως δεν είναι δυνατόν να μην υπήρξαν επιμιξίες μεταξύ διαφορετικών φύλων και λαών ανεξάρτητα της γλώσσας και της καταγωγής. Ένα φαινόμενο άλλωστε που παρατηρήθηκε σε όλα τα Βαλκάνια. Πώς όμως και κάτω από ποιες συνθήκες είναι το δεύτερο ερώτημα. Είμαι σίγουρος και πεισμένος πως όλες αυτές έγιναν διότι σε όλα τα Βαλκάνια είχε επικρατήσει ο χριστιανισμός ως η κοινή θρησκεία όλων των λαών που είχαν ενταχθεί οικιοθελώς η με την βία στο κρατικό σύστημα της νέας αναδυόμενης και ανερχόμενης παγκόσμιας δύναμης του βυζαντινού κράτους. Ανεξάρτητα από τις πεποιθήσεις του καθενός μας θα πρέπει να δεχτούμε πως ο χριστιανισμός σαν κρατική ιδεολογία από τα πρώτα χρόνια του Βυζάντιου αποτέλεσε σε ένα μεγάλο βαθμό το χωνευτήρι των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών, καταγωγής, φύλου παραδόσεων, εθίμων, πολιτιστικής κληρονομίας και ένας νέος τύπος πολίτη κάνει την εμφάνιση του αυτός του Βυζαντινού πολίτη, ο οποίος για να αναρριχηθεί στα ανώτερα αξιώματα στρατιωτικά και πολιτικά θα έπρεπε να γίνει υποχρεωτικά χριστιανός στο θρήσκευμα. Επίσης η μεγαλοπρέπεια και η αίγλη που προσέδιδε σε όλους τους λαούς η Κωνσταντινούπολη, ανάγκαζε όλους να στρέφουν το βλέμμα τους προς αυτή είτε για να την κατακτήσουν είτε για να ενταχθούν πλήρως στο πολιτικό-οικονομικό-κοινωνικό σύστημα της.<br />Κάτω από αυτές τις συνθήκες γαλουχήθηκαν και οι πρόγονοι των Γκαγκαβούζηδων οι Κατταούζοι. Οι πηγές από τους βυζαντινούς χρονικογράφους δεν αναφέρονται σε ένα ξεχωριστό έθνος που έπειτα από μια επιδρομή νικηθήκαν από το βυζαντινό στρατό και ως ηττημένοι να εγκαταστάθηκαν σε εδάφη που τους παραχώρησε το Βυζάντιο. Απεναντίας μιλούν για ελληνόγλωσσους πληθυσμούς τουλάχιστον στο επίπεδο των πόλεων και των διοικήσεων. Άρα θα πρέπει να καταλήξουμε στο συμπέρασμα πως έχουμε να κάνουμε τουλάχιστον με ελληνοχριστιανικούς πληθυσμούς που εντάχθηκαν από νωρίς στο βυζαντινό σύστημα διοίκησης.<br />100 χρόνια πριν την επέλαση των Οθωμανών στα Βαλκάνια στην ίδια περιοχή καταγράφεται το Δεσποτάτο της Καβάρνας ως ανεξάρτητο από το βουλγαρικό κράτος και φόρου υποτελής στο Βυζάντιο. Με την επέλαση των Οθωμανών είχαν να επιλέξουν ανάμεσα στην υποταγή ή στην αντίσταση. Επέλεξαν την αντίσταση και νικήθηκαν στη μάχη της Βάρνας το 1396-98 διότι δεν δέχτηκε ο Δεσπότης τους Ιβαγκός να διαθέσει το στρατό του εναντίον του βασιλιά της Σερβίας Λαζάρου. Η σθεναρή τους αντίσταση και η ανάγκη των σουλτάνων να συντηρήσουν πάνω από ένα εκατομμύριο στρατιώτες στην περιοχή θα πρέπει να είναι το γεγονός που δεν προχώρησαν στην εξολόθρευση του πληθυσμού της περιοχής. Φαινόμενα βίαιων εξισλαμισμών παρατηρήθηκαν αλλα σε μεμονωμένα πεδία. Στην παράδοση των Γκαγκαβούζηδων της Δοβρουτσάς υπάρχει καταγραμμένο το γεγονός της μαζικής αυτοκτονίας Γκαγκαούζων γυναικών στο φρούριο της Καλιάκρας ως άλλες γυναίκες του Ζαλλόγγου. Στη θέση που έπεσαν οι απόγονοι τους έστησαν ένα άγαλμα για να τις τιμήσουν. Σε αυτό το ασφυκτικό περιβάλλον μέσα στο οποίο ζούσαν με τις μαζικές μεταναστεύσεις τουρκογενών πληθυσμών αυτοί ως μειοψηφία αναγκάζονται να αλλάξουν την γλώσσα τους για να επιβιώσουν. Ακούγεται ως απλοϊκό επιχείρημα; Και όμως δεν είναι. <br />Ένας σημαντικός παράγοντας που κράτησε τους Γκαγκαβούζηδες στη αγκαλιά του ελληνισμού ήταν η φανατική προσκόλληση τους στο Χριστιανισμό και στα βυζαντινά πρότυπα διοίκησης και αυτοδιοίκησης των κοινοτήτων τους. Σημαντικό παράγοντα αποτέλεσε επίσης το ειδικό καθεστώς εκκλησιαστικής διοίκησης της περιοχής με την μορφή της Εξαρχίας μέχρι τα μέσα του 18ου αιώνα. Η άμεση σχέση τους με τον εκάστοτε Έξαρχο, ο όποιος ήταν και Μέγας Λογοθέτης του Πατριαρχείου ίσως να συνετέλεσε στο να λένε οι γέροντες Γκαγκαβούζηδες όταν τους ρωτούσα από πού καταγόμαστε να μου απαντούν: « μπιζ ολουμ εβλιατ οτζιακ γκελντιμ». Έτσι σε ένα αγροτοκτηνοτροφικό πληθυσμό αγράμματο συνεχίζει τα επόμενα χρόνια να περνά στο υποσυνείδητο τους πως είναι κάτι ξεχωριστό και πάντα σε σχέση με το Πατριαρχείο. <br />Μπορεί όλα αυτά να θεωρούνται απλοϊκές προσεγγίσεις σε ένα σημαντικό θέμα όπως είναι η καταγωγή των Γκαγκαβούζηδων και να προκαλούν θυμηδία σε ιστορικούς κύκλους. Αν ήταν όντως τουρκικό φύλο γιατί δεν εντάχθηκαν αμέσως ή και μετά από λίγα χρόνια στο οθωμανικό σύστημα με τον πλήρη εξισλαμισμό τους για να αποφύγουν τα βίαια και συχνά ξεσπάσματα της οθωμανικής διοίκησης επάνω τους, όπως έκαναν άλλα τουρκογενή φύλα; Απεναντίας παρέμειναν χριστιανοί προσκολλημένοι στο αδύναμο αρχικά Πατριαρχείο και μετέπειτα στο ισχυρό ελληνορθόδοξο αυτοδιοίκητο σύστημα των κοινοτήτων. <br />Σε όλους τους ρωσοτουρκικούς πολέμους συμμετείχαν στο πλευρό των Ρώσων προσβλέποντας στην απελευθέρωση τους από το Ξανθό γένος. Ποιος τους οργανώνει και ποιου το όνομα έχουν αποδώσει σε χωριά τους στην Βεσσαραβία και στην Ανατολική Θράκη. Του Δημήτρη Βατικιώτη, έμπορο από τα Βατικα της Λακωνίας, Απόστολος της Φιλικής Εταιρείας και εμψυχωτής και οργανωτής της περίφημης Βουλγάρικης Λεγεώνας. Κατακτητής της Σίλιστρας με τους Γκαγκαβούζηδες στρατιώτες τους. Ως νέος Οδυσσέας σκέφτηκε ένα τέχνασμα ανάλογο του Δούρειου Ίππου για να κατακτήσει την επί 6 μήνες πολιορκούμενη και αντιστεκόμενη πόλη στα ρωσικά πυρά. Δεν πρόλαβε να ολοκληρώσει το έργο του διότι πέθανε πολύ μικρός Αλλά έμεινε στην μνήμη των Γκαγκαβούζηδων που τον τιμούν ακόμη και σήμερα.