“Η μετανάστευση ιστορικά ήταν πάντα έντονη και απαραίτητη για την επιβίωση των πληθυσμών τόσο λόγω φυσικών φαινομένων όσο και λόγω πολιτικών ανακατατάξεων, πολέμων και οικονομικών ανισοτήτων. Τι γίνεται σήμερα; Με βάση τα στοιχεία του ΟΟΣΑ στις μέρες μας μετακινούνται πάνω από 200.000.000 μετανάστες, το 3% δηλαδή του παγκόσμιου πληθυσμού. Τι προβλέπεται να γίνει στο μέλλον; Είναι παραπάνω από σίγουρο ότι στο άμεσο μέλλον οι αριθμοί αυτοί θα αυξηθούν διότι η ρευστότητα της διεθνούς κατάστασης αλλά και η συνεχιζόμενη απότομη αλλαγή των κλιματικών δεδομένων θα οδηγήσουν σε περαιτέρω αύξηση της κινητικότητας των πληθυσμών.
Όσον αφορά τη χώρα μας είναι γνωστό από τις αρχές τις δεκαετίας του 90 η Ελλάδα από χώρα εξαγωγής μετανάστευσης μετατράπηκε σε χώρα υποδοχής μεταναστών. Η μετάβαση αυτή δεν ήταν χωρίς δυσκολίες τόσο για την ελληνική πολιτεία όσο και για την ελληνική κοινωνία. Η πρώτη βρέθηκε απροετοίμαστη χωρίς προηγούμενη εμπειρία και υποδομές, ενώ η δεύτερη εμφάνισε αμυντικά, φοβικά σχεδόν αντανακλαστικά, καθώς καλούνταν να συμβιώσει αρμονικά με αλλοδαπούς με ετερογενή σε σχέση με τα δικά της χαρακτηριστικά. Ο ακριβής αριθμός των μεταναστών στη χώρα μας είναι δύσκολο να εντοπισθεί, με δεδομένη την έκταση της παράνομης εισόδου στην ελληνική επικράτεια. Οι περισσότεροι προέρχονται από κοινωνίες με διαφορετικό πολιτισμικό υπόβαθρο, με αποτέλεσμα η συμπεριφορά τους να ακολουθεί πρότυπα άλλα από εκείνα που χαρακτηρίζουν τους γηγενείς, γεγονός που συνδέεται με την περιθωριοποίησή τους. Οι μετανάστες είναι οι «άλλοι», οι «ξένοι», οι «παράξενοι». Κάτω από αυτές τις συνθήκες η ένταξη των μεταναστών στην ελληνική κοινωνία, της οποίας και αποτελούν ενεργά μέλη, φαίνεται ανέφικτη ή έστω απαιτεί να απεμπολήσουν την πολιτισμική τους ταυτότητα.
Κι όμως η ενσωμάτωσή τους στον κοινωνικό ιστό είναι κρίσιμη δοκιμασία για τη δημοκρατική ωριμότητα της ελληνικής κοινωνίας και του πολιτικού συστήματος. Πρέπει να αντιληφθούμε ότι οι μετανάστες αποτελούν πλέον βασική συνιστώσα της κοινωνικής μας οργάνωσης, του συστήματος απασχόλησης και της αγοράς εργασίας και συνεπώς θα πρέπει να αντιμετωπιστούν τα προβλήματα εισόδου, ένταξης και ενσωμάτωσής τους με συστηματικό και διάφανο τρόπο.
Πρέπει να υπάρξουν θετικές πολιτικές που ωφελούν το μετανάστη και το σύνολο της κοινωνίας. Η πολιτική της κοινωνικής ένταξης δεν είναι χάρη προς τους μετανάστες, αλλά αναγκαίος όρος για να λειτουργήσει η κοινωνία. Είναι μια διαδικασία εμπλουτισμού προς όφελος ολόκληρου του πληθυσμού. Αν δεν γίνει σωστά δημιουργούνται προβλήματα, φόβοι, αγωνίες και προκαταλήψεις και από τις δυο μεριές. Για να γίνει λοιπόν σωστά είναι βασικό να αναγνωρισθεί ότι η συνεκτική κοινωνία είναι αυτή που σέβεται τόσο τις διαφορετικές κοινωνικές ομάδες όσο και τα άτομα. Δεν είναι μόνο ο μετανάστης που πρέπει να προσαρμοσθεί στην Ελλάδα πρέπει και η Ελλάδα να προσαρμοστεί στον μετανάστη. Όπως ζητάμε από τον μετανάστη να προσαρμοστεί σε μια νέα κοινωνία έτσι πρέπει να ζητάμε και από την υπάρχουσα κοινωνία να αλλάξει έτσι ώστε οι νεοφερμένοι να αισθάνονται ευπρόσδεκτοι.
