Παρασκευή 7 Αυγούστου 2009

ΤΟ ΠΑΡΑΚΑΤΩ ΑΡΘΡΟ ΔΗΜΟΣΙΕΥΤΗΚΕ ΣΤΗΝ ΙΣΤΟΣΕΛΙΔΑ
http://omogeneia.ana-mpa.gr/press.php?id=6967
ΚΑΙ ΟΠΩΣ ΔΙΑΠΙΣΤΩΣΑ ΑΝΑΔΗΜΟΣΙΕΥΕΤΑΙ ΣΕ ΑΛΛΕΣ ΣΕΛΙΔΕΣ ΤΟΥ ΕΞΩΤΕΡΙΚΟΥ. ΝΟΜΙΖΩ ΠΩΣ ΑΞΙΖΕΙ ΝΑ ΜΠΕΙ ΚΑΙ ΣΤΟ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟ ΜΟΥ

Θεσσαλονίκη- «Εμείς οι Γκαγκαβούζηδες. Ταυτότητες-ιστορικές πηγές και η πορεία μας μέσα στο χρόνο», πρωτότυπη έρευνα του Χρήστου Κοζαρίδη

της Διαμαντένιας Ριμπά

Από μικρό παιδί ήταν υπερήφανος για την καταγωγή του. «Γκαγκαβούζηδες είμαστε», του έλεγαν οι δικοί του, χωρίς να ξέρουν να του πουν, όμως, περισσότερα για την ιστορία τους παρά μόνο ότι ήταν Θρακιώτες, τουρκόφωνοι, ορθόδοξοι χριστιανοί, πρόσφυγες από την Ανατολική Θράκη.

Ο λόγος, για το Χρήστο Κοζαρίδη, από το Αμμόβουνο Ορεστιάδας Έβρου, συγγραφέα του βιβλίου «Εμείς οι Γκαγκαβούζηδες. Ταυτότητες-ιστορικές πηγές και η πορεία μας μέσα στο χρόνο», που κυκλοφόρησε τον περασμένο Ιούνιο από τις εκδόσεις «Παρατηρητής της Θράκης».

Πρόκειται για μία αξιόλογη μονογραφία, όπως τη χαρακτηρίζει ο καθηγητής της Νεοελληνικής Ιστορίας του ΑΠΘ, Κωνσταντίνος Α. Βακαλόπουλος, επισημαίνοντας ότι, «είναι η μοναδική σύνθετη εργασία που ερευνά και αξιοποιεί τόσο ολοκληρωμένα και εμπεριστατωμένα το πολύπλευρο και πολυσύνθετο ζήτημα των Γκαγκαβούζηδων».

Ο Χρήστος Κοζαρίδης ζει και εργάζεται από το 1989 στη Χρυσούπολη Καβάλας, τόπο καταγωγής της συζύγου του, εκπαιδευτικού Νίκης Καραουλάνης, όπου και ασκεί το επάγγελμα του οδοντιάτρου.

Τι ήταν, τελικά, όμως εκείνο που τον ώθησε να ασχοληθεί σε βάθος με το θέμα;

«Ο πατέρας μου είναι Γκαγκαβούζης, από το Κοτζά Χιντίρ, χωριό κοντά στο Χάσκιοϊ, της Ανατολικής Θράκης και από την πλευρά της μητέρα μου, Μαρίας Τουφάκη, από την Καράμτζα, του Ουζούν Κιοπρού», αναφέρει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο κ. Κοζαρίδης. «Με τον παππού και τη γιαγιά μπορούσα να επικοινωνήσω μόνο στην τουρκική γλώσσα, καθώς δεν μιλούσαν την ελληνική. Ήταν όμως πιστοί χριστιανοί και αγαπούσαν πολύ την Ελλάδα, όπως όλοι οι Γκαγκαβούζηδες στο διάβα των αιώνων».

Έτσι, από μικρός, ο κ. Κοζαρίδης «μπολιάστηκε» με τα ήθη και τα έθιμα του χωριού του, έμαθε τους χορούς και τα τραγούδια της ιδιαίτερης πατρίδας του. Αυτό ήταν και το αρχικό ερέθισμα, ώστε να ασχοληθεί συστηματικά, μετέπειτα, με την ιστορία και τη διαδρομή των προσφύγων της Ανατολικής Θράκης.