<br />Η συμμέτοχή τους στα επαναστατικά γεγονότα της Μολδοβλαχίας είναι αδιαμφισβήτητη ανεξάρτητα αν προσπαθούν να την αποσιωπήσουν οι Βούλγαροι ιδίως ιστορικοί. <br />Οι μεγάλες αναγκαστικές μεταναστεύσεις τους ξεκίνησαν μετά το 1840 και ολοκληρώθηκαν το 1880 για να αποφύγουν τα αντίποινα των οθωμανικών στρατευμάτων που μετά από κάθε τους ήττα στα πολεμικά θέρετρα της περιοχής ξεσπούσαν σε λεηλασίες και σφαγές των ντόπιων χριστιανικών πληθυσμών. Οι περισσότεροι κατέφυγαν στη Βεσσαραβία υπολογίζεται πως περίπου 100.000 εγκαταστάθηκαν στις στέπες της. 15-20.000 κατευθύνθηκαν νότια προς την Ανατολική Θράκη σε χωριά γύρω από την Αδριανούπολη όπου με βάση τις πληροφορίες τους ήρθαν να βρουν τους ήδη εγκατεστημένους από το 1540-60 Γκαγκαβούζηδες από την γυναίκα του σουλτάνου Σελίμ Α' την Ρωξελάνη, Ουκρανή στην καταγωγή. Όσοι παρέμειναν βιώσαν νέους διωγμούς από το νεοϊδρυόμενο βουλγαρικό κράτος και αφού υπέφεραν μαζί με τον υπόλοιπο ελληνισμό της Βουλγαρίας αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τις προγονικές τους εστίες και να διασκορπιστούν στην Ανατολική Θράκη και Μακεδονία. Στην Ανατολική Θράκη εντάχθηκαν στο ελληνορθόδοξο σύστημα διοίκησης και μαζί με τον υπόλοιπο ελληνισμό υπέφεραν αλλά και μεγαλούργησαν κάτω από αντίξοες συνθήκες. Ίδρυσαν σχολεία εκκλησιές, συμμετείχαν στους αγώνες του θρακιώτικου ελληνισμού για ελευθερία όπως μαρτυρούν τα προξενικά έγγραφα της Αδριανούπολης και οι αφηγήσεις των: Γονατά, Ιων Δραγούμη και άλλων προξένων.<br />Τελικά το 1922-24 εγκαταλείπουν οριστικά τις εστίες τους και εγκαθίστανται η μεγάλη τους πλειοψηφία σε 22 χωριά του Έβρου και σε χωριά της Κομοτηνής Ξάνθης των Σερρών και του Λαγκάδα Θεσσαλονίκης. Ένας νέος Γολγοθάς ξεκίνησε όπως και για όλους τους πρόσφυγες της Ανατολής. Πάλεψαν παρά τις αντιξοότητες και τα εμπόδια που τους επέβαλε το επίσημο ελληνικό κράτος λόγω της γλώσσας τους. Παρέμειναν πιστοί στην Εκκλησία και στον ελληνισμό δίχως να χάνουν ποτέ την πιστή τους πως κάποτε θα δικαιωθούν. <br />Λίγα λόγια για την Μολδαβία. Σήμερα αποτελούν την αυτόνομη δημοκρατία της Γκαγκαουζίας, με πληθυσμό 170.000 Γκαγκαούζους. Η ανακήρυξη της δημοκρατίας το 1990 δεν έγινε αποδεκτή από κανένα διεθνή οργανισμό παρά μόνο από την Τουρκία και την Ρωσία. Από τα πρώτα χρόνια μέχρι και σήμερα επικρατεί μια σύγχυση για την ιστορία τους. Η άμεση προσέγγιση τους από τους Τούρκους, η χρηματοδότηση αναπτυξιακών προγραμμάτων τους εγκλώβισε στην αγκαλιά της τουρκικής εξωτερικής πολίτικης. Από την άλλη η ελληνική πλευρά δεν ενδιαφέρθηκε ουσιαστικά ποτέ να τους προσεγγίσει με βάση τους ιστορικούς δεσμούς. Η Ρωσία τα πρώτα μετασοβιετικά χρόνια δεν είχε τις οικονομικές δυνατότητες να τους βοηθήσει. Με αποτέλεσμα να δοθεί η καλύτερη ευκαιρία στην τουρκική πλευρά να εκμεταλλευτεί και να επενδύσει στο αυτόνομο αυτό κρατίδιο. Παρεμβάσεις μέσω εκκλησιαστικών οργανώσεων από την Ελλάδα ενώ ξεκίνησαν με ενθουσιασμό γρήγορα απογοητεύθηκαν η σταμάτησαν για διαφόρους λόγους. Βασικά πιστεύω πως κανείς από τους υπευθύνους αυτών των αποστολών δεν είχε προσεγγίσει η δεν ήξερε να τους προσεγγίσει στη βάση της κοινής καταγωγής. Ένας δεύτερος λόγος είναι η φτώχεια και η δυστυχία που κυριαρχούν και αναγκάζουν τους Γκαγκαούζους να μεταναστεύσουν ή και να αποδέχονται το λόγο του Θεού από χίλιες δυο χριστιανικές αιρέσεις που κερδίζουν ολοένα και περισσότερο έδαφος. Η παρέμβαση της επίσημης πολιτείας περιορίστηκε στην χρηματοδότηση μιας έδρας ελληνικής γλώσσας στο πανεπιστήμιο του Κομρατ και στην ίδρυση τμημάτων ελληνικής γλώσσας σε ορισμένα σχολεία που γρήγορα όμως έπαψαν να λειτουργούν. Γιατί όλα αυτά; Διότι ποτέ μέχρι και σήμερα δεν ρώτησαν εμάς τους ίδιους τους Γκαγκαβούζηδες για τρόπους συνεργασίας και αποτελεσματικής πολιτικής απέναντι στους αδελφούς μας της Γκαγκαουζίας. Αλλά πώς να μας ρωτήσουν όταν ακόμη και μέχρι πέρσι από επίσημα χείλη της πολιτείας ακούγαμε πως είμαστε Τούρκοι και δεν αξίζει να ασχοληθούν μαζί μας διότι θα είχαν ακόμη ένα πρόβλημα εθνικό στα ήδη υπάρχοντα της Θράκης. <br />Και όμως εμείς μια ομάδα παθιασμένων Γκαγκαβούζηδων με δική μας πρωτοβουλία και με δικά μας έξοδα πραγματοποιήσαμε επισκέψεις εδώ και τρία χρόνια παρεμβαίνοντας ουσιαστικά στα πολιτιστικά πολιτικά δρώμενα και στους ιστορικούς κύκλους αναγκάζοντας ορισμένους τουρκόφιλους ηγέτες να παραδέχονται πως τελικά το βλέμμα τους πρέπει να το στρέψουν προς τα Βαλκάνια και την Ελλάδα. Έκλεισε ο κύκλος; Όχι τώρα έχει ανοίξει και μας περιμένει να δώσουμε ακόμη περισσότερα για την υπόθεση των Γκαγκαβούζηδων<br />Κάναμε την αρχή!! Ναι!! Ζητάμε την υποστήριξη της πολιτείας της εκκλησιάς, του τύπου και των διαφόρων οργανώσεων. Για να μπορούν να δικαιωθούν ως το τέλος όλες οι ψυχές των Γκαγκαβούζηδων. Η έκδοση αυτού του βιβλίου είναι μια ουσιαστική παρέμβαση στο να κατανοήσουν όλοι, εμάς τους Γκαγκαβούζηδες. Παράλληλα φίλοι όπως ο Αλέξης Παρτινούδης ο καλύτερος λυράρης της Θράκης και των Γκαγκαβούζηδων καταγράφει συστηματικά τις μουσικές και τα τραγούδια μας. Κυκλοφόρησαν τα πρώτα τραγούδια μας σε CD ευελπιστούμε πως το επόμενο βήμα θα είναι η έκδοση ενός CD μόνο με γκαγκαβούζικα τραγούδια. Οι σύλλογοι με πρωτεργάτη τον Άγγελο Νικολαίδη μαθαίνουν και διδάσκουν σε όλη την Ελλάδα χορούς Γκαγκαβούζικους. Εδώ στην Αθήνα είχαμε την ευτυχή συγκύρια μια φίλη Μπουζνοχωρίτισσα μεν αλλά πολύ καλή φίλη των Γκαγκαβουζηδων να εντάξει τους χορούς μας στα ΤΕΦΦΑ μέσω μιας έρευνας της που μπορεί να γίνει και διδακτορικό. Έτσι όλοι μαζί και ο καθένας χωριστά προσπαθούμε να δώσουμε να εκλαϊκεύουμε αυτό το τόσο πολυσύνθετο για τους ιστορικούς αλλά τόσο απλό για μας τους ιδίους θέμα της καταγωγής μας: Πως είμαστε ένα θρακιώτικο φύλο με ελληνική παιδεία και πολιτισμό.<br /><br />ΣΑΣ ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ ΠΟΛΥΓκαγκαβούζης-Gagavouzishttp://www.blogger.com/profile/08268729413849882556noreply@blogger.com2tag:blogger.com,1999:blog-2738998458635353243.post-73314272363666194532010-03-18T02:22:00.000-07:002010-03-18T03:13:52.970-07:00ΕΠΙΤΥΧΗΜΕΝΗ ΕΚΔΗΛΩΣΗ ΣΤΗΝ ΑΘΗΝΑ!!!!ΚΑΛΗΜΕΡΑ!!ΣΑΣ ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ ΟΛΟΥΣ ΑΠΟ ΤΑ ΒΑΘΗ ΤΗΣ ΚΑΡΔΙΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΣΥΜΜΕΤΟΧΗ ΣΑΣ ΣΤΗΝ ΕΚΔΗΛΩΣΗ ΑΛΛΑ ΚΑΙ ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΤΑ ΜΝΜ ΣΥΜΠΑΡΑΣΤΑΣΗΣ!!ΑΚΟΜΗ ΜΙΑ ΠΕΤΥΧΗΜΕΝΗ ΕΚΔΗΛΩΣΗ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΓΚΑΓΚΑΒΟΥΖΗΔΕΣ ΠΡΑΓΜΑΤΟΠΟΙΗΘΗΚΕ ΣΤΟ ΚΕΝΤΡΟ ΤΗΣ ΑΘΗΝΑΣ!!ΕΡΧΟΝΤΑΙ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ!! ΝΑΣΤΕ ΟΛΟΙ ΚΑΛΑ!!!Γκαγκαβούζης-Gagavouzishttp://www.blogger.com/profile/08268729413849882556noreply@blogger.com1tag:blogger.com,1999:blog-2738998458635353243.post-86612705400246575382010-03-04T09:27:00.000-08:002010-03-04T09:29:12.475-08:00ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΒΙΒΛΙΟΥ "ΕΜΕΙΣ ΟΙ ΓΚΑΓΚΑΒΟΥΖΗΔΕΣ"ΣΑΣ ΠΡΟΣΚΑΛΟΥΜΕ ΣΤΙΣ 17 ΜΑΡΤΙΟΥ ΩΡΑ 19.00 ΣΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ ΤΟΥ ΧΡ.ΣΤ. ΚΟΖΑΡΙΔΗ "ΕΜΕΙΣ ΟΙ ΓΚΑΓΚΑΒΟΥΖΗΔΕΣ" ΤΩΝ ΕΚΔΟΣΕΩΝ ΠΑΡΑΤΗΡΗΤΗΣ ΘΡΑΚΗΣ ΣΤΟ ΒΙΒΛΙΟΠΩΛΕΙΟ Π. ΚΥΡΙΑΚΙΔΗ ΜΗΤΡΟΠΟΛΕΩΣ 62 (ΑΠΕΝΑΝΤΙ ΑΠΟ ΤΗΝ ΜΗΤΡΟΠΟΛΗ)ΣΤΟ ΚΕΝΤΡΟ ΤΗΣ ΑΘΗΝΑΣ. <br />ΘΑ ΜΙΛΗΣΟΥΝ:<br />- ΜΑΡΙΑ ΚΟΥΤΣΟΥΜΠΑ, ΕΠΙΚΟΥΡΟΣ ΚΑΘΗΓΗΤΡΙΑ ΤΕΦΑΑ<br />- ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΚΑΤΣΑΡΗΣ, ΙΣΤΟΡΙΚΟΣ ΛΑΟΓΡΑΦΟΣ ΔΙΔΑΚΤΩΡ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΑΘΗΝΩΝ<br />ΤΗΝ ΕΚΔΗΛΩΣΗ ΘΑ ΣΥΝΤΟΝΙΣΕΙ Η ΛΑΥΡΕΝΤΙΑΔΟΥ ΜΑΡΗ, ΔΙΔΑΣΚΟΥΣΑ ΤΟΥ ΠΑΝΤΕΙΟΥ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ.Γκαγκαβούζης-Gagavouzishttp://www.blogger.com/profile/08268729413849882556noreply@blogger.com2tag:blogger.com,1999:blog-2738998458635353243.post-34153354140738355962010-01-05T23:34:00.000-08:002010-01-06T00:11:39.677-08:00ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΠΟΥ ΕΓΙΝΑΝ ΣΕ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟ ΤΜΗΜΑ ΜΕ ΘΕΜΑ ΤΟΥΣ ΓΚΑΓΚΑΒΟΥΖΗΔΕΣΕΡΩΤΗΣΗ 1) κ. Κοζαρίδη είστε γνωστός στο ευρύτερο αναγνωστικό κοινό της Καβάλας της Ξάνθης και των γύρω νομών από την συγγραφή των 3 βιβλίων σας. Ειδικά στο τελευταίο σας βιβλίο με το ειδικό θέμα για τους Γκαγκαβούζηδες και γενικά για την παράδοση, τις ρίζες!!<br />ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Με την ιστορία και ειδικά με την τοπική ιστορία ασχολούμαι εδώ και πολλά χρόνια!! Το ενδιαφέρον αρχικά περιορίζονταν μόνο στην ανάγνωση βιβλίων με ιστορικό περιεχόμενο, προσπαθώντας να βρω απαντήσεις σε θέματα καταγωγής, πολιτισμού και λαογραφικών στοιχείων μιας περιοχής. Πάντα θεωρούσα πως η ιστορία δεν γράφεται μόνο από ηγέτες και στρατηλάτες αλλά και τους απλούς ανθρώπους μέσα από την καθημερινότητα τους, τον τρόπο ζωής τους τα έθιμα και τις παραδόσεις τους. Πολλές φορές έρχονται σε σύγκρουση με την επίσημη ιστοριογραφία αποτελούν όμως σημαντικό μέρος της ιστορίας που ακόμη δεν έχει καταγραφεί ολοκληρωμένα. Στο πρώτο μου βιβλίο αφορμή στάθηκε η εγκατάσταση μου στην επαρχία της Χρυσούπολης όπου ζω με την οικογένεια μου και δραστηριοποιούμαι επαγγελματικά ως οδοντίατρος. Στις συχνές μου ερωτήσεις σε ανθρώπους της περιοχής ποια είναι η ιστορία του τόπου σας η στερεότυπη απάντηση ήταν πως δεν έχει ιστορικό παρελθόν ο τόπος μας παρά μόνο πρόσφατο από τις αρχές του 19ου αιώνα. Αυτή η απάντηση έχει σχέση κατά την γνώμη μου με το γεγονός πως δεν υπάρχουν ιστορικά γεγονότα όπως μάχες και ήρωες άμεσα συνδεμένοι με την περιοχή μας. Έτσι άρχισα να συλλέγω δημοσιευμένο υλικό από εφημερίδες, βιβλία ξεκινώντας από τους αρχαίους συγγραφείς και καταλήγοντας στους σύγχρονους. Παράλληλα αναζητούσα αρχειακό υλικό αδημοσίευτο μέσα σε συρτάρια συμπολιτών μου ξεχασμένα που περίμεναν την αξιολόγηση τους και την δημοσίευση τους. Το πρώτο βιβλίο μετά από κοπιαστική δουλειά χρόνων εκδόθηκε το 2004 με τον τίτλο « Επαρχία Νέστου από τα ομηρικά χρόνια μέχρι το 1940-συμβολή στην τοπική ιστορία» από τις εκδόσεις ΠΑΚΕΘΡΑ και με την επιμέλεια και βοήθεια της καθηγήτριας πανεπιστημίου κ. Βαμβακίδου Ιφιγένειας. Μετά από δύο χρόνια, το 2006, προχώρησα στην έκδοση του δεύτερου μου βιβλίου από τις εκδόσεις ΠΑΚΕΘΡΑ, «Από την Ανατολική Θράκη στην επαρχία Νέστου-Ιστορική κοινωνική λαογραφική περιήγηση στους τόπους καταγωγής των Ανατολικοθρακιωτών προσφύγων της Επαρχίας Νέστου». Αυτά τα βιβλία έχουν μία ιδιαίτερη αξία για μένα! Ποια; Μέσα από τα δύο μου βιβλία γίνεται σε ένα μεγάλο βαθμό μία σύνδεση της προσωπικής μου διαδρομής και ζωής!! Τι εννοώ; Ο τόπος καταγωγής μου είναι στη Θράκη σε ένα όμορφο μικρό χωριό του Έβρου, το Αμμόβουνο, όπου μεγάλωσα και πρωτογνώρισα τη ζωή τους ανθρώπους, τις παραδόσεις τους και την ιστορία τους. Μετά λόγω σπουδών έφυγα στη Θεσσαλονίκη και μετά εγκαταστάθηκα μόνιμα με την οικογένεια μου στην Χρυσούπολη, μία μικρή επαρχιακή πόλη που μου θύμιζε πολύ τον τόπο μου!! <br />ΕΡΩΤΗΣΗ 2) Ποια ήταν η αφορμή ώστε να επιλέξετε το συγκεκριμένο θέμα και να ακολουθήσετε τη συγκεκριμμένη έρευνα;<br />Απάντηση: Στο τρίτο μου βιβλίο «Εμεις οι Γκαγκαβούζηδες», ασχολήθηκα με ένα ποιο ειδικό θέμα για το ευρύτερο αναγνωστικό κοινό αλλά για μένα αποτελούσε ένα όνειρο που έπρεπε να πραγματοποιηθεί και να αποδοθεί στους ίδιους τους Γκαγκαβούζηδες ως φόρο τιμής στους προγόνους τους στην ιστορία τους που ήταν κρυμμένη καλά κάτω από το χαλί της επίσημης ιστοριογραφίας. Από μικρό παιδί ήμουν υπερήφανος για την καταγωγή μου. «Γκαγκαβούζηδες είμαστε», μου έλεγαν δικοί μου, χωρίς να ξέρουν να μου πουν, όμως, περισσότερα για την ιστορία τους παρά μόνο ότι ήταν Θρακιώτες, τουρκόφωνοι, ορθόδοξοι χριστιανοί, πρόσφυγες από την Ανατολική Θράκη.<br />Ο πατέρας μου είναι Γκαγκαβούζης, από το Κοτζά Χιντίρ, χωριό κοντά στο Χάσκιοϊ, της Ανατολικής Θράκης και από την πλευρά της μητέρα μου, Μαρίας Τουφάκη, από την Καράμτζα, του Ουζούν Κιοπρού. Με τον παππού και τη γιαγιά μπορούσα να επικοινωνήσω μόνο στην τουρκική γλώσσα, καθώς δεν μιλούσαν την ελληνική. Ήταν όμως πιστοί χριστιανοί και αγαπούσαν πολύ την Ελλάδα, όπως όλοι οι Γκαγκαβούζηδες στο διάβα των αιώνων.<br />Έτσι, από μικρός, «μπολιάστηκα» με τα ήθη και τα έθιμα του χωριού μου, έμαθα τους χορούς και τα τραγούδια της ιδιαίτερης πατρίδας μου. Αυτό ήταν και το αρχικό ερέθισμα, ώστε να ασχοληθώ συστηματικά, με την ιστορία και τη διαδρομή των προσφύγων της Ανατολικής Θράκης.<br />Για τη συγγραφή του βιβλίου, υπόθεση καθόλου εύκολη, χρειάστηκαν περισσότερο από επτά χρόνια για να συλλέξω εμπεριστατωμένα στοιχεία, ανάμεσα σε χιλιάδες σελίδες βιβλίων, όπου τις περισσότερες φορές υπήρχαν αναφορές λίγων γραμμών για τη συγκεκριμένη πληθυσμιακή ομάδα.<br />Αναζήτησα πληροφορίες σε βιβλιοθήκες και Αρχεία, κρατικά και ιδιωτικά, στην Ελλάδα, τη Βουλγαρία, τη Ρουμανία, τη Ρωσία και την Τουρκία. Για τις ανάγκες της έρευνας έμαθα, σε λίγο χρόνο, να γράφω και να μιλώ τουρκικά και ρουμανικά. Κατέγραψα, σε συνεντεύξεις, διηγήσεις πολλών Γκαγκαβούζηδων προσφύγων, αναζήτησα και βρήκα απογόνους με ενδιαφέρον για την καταγωγή τους. Το βιβλίο μου πλαισιώνεται από πλούσιο αρχειακό φωτογραφικό υλικό.<br />ΕΡΩΤΗΣΗ 3) Ποιος είναι ο στόχος της καταγραφής της ιστορίας των Γκαγκαβούζηδων;<br />ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Θεωρώ την έκδοση αυτή ως φόρο τιμής σε όλους τους Γκαγκαβούζηδες, οι οποίοι αν και διώχτηκαν, χλευάστηκαν, υποτιμήθηκαν για την καταγωγή τους, παρέμειναν όρθιοι και επέμεναν να την τονίζουν με υπερηφάνεια. Στόχος μου ήταν να δώσω το ερέθισμα στους απογόνους των Γκαγκαβούζηδων να αναζητήσουν τις ρίζες τους και να νιώσουν οι ίδιοι την υπερηφάνεια των προγόνων τους. Να σας πω και κάτι που βγήκε μέσα από την έρευνά μου: Με ξάφνιασε ευχάριστα η επικοινωνία που είχε μαζί μου μια μετανάστρια από τη Γερμανία, η οποία συγκινημένη μου ανέφερε ότι αναγνώρισε τον παππού της στη φωτογραφία του εξώφυλλου του βιβλίου, που ήδη είχε διαβάσει. Τώρα ξέρω ποιοι είμαστε, μου είπε, και σας ευχαριστώ γι΄ αυτό».<br />ΕΡΩΤΗΣΗ 4) Ποιοί είναι οι Γκαγκαβούζηδες;<br />ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Στο ερώτημα ποιοι είναι οι Γκαγκαβούζηδες (ή Γκαγκαούζοι) προσπάθησαν πολλοί ιστορικοί να απαντήσουν και να δώσουν μια λογική εξήγηση της καταγωγής και της διαδρομής τους. Περισσότερο ασχολήθηκαν ξένοι ιστορικοί, όπως Βούλγαροι, Τούρκοι, Ρώσοι και πολύ λιγότερο οι Έλληνες. Ίσως, λόγω αυτού του γεγονότος μέχρι σήμερα να κυριαρχούσε η άποψη ότι πρόκειται για τουρκικό φύλο, που εκχριστιανίσθηκε την εποχή του Βυζαντίου. Είναι όμως έτσι τα γεγονότα;<br />Δεν αναφέρεται από καμιά ιστορική πηγή ότι κάποιο τουρκικό φύλλο εκχριστιανίστηκε. Αντίθετα, αναφέρονται μαζικοί εξισλαμισμοί χριστιανικών πληθυσμών στη Μικρά Ασία και στα Βαλκάνια.<br /> Οι Γκαγκαβούζηδες καταγράφονται στην ιστορία ως Θρακικό φύλλο. Απέναντι στους υπόλοιπους Θρακιώτες παρουσιάζουν μόνο μία ιδιαιτερότητα: είναι τουρκόφωνοι, αλλά φανατικοί χριστιανοί και Έλληνες, είναι περήφανοι για την καταγωγή τους, που προσδιορίζεται στο Βυζάντιο και στα βυζαντινά χρόνια. Είναι γνωστό πως σε διαφορετικές ιστορικές περιόδους κυνηγήθηκαν και απειλήθηκαν με πλήρη αφανισμό, όμως κατάφεραν να αντισταθούν και να επιβιώσου. Οι Γκαγκαβούζηδες, εντοπίζονται για πρώτη φορά στα παράλια του δυτικού Ευξείνου Πόντου, στη Δοβρουτσά, μεταξύ της σημερινής πόλης Βάρνας (Βουλγαρία) και του Δούναβη. Η τύχη και η πορεία τους στο χρόνο ταυτίστηκε με την πορεία του Ελληνισμού των Βαλκανίων. Στην εποχή του Βυζαντίου αποτελούσαν τους ακρίτες των βορείων συνόρων της αυτοκρατορίας. Στα χρόνια της οθωμανικής επέλασης ήταν ο τελευταίος λαός που υποδουλώθηκε στην ενδοχώρα των Βαλκανίων, το 1394-1398. Σ' αυτά τα δύσκολα χρόνια θεωρώ πως έχασαν την ελληνική γλώσσα, όπως και η πλειοψηφία του υπόδουλου ελληνισμού. Σε όλους τους ρωσοτουρκικούς πολέμους, οι Γκαγκαβούζηδες βοηθούσαν, με όλα τα μέσα που διέθεταν, το ρωσικό στρατό. Είχε αποκρυσταλλωθεί στη συνείδησή τους, όπως και σε όλους τους χριστιανικούς πληθυσμούς των Βαλκανίων, ότι το «Ξανθό Γένος», δηλαδή οι Ρώσοι, θα τους απελευθερώσουν από τον οθωμανικό ζυγό.<br />Αξίζει να αναφερθεί ότι οι Γκαγκαβούζηδες συμμετείχαν, με δικό τους στρατιωτικό σώμα, στην επανάσταση του Αλέξανδρου Υψηλάντη στη Μολδοβλαχία, με αρχηγό το Δημήτρη Βατικιώτη, ενώ καθοριστικό ρόλο διαδραμάτισαν στην πολιορκία και κατάληψη της πόλης Σιλίστριας, στη διάρκεια του Ρωσοτουρκικού Πολέμου του 1810-1816. Οι Γκαγκαβούζηδες συμμετείχαν και στον Ιερό Λόχο στη μάχη του Δραγατσανίου, όπως και στη βουλγαρική λεγεώνα, κατά τη διάρκεια των ρωσοτουρκικών πολέμων, με επαναστατικές ενέργειες στη βόρεια Βουλγαρία και στη σημερινή Ρουμανία. Οι Βούλγαροι τονίζουν σε όλα τα ιστορικά βιβλία τους την ανδρεία και το θάρρος, που επιδείκνυαν οι Γκαγκαβούζηδες στο πεδίο της μάχης.<br />Συμμετείχαν, επίσης, στα επαναστατικά γεγονότα της Μολδοβλαχίας, αντιμετωπίζοντας την οργή των οθωμανικών στρατευμάτων. Τα χωριά τους λεηλατήθηκαν και πυρπολήθηκαν, οπότε αναγκάστηκαν να μεταναστεύσουν. Οι περισσότεροι μετακινήθηκαν στη Βεσσαραβία, σημερινή Μολδαβία-Αυτόνομη Δημοκρατία της Γκαγκαουζίας, όπου ζουν μέχρι σήμερα. Στο σημείο αυτό να αναφέρουμε ότι από πολιτικούς ηγέτες και ιστορικούς της Δημοκρατία της Γκαγκαουζίας, γίνεται στις μέρες μας μία μεγάλη προσπάθεια να προσεγγίσουν τους Γκαγκαβούζηδες στην Ελλάδα, καθώς έχουν πειστεί πως αποτελούν ένα Θρακιώτικο φύλλο της βόρειας Βουλγαρίας και δεν έχουν σχέση με τα τουρανικά-τουρκικά φύλλα, όπως τους έχουν διδάξει μέχρι τώρα. Μεγάλος αριθμός Γκαγκαβούζηδων μετακινήθηκε, επίσης νότια, στη Βόρεια και Ανατολική Θράκη, στην επαρχία της Χάφσας, όπου άλλωστε εντοπίζεται ιστορικά η πρώτη καταγεγραμμένη παρουσία Γκαγκαβούζηδων την περίοδο 1510-1560, ως εργάτες γης στα Βακούφια της. Στα χρόνια που ακολούθησαν, ταυτίστηκαν με τον Ελληνισμό της περιοχής, συμμετείχαν στην αυτοδιοίκηση και στα εκκλησιαστικά, ίδρυσαν σχολεία. Υπέφεραν, όπως και οι υπόλοιποι Θρακιώτες, κυρίως από τις διώξεις των Οθωμανών, όπως και στα χρόνια των Βαλκανικών Πολέμων. Είναι χαρακτηριστικό, αν και αποσιωπάται, η συμμετοχή μεγάλου αριθμού Γκαγκαβούζηδων στα ελληνικά ανταρτικά τμήματα της Ανατολικής Θράκης. Η μέρα της απελευθέρωσης της Ανατολικής Θράκης (Ιούλιο του 1920) και η υποδοχή του ελληνικού στρατού γίνεται δεκτή με ενθουσιασμό από τους γκαγκαβούζικους πληθυσμούς, όπως και από τους υπόλοιπους Θρακιώτες. Το 1ο Σύνταγμα Στρατού από ντόπιους Θρακιώτες αποτελείται από 700 Γκαγκαβούζηδες της Χάφσας, όπως μαρτυρούν τα αρχεία του ελληνικού στρατού. Συμμετέχουν στην απελευθέρωση των Σαράντα Εκκλησιών και φτάνουν μέχρι τη Τσαλτάτζα, από όπου τους επιτρέπεται να γυρίσουν στα χωριά τους. Δυστυχώς για όλους η εγκατάλειψη των εστιών τους και των χωριών τους δεν άργησε να φανεί. Ακολουθώντας τη μοίρα του υπόλοιπου ελληνισμού της Ανατολής, πήραν και πάλι το δρόμο της προσφυγιάς. Η μεγαλύτερη πληθυσμιακή μάζα εγκαταστάθηκε στο βόρειο Έβρο. Ίσως, γιατί με το πέρασμα του ποταμού βρήκαν αμέσως εδάφη που έμοιαζαν με αυτά των χωριών τους, ή διότι πίστευαν ότι η προσφυγιά ήταν προσωρινή και θα επέστρεφαν πάλι πίσω. Αυτό όμως δεν έγινε ποτέ. Η εγκατάσταση τους, αυτή τη φορά, ήταν μόνιμη. Μέχρι και σήμερα οι Γκαγκαβούζηδες στην Ελλάδα προσπαθούν να διατηρήσουν τις παραδόσεις τους. Μετέφεραν τραγούδια, παραμύθια και λαϊκές λατρείες, που αποτελούν ένα ξεχωριστό και ιδιαίτερο πολιτισμό, αυτόν του ελληνισμού της βόρειας Βουλγαρίας. Ένας πολιτισμός γνήσια θρακιώτικος, που, μέσα από το πέρασμα των αιώνων, αποτελούσε το φάρο του πολιτισμού για όλους τους υπόλοιπους λαούς των Βαλκανίων», επισημαίνει ο συγγραφέας. «Αν υπάρχει σήμερα μια συγγένεια μεταξύ των χορών, των τραγουδιών και των παραδόσεων, μεταξύ του βουλγαρικού και του ελληνικού πληθυσμού, αυτό οφείλεται στη μακρόχρονη συγκατοίκηση τους», τονίζει. Οι Γκαγκαβούζηδες κατοικούν σήμερα στο βόρειο Έβρο, σε χωριά της Ορεστιάδας (Αμμόβουνο, Οινόη, Σαγήνη, Θούριο, Λεπτή, Άρζος, Βάλτος, Δίλοφος, Καβύλη, Καναδάς, Κέραμος, Πύργος κ.ά.) και του Διδυμοτείχου (Ασβεστάδες, Ευγενικό, Κωστή, Πουλιά, Σαύρα).<br />Εγκαταστάσεις προσφύγων Γκαγκαβούζηδων έχουμε στα χωριά της Κομοτηνής, Άμφια και Ν. Καλίστη, στα Χρυσοχώραφα Σερρών, στο δήμο Λαγκαδά και στα χωριά Περιβολάκι και Ηρακλειό, στη Σύνδο και στο Καλοχώρι Θεσσαλονίκης, καθώς και διασκορπισμένες οικογένειες στο νομό Κιλκίς και σε χωριά της Θεσσαλίας.<br />Γκαγκαβούζηδες υπάρχουν, επίσης, στη Νέα Ζίχνη Σερρών και στα χωριά Θολό, Γάζορο και Αγ. Χριστόφορο, όπου, όμως, θεωρούν τους εαυτούς τους ντόπιους. Μέσα από την έρευνά μου θεωρώ πως η ομάδα αυτή πιθανόν να μετακινήθηκε στην περιοχή το 1510-1560, όπως συνέβη και με την εγκατάσταση των πρώτων Γκαγκαβούζηδων στην Ανατολική Θράκη.<br />ΕΡΩΤΗΣΗ 5) ποια είναι η άποψή σας για την παράδοση; Για ποιο λόγο πιστεύετai ότι οι άνθρωποι οφείλουν να αναζητούν σε βάθος τις ρίζες τους την ταυτότητά τους;<br />ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Η λέξη παράδοση σημαίνει πολλά. Προέρχεται από το παραδίνω , αλλά αυτό ταυτόχρονα σημαίνει και το παραλαμβάνω. Παράδοση είναι για μας ότι μας παρέδωσαν οι παλαιότεροι. Οι μπαμπάδες , οι παππούδες , οι προπάπποι…..!<br />Κάθε άνθρωπος , σε κάθε σημείο της γης έχει παραλάβει κάτι από τους προγόνους του. Ακολουθεί την παράδοση και οφείλει να την μεταφέρει τουλάχιστον στην επόμενη γενιά. Κάποιοι όμως καμιά φορά ξεχνούν να παραδώσουν ή πολλές φορές το κάνουν εν γνώση τους. Δεν τους αρέσει κάτι και το θάβουν στο χρονοντούλαπο της Ιστορίας . Έχουν το δικαίωμα αυτό ; Ναι το έχουν. Δεν έχουν το δικαίωμα όμως να επιβάλλουν στους υπόλοιπους να πράξουν το ίδιο. <br />Η μικρή αυτή εισαγωγή , έχει να κάνει με την παράδοση μας σαν Γκαγκαβούζηδες <br />Οι Γκαγκαβούζηδες είναι κατ’ αρχάς Χριστιανοί. Οι γονείς τους, τους “παρέδωσαν” την Χριστιανική πίστη με όλα τα ήθη και έθιμα που έχουν να κάνουν με την Εκκλησία. Τιμούν τους προστάτες Αγίους τους με μεγαλοπρέπεια. Έτσι έμαθαν οι ίδιοι και έτσι μαθαίνουν στα παιδιά τους να κάνουν και αυτά! <br />Δεύτερον είναι Έλληνες. Διώχθηκαν βίαια στη διάρκεια των διωγμών από τους Τούρκους , πολέμησαν για την πατρίδα μας και στην νεότερη Ελλάδα κάποιοι διαπρέπουν στις δουλειές και στις επιστήμες τους. Ορκίζονται στο στρατό να «φυλλάτουν» πίστη εις την πατρίδα τους την Ελλάδα.<br />Τρίτον…. είναι όμως δίγλωσσοι. Μιλούν εκτός από Ελληνικά και ένα ιδίωμα της Τουρκικής . Ιδίωμα που πριν από αρκετά χρόνια και μετά από εξαναγκασμό έκαναν κύριο μέσο επικοινωνίας. Με αυτό το ιδίωμα πορεύτηκαν μέσα στους αιώνες σκλαβιάς και υποδούλωσης από την τότε Οθωμανική αυτοκρατορία. Δεν το έκαναν για ευκολία, το έκαναν από εξαναγκασμό. Χρόνια τώρα οι μετανάστες μας , μέσα στα σπίτια τους μιλούν Ελληνικά. Κανείς δεν τους υποχρεώνει να μιλήσουν κάτι άλλο, παρά μόνο αν ίδιοι το επιλέξουν. Τότε όμως τα πράγματα ήταν αλλιώς. Δεν μπορούσες ούτε στο σπίτι να μιλήσεις τη γλώσσα σου , εκτός αν ήσουν σε μια κοινότητα προνομιακή , και κάπου την γλίτωνες. Οι Γκαγκαβούζηδες όμως δεν ήταν καλά παιδιά και έτσι έπεφτε μαχαίρι. Με αυτό το ιδίωμα οι προγονοί μας , παρέδιδαν τη γνώση στις επόμενες γενιές. Με αυτό το ιδίωμα γεννούσαν τα παιδιά τους, με αυτό το ιδίωμα τους έλεγαν για την ελληνική καταγωγή τους, με αυτό το ιδίωμα τους βάφτιζαν και τους έκαναν Χριστιανούς. Με αυτό το ιδίωμα τους πάντρευαν και σε αυτό το ιδίωμα έβρισκαν λέξεις τα παιδιά να τραγουδήσουν τα μοιρολόγια των γονιών τους.<br />Με αυτό το ιδίωμα τραγούδησαν τον έρωτα! Με αυτό το ιδίωμα εξύμνησαν τους ήρωές τους που έχυσαν το αίμα τους για την Ελλάδα που τόσο αγαπούν. Με τέτοια τραγούδια έκαναν τα νυχτέρια, τους γάμους , τα πανηγύρια. Με αυτά χόρευαν. Με το ιδίωμα αυτό ξεσπούσαν ενάντια στους Τούρκους , γι’ αυτό το λόγο ήταν και τόσο μισητοί ώστε κατά τον διωγμό διώχτηκαν ως «Φανατικοί Έλληνες». Η παράδοσή μας είναι αυτή. Τραγούδια και χοροί στο ιδίωμα αυτό. Σε άλλους αρέσουν, σε άλλους όχι. Όσοι είναι καχύποπτοι και είναι δυστυχώς για μας πολλοί, τότε ας μην τραγουδούν τα τραγούδια αυτά, μη χορεύουν τους χορούς μας , μην ακούν τον πόνο της ιστορίας και της προσφυγιάς. Έχουν κάθε επιλογή έστω κι αν έχουν «παραλάβει» όλα αυτά απ’ τους γονείς τους ,να μην «παραδώσουν ποτέ». Κάποιοι άλλοι , όπως εμείς, παραλάβαμε και θα παραδώσουμε, αφήνοντας την επόμενη γενιά να κρίνει αν με τη σειρά της «Θα παραδώσει» και αυτή. Θα σώσουμε τα όποια τραγούδια , θα διατηρήσουμε τα ρούχα τα παλιά, θα χορέψουμε τους χορούς μας και θα περισώσουμε ότι μπορούμε απ ‘ τα έθιμα εκείνα τα παλιά….Γιατί όλα αυτά είναι η ιστορία μας.<br />Τα χρόνια περνούν , οι συνθήκες αλλάζουν , ο κόσμος γίνεται πιο ξένος μεταξύ του. Σήμερα , κανένας δεν έχει να φοβηθεί το έθιμο του “Μπέη”, ούτε το θίασο που τον ακολουθεί που χρόνια πριν συμβόλιζε κάτι , ούτε κάποιος θα πιστέψει πως θα βρέξει , αν ξαφνικά δει μπροστά του ένα κοριτσάκι με πράσινα φύλλα που το λένε “Ντόντολα ή Πιρπιρούνα”. Κανένας δεν περιμένει τα Χριστούγεννα να φάει χοιρινό , αυτό που με πολύ αγάπη πρόσφεραν οι νοικοκυρές στον Ντεβετζή και την Καμήλα του κατά τους καλαντισμούς. Είναι όλα αυτά όμως τα έθιμά μας. Αυτά που κάποιοι πίστεψαν πως δεν ήταν ανάγκη να μας τα παραδώσουν και δυστυχώς αυτή είναι η αλήθεια. Δεν υπάρχει πια ανάγκη. Όταν πάψει τελείως το ενδιαφέρον, τότε θα σκονίζονται στα ράφια , οι φορεσιές , τα τραγούδια , οι χοροί μας. Όσο όμως υπάρχουν άνθρωποι που τα θέλουν, τόσο ο ρόλος μας είναι να τα διαφυλάξουμε και να τους τα δώσουμε!!