Αν σταθούμε λίγο και αναλογισθούμε, απομακρύνοντας τη σκέψη μας από φοβικά σύνδρομα, από την παραπληροφόρηση των μέσων μαζικής ενημέρωσης και από ακραίες φωνές, που δυστυχώς μόνο αυτές πλέον ακούγονται στις μέρες μας, θα διαπιστώσουμε ότι για μας τους κατοίκους της Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης η αποδοχή και η ένταξη των μεταναστών είναι κάτι που πολύ εύκολα μπορούμε να κατανοήσουμε και να πράξουμε. Κι αυτό γιατί η πλειοψηφία των κατοίκων της Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης έχουμε ζήσει την προσφυγιά και τη μετανάστευση. Οι οικονομικοί μας μετανάστες στην Αμερική, στην Αυστραλία, στη Γερμανία, στο Βέλγιο και σε άλλες χώρες της Ευρώπης έχουν ζήσει το ρατσισμό και την ξενοφοβία, έχουν βιώσει τις διακρίσεις, την εργασιακή εκμετάλλευση και την κακοποίηση. Οι πρόγονοί μας που ήρθαν πρόσφυγες στην Ελλάδα, κυρίως μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή, έχουν επίσης βιώσει το ρατσισμό και την υποτίμηση, ακόμη ηχούν στ’ αυτιά μας λέξεις και φράσεις όπως ο «τουρκόσπορος» μικρασιάτης, η «παστρικιά» Σμυρνιά. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η πόλη μου η Ορεστιάδα, η οποία δημιουργήθηκε από πρόσφυγες της Αδριανούπολης το 1923, οι οποίοι βρήκαν κλειστές τις πόρτες στις γειτονικές ελληνικές πόλεις που επιχείρησαν να καταφύγουν για να διαμείνουν. Πώς είναι δυνατόν λοιπόν μετά από όλα αυτά που έχουμε ζήσει να αντιμετωπίζουμε τους ανθρώπους αυτούς με τον ίδιο ξενοφοβικό τρόπο με τον οποίο μας αντιμετώπισαν κι εμάς, πώς είναι δυνατόν να έχουμε τόσο μικρή μνήμη και να μην βλέπουμε μέσα στα μάτια των ανθρώπων αυτών τις δικές μας αγωνίες, τους δικούς μας φόβους, το δικό μας πόνο, τη δική μας προσπάθεια να προστατέψουμε τα παιδιά μας, τους δικούς μας αγώνες για την κατάκτηση του αυτονόητου, της ισότιμης αντιμετώπισης δηλαδή κάθε ανθρώπινης ύπαρξης.
Είναι άνθρωποι σαν κι εμάς, ας μην αποστρέφουμε το βλέμμα μας. Αύριο, δεδομένης της ρευστότητας της διεθνούς και ευρωπαϊκής οικονομικής και πολιτικής κατάστασης, μπορεί να είμαστε εμείς στη θέση τους, μπορεί να είναι τα παιδιά μας. Ευθύνη μας λοιπόν είναι να δημιουργήσουμε ένα υγιές ευρωπαϊκό περιβάλλον για τους μετανάστες, το οποίο θα απολαύσουν αύριο και οι απόγονοί μας.
Ο κύριος πυρήνας της πρόσφατης πολεμικής κατά των μεταναστών στην Ελλάδα είναι η αντίληψη ότι η μετανάστευση αποτελεί απειλή για τους ντόπιους εργαζόμενους, ότι η χώρα δεν χωράει άλλους, ότι κινδυνεύουμε να πλημμυρίσουμε από μετανάστες. Το ερώτημα πόσους μετανάστες χωράει η Ελλάδα είναι το ίδιο ανεδαφικό με το αν έθετε κανείς το ερώτημα το 1950 πόσους επαρχιώτες χωράει η Αθήνα ή το πόσους μετανάστες χωράει η Αμερική. Αποδείχθηκε ότι η Αθήνα μπόρεσε να απορροφήσει μερικά εκατομμύρια και να δεκαπλασιάσει τον πληθυσμό της μέσα σε μερικές δεκαετίες. Και το ίδιο αποδείχθηκε ότι η Αμερική χώρεσε εκατοντάδες εκατομμύρια μετανάστες, για την ακρίβεια η Αμερική έγινε μεγάλη οικονομική δύναμη χάρη στους μετανάστες εργάτες. Καμία χώρα ποτέ στην ιστορία δεν έχει πλημμυρίσει από μετανάστες. Πολύ απλά χωρίς μετανάστες ημεδαπούς και αλλοδαπούς δεν μπορεί να υπάρξει οικονομική ανάπτυξη.