Αρχικά, ασχολήθηκε με την ιστορία της Επαρχίας Νέστου, για την οποία έχει εκδώσει δύο βιβλία: «Επαρχία Νέστου από τα ομηρικά χρόνια μέχρι το 1940, συμβολή στην τοπική ιστορία» και «Από την Ανατολική Θράκη στην Επαρχία Νέστου, Ιστορική-Κοινωνική-Λαογραφική περιήγηση στους τόπους καταγωγής των Ανατολικοθρακιωτών προσφύγων της Επαρχίας Νέστου».

Για τη συγγραφή του νέου του βιβλίου, υπόθεση καθόλου εύκολη, ο Χρήστος Κοζαρίδης χρειάστηκε περισσότερο από επτά χρόνια για να συλλέξει εμπεριστατωμένα στοιχεία, ανάμεσα σε χιλιάδες σελίδες βιβλίων, όπου τις περισσότερες φορές υπήρχαν αναφορές λίγων γραμμών για τη συγκεκριμένη πληθυσμιακή ομάδα.

Αναζήτησε πληροφορίες σε βιβλιοθήκες και Αρχεία, κρατικά και ιδιωτικά, στην Ελλάδα, τη Βουλγαρία, τη Ρουμανία, τη Ρωσία και την Τουρκία. Για τις ανάγκες της έρευνας έμαθε, σε λίγο χρόνο, να γράφει και να μιλά τουρκικά και ρουμανικά. Κατέγραψε, σε συνεντεύξεις, διηγήσεις πολλών Γκαγκαβούζηδων προσφύγων, αναζήτησε και βρήκε απογόνους με ενδιαφέρον για την καταγωγή τους. Το βιβλίο του πλαισιώνεται από πλούσιο αρχειακό φωτογραφικό υλικό.

Ο συγγραφέας θεωρεί την έκδοση αυτή ως φόρο τιμής σε όλους τους Γκαγκαβούζηδες, οι οποίοι αν και διώχτηκαν, χλευάστηκαν, υποτιμήθηκαν για την καταγωγή τους, παρέμειναν όρθιοι και επέμεναν να την τονίζουν με υπερηφάνεια.

«Στόχος μου ήταν να δώσω το ερέθισμα στους απογόνους των πρώτων Γκαγκαβούζηδων να αναζητήσουν τις ρίζες τους και να νιώσουν οι ίδιοι την υπερηφάνεια των προγόνων τους», σημειώνει ο κ. Κοζαρίδης και συνεχίζει: «Με ξάφνιασε ευχάριστα η επικοινωνία που είχε μαζί μου μια μετανάστρια από τη Γερμανία, η οποία συγκινημένη μού ανέφερε ότι αναγνώρισε τον παππού της στη φωτογραφία του εξώφυλλου του βιβλίου, που ήδη είχε διαβάσει. Τώρα ξέρω ποιοι είμαστε, μου είπε, και σας ευχαριστώ γι΄ αυτό».

• Περί Γκαγκαβούζηδων

Στο ερώτημα ποιοι είναι οι Γκαγκαβούζηδες (ή Γκαγκαούζοι) προσπάθησαν πολλοί ιστορικοί να απαντήσουν και να δώσουν μια λογική εξήγηση της καταγωγής και της διαδρομής τους. Περισσότερο ασχολήθηκαν ξένοι ιστορικοί, όπως Βούλγαροι, Τούρκοι, Ρώσοι και πολύ λιγότερο οι Έλληνες. Ίσως, λόγω αυτού του γεγονότος μέχρι σήμερα να κυριαρχούσε η άποψη ότι πρόκειται για τουρκικό φύλο, που εκχριστιανίσθηκε την εποχή του Βυζαντίου. Είναι όμως έτσι τα γεγονότα;

Όπως τονίζει ο κ. Κοζαρίδης, δεν αναφέρεται από καμιά ιστορική πηγή ότι κάποιο τουρκικό φύλλο εκχριστιανίστηκε. Αντίθετα, αναφέρονται μαζικοί εξισλαμισμοί χριστιανικών πληθυσμών στη Μικρά Ασία και στα Βαλκάνια.

«Οι Γκαγκαβούζηδες καταγράφονται στην ιστορία ως Θρακικό φύλλο. Απέναντι στους υπόλοιπους Θρακιώτες παρουσιάζουν μόνο μία ιδιαιτερότητα: είναι τουρκόφωνοι, αλλά φανατικοί χριστιανοί και Έλληνες», τονίζει με βεβαιότητα ο κ. Κοζαρίδης. Και συνεχίζει: «Είναι περήφανοι για την καταγωγή τους, που προσδιορίζεται στο Βυζάντιο και στα βυζαντινά χρόνια. Είναι γνωστό πως σε διαφορετικές ιστορικές περιόδους κυνηγήθηκαν και απειλήθηκαν με πλήρη αφανισμό, όμως κατάφεραν να αντισταθούν και να επιβιώσουν».

Οι Γκαγκαβούζηδες, σύμφωνα με το συγγραφέα, εντοπίζονται για πρώτη φορά στα παράλια του δυτικού Ευξείνου Πόντου, στη Δοβρουτσά, μεταξύ της σημερινής πόλης Βάρνας (Βουλγαρία) και του Δούναβη. Η τύχη και η πορεία τους στο χρόνο ταυτίστηκε με την πορεία του Ελληνισμού των Βαλκανίων.

«Στην εποχή του Βυζαντίου αποτελούσαν τους ακρίτες των βορείων συνόρων της αυτοκρατορίας. Στα χρόνια της οθωμανικής επέλασης ήταν ο τελευταίος λαός που υποδουλώθηκε στην ενδοχώρα των Βαλκανίων, το 1394-1398», σημειώνει ο κ. Κοζαρίδης και προσθέτει: «Σ' αυτά τα δύσκολα χρόνια θεωρούμε πως έχασαν την ελληνική γλώσσα, όπως και η πλειοψηφία του υπόδουλου ελληνισμού».

-Ανδρεία και το θάρρος

Σε όλους τους ρωσοτουρκικούς πολέμους, οι Γκαγκαβούζηδες βοηθούσαν, με όλα τα μέσα που διέθεταν, το ρωσικό στρατό. Είχε αποκρυσταλλωθεί στη συνείδησή τους, όπως και σε όλους τους χριστιανικούς πληθυσμούς των Βαλκανίων, ότι το «Ξανθό Γένος», δηλαδή οι Ρώσοι, θα τους απελευθερώσουν από τον οθωμανικό ζυγό.

Αξίζει να αναφερθεί ότι οι Γκαγκαβούζηδες συμμετείχαν, με δικό τους στρατιωτικό σώμα, στην επανάσταση του Υψηλάντη, με αρχηγό το Δημήτρη Βατικιώτη, ενώ καθοριστικό ρόλο διαδραμάτισαν στην πολιορκία και κατάληψη της πόλης Σιλίστριας, στη διάρκεια του Ρωσοτουρκικού Πολέμου του 1810-1816. Οι Γκαγκαβούζηδες συμμετείχαν και στον Ιερό Λόχο στη μάχη του Δραγατσανίου, όπως και στη βουλγαρική λεγεώνα, κατά τη διάρκεια των ρωσοτουρκικών πολέμων, με επαναστατικές ενέργειες στη βόρεια Βουλγαρία και στη σημερινή Ρουμανία. Οι Βούλγαροι τονίζουν σε όλα τα ιστορικά βιβλία τους την ανδρεία και το θάρρος, που επιδείκνυαν οι Γκαγκαβούζηδες στο πεδίο της μάχης.

Συμμετείχαν, επίσης, στα επαναστατικά γεγονότα της Μολδοβλαχίας, αντιμετωπίζοντας την οργή των οθωμανικών στρατευμάτων. Τα χωριά τους λεηλατήθηκαν και πυρπολήθηκαν, οπότε αναγκάστηκαν να μεταναστεύσουν. Οι περισσότεροι μετακινήθηκαν στη Βεσσαραβία, σημερινή Μολδαβία-Αυτόνομη Δημοκρατία της Γκαγκαουζίας, όπου ζουν μέχρι σήμερα. Στο σημείο αυτό να αναφέρουμε ότι από πολιτικούς ηγέτες και ιστορικούς της Δημοκρατία της Γκαγκαουζίας, γίνεται στις μέρες μας μία μεγάλη προσπάθεια να προσεγγίσουν τους Γκαγκαβούζηδες στην Ελλάδα, καθώς, όπως επισημαίνει ο συγγραφέας, έχουν πειστεί πως αποτελούν ένα Θρακιώτικο φύλλο της βόρειας Βουλγαρίας και δεν έχουν σχέση με τα τουρανικά-τουρκικά φύλλα, όπως τους έχουν διδάξει μέχρι τώρα.

Μεγάλος αριθμός Γκαγκαβούζηδων μετακινήθηκε, επίσης νότια, στη Βόρεια και Ανατολική Θράκη, στην επαρχία της Χάφσας, όπου άλλωστε εντοπίζεται ιστορικά η πρώτη καταγεγραμμένη παρουσία Γκαγκαβούζηδων την περίοδο 1510-1560, ως εργάτες γης στα Βακούφια της.

Στα χρόνια που ακολούθησαν, ταυτίστηκαν με τον Ελληνισμό της περιοχής, συμμετείχαν στην αυτοδιοίκηση και στα εκκλησιαστικά, ίδρυσαν σχολεία. Υπέφεραν, όπως και οι υπόλοιποι Θρακιώτες, κυρίως από τις διώξεις των Οθωμανών, όπως και στα χρόνια των Βαλκανικών Πολέμων. Όπως αναφέρει ο κ. Κοζαρίδης, είναι χαρακτηριστική, αν και αποσιωπάται, η συμμετοχή μεγάλου αριθμού Γκαγκαβούζηδων στα ελληνικά ανταρτικά τμήματα της Ανατολικής Θράκης.

Η μέρα της απελευθέρωσης της Ανατολικής Θράκης (Ιούλιο του 1920) και η υποδοχή του ελληνικού στρατού γίνεται δεκτή με ενθουσιασμό από τους γκαγκαβούζικους πληθυσμούς, όπως και από τους υπόλοιπους Θρακιώτες. Το 1ο Σύνταγμα Στρατού από ντόπιους Θρακιώτες αποτελείται από 700 Γκαγκαβούζηδες της Χάφσας, όπως μαρτυρούν τα αρχεία του ελληνικού στρατού. Συμμετέχουν στην απελευθέρωση των Σαράντα Εκκλησιών και φτάνουν μέχρι τη Τσαλτάτζα, από όπου τους επιτρέπεται να γυρίσουν στα χωριά τους.

«Δυστυχώς για όλους η εγκατάλειψη των εστιών τους και των χωριών τους δεν άργησε να φανεί. Ακολουθώντας τη μοίρα του υπόλοιπου ελληνισμού της Ανατολής, πήραν και πάλι το δρόμο της προσφυγιάς. Η μεγαλύτερη πληθυσμιακή μάζα εγκαταστάθηκε στο βόρειο Έβρο. Ίσως, γιατί με το πέρασμα του ποταμού βρήκαν αμέσως εδάφη που έμοιαζαν με αυτά των χωριών τους, ή διότι πίστευαν ότι η προσφυγιά ήταν προσωρινή και θα επέστρεφαν πάλι πίσω. Αυτό όμως δεν έγινε ποτέ. Η εγκατάσταση τους, αυτή τη φορά, ήταν μόνιμη», σημειώνει ο κ. Κοζαρίδης.

-Πιστοί στην παράδοση

Μέχρι και σήμερα οι Γκαγκαβούζηδες στην Ελλάδα προσπαθούν να διατηρήσουν τις παραδόσεις τους. Μετέφεραν τραγούδια, παραμύθια και λαϊκές λατρείες, που αποτελούν ένα ξεχωριστό και ιδιαίτερο πολιτισμό, αυτόν του ελληνισμού της βόρειας Βουλγαρίας.

«Ένας πολιτισμός γνήσια θρακιώτικος, που, μέσα από το πέρασμα των αιώνων, αποτελούσε το φάρο του πολιτισμού για όλους τους υπόλοιπους λαούς των Βαλκανίων», επισημαίνει ο συγγραφέας. «Αν υπάρχει σήμερα μια συγγένεια μεταξύ των χορών, των τραγουδιών και των παραδόσεων, μεταξύ του βουλγαρικού και του ελληνικού πληθυσμού, αυτό οφείλεται στη μακρόχρονη συγκατοίκηση τους», τονίζει.

Οι Γκαγκαβούζηδες κατοικούν σήμερα στο βόρειο Έβρο, σε χωριά της Ορεστιάδας (Αμμόβουνο, Οινόη, Σαγήνη, Θούριο, Λεπτή, Άρζος, Βάλτος, Δίλοφος, Καβύλη, Καναδάς, Κέραμος, Πύργος κ.ά.) και του Διδυμοτείχου (Ασβεστάδες, Ευγενικό, Κωστή, Πουλιά, Σαύρα).

Εγκαταστάσεις προσφύγων Γκαγκαβούζηδων έχουμε στα χωριά της Κομοτηνής, Άμφια και Ν. Καλίστη, στα Χρυσοχώραφα Σερρών, στο δήμο Λαγκαδά και στα χωριά Περιβολάκι και Ηρακλειό, στη Σύνδο και στο Καλοχώρι Θεσσαλονίκης, καθώς και διασκορπισμένες οικογένειες στο νομό Κιλκίς και σε χωριά της Θεσσαλίας.

Γκαγκαβούζηδες υπάρχουν, επίσης, στη Νέα Ζίχνη Σερρών και στα χωριά Θολό, Γάζορο και Αγ. Χριστόφορο, όπου, όμως, θεωρούν τους εαυτούς τους ντόπιους. Η ιστορική έρευνα καταγράφει, όπως αναφέρει ο κ. Κοζαρίδης, πως η ομάδα αυτή πιθανόν να μετακινήθηκε στην περιοχή το 1510-1560, όπως συνέβη και με την εγκατάσταση των πρώτων Γκαγκαβούζηδων στην Ανατολική Θράκη.

2 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

ΟΛΑ ΚΑΛΑ ΚΑΙ ΩΡΑΙΑ ΑΥΤΑ ΠΟΥ ΓΡΑΦΕΙΣ ,,ΑΛΛΑ ΔΕΝ ΞΕΡΩ ΓΙΑ ΠΟΙΟΝ??? ΤΟ ΜΟΝΟ ΠΟΥ ΞΕΡΩ ΟΤΙ ΕΔΩ ΚΑΙ ΜΕΡΙΚΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΟ ΑΜΜΟΒΟΥΝΟ ΔΕΝ ΕΧΕΙ ΠΑΠΑ!!!!!!

Γκαγκαβούζης-Gagavouzis είπε...

ΑΝ ΠΡΑΓΜΑΤΙ ΕΝΔΙΑΦΕΡΕΣΑΙ ΓΙΑ ΠΑΠΑ ΣΤΟ ΑΜΜΟΒΟΥΝΟ ΓΙΑΤΙ ΔΕΝ ΠΑΣ ΝΑ ΓΙΝΕΙΣ ΕΣΥ Η ΝΑ ΣΤΕΙΛΕΙΣ ΚΑΠΟΙΟΝ!! ΕΤΣΙ ΚΑΙ ΑΛΛΟΙΩΣ ΔΕΝ ΜΕ ΕΝΔΙΑΦΕΡΙ ΑΝ ΕΧΕΙ ΠΑΠΑ Η ΔΕΝ ΕΧΕΙ ΤΟ ΧΩΡΙΟ ΜΟΥ!!! ΚΑΙ ΔΕΥΤΕΡΟ ΔΕΝ ΜΟΥ ΑΡΕΣΕΙ ΝΑ ΑΠΑΝΤΟΥΝ ΑΝΩΝΥΜΑ!! ΤΟ ΘΕΩΡΩ ΥΠΕΚΦΥΓΗ!ΝΑ ΜΗΝ ΠΩ ΚΑΤΙ ΑΛΛΟ!!