<br /> <br />Δυστυχώς υπάρχουν και οι «προοδευτικοί» , αυτοί που ζουν με το φόβο μην στιγματιστούν και νιώθουν ντροπή!! Ντρέπονται για τη μάνα τους , τη φτώχια και την προσφυγιά που πέρασαν οι πρόγονοί τους!! Ντρέπονται για το ότι με αυτό το ιδίωμα μας έκαναν ανθρώπους με άποψη!! Που ενώ δεν ήξεραν ούτε μια λέξη στα ελληνικά μας βοήθησαν με τον τρόπο τους να προοδεύσουμε τόσο που να τους κατακρίνουμε που θέλουν να τραγουδούν ή να χορεύουν όπως ακριβώς έκαναν και οι δικές τους μανάδες!!<br />Δεν προσβάλλει η παράδοσή μας κανέναν. Αντιθέτως τιμά τους προγόνους μας . είναι κρίμα που προσπαθούν να μας κάνουν να ντρεπόμαστε και θεωρούν πως μπορούν να μας προσβάλουν!! <br />Αγαπώ αυτό που κάνω και θα συνεχίσω με το ίδιο πάθος και ζήλο!! Γιατί συνεχίζουμε να μιλάμε τα γκαγκαβούζικα; Μα αυτη ειναι η γλώσσα με την οποία μεγαλώσαμε στα σπίτια μας!! Θέλουμε και το επιδιώκουμε να προχωρήσουμε στη μετάφρασή των τραγουδιών, για να νιώσετε και σεις τα λόγια που με τόση σοφία , αγράμματοι άνθρωποι συνέθεσαν αυτές τις μελωδίες εκφράζοντας την χαρά και τον πόνο! Ποτέ όμως δεν θα αλλοιώσουμε αυτή καθ’ αυτή την Ιστορία των ανθρώπων αυτών!Γκαγκαβούζης-Gagavouzishttp://www.blogger.com/profile/08268729413849882556noreply@blogger.com11tag:blogger.com,1999:blog-2738998458635353243.post-70331539496875758042009-12-25T02:13:00.001-08:002009-12-25T02:13:47.683-08:00Ευχομαι σε ολους σας καλο Δωδεκαημερο!! Οπου και να βρισκεστε να περασετε καλα!! Dogumu Hristonu hepimizde saglik, mutluluk, baris,basari, bereket verΕυχομαι σε ολους σας καλο Δωδεκαημερο!! Οπου και να βρισκεστε να περασετε καλα!! Dogumu Hristonu hepimizde saglik, mutluluk, baris,basari, bereket versin!!!!Γκαγκαβούζης-Gagavouzishttp://www.blogger.com/profile/08268729413849882556noreply@blogger.com1tag:blogger.com,1999:blog-2738998458635353243.post-71241557598121198832009-12-20T23:41:00.000-08:002009-12-20T23:43:14.629-08:00ΕΝΑ ΚΕΙΜΕΝΟ ΣΤΑ ΑΓΓΛΙΚΑ ΤΟΥ ΣΥΛΛΟΓΟΥ ΤΗΣ ΑΝΩ ΟΙΝΟΗΣTHE GAGAUZ OF THE SUBURB ANO INOI OF THE GREEK TOWN NEA ORESTIADA<br />AND THEIR FOLKLORIC & CULTURAL SOCIETY “KRASOCHORI”<br /><br /><br />Historical overview<br /><br /> The Gagauz are Turkish-speaking Orthodox Christians who are culturally and physiognomically akin to the other peoples found in the Balkans. The first historical references locate them in the northeastern Balkans, on the territory of Dobruja, mainly in the area between the towns of Varna, Constantsa, Kavarna and Silistra. <br /> In this same area in ancient times up until the first centuries AD, according to the references of ancient Greek and Roman chroniclers and geographers (Herodotus, Strabo, Pliny, Ovid, Ptolemy etc.), there lived an indigenous Balkan Thracian tribe named the Kattauzi (or Krovuzi). Both peoples have common characteristics, which, paradoxically, have been ignored. Firstly, there is the similarity of their ethnonym, a fact which can be considered as evidence of a common ancestry of these two peoples. Secondly, they have both been associated with the same area for hundreds of years, despite the frequent raids and movements of tribes and peoples. Thus, it is possible to assume that the Gagauz are a continuation of the ancient Thracian tribe of Kattauzi (or Krovuzi). <br /> Moreover, the three major administrative and political changes that took place on their territory, the Roman, the Byzantine and the Ottoman empires, do not seem to have essentially affected their continuous presence there. They remained, adapting each time to the new political and economic conditions. This was due mainly to the structure of their society, which was primarily agricultural. Along with this, their sustained loyalty to their leaders and military commanders played an important role, as they consisted the main corps of the troops who guarded the broader region. <br /> An important fact was also their early Christianization, during the apostolic period, and their sustained faithfulness to the Greek-Orthodox Church and the Patriarchate of Constantinople. In the Byzantine period, they remained loyal to each successive Byzantine emperor and Patriarch of Constantinople, being under direct ecclesiastical and civil administration from the Patriarchate and the imperial court, which appointed their leaders. In the difficult Ottoman years, living among a compact Turkish Muslim population, which settled at this time in their territory, they managed to preserve their Orthodox Christian faith but their spoken idiom became very similar to the Turkish language. An important reason for this linguistic shift was their isolation from the Christian population centers and their pragmatic need to survive, living as a small minority among a compact mass of Turkish Muslims. <br /> From the beginning of the Ottoman conquest until the 19th century the Gagauz were actively involved in the local self-government of the Greek-Orthodox communities of the northeastern Balkans and thus they suffered persecution, from both the Ottoman Empire and later the emerging Bulgarian state. Due to the frequent Russian-Turkish wars, they were forced to move to safer territories, such as Bessarabia, where the majority migrated during the first decades of the 19th century. A smaller portion fled southwards to Eastern Thrace and in particular to villages near the town of Adrianople (Edirne), where they lived until 1923. A similarly small number remained in their ancestral lands, in Dobruja, where they still live today. Finally, it should be mentioned that there is another smaller group of Gagauz, which has a historical presence in the Greek Macedonia, in the area around the town of Nea Zichni, where they continue to live until the present time.<br /><br /><br />The presence of the Gagauz in Eastern Thrace<br /><br /> Until 1923 the Gagauz lived in Eastern Thrace in 26 villages, mainly in the area east of the river Evros (Maritsa, Merich) and north of the river Erginis (Ergene), between the towns of Adrianople (Edirne), Saranda Ekklisies (Kirklareli), Artiskos (Babaeski) and Makra Gefira (Uzunkiopru). The only significant difference between the Gagauz and the rest of the Greek-Orthodox population of Thrace was their peculiar idiom, which, although similar to the Turkish language, has many words of Greek origin. <br /> In 1923, with the collapse of the Ottoman Empire and the definitive establishment of the Greek-Turkish border, the western part of Thrace remained within the boundaries of Greece, while the eastern part, including the above mentioned 26 villages of the Gagauz, was ceded to the then newly created Turkish Republic. Immediately after, when the population exchange between Greece and Turkey took place in accord with the Peace Treaty of Lausanne, the Gagauz of Eastern Thrace, having Greek national consciousness, was included in the Greek population that the Turkish side considered exchangeable, and thus they moved to Greece. They settled mainly in Western Thrace, near the Greek-Turkish border, and their lost homeland.<br /><br /><br />The Gagauz of the suburb Ano Inoi of the town Nea Orestiada<br /><br /> One of the 26 lost villages of the Gagauz in Eastern Thrace was named Sharaplar, also called Sherbettar or Krasochori. After the exchange of population in 1923, arriving in Greece, the Gagauz refugees of the village of Sharaplar settled in the outskirts of the town of Nea Orestiada, where they founded the new village of Inoi. Soon the village was divided into two settlements, Kato (lower) Inoi and Ano (upper) Inoi, which now constitutes two out of the seven adjacent suburbs of the town of Nea Orestiada. The name Inoi is the ancient Greek version for the names Sharaplar and Krasochori, the old names of the village the Gagauz refugees had left behind, which mean “wine village”. <br /> The town of Nea Orestiada was also founded at 1923, by Gagauz and other Greek refugees from Eastern Thrace. The town is located in the northeastern edge of the prefecture of Evros in Western Thrace, in the valley and not far from the bed of the homonymous river, and is the administrative and economic center of one of the most important plains in Greece. It is a growing town, and together with its seven suburbs has a total population of about 20,000 people, a large proportion of whom are Gagauz.<br /><br /><br />The Folkloric & Cultural Society “Krasochori”<br /><br /> In 1991, the Gagauz of the settlement of Ano Inoi created the Folkloric & Cultural Society “Krasochori”, which was named after and in memory of their old village in Eastern Thrace. The activities of the society are multifarious and pertain mainly to the protection, promotion and propagation of the rich cultural heritage of Ano Inoi, presenting the customs, the mores and the musical and dancing traditions of the Gagauz. The society has dance groups for children and adults that participate in various festivals, dancing and singing folk dances and songs of Ano Inoi, dressed in authentic Thracian Gagauz folk costumes. <br /> The society has established annually, on 27th of August on the occasion of the feast of the chapel of Saint Fanourios in Ano Inoi, cultural events dedicated to the village Sharaplar (Krasochori), the unforgettable motherland of the Gagauz in Eastern Thrace. It also organizes annual cultural events during the feast of the central church of Ano Inoi, which is dedicated to Saint Demetrius. <br /> The aims of the society includes efforts to mobilize the inhabitants of Ano Inoi to work for the culture, the welfare and the protection of the natural environment of their community, as well as for the collection and the promotion of its rich folklore. In this context, the society invites those who embrace the same vision, to support these efforts to ensure a better future for the generations to follow.Γκαγκαβούζης-Gagavouzishttp://www.blogger.com/profile/08268729413849882556noreply@blogger.com0