Το πρόβλημα αυτή τη στιγμή στην Ελλάδα είναι ότι αυτή καλείται να διαχειριστεί το 90% των μεταναστών της Ευρώπης, πρώτον διότι είναι η πρώτη χώρα στα σύνορα της Ευρώπης με τις ανατολικές χώρες και δεύτερος διότι σύμφωνα με τον κανονισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης «ΔΟΥΒΛΙΝΟ ΙΙ», γνωστό πλέον σε όλους τους Έλληνες, η αίτηση ασύλου πρέπει να υποβληθεί και να εξετασθεί από το πρώτο κράτος εισόδου στην Ευρωπαϊκή Ένωση, ανεξάρτητα από το ποιο είναι το κράτος στο οποίο ο μετανάστης θέλει στην πραγματικότητα να κατευθυνθεί. Αποτέλεσμα του κανονισμού αυτού είναι να εγκλωβίζεται στην Ελλάδα όλος αυτός ο όγκος των μεταναστών, από τους οποίους ελάχιστοι θέλουν να μείνουν εδώ, σε μια χώρα που αδυνατεί να εγγυηθεί τα θεμελιώδη δικαιώματά τους.
Η λύση στο πρόβλημα μπορεί να εξευρεθεί μόνο από την Ευρωπαϊκή Ένωση και τα θεσμικά της όργανα. Αντί η κυβέρνηση να καταφεύγει σε δαπανηρά, αμφίβολης αποτελεσματικότητας και ίσως επικίνδυνα από ανθρωπιστικής πλευράς μέτρα, όπως είναι ο φράχτης της Νέας Βύσσας και τα πλωτά κέντρα φύλαξης λαθρομεταναστών, να εντείνει τις προσπάθειές της σε ευρωπαϊκό επίπεδο, να αγωνισθεί δυναμικά στα θεσμικά ευρωπαϊκά όργανα για την αλλαγή της μεταναστευτικής πολιτικής, έτσι ώστε να καταργηθεί ο κανονισμός ΔΟΥΒΛΙΝΟ ΙΙ, για να προωθούνται στο εξής οι μετανάστες στις χώρες που πραγματικά θέλουν να πάνε, οι οποίες και να είναι πλέον υποχρεωμένες να εξετάσουν οποιοδήποτε αίτημα ασύλου, να επιτευχθεί έτσι μια δικαιότερη κατανομή των μεταναστών στις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Για όσους παραμείνουν στην Ελλάδα να δημιουργήσουμε οργανωμένα κέντρα υποδοχής μεταναστών, η Περιφέρεια σε συνεργασία με τους Δήμους, την Εκκλησία και Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις, όπου θα τους παρέχεται σίτιση, ανθρώπινες συνθήκες διαβίωσης, ιατροφαρμακευτική περίθαλψη, ειδική εκπαίδευση για τα παιδιά τους και ψυχολογική υποστήριξη. Να τους εντάξουμε στη νόμιμη αγορά εργασίας και θα δούμε πως πολύ γρήγορα οι μετανάστες αυτοί θα βοηθήσουν στην οικονομική ανάπτυξη της χώρας μας.
Αισθάνομαι μεγάλη ευθύνη ως μέλος του πρώτου εκλεγμένου περιφερειακού συμβουλίου να έχουμε μια υπεύθυνη στάση απέναντι στο θέμα αυτό. Φέρουμε τεράστια ευθύνη απέναντι στους κατοίκους της Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης να τους κατευθύνουμε σωστά, δεν είναι δυνατόν να αντιμετωπίζουμε κι εμείς την κατάσταση αυτή απαντώντας σε ερωτήματα του τύπου: ναι ή όχι στο φράχτη του Έβρου, θέλουμε ή όχι μετανάστες στην Ελλάδα, οι μετανάστες είναι καλοί ή κακοί; Έχουμε ευθύνη να ωθήσουμε την κοινωνία της περιφέρειάς μας πιο πέρα, να την βοηθήσουμε να ξεφύγει από αγκυλώσεις του παρελθόντος, να είναι κριτική απέναντι σε ιδεολογήματα με τα οποία βομβαρδίζεται καθημερινά.
Έχουμε ευθύνη να απαντήσουμε στην κυβέρνηση ότι εμείς εδώ στην Ανατολική Μακεδονία και Θράκη διατηρούμε την ψυχραιμία μας. Αρνούμαστε τη λήψη αμφίβολης αποτελεσματικότητας, επικίνδυνων από ανθρωπιστικής πλευράς αλλά και ξεπερασμένων μέτρων στην περιοχή μας, όπως είναι ο φράχτης και τα πλωτά κέντρα φύλαξης μεταναστών. Αυτό που έχει άμεση ανάγκη ο Νομός Έβρου είναι έργα υποδομών και ανάπτυξης και όχι να γραφτεί στην ιστορία ως σύμβολο διχασμού και ξενοφοβίας."
Σύντομος εκκλησιαστική ιστορία της Αδριανουπόλεως ΙΙΙ
Πριν από 1 ώρα
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου